Κωνσταντίνος Τσαγκαρόπουλος: (Μια αναδρομή για τα αναδρομικά) Σκέψεις και προβληματισμοί στα όρια των θεσμικών αντοχών

Ήταν αρχές του 2013 όταν  ξεκίνησε η επιπλέον μείωση των συντάξεων κατ΄ εφαρμογή των περικοπών που προέβλεψαν οι νόμοι 4051 και 4093 του 2012. Περικοπές που κρίθηκαν αντισυνταγματικές λίγα χρόνια μετά, με τις αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣΤΕ 2287-2290/2015). Ωστόσο, με τις ίδιες αυτές αποφάσεις  το ΣΤΕ επιχείρησε να περιορίσει τον δημοσιονομικό […]

NEWSROOM

Ήταν αρχές του 2013 όταν  ξεκίνησε η επιπλέον μείωση των συντάξεων κατ΄ εφαρμογή των περικοπών που προέβλεψαν οι νόμοι 4051 και 4093 του 2012. Περικοπές που κρίθηκαν αντισυνταγματικές λίγα χρόνια μετά, με τις αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣΤΕ 2287-2290/2015).

Ωστόσο, με τις ίδιες αυτές αποφάσεις  το ΣΤΕ επιχείρησε να περιορίσει τον δημοσιονομικό αντίκτυπο στην ελληνική οικονομία και για τον λόγο αυτό έκρινε ότι η αντισυνταγματικότητα θα μπορούσε να ισχύσει αναδρομικά (δηλαδή από 1-1-2013) μόνο για όσους είχαν καταθέσει αγωγές πριν την δημοσίευση της απόφασης αυτής.

Αναλύει ο δικηγόρος Κωνσταντίνος Τσαγκαρόπουλος

Ακριβώς γι΄ αυτόν το λόγο, οι αποφάσεις αυτές έχουν αποτελέσει αντικείμενο μεγάλης κριτικής από νομικούς αλλά και πολιτικούς κύκλους.

 Ειδικά  σε μια χώρα, της οποίας το σύστημα απονομής δικαιοσύνης αδυνατεί να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις του, καθώς, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των δικαστικών λειτουργών και γραμματέων, ποτέ δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει τον όγκο των υποθέσεων που καταλήγουν στα δικαστήρια, οι αποφάσεις αυτές ουσιαστικά έρχονται να επιβραβεύσουν  όλους εκείνους που «φορτώνουν» χωρίς περιστολές με δικαστική ύλη τα δικαστήρια. Και  επιπλέον καταλήγουν στο να αφαιρέσουν τα αντίστοιχα δικαιώματα σε όλους τους υπολοίπους, που ακολούθησαν μια πιο συντηρητική και θα έλεγα πιο υπεύθυνη προσέγγιση και τακτική στο πλαίσιο του χειρισμού των συναφών υποθέσεων.

Στο σκεπτικό αυτών των αποφάσεων επιχειρεί να βασιστεί και η θέση της Ελληνικής Κυβέρνησης, όπως αυτή αποτυπώνεται στην πρόσφατα δημοσιευθείσα  έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (μηνός Φεβρουαρίου). Αναφέρεται  συγκεκριμένα ότι σύμφωνα με τα στοιχεία που προσκόμισε η Ελληνική Κυβέρνηση το θέμα των διεκδικήσεων αναδρομικών θα  αφορά τελικά μόλις 121 άτομα που πρόλαβαν και κατέθεσαν αγωγές πριν τη δημοσίευση των αποφάσεων του ΣΤΕ του 2015.

Και όχι μόνο αυτό.

Αντίθετα ουσιαστικά με τις ανωτέρω δικαστικές αποφάσεις, υπάρχει ρητή αναφορά ότι  ακόμα και για αυτούς τους 121 συνταξιούχους, η όποια διεκδίκηση θα περιοριστεί μόνο για το διάστημα μέχρι την 31-12-2014, καθώς δήθεν το επόμενο διάστημα οι όποιες περικοπές έχουν επιβληθεί σύμφωνα με το νόμο Κατρούγκαλου (4387/2016).

Πιστεύω ότι είναι προκλητικό να υποστηρίζονται αυτές οι θέσεις από το ίδιο το Υπουργείο, που προ ολίγων μηνών άνοιξε – υπό την πίεση των δημοσιογράφων – ηλεκτρονική πλατφόρμα στην οποία κατατέθηκαν  αιτήσεις διακοπής παραγραφής περισσότερων  από 2 εκατομμύρια  συνταξιούχων .

Αν  το θέμα των αναδρομικών αφορούσε μόνο αυτούς τους 121 που αναφέρθηκαν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τότε για ποιον λόγο δημιουργήθηκε μια πλατφόρμα και μπήκαν τόσοι συνταξιούχοι στον κόπο αλλά και αρκετοί και  στα έξοδα της υποβολής της ηλεκτρονικής αίτησης;

Η διαχείριση αυτού του θέματος, ακόμα και αν υιοθετήθηκε στην προσπάθεια της ωραιοποίησης της κατάστασης που παρουσιάστηκε στους «Θεσμούς» είναι αδικαιολόγητη κατά το σκέλος του «χειρισμού» όλων αυτών των πολιτών.

Χειρισμός που σε μεγάλο βαθμό εντάσσεται στη γνώριμη για το ελληνικό δημόσιο τακτική της χρονοκαθυστέρησης μέχρι εξαντλήσεως είτε οικονομικής είτε δυστυχώς ακόμα και «βιολογικής» (θυμίζουμε σχετικά τις ιδιαίτερα ατυχείς δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών  για «φυσική μείωση» του αριθμού των δικαιούχων με την πάροδο του χρόνου…).

Δεν είναι τυχαίο ότι  σε λίγους μήνες θα συμπληρωθούν τέσσερα χρόνια (!!!) από τότε που η Κυβέρνηση ξεκίνησε να κωφεύει και να μην συμμορφώνεται με τις αποφάσεις  του ανωτάτου ακυρωτικού δικαστηρίου της Χώρας.

 Στο ίδιο διάστημα και μέχρι την 31-12-2018 οι αρμόδιοι φορείς έστελναν στους Συνταξιούχους ενημερωτικά σημειώματα συντάξιμων αποδοχών, στα οποία ρητά αναφερόταν ότι συνέχιζαν να εφαρμόζονται οι περικοπές των προηγούμενων νόμων που ήδη είχαν κριθεί αντισυνταγματικοί ( των νόμων 4051 και 4093/2012).

Και ταυτόχρονα, ήδη από τις 12-5-2016 η Κυβέρνηση θέσπισε  το νόμο Κατρούγκαλου, μέσω του οποίου ουσιαστικά επανέφερε όλες τις περικοπές που είχαν κριθεί αντισυνταγματικές αλλά και προχώρησε ακόμη παραπέρα υιοθετώντας το σύστημα επανυπολογισμού των συντάξεων που ουσιαστικά ολοκληρώνει την πλήρη ανατροπή της ζωής  2.500.000 συνταξιούχων.

Σημειώνεται ότι, για λόγους που θα παρουσιάσουμε στο μέλλον, ο επανυπολογισμός των συντάξεων, ο οποίος εφαρμόστηκε από 1-1-2019, παραμένει μέχρι στιγμής πληροφορία «άκρως απόρρητη», καθώς δεν έχει γνωστοποιηθεί σε κανένα συνταξιούχο, ο μηχανισμός βάσει του οποίου επανακαθορίστηκαν οι συντάξιμες αποδοχές του.

Σε κάθε περίπτωση όμως είναι σε όλους γνωστό ότι και αυτές οι διατάξεις του νόμου Κατρούγκαλου έχουν αμφισβητηθεί σχετικά με τη συνταγματικότητά τους με δεκάδες αιτήσεις ακυρώσεως, που είχαν κατατεθεί στο τελευταίο τρίμηνο του 2016 και συζητήθηκαν στη μείζονα ολομέλεια του ΣΤΕ στις 4 Οκτωβρίου 2017.

Στο διάστημα που έχει μεσολαβήσει, το οποίο ξεπερνά τους 17 μήνες από τη συζήτηση και τους 29 μήνες από την κατάθεση των αιτήσεων, ο νόμος Κατρούγκαλου έχει υποστεί δεκάδες τροποποιήσεις και έχουν γίνει αρκετές παλινδρομήσεις με χαρακτηριστικότερη όλων το θέμα της προσωπικής διαφοράς.

Επίσης στο ίδιο διάστημα έχουν δημοσιευτεί δεκάδες αποφάσεις των διοικητικών πρωτοδικείων (ορισμένες και των εφετείων) όλης της χώρας, που αναγνωρίζουν σημαντικά ποσά αναδρομικών που διεκδικούν οι συνταξιούχοι για το παραπάνω διάστημα .

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του αρμόδιου Υπουργείου το ποσό των αναδρομικών που διεκδικούνται υπερβαίνει τα 25 Δισεκατομμύρια ευρώ. Το ποσό αυτό είναι αναμφισβήτητα  δυσανάλογο για τις αντοχές της ελληνικής οικονομίας, δεν παύει ωστόσο να προέρχεται από τις υπέρμετρες επαναλαμβανόμενες θυσίες της ιδιαίτερα ευπαθούς ομάδας των συνταξιούχων .

Αυτή την πολύπλοκη εξίσωση καλείται (εδώ και καιρό είναι η αλήθεια) να λύσει η Ολομέλεια του ΣΤΕ. Κάθε μέρα που περνάει προκύπτει και ένας νέος παράγοντας που δυσχεραίνει την κατάσταση και τις παραμέτρους που θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους οι δικαστές, ενώ είναι πρωτοφανής η πίεση που τους ασκείται για να κρίνουν με γνώμονα τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας.

Ύστερα από 25 χρόνια ενεργούς εμπλοκής μου στο χώρο αυτό εκ των οποίων 14 χρόνια υπηρεσίας στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, έχω αποκρυσταλλώσει  την άποψη ότι η δικαιοσύνη είναι ο θεσμικός εγγυητής των ατομικών δικαιωμάτων αλλά και εν γένει της  σωστής εφαρμογής του Συντάγματος και των νόμων.

Προϋπόθεση για να το επιτύχει αυτό είναι μόνο μια: η δικαιοσύνη να αφήνεται ελεύθερη και ανεξάρτητη να επιτελεί το έργο της χωρίς παρεμβάσεις και  χωρίς περιττές καθυστερήσεις.

Κάτι που δεν πρέπει κανείς  να ξεχνά είναι ότι τόσο το Σύνταγμα όσο και τα δικαιώματα που αυτό προστατεύει δεν έχουν μπει κάτω από αιρέσεις, υποσημειώσεις ή αστερίσκους και δη υπό τον αστερίσκο των δημοσιονομικών μεγεθών.

 Αν επικρατήσει το αντίθετο, τότε νομίζω ότι μοιραία θα επαναξιολογηθεί ο θεσμικός ρόλος όλων, νομοθέτη, πολιτικών, δικαστικών, δικηγόρων από εκείνον τον οποίο καλούμαστε να υπηρετήσουμε, που δεν είναι άλλος από τον Έλληνα πολίτη.

Δικηγόρος – Σύμβουλος ΔΣ Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιά Πρώην Δικ. Πληρεξούσιος Α΄ Νομικού Συμβουλίου του Κράτους

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr