Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2024

Οι έγκυοι ΤΩΡΑ δικαιώνονται (έστω και αν δεν το… ξέρουν)!

NEWSROOM icon
NEWSROOM
Οι έγκυοι ΤΩΡΑ δικαιώνονται (έστω και αν δεν το… ξέρουν)!

Άρειος Πάγος: Παράνομη σε κάθε περίπτωση η απόλυση εγκύου!

Άκυρη είναι η απόλυση εργαζόμενης εγκύου ανεξάρτητα από το αν ο εργοδότης γνώριζε ή όχι την εγκυμοσύνη της και ανεξάρτητα ακόμη και από το αν η ίδια, όταν απολύθηκε, γνώριζε ή όχι ότι ήταν σε κατάσταση εγκυμοσύνης, ενώ σε κάθε περίπτωση παράνομης καταγγελίας της σύμβασης εργασίας εγκύου, η απολυθείσα δικαιούται μισθούς υπερημερίας και αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης, η δε σύμβαση εργασίας παραμένει ενεργός, έκρινε ο Άρειος Πάγος.

Σύμφωνα με τους αρεοπαγίτες, αρκεί μόνο το αντικειμενικό γεγονός της εγκυμοσύνης

Αρκεί μόνο το αντικειμενικό γεγονός της εγκυμοσύνης για να καταστήσει παράνομη και άκυρη την καταγγελία της σύμβασης εργασίας εγκύου, υπογραμμίζουν οι αρεοπαγίτες στην υπ’ αριθμ. 954/2018 απόφασή τους.

Η απόφαση του ΑΠ που «ανοίγει τον δρόμο»

Η έγκυος προσλήφθηκε το 2009 με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου προκειμένου να απασχοληθεί ως υπάλληλος υποδοχής σε ξενοδοχειακή επιχείρηση-συγκρότημα, με μηνιαίο μισθό 1.007 ευρώ. Όμως, η εργοδότρια εταιρεία στις 30.4.2011 κατήγγειλε αιφνιδιαστικά και απροειδοποίητα την μεταξύ τους σύμβαση εργασίας και της κατέβαλε τη νόμιμη αποζημίωση.

Στο έγγραφο της καταγγελίας δεν αναγραφόταν κάποιος σπουδαίος λόγος που να δικαιολογεί την απόλυση, ούτε αυτό κοινοποιήθηκε στην Επιθεώρηση Εργασίας όπως απαιτεί η νομοθεσία.

Να σημειωθεί ότι κατά την πρόσληψη της εν λόγω εργαζομένης είχε εκτιμηθεί η προϋπηρεσία και τα προσόντα της και το γεγονός ότι κατά το παρελθόν (2005-2007) είχε εργαστεί και πάλι στην ίδια ξενοδοχειακή μονάδα. Για τον λόγο αυτό, της είχαν ανατεθεί ευρύτερα, επιπρόσθετα καθήκοντα, όπως είναι ο έλεγχος καθαριότητας ορόφων, οφειλές τρίτων προς την εταιρεία, κ.λπ.

Στον πρώτο (μόλις) μήνα

Όμως κατά το χρόνο καταγγελίας της σύμβασης εργασίας της, η εργαζομένη ήταν σε κατάσταση εγκυμοσύνης, άγουσα τον πρώτο μήνα της κύησης.

Κατόπιν αυτού, η απολυθείσα ξενοδοχοϋπάλληλος κατέφυγε στην Επιθεώρηση Εργασίας   καταγγέλλοντας την εργοδότρια εταιρεία για παράνομη απόλυση.

Μάλιστα, κατά την πρώτη συνάντηση που έγινε μεταξύ των τριών μερών (εργαζομένης, εργοδότη και Επιθεωρητή Εργασίας), η ξενοδοχοϋπάλληλος προσκόμισε βεβαίωση του Δημοσίου Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου από την οποία προέκυπτε η εγκυμοσύνη της κατά το κρίσιμο χρόνο της απόλυσης, και αναγραφόταν πιθανή ημερομηνία σύλληψης και πιθανή ημερομηνία τοκετού. Κατόπιν τούτου, ο Επιθεωρητής Εργασίας συνέστησε στην εργοδότρια εταιρεία να προβεί στην επαναπρόσληψη της εγκύου, χωρίς όμως η προτροπή του να βρει ανταπόκριση.

Έτσι, η έγκυος προσέφυγε στα δικαστήρια, ζητώντας να αναγνωριστεί η ακυρότητα της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας της, να της καταβληθούν μισθοί υπερημερίας, καθώς και  5.000 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη από τη συμπεριφορά του εργοδότη.

Ενώπιον της Δικαιοσύνης, η εργοδότρια εταιρεία, προκειμένου να αποφύγει μια αρνητική για εκείνη απόφαση, προσπάθησε, ανεπιτυχώς όμως, να προβάλει αβάσιμους, όπως χαρακτηρίστηκαν, λόγους.

Ισχυρίστηκε «οικονομικοτεχνικούς λόγους»

Έτσι, ισχυρίστηκε ότι υπήρχε σπουδαίος λόγος για την καταγγελία της σύμβασης εργασίας, που ανάγεται σε οικονομικοτεχνικούς λόγους οι οποίοι καθιστούσαν αναγκαία τη μείωση του προσωπικού λόγω της μείωσης των εσόδων της επιχείρησης.

Όμως ο ισχυρισμός αυτός απερρίφθη ως αβάσιμος από τους δικαστές, αφού «η έλλειψη χρημάτων δεν συνιστά από μόνη της σπουδαίο λόγο πρόωρης λύσης της σύμβασης, ενώ σε κάθε περίπτωση δεν αποδείχθηκε ότι λόγω της κακής οικονομικής της κατάστασης η εταιρεία προέβη σε μειώσεις αποδοχών του προσωπικού της ή σε απολύσεις άλλων εργαζομένων πλην της εγκύου».

Ούτε βέβαια, συνεχίζουν οι δικαστές, «συνιστά σπουδαίο λόγο η επικαλούμενη κατάργηση της θέσης της εγκύου χάριν επωφελέστερης λειτουργίας της επιχείρησης και μείωσης των δαπανών της, και τούτο διότι ο εργοδότης, φέρων το βάρος της επιχείρησης, δεν δύναται να επιρρίψει αυτό στον μισθωτό απολύοντας αυτόν».

Απερρίφθη όμως και ο ισχυρισμός της εταιρείας ότι η απολυθείσα εκτελούσε πλημμελώς τα  καθήκοντα της, είχε επαγγελματική ανεπάρκεια, κ.λπ., αφού ο προϊστάμενός της όχι μόνο δεν της είχε κάνει κάποια επίπληξη ή έστω προειδοποίηση για πλημμελή εκτέλεση των καθηκόντων της, αλλά, αντίθετα, είχε χαρακτηρίσει την απόδοσή της θετική.

Από τη συνεκτίμηση λοιπόν όλων των αποδεικτικών στοιχείων, δεν απεδείχθη η συνδρομή σπουδαίου λόγου, υπογραμμίζουν οι δικαστές. Αντίθετα, η απόλυση «υπαγορεύτηκε και επιβλήθηκε από το επαγγελματικό συμφέρον της εργοδότριας εταιρείας και την κατάργηση της ανάλογης οργανικής θέσης που κατείχε η απολυθείσα».

Τελικά, κρίθηκε ότι η απόλυση είναι αντίθετη στον νόμο 1483/1984 και το Προεδρικό Διάταγμα 176/1997, που «απαγορεύει την απόλυση εγκύου τουλάχιστον μέχρι τον τοκετό και ένα έτος μετά από αυτόν, η δε γνώση της εγκυμοσύνης κατά τον χρόνο της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας δεν είναι απαραίτητη όχι μόνο από τον εργοδότη αλλά ούτε και από την ίδια την καταγγέλλουσα, αφού αρκεί μόνο το αντικειμενικό γεγονός της εγκυμοσύνης».

Οι αρεοπαγίτες υποχρέωσαν τελικά την εργοδότρια εταιρεία να καταβάλει στην παρανόμως απολυθείσα 9.065 ευρώ για μισθούς υπερημερίας και 1.000 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, συν τους νόμιμους τόκους και για τα δύο επιδικασθέντα ποσά.

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr