Δημήτρης Μπόλης: Τεκμήριο αθωότητας και Δημόσια Αρχή

Τόσο η ψήφιση του νόμου 4569/2019 (που ενσωμάτωσε στην εθνική μας νομοθεσία την Ευρωπαϊκή οδηγία 2016/343/ΕΕ περί του τεκμηρίου αθωότητας), όσο και η εξακολουθηματική το τελευταίο διάστημα ενασχόληση των πολιτών με ποινικές κυρίως υποθέσεις ευρύτερου κοινωνικού ενδιαφέροντος, διατηρεί συνεχώς επίκαιρη τη συζήτηση περί του τεκμηρίου αθωότητας. Αναλύει ο δικηγόρος Δημήτρης Μπόλης Ήδη στη Διακήρυξη των […]

NEWSROOM

Τόσο η ψήφιση του νόμου 4569/2019 (που ενσωμάτωσε στην εθνική μας νομοθεσία την Ευρωπαϊκή οδηγία 2016/343/ΕΕ περί του τεκμηρίου αθωότητας), όσο και η εξακολουθηματική το τελευταίο διάστημα ενασχόληση των πολιτών με ποινικές κυρίως υποθέσεις ευρύτερου κοινωνικού ενδιαφέροντος, διατηρεί συνεχώς επίκαιρη τη συζήτηση περί του τεκμηρίου αθωότητας.

Αναλύει ο δικηγόρος Δημήτρης Μπόλης

Ήδη στη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη της Επαναστατικής Γαλλίας του 1789, προβλεπόταν στο άρθρο 9 ότι: «κάθε άνθρωπος τεκμαίρεται αθώος μέχρις ότου κηρυχθεί ένοχος». Στο Ελληνικό Σύνταγμα της Γ΄ Εθνοσυνέλευσης του 1827 στην Τροιζήνα, το τεκμήριο αθωότητος διατυπώθηκε ως εξής: «Έκαστος προ της καταδίκης του δεν λογίζεται ένοχος». Η σημερινή διατύπωση προβλέπει (άρθρο 72Α ΚΠΔ): «Οι ύποπτοι ή κατηγορούμενοι τεκμαίρονται αθώοι μέχρι να αποδειχθεί η ενοχή τους σύμφωνα με το νόμο».

Ένας βασικός προβληματισμός αναφορικά στο τεκμήριο αθωότητας, αποτελεί τα ποια πρόσωπα δεσμεύονται. Ήδη από το 1995, στην υπόθεση Allenet de Ribemont κατά Γαλλίας, η Επιτροπή της ΕΣΔΑ νομολόγησε τη δέσμευση εκτός των Δικαστών, όλων γενικά των Δημοσίων λειτουργών που παίρνουν μέρος σε μία ποινική δίκη (π.χ. Αστυνομικοί, Γραμματείς) αλλά και των Κυβερνητικών αξιωματούχων. Στο άρθρο 7 του Ν. 4569/2019 πλέον προβλέπεται:

  • Δημόσιες αναφορές στην ενοχή προσώπου

Ο ύποπτος ή κατηγορούμενος έχει δικαίωμα να ασκήσει αγωγή αποζημίωσης ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, προς αποκατάσταση της βλάβης την οποία υπέστη εξαιτίας της προσβολής του τεκμηρίου αθωότητάς του από δηλώσεις δημόσιων αρχών που έλαβαν χώρα σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας πριν την έκδοση της απόφασης σε πρώτο ή δεύτερο βαθμό, οι οποίες αναφέρονται κατά τρόπο άμεσο στην εκκρεμή ποινική διαδικασία και είτε παροτρύνουν το κοινό να πιστέψει στην ενοχή του είτε προβαίνουν σε εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών με την οποία προδικάζουν τη δικαστική κρίση της υπόθεσης.

Κατ’ αρχήν η διατύπωση «…δηλώσεις δημοσίων Αρχών», δημιουργεί μία σχετική σύγχυση, δεδομένου ότι κατά το Διοικητικό Δίκαιο, δημόσια Αρχή είναι όργανο του κράτους που ασκεί κρατική εξουσία με κυριαρχική βούληση. Δεν ταυτίζεται με τα πρόσωπα που την εκπροσωπούν και αποτελούν απλώς τους φορείς της δημόσιας Αρχής, όπως είναι, για παράδειγμα, ο υπουργός, ο πρωθυπουργός, το δικαστήριο, μία επιτροπή ή ένα συμβούλιο. Ερμηνευτικά ωστόσο, λογικό είναι ότι η διάταξη αναφέρεται στα πρόσωπα, στους φορείς της Δημόσιας Αρχής.

 Άρα, δημόσιες άμεσες αναφορές σε εκκρεμή ποινική υπόθεση από μέλη της Εκτελεστικής, Νομοθετικής και Δικαστικής εξουσίας, αλλά και από δημόσιους λειτουργούς, αστυνομικούς κλπ, που προδικάζουν την καταδίκη του υπόπτου ή κατηγορουμένου, γεννούν δικαίωμα αποζημίωσής του, ασχέτως μάλιστα της έκβασης της υποθέσεώς του. Σύμφωνα δε με το άρθρο 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, ενεχόμενο σε αποζημίωση είναι το ίδιο το Δημόσιο, ενώ μαζί με το Δημόσιο ευθύνεται εις ολόκληρον και το υπαίτιο πρόσωπο.

Ιδιαίτερα ενδιαφέρον θέμα δε, αποτελεί το κατά πόσον το τεκμήριο αθωότητας «τριτενεργεί» στους πολίτες και ιδία στα ΜΜΕ. Κατ’ αρχάς, αναφορικά στους πολίτες, ο ύποπτος – κατηγορούμενος  προστατεύεται από τις διατάξεις του Ποινικού Κώδικα περί δυσφημήσεως και συκοφαντικής δυσφημήσεως του Π.Κ. αλλά και τις διατάξεις περί προσβολής της προσωπικότητας του Αστικού Κώδικα (57,914,920 Α.Κ.), αφού όποιος προσβάλλεται στην προσωπικότητά του έχει δικαίωμα να ζητήσει από το Δικαστήριο να αρθεί η προσβολή αλλά και να ζητήσει αποζημίωση σύμφωνα με τις διατάξεις περί αδικοπραξίας. Νομολογιακά δε, πράγματι φαίνεται το τεκμήριο αθωότητας να λαμβάνεται υπ’ όψιν από τα Δικαστήρια, ιδιαίτερα σε υποθέσεις που ο φορέας της προσβολής είναι ΜΜΕ.

Ειδικά στα ΜΜΕ, ο σεβασμός του τεκμηρίου αθωότητας  προβλέπεται στον Κώδικα Επαγγελματικής Ηθικής και Κοινωνικής Ευθύνης των δημοσιογράφων-μελών της Ε.Σ.Η.Ε.Α  όπου στο άρθρο 2 προβλέπει:

«Η δημοσιογραφία, ως επάγγελμα, αλλά και κοινωνικό λειτούργημα, συνεπάγεται δικαιώματα, καθήκοντα και υποχρεώσεις. Ο δημοσιογράφος δικαιούται και οφείλει: γ. Να σέβεται το τεκμήριο της αθωότητας και να μην προεξοφλεί τις δικαστικές αποφάσεις». Επίσης, στον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας στην Ραδιοτηλεόραση προβλέπεται: «Οι κατηγορούμενοι δεν αναφέρονται ως ένοχοι. Η αρχή ότι ο κατηγορούμενος τεκμαίρεται αθώος μέχρι την καταδίκη του γίνεται σεβαστή».

Οι Δημοσιογράφοι λοιπόν, με ρητό και κατηγορηματικό τρόπο, ήδη από δεκαετιών έχουν αποφασίσει το σεβασμό του τεκμηρίου αθωότητας στους κώδικες δεοντολογίας τους, αν και είναι αληθές ότι αρκετές φορές η Δικαιοσύνη διεπίστωσε προσβολή της προσωπικότητας κατηγορουμένων ή υπόπτων και επέβαλε ποινές και αποζημιώσεις σε δημοσιογράφους και ΜΜΕ.

Πλέον οι κανόνες είναι απολύτως σαφείς και για τους φορείς Δημόσιας εξουσίας, κάθε δε προσβολή του τεκμηρίου αθωότητας γεννά δικαίωμα αποζημίωσης στον προσβληθέντα ύποπτο-κατηγορούμενο. Ο νέος Νόμος «ευελπιστεί» με τον τρόπο αυτό, μία βασική αρχή που έχει σαφώς διατυπωθεί από το Σύνταγμα του 1827 στη χώρα μας, μόλις 38 χρόνια μετά τη  Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη της Επαναστατικής Γαλλίας του 1789, επιτέλους να γίνει σεβαστή, και να ελλείψουν τα φαινόμενα ενοχοποίησης πολιτών από πρόσωπα που φέρουν δημόσια εξουσία και άρα κατά τεκμήριο επηρεάζουν την κοινωνία, πριν ακόμη βρεθούν ενώπιον του φυσικού τους Δικαστή.

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr