Σπύρος Δημητρίου: Προσωρινή κράτηση όχι προσωρινή ποινή
Ως γνωστόν σε αυτόφωρα κακουργήματα ο κατηγορούμενος οδηγείται στον ανακριτή ο οποίος αποφασίζει την τύχη του μέχρι να συνεδριάσει το αρμόδιο κακουργιοδικείο καθότι δεν υφίστανται αυτόφωρα δικαστήρια κακουργημάτων.
Αναλύει ο δικηγόρος Σπύρος Δημητρίου
Η φάση της ανάκρισης δικαιοδοτικά και διαδικαστικά είναι σχεδόν αδιάφορη για την τύχη του κατηγορουμένου ενώ κυρίως συγκεντρώνει στοιχεία για την υπόθεση που θα οδηγηθεί στο ακροατήριο. Η φάση όμως της ανάκρισης είναι ιδιαιτέρως δημοφιλής . Βρίσκεται εγγύτερα στο γεγονός χρονικά και φέρει το βάρος της δημοσιότητας και του κοινού αισθήματος σε σχέση με την εγκληματική πράξη – απολύτως λογικό και συνδεδεμένο με την ανθρώπινη φύση.
Συνήθως όταν μια υπόθεση φτάσει στο ακροατήριο τα πράγματα είναι ψυχραιμότερα ενώ κάποιες φορές έχει σχετικά εκτονωθεί και το γενικότερο θυμικό ενώ όμως παράλληλα λαμβάνει χώρα και η κορυφαία διαδικασία για την τύχη του κατηγορουμένου. Έναυσμα του άρθρου η επίκαιρη υπόθεση του συμβάντος στα Εξαμίλια Κορινθίας. Κατηγορία ανθρωποκτονία από πρόθεση όμως ο δράστης δεν κρατείται προσωρινά.
Ανεξαρτήτως της απαξίας της πράξης , τυχόν μηνυμάτων που θέλει να περάσει η δικαιοσύνη προς το κοινωνικό σύνολο ή ακόμα και να το κατευνάσει– όλα αυτά συμβαίνουν ενίοτε στη φάση της ανάκρισης –η τυπική προϋπόθεση της προσωρινής κράτησης κατά νόμο είναι μια:
O κατηγορούμενος θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι θα παραστεί στο δικαστήριο και αν δεν κριθεί ότι επαρκούν οι περιοριστικοί όροι (εμφάνιση στο Α.Τ., απαγόρευση εξόδου από την χώρα , καταβολή χρηματικής εγγύησης) τότε ως έσχατο μόνο μέτρο κρίνεται η προσωρινή κράτηση. Η προσωρινή κράτηση ΔΕΝ αποτελεί προκαταβολή ποινής και καταδίκης αλλά ούτε η μη προφυλάκιση συνιστά προαναγγελία αθώωσης.
Στην περίπτωση της Κορίνθου θα επιμείνω να θεωρώ ότι στη φάση αυτή –μεταξύ άλλων – η μη προφυλάκιση ίσως να αποτελεί και ένα μήνυμα προς την κοινωνία συγκεκριμένων ανθρώπων με συνεχή παραβατική συμπεριφορά ενώ εδώ ίσως ο δικαστής να λειτούργησε ως ευαίσθητος δέκτης έλλειψης προστασίας και καταστολής των διωκτικών αρχών. Η τελεσθείσα πράξη ασφαλώς και περιέχει την μέγιστη απαξία από όλες τις πράξεις του ποινικού κώδικα – την κορυφαία– όμως ο ανακριτής είχε εκ του νόμου τη δυνατότητα να κρίνει μόνο τα χαρακτηριστικά του αν ο κατηγορούμενος είναι ύποπτος φυγής, αν είναι επικίνδυνος και να εκτιμήσει στοιχεία της προσωπικότητας του και της οικογενειακής του κατάστασης.
Είναι καλυμμένος με αυτά και είναι αρκετά για να αιτιολογήσει την μη προφυλάκιση. Επαναλαμβάνω ότι αυτό δεν σχετίζεται με την τύχη του στο δικαστήριο αν και είναι αναμενόμενοι οι ισχυρισμοί του περί άμυνας –ας μην ξεχνάμε ότι η εισβολή του ΡΟΜΑ έγινε στην οικογενειακή του στέγη με παρούσα την οικογένειά του αν και στην προβολή του ισχυρισμού της άμυνας ως λόγο άρσης του αξιοποίνου τα ελληνικά δικαστήρια είναι πολύ φειδωλά στην αναγνώρισή του.
Τα δικαστήρια προτιμούν πολλές φορές να απαλλάξουν ή να ελαφρύνουν την ποινή με πολλούς άλλους τρόπους –αναγνώριση ελαφρυντικών, μεταβολή κατηγορίας- αλλά δεν προάγουν ποτέ την αντίληψη της άμυνας. Τα δικαστήρια που ασφαλώς και αυτά συνιστούν διαμορφωτές κοινωνικής ηθικής δεν θέλουν να διαδίδουν την ανταλλαγή βίας ως νομικά κατοχυρωμένη πράξη ενώ η ίδια η άμυνα είναι συνήθως δυσαπόδεικτη. Αλλά αυτό είναι προσωπική εμπειρική άποψη.
Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr