Δημήτρης Μπόλης: Η Τύχη και η Θέμις

Του Δημήτρη Νικ. Μπόλη, δικηγόρου Σε παλαιότερο άρθρο μου υπό τον τίτλο που παρέπεμπε στη Θέμιδα ως «επινοητή των χρησμών», καταδείχτηκαν περιπτώσεις που τα Δικαστήρια σε όμοιες υποθέσεις, έκριναν με εκ διαμέτρου αντίθετο τρόπο, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ασάφεια Δικαίου. Δυστυχώς την ποινική αλλά και την αστική Δικαιοσύνη, απασχολεί ένα νομικό θέμα, το οποίο αντιμετωπίζεται […]

NEWSROOM

Του Δημήτρη Νικ. Μπόλη, δικηγόρου

Σε παλαιότερο άρθρο μου υπό τον τίτλο που παρέπεμπε στη Θέμιδα ως «επινοητή των χρησμών», καταδείχτηκαν περιπτώσεις που τα Δικαστήρια σε όμοιες υποθέσεις, έκριναν με εκ διαμέτρου αντίθετο τρόπο, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ασάφεια Δικαίου.

Δυστυχώς την ποινική αλλά και την αστική Δικαιοσύνη, απασχολεί ένα νομικό θέμα, το οποίο αντιμετωπίζεται επίσης με εκ διαμέτρου αντίθετο τρόπο, όχι μόνο από τα δικαστήρια ουσίας αλλά και από τον Άρειο Πάγο.

Το θέμα αφορά στην συκοφαντική δυσφήμιση και στην πλήρωση της αντικειμενικής υπόστασης του αδικήματος όταν ο τρίτος είναι Δικαστής, Εισαγγελέας, Δικηγόρος, Γραμματέας, Αστυνομικός, Δικαστικός Επιμελητής.

Δηλαδή, για να τελεστεί το αδίκημα της συκοφαντικής (αλλά και της απλής) Δυσφημίσεως, είναι απαραίτητο τον ισχυρισμό να τον έχει πληροφορηθεί (πλην του δράστη και του θύματος) και τρίτο πρόσωπο.

Τέτοιοι συκοφαντικοί και δυσφημιστικοί ισχυρισμοί (δηλαδή ισχυρισμοί ψευδείς που θίγουν την τιμή και την υπόληψη του θύματος) πολλές φορές εμπεριέχονται σε αστικά δικόγραφα, σε ένορκες καταθέσεις τόσον ενώπιον αστυνομικών ή πταισματοδικών όσον και ενώπιον συμβολαιογράφων αλλά και σε εξώδικα. Είναι πολύ συχνό φαινόμενο η υποβολή εγκλήσεων για το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφημίσεως σε αστικές διαφορές, κατά κόρον δε σε υποθέσεις οικογενειακού δικαίου, αφού σε περιπτώσεις αντιδικίας τα πάθη είναι έντονα, οι δε συγγενείς και φίλοι των εν διαστάσει συζύγων σπεύδουν προς υπεράσπιση των οικίων τους, καταμαρτυρώντας εις βάρος του αντιπάλου διαδίκου γεγονότα, άλλες φορές αληθή άλλες φορές δυσφημιστικά ή και ψευδή ακόμη προκειμένου να επιτύχουν τη «νίκη».

Των ισχυρισμών αυτών, λαμβάνουν γνώση οι Δικαστές, κάποιες φορές οι Εισαγγελείς, οι δικαστικοί γραμματείς, οι προανακριτικοί υπάλληλοι, οι Δικηγόροι.

Είναι δηλαδή τα τρίτα πρόσωπα στα οποία έχει διαδοθεί ο συκοφαντικός και δυσφημιστικός ισχυρισμός. Αν δεν λάβει γνώση τρίτο πρόσωπο, ως προαναφέρθη, τότε δε τελείται το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφημίσεως.

Είναι όμως τα ως άνω πρόσωπα, «τρίτοι»;

Εδώ ακριβώς εντοπίζεται η έκδοση αντιφατικών αποφάσεων για το ίδιο ακριβώς θέμα και μάλιστα και στο ανώτατο Δικαστήριο της χώρας, τον Άρειο Πάγο.

Ενδεικτικά και μόνο παρατίθενται στη συνέχεια δύο σχετικά αποσπάσματα από δύο αποφάσεις του Αρείου Πάγου του τρέχοντος έτους, ήτοι η 487/2019 και η 841/2019:

ΑΠ 487/2019:

«Έτσι τα δικαστικά πρόσωπα (δικαστές, εισαγγελείς) που λαμβάνουν υποχρεωτικά γνώση του δυσφημιστικού ισχυρισμού κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, ιδίως όταν καλούνται να αποφανθούν σχετικά με αυτό το ίδιο το δυσφημιστικό γεγονός, δεν είναι εξ αυτού και μόνο του λόγου τρίτοι, ούτε εξ αυτού και μόνο μπορεί να θεωρηθεί δεδομένη η προσφορότητα του γεγονότος για προσβολή της τιμής. Τα δικαστικά πρόσωπα διατυπώνουν μόνο τη δικανική τους κρίση ως προς τη βασιμότητα των ερευνητέων γεγονότων, ακολουθώντας τους κανόνες απόδειξης είτε της πολιτικής είτε της ποινικής δικονομίας. Η διατύπωση της κρίσης τους είναι το αποτέλεσμα της αξιολόγησης του αποδεικτικού υλικού και είναι υποχρεωτική εκ του καθήκοντος τους, αφού καλούνται να διαμορφώσουν μια έννομη σχέση ή να αποδώσουν ποινική ευθύνη, ως όργανα πολιτείας και στο όνομα του ελληνικού λαού και η όποια κρίση τους δεν μπορεί να περιέχει προσωπικές κρίσεις ή εκτιμήσεις για την τιμή και υπόληψη κάποιου προσώπου. Το αυτό ισχύει αναλογικά και για τα λοιπά πρόσωπα που συμπράττουν στην ποινική δίκη, όπως ο δικαστικός γραμματέας, ο οποίος συμπράττει στη διαδικασία καταχώρησης της μήνυσης ή της ένορκης κατάθεσης μάρτυρα, χωρίς επιπλέον να προκύπτει ότι τα πρόσωπα αυτά λαμβάνουν γνώση του περιεχομένου των δικογράφων πλην των στοιχείων που είναι αναγκαία για τον ορθό δικονομικά χειρισμό της υπόθεσης.»

ΑΠ 841/2019:

«το δικάσαν Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, σχετικά με την αξιόποινη πράξη της συκοφαντικής δυσφήμισης, προέβη σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των ουσιαστικών ποινικών διατάξεων των άρθρων 362 και 363 του ΠΚ, καθόσον στην έννοια του τρίτου, κατά τις διατάξεις αυτές, περιλαμβάνεται οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο ή αρχή, όπως ο γραμματέας, ο δικαστικός επιμελητής, οι δικαστές, οι εισαγγελείς οι αστυνομικοί κλπ που έλαβαν γνώση του δυσφημιστικού ισχυρισμού ή της διάδοσης (ΑΠ 1013/2018, ΑΠ 1777/2017, ΑΠ 611/2015), ενόψει μάλιστα και του ότι και από την γραμματική ακόμη διατύπωση του κειμένου των διατάξεων των άρθρων 362-363 του ΠΚ συνάγεται ευθέως ότι “τρίτος” είναι κάθε πρόσωπο που λαμβάνει γνώση των φερόμενων συκοφαντικών ισχυρισμών, αφού δεν γίνεται σ` αυτές οποιαδήποτε εξαίρεση ή διάκριση για τα όργανα που είναι κατά το νόμο αρμόδια να παραλαμβάνουν μηνύσεις, καταθέσεις, αναφορές κλπ».

Η μεν 487/2019 απόφαση εξεδόθη από το Ε΄ Τμήμα του Αρείου Πάγου, η δε 841/2019 απόφαση εξεδόθη από το ΣΤ΄ Τμήμα του Αρείου Πάγου, ενώ τα δύο τμήματα φαίνεται σταθερά να υποστηρίζουν το καθένα την άποψή του.

Φαίνεται λοιπόν η έκβαση της Δίκης σχετικά με το αν τελείται το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφημίσεως ενώπιον  προσώπων «όπως ο γραμματέας, ο δικαστικός επιμελητής, οι δικαστές, οι εισαγγελείς οι αστυνομικοί κλπ» να εξαρτάται από την Τύχη, ήτοι σε ποιο τμήμα του Αρείου Πάγου θα καταλήξει η σχετική υπόθεση. Αμφότερα τα σκεπτικά, φαίνεται να εμπεριέχουν νομικά και λογικά επιχειρήματα, ερμηνεύοντας όμως την ίδια διάταξη, καταλήγουν σε αντίθετο αποτέλεσμα.

Εν τω μεταξύ, σε όλη τη χώρα τα Δικαστήρια εκδίδουν αποφάσεις αντιφατικές, αφού οι απόψεις των Δικαστών ουσίας, εμφανίζονται επίσης διχασμένες.

Η θεά Τύχη κατά τη μυθολογία ήταν η προσωποποιημένη θεά της σύμπτωσης. Το χρόνιο πρόβλημα του τρόπου ερμηνείας των νόμων, ήταν αυτό που ενέπνευσε τους Αρχαίους Έλληνες να θεωρήσουν τη Θέμιδα ως την επινοητή των χρησμών.

Και πραγματικά ως χρησμός παρουσιάζεται στον πολίτη η απάντηση του Δικηγόρου στο ερώτημα αν μπορεί να υποβάλει έγκληση για το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμισης, όταν ο ισχυρισμός εμπεριέχεται σε δικόγραφο ή σε ένορκη κατάθεση ενώπιον πταισματοδίκη και σε πλείστες άλλες περιπτώσεις.

Επιτακτική φαντάζει λοιπόν η αναγκαιότητα επιλύσεως του θέματος από την Ολομέλεια του Αρείου Πάγου σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ.2 ΠΚ, με τρόπο που θα αποκαταστήσει την ασάφεια δικαίου που επικρατεί αναφορικά σε ένα ζήτημα που θα απασχολήσει στο παρόν και το μέλλον πλήθος διαδίκων, Δικηγόρων και Δικαστών, ζήτημα το οποίο δε δύναται να επαφίεται στην Τύχη, ήτοι το ποιος Δικαστής θα κληρωθεί να δικάσει και ποια νομική άποψη έχει περί του αν ο γραμματέας, ο δικαστικός επιμελητής, οι δικαστές, οι εισαγγελείς οι αστυνομικοί είναι «τρίτος» ή όχι.

Είναι κομβικό για ένα κράτος Δικαίου, η μοίρα των ανθρώπων που προσφεύγουν στη Δικαιοσύνη να ορίζεται σύμφωνα με την αρχή της ισονομίας και όχι από την Τύχη, με την οποίαν εξ ορισμού η Θέμις απαγορεύεται να συσχετίζεται.

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ