Βασίλης Αποστολόπουλος : «Η Αρχή του Σεβασμού και της Προστασίας της Αξίας του Ανθρώπου»

Εν πρώτοις, η αδιασάλευτη αρχή «του σεβασμού και της προστασίας της αξίας του ανθρώπου» παραμένει ανυποχώρητη σε θέματα θεμελιακών αξιών, όπως η άδικη καταδικαστική απόφαση εναντίον οποιουδήποτε αθώου κατηγορούμενου πολίτη. Γράφει ο δικηγόρος Βασίλης Αποστολόπουλος* Η ως άνω ακλόνητη δικαιοκρατική αρχή επιβάλλεται από τη συνταγματική νομοθεσία στο άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος, ενώ συνιστά […]

NEWSROOM

Εν πρώτοις, η αδιασάλευτη αρχή «του σεβασμού και της προστασίας της αξίας του ανθρώπου» παραμένει ανυποχώρητη σε θέματα θεμελιακών αξιών, όπως η άδικη καταδικαστική απόφαση εναντίον οποιουδήποτε αθώου κατηγορούμενου πολίτη.

Γράφει ο δικηγόρος Βασίλης Αποστολόπουλος*

Η ως άνω ακλόνητη δικαιοκρατική αρχή επιβάλλεται από τη συνταγματική νομοθεσία στο άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος, ενώ συνιστά πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας. Συνδέεται όμως, και με άλλους κανόνες υπέρτερης τυπικής ισχύος, όπως την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εφεξής ΕΣΔΑ), καθώς και την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Ούτως ειπείν, απόρροια της ανωτέρω συνταγματικά θεμελιωμένης αρχής στο άρθρο 2 του Συντάγματος είναι, ότι όλα τα εμπλεκόμενα αρμόδια κρατικά όργανα, και ειδικότερα οι δικαστικοί λειτουργοί (ποινικοί δικαστές, εισαγγελείς) θα πρέπει σε κάθε στάδιο της ποινικής διαδικασίας και μέσα στα πλαίσια εκπλήρωσης του διαγνωστικού τους καθήκοντος ανεύρεσης της ουσιαστικής αλήθειας, πρώτα και κύρια, να σέβονται και να προστατεύουν την αξία, την αξιοπρέπεια και τα θεμελιώδη δικαιώματα του κατηγορούμενου πολίτη.

Για το σκοπό αυτό, όλα τα μέτρα δικονομικού καταναγκασμού που δύνανται να εφαρμοσθούν εναντίον του κατηγορουμένου και συνιστούν άμεσες ποινικοδικονομικές προσβολές ή συρρίκνωση ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων προσωπικής του ασφάλειας και ελευθερίας από αυθαίρετες διώξεις, συλλήψεις ή κρατήσεις [όπως π.χ.

  • α) η σωματική έρευνα κατά το άρθρο 257 ΚΠΔ,
  • β) η κατ΄οίκον έρευνα κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 254-256 ΚΠΔ,
  • γ) η έκδοση εντάλματος σύλληψης σύμφωνα με τις διατυπώσεις των άρθρων 276 και 277 από τον αρμόδιο εισαγγελέα πλημμελειοδικών εναντίον του δράστη που διώκεται στα αυτόφωρα κακουργήματα ή πλημμελήματα στην περίπτωση της παραγράφου 3 του άρθρου 275 ΚΠΔ,
  • δ) η κατά το συνδυασμό των άρθρων 270, 276 παρ. 1,2 εδ. α΄, 282 και 283 ΚΠΔ διαδικασία σύλληψης με ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένο ένταλμα ανακριτής αρχής ή βούλευμα του δικαστικού συμβουλίου, που πρέπει να κοινοποιούνται κατά τη στιγμή της σύλληψης, αφού προηγουμένως διατυπώσει γνώμη ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών, και μόνο στις περιπτώσεις όπου επιτρέπεται η προσωρινή κράτηση κατά το άρθρο 282 ΚΠΔ, με εξαίρεση τα αυτόφωρα εγκλήματα της παραγράφου 1 εδ. α΄του άρθρου 275 ΚΠΔ, ε) η κατά τα ανωτέρω σύλληψη και η προσωρινή κράτηση του κατηγορουμένου με βούλευμα από το δικαστικό συμβούλιο στις παραπάνω περιπτώσεις σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 2 εδ. β΄του άρθρου 276 ΚΠΔ, καθώς, και στ) η περίπτωση της έκδοσης ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένου εντάλματος προσωρινής κράτησης από τον ανακριτή στις περιπτώσεις του άρθρου 282 ΚΠΔ, αμέσως μετά την απολογία του κατηγορουμένου και, αφού προηγουμένως και σε κάθε περίπτωση λάβει τη γραπτή σύμφωνη γνώμη εισαγγελέα πλημμελειοδικών, η οποία απαιτείται κατά το άρθρο 283 ΚΠΔ, εξ΄ αντιδιαστολής από τη διατύπωση απλής γνώμης, που αρκεί στην περίπτωση της σύλληψης του ως άνω άρθρου 276 παρ. 2 ΚΠΔ] θα πρέπει να εναρμονίζεται με τις παραπάνω βασικές αξίες που απορρέουν από τη συγκεκριμένη αρχή.

 Εξάλλου, τα ανωτέρω έννομα αγαθά κάθε προσώπου που κατηγορείται για ποινικό αδίκημα, πλέον του δικονομικού ποινικού μας συστήματος, έχουν ανυψωθεί, και από τους νομοθέτες κανόνων υπέρτερης τυπικής ισχύος, σε θεσμικές εγγυήσεις απρόσβλητης και άτρωτης ασφάλειας, από τη δικαστική αυθαιρεσία, στα άρθρα 6 παρ. 1 του Συντάγματος, στα άρθρα 5 και 6 της ΕΣΔΑ, καθώς και στα άρθρα 9 και 14 παρ. 3 του Διεθνούς Συμφώνου του 1966 του ΟΗΕ για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα.

Τούτο σημαίνει, ότι σε κάθε στάδιο, και για τη διενέργεια κάθε έγκυρης δικονομικής πράξης από τους δημόσιους φορείς της ποινικής λειτουργίας στο πλαίσιο μιας ποινικής διαδικασίας, κάθε πρόσωπο που κατηγορείται για ποινικό αδίκημα, θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως υποκείμενο της δίκης, το οποίο διατηρεί με πλήρη ισότητα το δικαίωμα στην ελευθερία και την ασφάλεια στο πρόσωπό του.

Τέλος, απόρροια της ανωτέρω αρχής της προστασίας και του σεβασμού της αξίας του ανθρώπου είναι το δικαίωμα κάθε προσώπου να δικασθεί δικαίως, δημόσια και εντός λογικής προθεσμίας, υπό δικαστηρίου το οποίο συγκροτείται από ανεξάρτητα και αμερόληπτα κρατικά όργανα απονομής δικαιοσύνης, τα οποία θα αποφασίσουν με ευθυκρισία επί του βασίμου πάσης εναντίον του κατηγορίας ποινικής φύσεως.

Το ανωτέρω δικαίωμα του κατηγορουμένου στη χρηστή απονομή δικαιοσύνης θεμελιώνει η αρχή της δίκαιης δίκης, η οποία κατοχυρώνεται στο άρθρο 6 της ΕΣΔΑ και συνεπάγεται, όπως θα δούμε παρακάτω, την συνταγματικά κατοχυρωμένη «αρχή της ισότητας των όπλων», διασφαλίζοντας την τελεσφόρο υπεράσπιση του κατηγορουμένου.

Τούτο επιτελείται τηρουμένων των δικαιωμάτων των διαδίκων και των υποχρεώσεων που πηγάζουν από το δίκαιο που ρυθμίζει την υφιστάμενη έννομη σχέση μεταξύ των δικαστικών λειτουργών, οι οποίοι επιβαρύνονται με την εφαρμογή των, από τον Ποινικό Κώδικα προβλεπόμενων κυρωτικών κανόνων προς την αμερόληπτη και ορθή απονομή της δικαιοσύνης, και των λοιπών παραγόντων που συγκροτούν την ποινική δίκη.

Πρέπει να υπογραμμίσουμε εν παρόδω, ότι, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η ανωτέρω αρχή θέτει ως προϋπόθεση την αναγκαστική τήρηση της συνταγματικά θεμελιωμένης από το άρθρο 4 του Συντάγματος «αρχής της ισότητας των όπλων μεταξύ κατηγορουμένου και κατηγορούσας αρχής», που επιβάλλει την ισότιμη μεταχείριση των αντιπάλων μερών από τους ποινικούς δικαστές, παρέχουσα τη δυνατότητα ισομερούς συμμετοχής και την ευχέρεια να ασκούν, κυρίως, στην επ΄ακροατηρίου διαδικασία, τα ίδια δικαιώματα στον εισαγγελέα, που εκπροσωπεί την κατηγορία, και στους αντιδικούντες διαδίκους (όπως προκύπτει, για παράδειγμα, και από τα άρθρα 138 παρ. 2, 333 παρ. 2,3, 357, 358, 367, 368, 369 παρ. 1 ΚΠΔ).

*Δικηγόρος, LL.M. ( Queen Mary, University of London), LL.M. ( City, University of London), LL.M. ( University of Southampton)

 

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr