Μια ασυνήθιστη ανακοίνωση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων

Η «υπόθεση Φλώρου» έφερε για νιοστή φορά στο προσκήνιο τις αποφυλακίσεις και τον λεγόμενο «Νόμο Παρασκευόπουλου». Με αφορμή αυτή την υπόθεση όπως είναι γνωστό η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων εξέδωσε κατά πλειοψηφία μια δημόσια ανακοίνωση. Αξίζει να ασχοληθούμε έστω σύντομα με το περιεχόμενό της. Για δύο λόγους; Πρώτο, επειδή δυστυχώς θεσμικά είναι ανεξήγητη. Δεύτερο επειδή, […]

NEWSROOM
Μια ασυνήθιστη ανακοίνωση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων

Η «υπόθεση Φλώρου» έφερε για νιοστή φορά στο προσκήνιο τις αποφυλακίσεις και τον λεγόμενο «Νόμο Παρασκευόπουλου».

Με αφορμή αυτή την υπόθεση όπως είναι γνωστό η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων εξέδωσε κατά πλειοψηφία μια δημόσια ανακοίνωση. Αξίζει να ασχοληθούμε έστω σύντομα με το περιεχόμενό της. Για δύο λόγους; Πρώτο, επειδή δυστυχώς θεσμικά είναι ανεξήγητη. Δεύτερο επειδή, επίσης δυστυχώς, πολιτικά είναι ευεξήγητη.

Την άποψη υπογράφει ο πρ. Υπουργός Δικαιοσύνης Νικόλαος Παρασκευόπουλος*

Θυμίζω τηλεγραφικά το ιστορικό: ο κρατούμενος, για την υπόθεση της Energa με βαρειά ποινή Α. Φλώρος απολύθηκε με τη συμπλήρωση – και μάλιστα με ευεργετικό τρόπο υπολογισμού – του 1/5 της ποινής του, λόγω αναπηρίας του. Η δυνατότητα της σύντομης αυτής απόλυσης προβλέπεται από τη νομοθεσία (άρθρο 110 Α Ποινικού Κώδικα, όπως τροποποιήθηκε το 2015). Προϋπόθεση κατά τον νόμο είναι να βεβαιώνεται το ποσοστό αναπηρίας από το Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (Κε.Π.Α.) και να αποφαίνεται τελικά το οικείο Δικαστικό Συμβούλιο.

Φωνές της αντιπολίτευσης έσπευσαν να ενοχοποιήσουν για την εξέλιξη αυτή τον νόμο «Παρασκευόπουλου». Άλλοι πάλι αντέτειναν ότι η ευεργετική πρόβλεψη για τους αναπήρους αποτελεί αναγκαία δικαιοκρατική εγγύηση και ότι το πρόβλημα οφείλεται σε κακή εφαρμογή του νόμου. Τόσο η άσκηση ένδικου μέσου στο πλαίσιο της απονομής της ποινικής δικαιοσύνης, και μάλιστα με παραγγελία Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, όσο και η κίνηση διοικητικού ελέγχου της Επιτροπής με εντολή της Υπουργού Εργασίας, έδειξαν ότι οι συντεταγμένες λειτουργίες του κράτους όντως αναζητούν εδώ σφάλμα εφαρμογής του νόμου.Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων ωστόσο έσπευσε να αποφανθεί χωρίς να περιμένει τον έλεγχο και μάλιστα με δραματικές διατυπώσεις, ασύμβατες με τον συνηθισμένο λιτό τρόπο έκφρασης των δικαστών («ξεπερνάει όμως κάθε όριο φαρισαϊσμού…», «η εποχή που δικαστές και εισαγγελείς έπαιζαν τον ρόλο της “Ιφιγένειας”…»).

Η θέση αυτή της Ένωσης από θεσμική άποψη είναι και λανθασμένη και περίεργη. Είναι λανθασμένη συνταγματικά αφού το Σύνταγμά μας θέλει η Δικαιοσύνη να απονέμεται από τακτικούς δικαστές υποκείμενους μόνο στο Σύνταγμα και τους νόμους (αρ. 87 Συντ.), και όχι πλήρως δεσμευμένους από γνώμες της διοίκησης. Είναι λανθασμένη νομικά αφού αντιβαίνει στην αρχή της ηθικής κατά συνείδηση εκτίμησης των αποδείξεων, την οποία τάσσει η ποινική μας δικονομία (αρ.177). Τέλος, είναι και περίεργη, επειδή αντιβαίνει σε μια πάγια νομολογία που θέλει οι γνωμοδοτήσεις των πραγματογνωμώνων και των διοικητικών επιτροπών να εκτιμώνται ελεύθερα από τον δικαστή της ουσίας (βλ. τις αποφάσεις Α.Π. 1560/2002, Α.Π. 1131/2000, Α.Π. 1165/1989).

Δυο λόγια παραπάνω χρειάζονται όμως γι αυτόν τον «περίεργο» χαρακτήρα της ανακοίνωσης. Οι δικαστικές ενώσεις μας έχουν συνηθίσει να διεκδικούν (ορθά) με επιμονή την ανεξαρτησία και το δικαιοδοτικό πεδίο του δικαστή. Αντίθετα, είναι απρόσμενο να ανακοινώνουν ότι οι δικαστές είναι αναρμόδιοι να έχουν γνώμη για ζητήματα απόδειξης και απονομής της δικαιοσύνης. Αν ίσχυε η συγκεκριμένη αναρμοδιότητα, αυτό θα σήμαινε ότι ο πολίτης δεν βρίσκει δικαστική προστασία αν προσφύγει στη Δικαιοσύνη για τα δικαιώματά του. Έτσι θα ακυρωνόταν τόσο ο ρόλος της Δικαιοσύνης, όσο και ένα θεμελιακό δικαίωμα (δικαστικής προστασίας) του πολίτη.

Η ίδια στάση θα οδηγούσε σε αδυναμία εκτίμησης γνωματεύσεων σε πάρα πολλά είδη υποθέσεων. Ας φανταστούμε ένα μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου του Κράτους να μην μπορεί καθόλου να αμφισβητήσει μια βεβαίωση με κρίσιμα δεδομένα για την απονομή μιας σύνταξης. Οι συνέπειες θα αφορούσαν αναρίθμητες συνταξιοδοτικές υποθέσεις. Εξάλλου η τυπική αδυναμία να εκτιμηθούν φανερά ελαττώματα των γνωματεύσεων θα υπέσκαπτε βαθιά το κύρος της Δικαιοσύνης.

Ενώ, λοιπόν, από θεσμική άποψη η ανακοίνωση της πλειοψηφίας της Ένωσης είναι ανεξήγητη, η πολιτική συγκυρία μέσα στο κλίμα της οποίας εκδίδεται είναι ολοκάθαρη. Γι αυτό ανέφερα εισαγωγικά ότι πρόκειται για ανακοίνωση πολιτικής σκοπιμότητας. Στο ίδιο συμπέρασμα άλλωστε μας οδηγεί η μέθοδος της εις άτοπον απαγωγής.

*Βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης ΣΥΡΙΖΑ Ομ. Καθηγητής Νομικής ΑΠΘ

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ