Βαρβάρα Πάπαρη: Η Διαμεσολάβηση ως υποχρεωτική προδικασία προσφυγής στη Δικαιοσύνη

Ως μέλος του ΔΣ της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕΔΕ) θέλω να ξεκαθαρίσω, (διότι ακούστηκαν πολλά και διάφορα ότι είμαστε κατά των μεταρρυθμίσεων,ότι έχουμε εμμονές κλπ.), ότι ήμουν ανέκαθεν υπέρ των εναλλακτικών τρόπων επίλυσης των ιδιωτικών διαφορών.Και αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι συμμετείχα ενεργά σε ημερίδες για την διαμεσολάβηση,αλλά κυρίως αποδεικνύεται από το ότι […]

NEWSROOM
Βαρβάρα Πάπαρη: Η Διαμεσολάβηση ως υποχρεωτική προδικασία προσφυγής στη Δικαιοσύνη

Ως μέλος του ΔΣ της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕΔΕ) θέλω να ξεκαθαρίσω, (διότι ακούστηκαν πολλά και διάφορα ότι είμαστε κατά των μεταρρυθμίσεων,ότι έχουμε εμμονές κλπ.), ότι ήμουν ανέκαθεν υπέρ των εναλλακτικών τρόπων επίλυσης των ιδιωτικών διαφορών.Και αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι συμμετείχα ενεργά σε ημερίδες για την διαμεσολάβηση,αλλά κυρίως αποδεικνύεται από το ότι επεξεργαστήκαμε ως προεδρείο της ΕΔΕ μία μελέτη για την δικαστική μεσολάβηση και μάλιστα με προτροπή του Υπουργείου Δ/νης, πιστεύοντας ότι,εκτός των άλλων,η προώθηση του θεσμού αυτού, που δεν συνεπάγεται επιπλέον κόστος για τον πολίτη,θα συμβάλλει στο να εμπεδώσει η ελληνική κοινωνία την κουλτούρα της διαμεσολάβησης.Παρόλα αυτά,η πρότασή μας δεν τέθηκε καν σε διαβούλευση,αντίθετα προτιμήθηκε η προώθηση του θεσμού της ιδιωτικής μεσολάβησης και από την προηγούμενη κυβέρνηση με την ψήφιση του Ν. 4512/2018,αλλά και από την παρούσα κυβέρνηση, με το νομοσχέδιο για την ιδιωτική μεσολάβηση που κατατέθηκε πρόσφατα.

Είχαμε υποστηρίξει,γενικά ως προεδρείο της ΕΔΕ με κάποιες αποκλίσεις,αλλά και εγώ προσωπικά σε ημερίδα για την διαμεσολάβηση,ότι οι ρυθμίσεις του Ν. 4512/2018 στο θέμα της υποχρεωτικότητας, ελέγχονται ως αντισυνταγματικές,καθόσον δεν είναι σύμφωνες με το άρθρο 20 παρ 1 του Συντάγματος, περί του φυσικού δικαστή, αφού τα μέρη είναι αναγκασμένα να μείνουν σε μια διαδικασία στην οποία πρέπει να συνάψουν συμφωνία αναγκαστικά,αλλιώς επιβαρύνονται με έξοδα, αλλά και στο άρθρο 5 παρ 1, του Συντάγματος, το οποίο ομιλεί, μεταξύ άλλων και, για την οικονομική ελευθερία, για τον ίδιο ακριβώς λόγο.Επίσης ότι δεν πληρούν και τις προϋποθέσεις που θέτει η ευρωπαϊκή νομοθεσία και νομολογία, διότι εμποδίζουν την εκ μέρους των μερών άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης στο δικαστικό σύστημα {βλ. άρθρο 47 του χάρτη θεμελιωδών δικαιωμάτων της ΕΕ και Απόφαση του ΔΕΕ (πρώτο τμήμα) της 14ης Ιουνίου 2017 Menini κ.α. κατά Banco Popolare Società Cooperativa (Υπόθεση C-75/16) (14 Ιουνίου 2017)}. Γι’αυτό και δεν είναι τυχαίο ότι στις περισσότερες χώρες της ΕΕ η διαμεσολάβηση είναι προαιρετική και όχι υποχρεωτική. Ειδικότερα:

ΒΕΛΓΙΟ: Η προσφυγή στη διαμεσολάβηση αποτελεί προαιρετική επιλογή των μερών και δεν προβλέπεται κύρωση σε περίπτωση αποτυχίας.

ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ: Η διαμεσολάβηση είναι απόλυτα προαιρετική. Μολονότι η διαμεσολάβηση προσφέρει εναλλακτικό τρόπο επίλυσης μιας διαφοράς χωρίς προσφυγή στο δικαστήριο, δεν αποτελεί προϋπόθεση της κίνησης δικαστικής διαδικασίας.

ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ: Η διαμεσολάβηση επιτρέπεται σε όλους τους τομείς του δικαίου, εφόσον δεν αποκλείεται από τον νόμο, συμπεριλαμβανομένου του οικογενειακού δικαίου, του εμπορικού δικαίου και του ποινικού δικαίου. Σύμφωνα με τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, ο προεδρεύων δικαστής μπορεί, εφόσον κρίνεται σκόπιμο και πρόσφορο, να διατάξει τους διαδίκους να παραστούν σε αρχική τρίωρη συνάντηση με διαμεσολαβητή. Στις περιπτώσεις αυτές, η δίκη αναστέλλεται για διάστημα έως τρεις μήνες.

ΔΑΝΙΑ: Στη Δανία μπορεί κανείς να προσφύγει στις υπηρεσίες διαμεσολαβητή σε ιδιωτική βάση. Η διαμεσολάβηση σε ιδιωτική βάση δεν ρυθμίζεται από το νόμο. Το κόστος της βαρύνει τα μέρη. Επίσης, ο νόμος προβλέπει δυνατότητα διαμεσολάβησης σε αστικές υποθέσεις ενώπιον περιφερειακού δικαστηρίου, πολυμελούς πρωτοδικείου ή του δικαστηρίου ναυτικών και εμπορικών υποθέσεων, καθώς και επίλυσης διαφορών σε ποινικές υποθέσεις.

ΓΕΡΜΑΝΙΑ: Αντί της προσφυγής στα δικαστήρια, οι μικροδιαφορές μπορούν να επιλύονται μέσω διαμεσολάβησης.

ΕΣΘΟΝΙΑ: Γενικά, βάσει του δικαίου της Εσθονίας, η προσφυγή στον συμβιβασμό γίνεται οικειοθελώς.

ΙΡΛΑΝΔΙΑ: Η προσφυγή στη διαμεσολάβηση είναι εθελοντική.

ΙΣΠΑΝΙΑ: Τα μέρη, με τη βοήθεια των δικηγόρων τους, ενδέχεται να αποφασίσουν να προσφύγουν στις υπηρεσίες διαμεσολαβητή με δική τους πρωτοβουλία και να κοινοποιήσουν την απόφασή τους αυτή στο δικαστήριο, ή ενδέχεται να τους το προτείνει το δικαστήριο εφόσον η υπόθεση είναι δεκτική διαμεσολάβησης.

ΓΑΛΛΙΑ: Η προσφυγή στη διαμεσολάβηση προϋποθέτει προηγούμενη συμφωνία των μερών.

ΙΤΑΛΙΑ: Η διαμεσολάβηση είναι υποχρεωτική σε μία ευρεία γκάμα ιδιωτικών διαφορών.

ΚΥΠΡΟΣ: Υπάρχει η δυνατότητα, εφόσον υπάρχει συναίνεση των εμπλεκομένων, να προσφύγει κάποιος στη διαδικασία της διαμεσολάβησης για να επιλύσει οποιαδήποτε αστική διαφορά, διασυνοριακή ή μη, περιλαμβανομένης εμπορικής διαφοράς.

ΛΕΤΟΝΙΑ: Η προσφυγή σε διαμεσολάβηση είναι απολύτως εθελοντική.Η διαμεσολάβηση δεν είναι προαπαιτούμενο για την κίνηση ορισμένων τύπων δικαστικών διαδικασιών ούτε για τη συνέχιση δικαστικών διαδικασιών.

ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ: Η προσφυγή στη διαμεσολάβηση είναι τελείως προαιρετική. Δεν υπάρχουν ειδικοί κανονισμοί όπως κώδικες δεοντολογίας για διαμεσολαβητές.

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ: Η προσφυγή στη διαμεσολάβηση είναι εντελώς προαιρετική.

ΟΥΓΓΑΡΙΑ: Η προσφυγή σε διαμεσολάβηση είναι εθελοντική.

ΜΑΛΤΑ: Η διαμεσολάβηση είναι εθελοντική διαδικασία. Πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι η διαμεσολάβηση είναι υποχρεωτική σε οικογενειακές υποθέσεις, και ιδίως σε υποθέσεις που αφορούν χωρισμό, επικοινωνία με τα τέκνα, τη φροντίδα και την επιμέλεια των τέκνων και τη διατροφή των τέκνων ή/και των συζύγων.

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ: Η προσφυγή σε διαμεσολάβηση είναι καθαρά προαιρετική.

ΑΥΣΤΡΙΑ: Η προσφυγή σε διαμεσολάβηση είναι προαιρετική.Για ορισμένες διαφορές μεταξύ γειτόνων,για άτομα με ειδικές ανάγκες και συμβάσεις μαθητείας, πριν από την υποβολή αγωγής πρέπει υποχρεωτικά να καταβληθεί προσπάθεια για την εξώδικη επίλυση της διαφοράς από όργανο συνδιαλλαγής, είτε με «πραιτορικό συμβιβασμό» ενώπιον δικαστηρίου είτε με προσφυγή σε διαμεσολάβηση.

ΠΟΛΩΝΙΑ: Η διαμεσολάβηση είναι προαιρετικός τρόπος επίλυσης των διαφορών και των συγκρούσεων και διεξάγεται σε εθελοντική βάση.

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ: Η προσφυγή στη διαμεσολάβηση πραγματοποιείται σε εντελώς εθελοντική βάση.

ΡΟΥΜΑΝΙΑ: Η προσφυγή στη διαμεσολάβηση είναι εθελοντική.

ΣΛΟΒΕΝΙΑ: Η προσφυγή στη διαμεσολάβηση είναι προαιρετική.

ΣΛΟΒΑΚΙΑ: Η διαμεσολάβηση στη Σλοβακία είναι μια άτυπη, εκούσια και εμπιστευτική διαδικασία εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών με τη βοήθεια διαμεσολαβητή.

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ: Στις αστικές υποθέσεις (διαμεσολάβηση συνδεόμενη με δικαστήριο) για την εκκίνηση της διαδικασίας διαμεσολάβησης απαιτείται η συναίνεση όλων των εμπλεκομένων.

ΣΟΥΗΔΙΑ: Η προσφυγή σε διαμεσολάβηση είναι απολύτως προαιρετική.

ΑΓΓΛΙΑ ΚΑΙ ΟΥΑΛΙΑ: Η αστική διαμεσολάβηση δεν ρυθμίζεται από τον νόμο ούτε είναι προαπαιτούμενο για τη διαδικασία ενώπιον δικαστηρίου.

ΚΡΟΑΤΙΑ: Η προσφυγή σε διαμεσολάβηση είναι υποχρεωτική μόνον για υποθέσεις διαζυγίων και εργατικές διαφορές.

ΕΛΒΕΤΙΑ: Η Η προσφυγή σε διαμεσολάβηση είναι υποχρεωτική ενώπιον Ειρηνοδίκη για διαφορές οικογενειακού δικαίου,ορισμένες δίκες περί την εκτέλεση και πτωχευτικές διαφορές (βλ.απόφαση-πρακτικά της υπ’αριθμ.34/2018 απόφασης της δ.ΟλΑΠ,καθώς και από 9-1-2018 ανάρτηση της προέδρου του ΔΣ Κιλκίς Ευρώπης Αρτόγλου).

Ένα άλλο προβληματικό ζήτημα,που είχαμε επισημάνει, ήταν η δυνατότητα που δίνεται να πιστοποιηθούν ως διαμεσολαβητές και μη νομικοί, διότι η επίλυση διαφορών που περιλαμβάνουν συνήθως σύνθετα νομικά ζητήματα, δικαιώματα και νομικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου, δεν είναι δυνατό να ανατίθεται σε μη νομικούς.Διαμεσολαβητής μπορεί να γίνεται κάθε κάτοχος πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που θα λάβει την σχετική διαπίστευση μέσα από μία σεμιναριακή εκπαίδευση, ανεξάρτητα από επιστημονική ειδικότητα και χωρίς να προϋποτίθεται νομική κατάρτιση (άρθρα 188, 189 και 190 του νόμου).Επίσης, επισημάναμε ως προβληματική τη διάταξη με την οποία παρέχεται η δυνατότητα να συνιστώνται ενώσεις προσώπων πιστοποιημένων διαμεσολαβητών με σκοπό την παροχή υπηρεσιών διαμεσολάβησης(άρθρο 196 του νόμου),καθώς και αυτή με την οποία ορίζεται ότι ακόμη και η επιβολή της βαρύτερης μορφής πειθαρχικής ποινής σε διαμεσολαβητή, για παράπτωμα (κακούργημα, πλημμέλημα εκ δόλου ή υποτροπή σε προσωρινή παύση) που τέλεσε στα πλαίσια της διαμεσολάβησης, ήτοι αυτής της ανάκλησης της διαπίστευσής του, «δε θίγει το κύρος της επιτυχούς έκβασης της διαμεσολάβησης καθώς και του συμφωνητικού που καταρτίστηκε»(άρθρο193 του νόμου),διότι έτσι δεν καλύπτονται οι εγγυήσεις αμεροληψίας, ουδετερότητας και ανεξαρτησίας που πρέπει να εξασφαλίζει ένα σύστημα μεσολάβησης.

Ακολούθησε η έκδοση της υπ’ αριθμό 34/2018 απόφασης της διοικητικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου(δ.ΟλΑΠ), η οποία, με πλειοψηφία 21 έναντι 17 μελών της, έκρινε την αντισυνταγματικότητα της διαδικασίας υποχρεωτικής διαμεσολάβησης του ν. 4512/2018.Ειδικότερα,με την εν λόγω απόφαση έγινε,κατά πλειοψηφία,δεκτό,ότι «…Από το συνδυασµό των προαναφερόµενων νοµολογιακών πορισµάτων εξάγεται το συµπέρασµα ότι η ενωσιακή έννοµη τάξη κατ’ αρχήν αποδέχεται ανεπιφύλακτα την εκούσια Διαµεσολάβηση ως µορφή εναλλακτικής επίλυσης αστικών κ.λπ. διαφορών. Δεν είναι όµως αντίθετη, σε µία εθνική νοµοθεσία που καθιερώνει την υποχρεωτική Διαµεσολάβηση, ακόµη και ως όρο του παραδεκτού του οικείου ενδίκου βοηθήµατος, υπό την απαράβατη προϋπόθεση, πλην άλλων, ότι α) είναι αδάπανη (µε ανοχή τα ελάχιστα έξοδα) και β) δεν επιβάλλει την υποχρεωτική παράσταση των µερών µε δικηγόρο. Υπό το φως εποµένως των ανωτέρω, πρέπει να εξετασθεί κατά πόσο οι ρυθµίσεις των άρθρων 181, 182, 183 και 184 ν. 4512/2018, αναφορικά προς το θεσµό της υποχρεωτικής Διαµεσολάβησης, που προβλέπουν υποχρεωτική παράταση δικηγόρου και δαπάνες, είναι σύµφωνες µε το Σύνταγµα, την ΕΣΔΑ και την ενωσιακή έννοµη τάξη ως µη προσβάλλουσες την αρχή της αποτελεσµατικής δικαστικής προστασίας.Οι δαπάνες αυτές στις οποίες θα υποβάλλεται ο διάδικος, ενόψει και των ειδικών δυσµενών συνθηκών που επικρατούν από ετών στη χειµαζόµενη οικονοµία της Ελλάδας, δεν µπορούν σε καµία περίπτωση να χαρακτηριστούν ασήµαντες και αµελητέες. Είναι σηµαντικές και αναµφισβήτητα συνιστούν ένα υπέρµετρο για τον πολίτη κόστος Διαµεσολάβησης, τη στιγµή µάλιστα που νοµοθετικά καθορίζονται, εν προκειµένω, µόνο κατ’ ελάχιστον τα όρια αµοιβής των διαµεσολαβητών, όχι δε και τα µέγιστα όρια αυτών. Αλλά η υποχρεωτικότητα της Διαµεσολάβησης δεν επιβάλλεται µόνο µε την πρόβλεψη του απαραδέκτου. Ενισχύεται από το νόµο µε την απειλή και περαιτέρω ποινών και εξόδων. Η µη προσέλευση του διαδίκου στη Διαµεσολάβηση, παρά την κλήτευσή του, έχει ως συνέπεια ότι το Δικαστήριο, που στη συνέχεια θα επιληφθεί της διαφοράς, µπορεί να του επιβάλει (δηλαδή στον απόντα διάδικο) χρηµατική ποινή – ακριβώς λόγω τής απουσίας – ύψους 120 έως 300 ευρώ, συνεκτιµωµένης της εν γένει συµπεριφοράς του στην µη προσέλευση στη διαδικασία της διαµεσολάβησης και επιπλέον χρηµατική ποινή ποσοστού έως 0,2°/ο επί του αντικειµένου της διαφοράς σε περίπτωση ήττας του και ανάλογα µε την έκτασή της (άρθρο 182 παρ. 2Β). Δηλαδή, η πρώτη χρηµατική ποινή δύναται να επιβάλλεται ανεξάρτητα από την έκβαση της δίκης, ακόµα δηλαδή και αν ο διάδικός τελικά ολικά κερδίσει και εποµένως δικαιωθεί η επιλογή του να µη θέλει να κλείσει η υπόθεση εξωδικαστικά µε την παρέµβαση Διαµεσολαβητή. Οι παραπάνω χρηµατικές ποινές περιέρχονται στο ΤΑΧΔΙΚ και συνιστούν δηµόσια έσοδα (182 παρ. 2β εδ. τελ.). Επίσης, κατά την κατάθεση του πρακτικού διαµεσολάβησης, υποβάλλεται παράβολο ποσού 50 ευρώ (άρθρο 184 παρ. 2). Σε όλα δε τα παραπάνω, πρέπει φυσικά να συνυπολογιστεί και το σηµαντικό κόστος από την υποχρεωτική παράσταση των δικηγόρων των µερών στο Δικαστήριο πλέον. Εποµένως, από το συνδυασµό όλων των ανωτέρω, καθίσταται φανερό ότι ουσιαστικά πρόκειται, όχι για αδάπανη όπως θα έπρεπε, αλλά για µία δαπανηρή υποχρεωτική διαδικασία, που έµµεσα οδηγεί (υποχρεώνει δηλαδή) τον ασθενέστερο διάδικο προς την κατεύθυνση να συγκατατεθεί και να αποδεχθεί τη λύση-πρόταση του Διαµεσολαβητή, παραιτούµενος από το δικαίωµα.Έτσι τα ενδεχόµενα: α) της αποτυχίας της διαπραγµάτευσης και β) της άρνησης συµµετοχής σε αυτήν, κοστίζουν σηµαντικά στους διαδίκους – που πρέπει να υπολογίζουν την επανάληψη άσκοπων εξόδων και µελλοντικά -,θέτοντας ουσιώδη προσκόµµατα στην πρόσβαση στη Δικαιοσύνη….Ένα άλλο θέµα που δεν στερείται συνταγµατικού προβληµατισµού είναι η δυσλειτουργία του θεσµού , αφού οι διάδικοι θα προσέρχονται µε τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους ενώπιον Διαµεσολαβητή που µπορεί να µην είναι νοµικός. Η επίλυση διαφορών που περιλαµβάνουν συνήθως σύνθετα νοµικά ζητήµατα, δικαιώµατα και νοµικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου, δεν είναι δυνατό να ανατίθεται σε µη νοµικούς….Έτσι η απάντηση στο ερώτηµα που τίθεται στο πεδίο της ελληνικής έννοµης τάξης, αλλά και της ΕΣΔΑ, αν δηλαδή η υποχρεωτικότητα της Διαµεσολαβήσεως, όπως αυτή θεσπίζεται µε το Ν. 4512/2018, είναι συµβατή µε το άρθρο 20 Συντάγµατος και τα άρθρα 6 και 13 της ΕΣΔΑ σε συνδυασµό µε το άρθρο 47 του Χάρτη Θεµελιωδών Δικαιωµάτων, δεν µπορεί παρά να είναι αρνητική, µε την έννοια ότι από το σύνολο των προαναφερόµενων δικονοµικών και οικονοµικών συνεπειών θίγεται ο πυρήνας και η ουσία του δικαιώµατος πρόσβασης στο Δικαστήριο, αφού όπως εξηγήθηκε προκαλούνται σοβαρά επί πλέον δαπανήµατα και έµµεσα ο διάδικος οδηγείται στην υποχρεωτική αποδοχή της λύσης του Διαµεσολαβητή, ιδίως δε ο οικονοµικά ασθενέστερος, µε αποτέλεσµα τελικά να στερηθεί χωρίς τη θέλησή του το φυσικό δικαστή που του εγγυάται το Σύνταγµα και η ΕΣΔΑ. Στο επίπεδο της τελευταίας, οι ίδιοι όροι διαµεσολάβησης αποτελούν, ενόψει του επιδιωκοµένου σκοπού , υπέρµετρη και επαχθή επέµβαση που τελικά προσβάλλει την ίδια την ουσία του δικαιώµατος για πρόσβαση στη Δικαιοσύνη. Επί πλέον η µε τους όρους αυτούς διαµορφωµένη υποχρεωτικότητα της Διαµεσολαβήσεως είναι αντίθετη και µε την εγγύηση της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας…».

Το Υπουργείο Δικαιοσύνης επανήλθε πρόσφατα στο ίδιο ζήτημα και κατέθεσε νομοσχέδιο για την ιδιωτική μεσολάβηση(διαμεσολάβηση), με το οποίο επέρχονται οι ακόλουθες και κυριότερες τροποποιήσεις: Με το άρθρο 4 του υπό διαβούλευση σχεδίου τροποποιείται το άρθρο 182 του Νόμου 4512/2018 αναφορικά με την υποχρέωση έγγραφης ενημέρωσης από δικηγόρο και τη διαδικασία προσφυγής στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία Διαμεσολάβησης. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 182, προσδιορίζονται οι διαφορές ιδιωτικού δικαίου που υπάγονται στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία (ΥΑΣ), δηλαδή, σε μία συνεδρία των μερών με τον διαμεσολαβητή, επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης της υπόθεσης.Οι διαφορές αυτές είναι: α) οι οικογενειακές διαφορές, πλην των γαμικών διαφορών που αφορούν το διαζύγιο, την ακύρωση του γάμου, την αναγνώριση της ύπαρξης ή της ανυπαρξίας γάμου και των διαφορών από τις σχέσεις γονέων και τέκνων (προσβολή πατρότητας, μητρότητας κλπ) (παράγραφος 1 περιπτώσεις α’, β’ και γ’ και παράγραφος 2 του άρθρου 592 ΚΠολΔ), καθώς και β) όλες οι διαφορές που εμπίπτουν στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς και Πολυμελούς Πρωτοδικείου και εκδικάζονται κατά την Τακτική Διαδικασία του ΚΠολΔ και όχι οι διαφορές ειδικών διαδικασιών,όπως προβλεπόταν.Στην παράγραφο 4 που αφορά στην διαδικασία προσφυγής στην διαμεσολάβηση των υποθέσεων που υπάγονται στην Υποχρεωτική Αρχική Συνεδρία (ΥΑΣ) τροποποιούνται τα εξής: α) το αίτημα στον διαμεσολαβητή για την ΥΑΣ υποβάλλεται από τον αιτούμενο την δικαστική προστασία και όχι από δικηγόρο, όπως προβλεπόταν, β) σε περίπτωση που τα μέρη δεν συμφωνήσουν για το πρόσωπο του διαμεσολαβητή, αυτός ορίζεται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, κατά σειρά προτεραιότητας σύμφωνα με τον αύξοντα αριθμό μητρώου από το Ειδικό Μητρώο διαμεσολαβητών του άρθρου 203 του ν.4512/2018, το οποίο είναι δημοσιευμένο στον ιστότοπο της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης.Περαιτέρω, προβλέπεται ότι για την Υποχρεωτική Αρχική Συνεδρία (ΥΑΣ) η παράσταση του δικηγόρου είναι δυνητική, με μειωμένο γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του Δικηγορικού Συλλόγου, ποσού αναφοράς 50,00 ευρώ, δεδομένου ότι η συνεδρία αυτή είναι ενημερωτική ως προς την διαδικασία της διαμεσολάβησης και τον τρόπο λειτουργίας της και ως εκ τούτου δεν χρειάζεται απαραίτητα η παρουσία δικηγόρου, εκτός εάν οποιοδήποτε από τα μέρη το επιθυμεί.Αντίθετα, σε περίπτωση που τα μέρη υπαχθούν στην διαδικασία της διαμεσολάβησης είναι υποχρεωτική η παράσταση δικηγόρου.Αναφορικά με τη διαδικασία διαμεσολάβησης, μεταξύ άλλων, προβλέπεται η υποχρεωτική παράσταση δικηγόρου, εφόσον τα μέρη υπαχθούν στην διαδικασία της διαμεσολάβησης, πλην των περιπτώσεων των καταναλωτικών διαφορών και των μικροδιαφορών.Το άρθρο 194 του ν.4512/2018 τροποποιείται και μειώνεται η αμοιβή του διαμεσολαβητή, για την Υποχρεωτική Αρχική Συνεδρία (ΥΑΣ) στο ποσό των 50,00 ευρώ, όπως προαναφέρθηκε, εφόσον δεν υπάρχει έγγραφη συμφωνία των μερών, το οποίο προκαταβάλλεται στον διαμεσολαβητή από τον αιτούμενο δικαστική προστασία και μπορεί να εισπραχθεί ως δικαστικό έξοδο, αν η διαφορά αχθεί στο δικαστήριο.Προβλεπόταν 170,00 ευρώ έως δύο ώρες απασχόλησης σε περίπτωση μη έγγραφης συμφωνίας των μερών.Επίσης μειώνεται η ωριαία χρέωση για την αμοιβή του διαμεσολαβητή από το ποσό των 100,00 ευρώ στο ποσό των 80,00 ευρώ, ήτοι στο ποσό της ωριαίας χρέωσης της αμοιβής του δικηγόρου. Οι ανωτέρω μειώσεις των αμοιβών του διαμεσολαβητή γίνονται,όπως αναφέρεται, «με σκοπό να μην υφίστανται σοβαρά επιπλέον δαπανήματα και υπέρμετρη και επαχθή επέμβαση που προσβάλλει την ίδια την ουσία του δικαιώματος για πρόσβαση στην δικαιοσύνη, σε συμμόρφωση με την με αριθμό 34/2018 απόφαση της δ.ΟλΑΠ, καθώς και με την ενωσιακή έννομη τάξη»,ενώ οι υπόλοιπες προβληματικές διατάξεις,που, κατά τα αναφερόμενα στην εν λόγω υπ’αριθμ.34/2018 απόφαση της δ.ΟλΑΠ, δεν στερούνται συνταγµατικού προβληµατισµού ,ήτοι τα άρθρα 188, 189,190,193 και 196 του ν.4512/2018, μένουν ως έχουν.

Το ερώτημα που τίθεται είναι εάν το πρόσφατο νομοσχέδιο του Υπουργείου Δ/νης για τη Διαμεσολάβηση είναι συμβατό με τις παραδοχές της υπ’αριθμ.34/2018 απόφασης της δ.ΟλΑΠ.Η απάντηση,κατά την προσωπική μου άποψη, πρέπει να είναι αρνητική,για τους εξής λόγους:Πρώτον και αναφορικά με το κόστος: Με το ν. 4512/2018 προβλέπεται αμοιβή 170,00 ευρώ για τις πρώτες 2 ώρες απασχόλησης και 100,00 ευρώ ελάχιστη ωριαία αμοιβή για απασχόληση άνω των 2 ωρών. Το νέο νομοσχέδιο προβλέπει κατ’ αρχήν αμοιβή 50,00 ευρώ για την «υποχρεωτική αρχική συνεδρία» ποσό το οποίο βαρύνει και τα δύο μέρη και μάλιστα μόνον για την ενημέρωσή τους, δεδομένου ότι,όπως προειπώθηκε, η συνεδρία αυτή είναι ενημερωτική ως προς την διαδικασία της διαμεσολάβησης και τον τρόπο λειτουργίας της.Ο διάδικος που θα επιλέξει να οδηγηθεί στο διαμεσολαβητή με τον δικηγόρο του θα καταβάλει ως αμοιβή του δικηγόρου άλλα 50,00 ευρώ. Στη συνέχεια για κάθε ώρα διαμεσολάβησης (μετά την υποχρεωτική αρχική συνεδρία) η ελάχιστη αμοιβή ορίζεται σε 80,00 ευρώ. Συνεπώς στο ακριβώς όμοιο παράδειγμα που αναφέρθηκε από την δ.ΟλΑΠ, το σύνολο των εξόδων θα ανέρχεται πλέον σε 800,00 ευρώ, χωρίς να συνυπολογίσουμε και την αμοιβή των δικηγόρων η οποία είναι υποχρεωτική μετά την αρχική συνεδρία. Η δ.ΟλΑΠ δέχτηκε ότι στο υπερβολικό κόστος της διαμεσολάβησης θα πρέπει να συνυπολογιστεί και η επιβολή ποινών στους διαδίκους που αρνούνται να προσέλθουν στον διαμεσολαβητή.Το κατατεθέν νομοσχέδιο επαναλαμβάνει την αρχική ρύθμιση και προβλέπει χρηματική ποινή μεταξύ 120,00 και 300,00 ευρώ για όποιον δεν προσέρχεται στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία. Συνεπώς για μία μέσης δυσκολίας υπόθεση που θα απαιτεί απασχόληση 10 ωρών,με βάση το νέο νομοσχέδιο τα δαπανήματα ανέρχονται περίπου σε 1.600 ευρώ,αντί για 2.000 ευρώ που προβλέπονταν με βάση το ν.4512/2018.Επομένως και λαμβανομένου υπόψη ότι ο μηνιαίος μισθός στον ιδιωτικό τομέα μετά βίας αγγίζει τα 600 ευρώ,η νέα ρύθμιση αναφορικά με το κόστος της υποχρεωτικής προσφυγής στη Διαμεσολάβηση,δεν συνιστά,κατά την άποψή μου,συμμόρφωση στο διατακτικό της απόφαση της δ.ΟλΑΠ,που απαιτεί «αδάπανη» διαδικασία.Δεύτερον και αναφορικά με τη δυνατότητα υπό το ν.4512/2018,να ορίζεται διαμεσολαβητής και κάποιος που μπορεί να μην είναι νομικός,ενόψει του ότι η εν λόγω διάταξη παραμένει η ίδια και στο νέο νομοσχέδιο,δεν λήφθηκε καθόλου υπόψη ο διατυπωθείς προβληματισμός της δ.ΟλΑΠ περί της συνταγματικότητάς της και οι αρνητικές παραδοχές της.Τρίτον και αναφορικά με τη δυνατότητα σύστασης ενώσεως προσώπων πιστοποιημένων διαμεσολαβητών με σκοπό την παροχή υπηρεσιών διαμεσολάβησης,ομοίως δεν λήφθηκε υπόψη ο διατυπωθείς προβληματισμός και οι επίσης αρνητικές παραδοχές της δ.ΟλΑΠ, ότι δεν καλύπτουν τις εγγυήσεις αμεροληψίας, ουδετερότητας και ανεξαρτησίας που πρέπει να εξασφαλίζει ένα σύστημα υποχρεωτικής μάλιστα διαμεσολάβησης.

Συμπέρασμα: Η υποχρεωτική διαμεσολάβηση,έτσι όπως εισήχθη με το Ν. 4512/2018, που επαναλαμβάνεται ως προς τα κύρια σημεία του με το νέο σχέδιο νόμου ,ελέγχεται ως αντισυνταγματική. Αυξάνει κατακόρυφα τον χρόνο επίλυσης των διαφορών (σε περίπτωση που τελικά οδηγηθούν σε δικαστική οδό) και το οικονομικό κόστος αυτών, αυξανόμενη ανά ώρα συνεδρίας. Περαιτέρω, εισάγει υψηλότατα χρηματικά πρόστιμα στην περίπτωση που ένα εκ των μερών δεν προσέλθει αδικαιολόγητα σε αυτή.Δεν θα ανακόψει (η υποχρεωτική διαμεσολάβηση) τον αριθμό των υποθέσεων που θα εισάγονται στα δικαστήρια, αλλά θα είναι ένα επιπλέον έξοδο,και αυτό σε συνδυασμό με το γεγονός της μεταφοράς της αρνητικής πείρας των μερών στους οικείους τους, θα καταστεί κοινή αντίληψη ότι γενικότερα η διαμεσολάβηση δεν επιτυγχάνει το έργο της.Για τους λόγους αυτούς,πρέπει να ενισχυθεί ο θεσμός της δικαστικής μεσολάβησης.Διότι η ανάθεση καθηκόντων μεσολαβητή στο δικαστή, καλύπτει κατά την άποψή μου, τις εγγυήσεις αμεροληψίας, ουδετερότητας και ανεξαρτησίας που πρέπει να εξασφαλίζει ένα σύστημα μεσολάβησης, αφού ρόλο μεσολαβητή δεν μπορεί να αναλάβει ο δικαστής για την υπόθεση που εκκρεμεί ενώπιόν του. Eμπεδώνεται έτσι καλύτερα η εμπιστοσύνη των πολιτών στους εξώδικους τρόπους επίλυσης διαφορών και καθίσταται ευχερέστερη η προσφυγή τους σε αυτούς.-

*Πηγή: dikastis.blogspot.com

*Εφέτης,μέλος του ΔΣ της ΕΔΕ

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr