“Πράσινο φως” σε δήμευση περιουσιακών στοιχείων για αποτροπή οργανωμένου εγκλήματος: Βρήκαν 5 εκ. ευρώ σε τραπεζικό λογαριασμό από παράνομη προέλευση

Απορρίφθηκε αίτημα προς το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για παραβίαση του δικαιώματος στην περιουσία. Την χαρακτήρισε “προδήλως αβάσιμη” καθώς αποτέλεσε μέρος ευρύτερης έρευνας για εγκληματική δραστηριότητα.

NEWSROOM
“Πράσινο φως” σε δήμευση περιουσιακών στοιχείων για αποτροπή οργανωμένου εγκλήματος: Βρήκαν 5 εκ. ευρώ σε τραπεζικό λογαριασμό από παράνομη προέλευση

Νόμιμη έκρινε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) «τη δήμευση περιουσιακών στοιχείων που αποτρέπει την περαιτέρω εγκληματική δραστηριότητα και προέρχεται από παράνομη προέλευση κεφαλαίων».

Ειδικότερα, το ΕΔΔΑ στην απόφασή του αναφέρει πως δεν παραβιάστηκε το δικαίωμα στην περιουσία μετά και τη σχετική καταδίκη στον Άγιο Μαρίνο. Σημειώνει δε χαρακτηριστικά πως «ο προσφεύγων, προέβη σε ύποπτες τραπεζικές συναλλαγές σε τράπεζα του Αγίου Μαρίνου, καταθέτοντας περίπου 5.000.000 ευρώ σε μετρητά και επιταγές. Οι ενέργειες αυτές αποτέλεσαν μέρος μιας ευρύτερης έρευνας για το οργανωμένο έγκλημα και την οικονομική απάτη στην Ιταλία, με αποκορύφωμα την παραπομπή του σε δίκη στον Άγιο Μαρίνο για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες το 2013».

Στη συνέχεια ακολούθησε «προληπτική κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένου ενός ασφαλιστηρίου συμβολαίου ζωής αξίας περίπου 6,8 εκατ. ευρώ», ενώ «το πρωτόδικο δικαστήριο καταδίκασε τον προσφεύγοντα, σε 4,5 χρόνια φυλακή και διέταξε τη δήμευση των κατασχεθέντων περιουσιακών στοιχείων του». Ο προσφεύγων άσκησε έφεση, η οποία απορρίφθηκε.

Δήμευση περιουσιακών στοιχείων για αποτροπή οργανωμένου εγκλήματος: Η απόφαση του ΕΔΔΑ

Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο «ο προσφεύγων είχε ενημερωθεί λεπτομερώς για τη φύση των κατηγοριών εναντίον του, επιτρέποντάς του να προετοιμάσει επαρκώς την  υπεράσπισή του. Επισήμανε ότι το κατηγορητήριο περιείχε συγκεκριμένες λεπτομέρειες σχετικά με τις συναλλαγές και τα συναφή βασικά αδικήματα. Το Δικαστήριο έκρινε την προσφυγή για παραβίαση του άρθρου 6 προδήλως αβάσιμη».

Όσον αφορά τη δήμευση των περιουσιακών στοιχείων, ο προσφεύγων υποστήριξε ότι το μέτρο ήταν παράνομο και δυσανάλογο, ιδίως επειδή είχε αθωωθεί για τη δεύτερη κατηγορία, ωστόσο το Δικαστήριο με την απόφασή του έκρινε τη δήμευση νόμιμη, καθώς «θεωρήθηκε ότι απέτρεπε περαιτέρω εγκληματική δραστηριότητα και δικαιολογούνταν από την παράνομη προέλευση των κεφαλαίων. Το Δικαστήριο τόνισε ότι ο προσφεύγων δεν είχε αποδείξει ότι τα κατασχεθέντα κεφάλαια είχαν νόμιμη προέλευση και υπογράμμισε τις δικονομικές εγγυήσεις που υπήρχαν κατά τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας».

Το ιστορικό της υπόθεσης

Στις 28 Νοεμβρίου 2012, η Υπηρεσία Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών (FIA) κατήγγειλε διάφορες τραπεζικές συναλλαγές που συνδέονταν με τον προσφεύγοντα και ένα άλλο άτομο, L.C., οι οποίες πραγματοποιήθηκαν στην B.C.S. p.a, μια τράπεζα του Αγίου Μαρίνου. Μεταξύ της 2ης  Σεπτεμβρίου 2009 και της 17ης  Μαρτίου 2010, ο προσφεύγων κατέθεσε συνολικά περίπου 4.865.830 ευρώ σε μετρητά και επιπλέον 500.000 ευρώ σε επιταγές στον τραπεζικό του λογαριασμό.

Ο L.C., ο οποίος συστήθηκε στην τράπεζα από τον προσφεύγοντα, άνοιξε τρεχούμενο λογαριασμό στο όνομα μιας εταιρείας οίνου, γνωστής ως Company O, στην οποία ήταν ο μοναδικός διευθυντής. Κατά την περίοδο από 20 Οκτωβρίου 2010 έως 22 Δεκεμβρίου 2010, η Company Ο έλαβε 310.000 ευρώ που πιστώθηκαν από μια άλλη εταιρεία, την A.G., η οποία εντοπίστηκε ότι ανήκε στον προσφεύγοντα.

Από την έρευνα της FIA προέκυψε ότι τόσο ο προσφεύγων όσο και ο L.C. είχαν υποβληθεί υπό περιορισμό λόγω μιας έρευνας που ονομάστηκε «Επιχείρηση Baccus», υπό την ηγεσία της Περιφερειακής Διεύθυνσης Καταπολέμησης της Μαφίας του Μπάρι. Αντιμετώπιζαν πολλαπλές κατηγορίες στην Ιταλία, μεταξύ των οποίων νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, συνωμοσία για τη διάπραξη εκβιασμού, τοκογλυφία και απάτη σε βάρος του κράτους, που προέκυψαν από εικονικές επιχειρήσεις στον τομέα του κρασιού. Οι παράνομες αυτές δραστηριότητες είχαν ως στόχο την εξαπάτηση των ιταλικών φορολογικών αρχών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στο πλαίσιο της ιταλικής δικαστικής διαδικασίας, διαπιστώθηκε ότι η εγκληματική οργάνωση προέβαινε σε εικονικές επιχειρηματικές συναλλαγές στον κλάδο του κρασιού, με εταιρείες να εκδίδουν ψευδή τιμολόγια προς την εταιρεία A.G. για ανύπαρκτες προμήθειες. Η επιχείρηση αυτή επέτρεψε στην εγκληματική οργάνωση να ξεπλύνει παράνομα έσοδα, ενώ η Εταιρεία A.G. επωφελήθηκε φορολογικά και οικονομικά. Η FIA επιβεβαίωσε ότι η δυναμική αυτών των επιχειρήσεων αντικατοπτριζόταν στις τραπεζικές σχέσεις μεταξύ της Company Ο και της εταιρείας A.G.

Έτσι, ξεκίνησε η ποινική δίωξη στον Άγιο Μαρίνο. Ο ανακριτής ζήτησε σχετική τεκμηρίωση από τις ιταλικές αρχές, οι οποίες σημείωσαν ότι τα κεφάλαια που κατέθεσε ο προσφεύγων δεν φαινόταν να συνάδουν με τις προσωπικές του αποταμιεύσεις και ήταν πιθανότατα αποτέλεσμα δραστηριοτήτων που διεξήχθησαν με συνεργάτες της μαφιόζικης οργάνωσης που εμπλέκονταν στις ιταλικές διαδικασίες.

Περαιτέρω πληροφορίες που συλλέχθηκαν μέσω της διεθνούς δικαστικής συνδρομής το 2013 ανέδειξαν τον ρόλο των εικονικών επιχειρήσεων της Company Ο ως μέρος της ευρύτερης απάτης που ενορχήστρωσε η εγκληματική οργάνωση. Κατόπιν αυτών των ευρημάτων, στις 22 Νοεμβρίου 2013, ο ανακριτής του Σαν Μαρίνο απήγγειλε στον προσφεύγοντα και στην L.C. κατηγορίες για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες σύμφωνα με το άρθρο 199α του Ποινικού Κώδικα. Ο δικαστής διέταξε τη συντηρητική κατάσχεση ενός ασφαλιστηρίου συμβολαίου ζωής αξίας περίπου 6.800.000 ευρώ, ενός τραπεζικού λογαριασμού με υπόλοιπο 480 ευρώ και οποιουδήποτε άλλου λογαριασμού που συνδέονταν με τον προσφεύγοντα στον Άγιο Μαρίνο. Η κατάσχεση του ασφαλιστηρίου πραγματοποιήθηκε στις 5 Δεκεμβρίου 2013.

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr