*Αναπληρωτής Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
Δημήτρης Π. Παπαγγελόπουλος: Η Δικαστική ανεξαρτησία και οι υποκριτικές γραφίδες
Για τη Δικαιοσύνη και την ανεξαρτησία της από οποιαδήποτε παρέμβαση ή προσπάθεια χειραγώγησής της έχουν ειπωθεί και γραφτεί πάρα πολλά.
Στη συντριπτική πλειονότητά τους είναι απολύτως ειλικρινή και εκφράζουν τη βαθιά αγωνία όλων – εισαγγελέων, δικαστών, του υπόλοιπου νομικού κόσμου και κυρίως του ελληνικού λαού, που διψάει για ισονομία και πλήρη διαφάνεια στην απονομή της δικαιοσύνης. Υπάρχουν όμως φωνές και γραφίδες απροκάλυπτα ανειλικρινείς και εμφανώς υποκριτικές. Αυτό συνήθως γίνεται εξαιτίας πολιτικών, οικονομικών και λοιπών σκοπιμοτήτων.
Η άποψη είναι του Δημήτρη Π. Παπαγγελόπουλου*
Με τις σκέψεις – προτάσεις που θα εκθέσω ακολούθως εν συντομία θεωρώ ότι, όχι μόνο προάγεται περαιτέρω η υπάρχουσα θεσμική ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών, αλλά θα αποκαλυφθούν από τη στάση που θα κρατήσουν και οι υποκριτές, που υπεραμύνονται δήθεν της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, αλλά δεν διστάζουν να επιχειρούν να την επηρεάσουν ή και να τη χειραγωγήσουν σύμφωνα με τα συμφέροντά τους – πολιτικά ή οικονομικά.
Η λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία των δικαστών είναι απολύτως κατοχυρωμένη και από το Σύνταγμα (άρθρο 87) αλλά και από άλλες διατάξεις (κυρίως του Οργανισμού των Δικαστηρίων). Εναπόκειται, λοιπόν, στους ίδιους τους δικαστικούς λειτουργούς να αποκρούσουν με ευκολία οποιαδήποτε προσπάθεια πολιτικής παρέμβασης.
Ομως η εμπειρία που απέκτησα εδώ και περίπου σαράντα χρόνια -στην αρχή ως νεαρός δικηγόρος, στη συνέχεια ως εισαγγελέας και, τέλος, ως αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης- μου επιτρέπει να θέσω προς συζήτηση κάποιες προτάσεις, ενδεχομένως τολμηρές, που θα θωρακίσουν ακόμα περισσότερο την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Οι πρόεδροι κι οι αντιπρόεδροι των ανωτάτων δικαστηρίων και ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου να μην εκλέγονται από την εκάστοτε κυβέρνηση, αλλά από τους ίδιους τους συναδέλφους τους, όλων των βαθμών, με μυστική ψηφοφορία. Επειδή ίσως το πολιτικό σύστημα δεν είναι ώριμο για μια τέτοια ριζική αλλαγή, υπάρχει και ενδιάμεση λύση: το Υπουργικό Συμβούλιο να επιλέγει την ηγεσία της Δικαιοσύνης μεταξύ τριών που θα έχουν προεπιλεγεί με μυστική ψηφοφορία των συναδέλφων τους όλων των βαθμών.
Κανένας δικαστικός λειτουργός να μην μπορεί να τοποθετηθεί πρόεδρος ή μέλος Ανεξάρτητης Αρχής αν δεν παρέλθει τουλάχιστον διετία από την αποχώρησή του λόγω συνταξιοδότησης ή παραίτησης από το δικαστικό σώμα.
Κανένας δικαστικός λειτουργός να μην συμμετέχει σε ψηφοδέλτιο επικρατείας πολιτικού κόμματος, αν δεν έχει παρέλθει ικανό χρονικό διάστημα ενός έως δύο ετών από την αποχώρησή του από το Σώμα. Να του παρέχεται όμως το δικαίωμα να είναι υποψήφιος σε οποιαδήποτε εκλογική διαδικασία στην οποία τίθεται στην κρίση του κυρίαρχου λαού, ο οποίος μπορεί να επιδοκιμάσει ή να αποδοκιμάσει μια τέτοια υποψηφιότητα.
Με τον τρόπο αυτό δεν θα επαναληφθούν νοσηρά φαινόμενα του πρόσφατου παρελθόντος, όπως να παραιτείται ανώτατος δικαστής και την επομένη να ηγείται του ψηφοδελτίου επικρατείας πολιτικού κόμματος και στη συνέχεια να γίνεται και υπουργός. Εντελώς υποκριτικά δε και προσβλητικά για τη νοημοσύνη και τη μνήμη του ελληνικού λαού, το κόμμα αυτό με πρωταγωνιστή τον ίδιο ανώτατο δικαστή και μετέπειτα βουλευτή Επικρατείας και υπουργό, χωρίς ντροπή και με ιερή αγανάκτηση δήθεν, κατήγγελλε για μεγάλο χρονικό διάστημα τη σημερινή κυβέρνηση για εντελώς διαφορετική περίπτωση ανώτατης δικαστικής λειτουργού, η οποία, αφού συνταξιοδοτήθηκε κανονικά, ανέλαβε αμισθί τιμητική θέση. Να διευρύνουμε τον θεσμό του αυτοδιοίκητου στη Δικαιοσύνη, θεσμό που αποτελεί δημοκρατική κατάκτηση, όχι μόνο των δικαστικών λειτουργών, αλλά, για προφανείς λόγους, και του ελληνικού λαού.
Εδώ θα πρέπει να ξαναδούμε τον θεσμό του Οικονομικού Εισαγγελέα και του Εισαγγελέα κατά της Διαφθοράς, που δημιουργήθηκαν τα χρόνια της μνημονιακής κατοχής και αποτελούν, κατά την άποψή μου, εκτροπή από τον δημοκρατικό θεσμό του αυτοδιοίκητου. Αυτό συμβαίνει γιατί οι πλέον σοβαρές υποθέσεις αφαιρούνται από τον κατά τόπο και καθ’ ύλην αρμόδιο εισαγγελέα, ο οποίος στις μεγάλες Εισαγγελίες εκλέγεται από τους συναδέλφους του. Προβληματίζομαι πολύ γι’ αυτό το θέμα και σύντομα προτίθεμαι να αναλάβω σχετική νομοθετική πρωτοβουλία, αν όχι για την κατάργησή τους, τουλάχιστον για τον τρόπο επιλογής όσων υπηρετούν στις Εισαγγελίες αυτές (εισαγγελείς – αναπληρωτές – επίκουροι) και για τη διάρκεια παραμονής τους στις θέσεις αυτές.
Να ληφθεί πρόνοια ώστε σε θέσεις σημαντικές ή προβεβλημένες να εναλλάσσονται οι εισαγγελικοί και δικαστικοί λειτουργοί και να μην ανακυκλώνονται τα ίδια πρόσωπα. Χωρίς καμία αμφιβολία, η ανανέωση των προσώπων εξασφαλίζει νέες ιδέες και μεγαλύτερο ζήλο, αποτρέποντας παράλληλα την ευνοιοκρατία αλλά και άλλες προφανείς παθογένειες.
Ενόψει της Συνταγματικής Αναθεώρησης δίδεται στο πολιτικό σύστημα η ευκαιρία να ενισχύσει ακόμη περισσότερο την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Με ενδιαφέρον περιμένω τις απόψεις των πολιτικών κομμάτων, των δικαστικών ενώσεων, που δεν πρέπει να λησμονούμε την επιστημονική αποστολή τους, και όλου του νομικού κόσμου. Αυτά τα λίγα προς το παρόν, ελλείψει χώρου στη φιλόξενη εφημερίδα σας. Σύντομα θα επανέλθω και θα θέσω σε δημόσιο διάλογο περισσότερα και εκτενέστερα.
Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr