Αφροδίτη Σακελλαροπούλου – Πάνος Βασταρούχας: Παρατηρήσεις επί του σχεδίου νόμου για το Δικαστικό Χάρτη

Υπάρχουν και ορισμένες προβλέψεις, οι οποίες θα πρέπει να διορθωθούν, καθότι δύναται να οδηγήσουν σε ανεπίτρεπετες συνταγματικά ανισότητες και αδικίες.

NEWSROOM
Αφροδίτη Σακελλαροπούλου – Πάνος Βασταρούχας: Παρατηρήσεις επί του σχεδίου νόμου για το Δικαστικό Χάρτη

ΜΕΡΟΣ 1ο: ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ ΠΟΥ ΚΙΝΟΥΝΤΑΙ ΣΤΗ ΣΩΣΤΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ

Το επίμαχο σχέδιο νόμου, όπως αυτό έχει διαρρεύσει, έχει μία σειρά από ορθές διατάξεις, τις οποίες τις επικροτούμε και θεωρούμε ότι ως προς αυτές το Υπουργείο κινείται προς την ορθή κατεύθυνση.

Μεταξύ αυτών, οι διατάξεις του επίμαχου σχεδίου νόμου που κινούνται προς την ορθή κατεύθυνση είναι οι εξής:

Α. Η θέσπιση παράλληλης – ειδικής επετηρίδας και η παράλληλη εξέλιξη αυτής σε σχέση με τη γενική επετηρίδα.

Β. Η θέσπιση δυνατότητας μεταπήδησης από την ειδική στη γενική επετηρίδα σε γενική βάση (σε ειδικότερα ζητήματα αυτής, υπάρχουν ορισμένες αστοχίες, οι οποίες θα αναφερθούν κατωτέρω), όπως προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 του επίμαχου σχέδιου νόμου.

Γ. Η ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας και η χωροταξική αναδιάρθρωση των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων, όπως αυτή αναλύεται στο επίμαχο σχέδιο νόμου και δη στο άρθρο 3 αυτού.

Δ. Η πρόβλεψη περί μεταθέσεων του άρθρου 6 του επίμαχου σχεδίου νόμου. Ε. Η πρόβλεψη της αντιστοιχίας των βαθμών του Ειρηνοδίκη προς αυτούς της γενικής

επτετηρίδας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 5 παρ. 1 του επίμαχου σχέδιου νόμου.

ΣΤ. Η διατήρηση των μισθολογικών κεκτημένων των Ειρηνοδικών και η μη χειροτέρευση της μισθολογικής τους κατάστασης κατά την είσοδό τους στο νέο σύστημα – δικαστικό χάρτη, όπως αναφέρεται αυτό στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 7 του επίμαχου σχεδίου νόμου.

Ζ. Η πρόβλεψη μισθολογικής εξομοίωσης των πρώην Ειρηνοδικών που θα μεταπηδήσουν στη γενική επετηρίδα με τους νυν συναδέλφους της γενικής επετηρίδας, όπως αυτό προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 7 του επίμαχου σχεδίου νόμου.

Η. Η πρόβλεψη εκπαίδευσης των Ειρηνοδικών, κατά το άρθρο 4, παράγραφος 4 του επίμαχου σχέδιου νόμου.

Θ. Η θέσπιση της αντιστοιχίας των βαθμών του Ειρηνοδίκη με τους αντίστοιχους των Πρωτοδικών της γενικής επετηρίδας, με προνόμιο τετραετίας των πρωτοδικών που υπηρετούν στη γενική επετηρίδα, κατ’ άρθρο 5 παράγραφος 1 του επίμαχου σχεδίου νόμου, καθότι με αυτόν τον τρόπο επιλύονται ρητώς σημαντικά ζητήματα στις σχέσεις των δικαστικών λειτουργών των δύο επετηρίδων, όπως ζητήματα μεταθέσεων, ζητήματα αρχαιότητας κ.ο.κ.

ΜΕΡΟΣ2ο: ΔΙΑΤΑΞΕΙΣΠΟΥΠΕΡΙΕΧΟΥΝΑΣΤΟΧΙΕΣΚΑΙΑΣΑΦΕΙΕΣΚΑΙΘΑΠΡΕΠΕΙΝΑ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΘΟΥΝ / ΔΙΟΡΘΩΘΟΥΝ

Ωστόσο, υπάρχουν και ορισμένες προβλέψεις, οι οποίες θα πρέπει να διορθωθούν, καθότι δύναται να οδηγήσουν σε ανεπίτρεπετες συνταγματικά ανισότητες και αδικίες.

Και εξηγούμεθα ευθύς αμέσως.

Α. ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΞΟΜΟΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΠΡΩΗΝ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΩΝ ΜΕ ΤΟΥΣ ΝΥΝ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΣ, ΤΟΣΟ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΕΠΕΤΗΡΙΔΑ, ΟΣΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΕΝΤΑΞΗΣ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΣΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΕΠΕΤΗΡΙΔΑ

Όπως αναφέραμε ανωτέρω, η πρόβλεψη μισθολογικής εξομοίωσης των πρώην Ειρηνοδικών που θα μεταπηδήσουν στη γενική επετηρίδα με τους νυν συναδέλφους της γενικής επετηρίδας, όπως αυτό προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 7 του επίμαχου σχεδίου νόμου, είναι απολύτως ορθή.

Ωστόσο, αυτό θα έπρεπε να ισχύει και να αναγραφεί ρητώς στη διάταξη του άρθρου 7 του επίμαχου σχεδίου νόμου και για τους πρώην ειρηνοδίκες που θα παραμείνουν στην ειδική επετηρίδα.

Το παρόν άρθρο του επίμαχου σχέδιου νόμου στο εδάφιο 1 αναφέρει γενικά το εξής: «Οι αποδοχές των υπηρετούντων κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου ειρηνοδικών εξακολουθούν να προσδιορίζονται με βάση το ισχύον μισθολόγιο, κατ’ αναλογία προς τη βαθμολογική τάξη που ήδη κατέχουν και δεν μπορεί να είναι κατώτερες των αποδοχών που λάμβαναν πριν την κατάργηση των ειρηνοδικείων».

Κατά μία ερμηνεία του άρθρου αυτού, ο ειρηνοδίκης που θα παραμείνει στην παράλληλη – ειδική επετηρίδα θα συνεχίσει να λαμβάνει το μισθό που ελάμβανε ως Ειρηνοδίκης και δεν θα εξισωθεί μισθολογικά με τον Πρωτοδίκη της γενικής επετηρίδας. Εάν η ερμηνεία αυτή είναι η ορθή και συμβαδίζει με το πνεύμα του νομοθέτη, τότε η πρόβλεψη αυτή είναι αντισυνταγματική και δημιουργεί πρωτοδίκες δύο ταχυτήτων, οι οποίοι μεν ασκουν ακριβώς τα ίδια δικαστικά και δικαιοδοτικά καθήκοντα, σύμφωνα με τις προβλέψεις του επίμαχου σχέδιου νόμου, αλλά αντιμετωπίζονται διαφορετικά ως προς τη μισθολογική τους κατάσταση.

Συνεπώς, μια τέτοια προσέγγιση και ρύθμιση της κατάστασης, θα δημιουργούσε ανισότητα στην υπηρεσιακή και μισθολογική κατάσταση μεταξύ πρωτοδικών, που μάλιστα ασκούν ακριβώς τα ίδια δικαιοδοτικά καθήκοντα. Ταυτόχρονα, θα ήταν εξόχως παράλογο ο Ειρηνοδίκης, που εισέρχεται στο νέο σύστημα του νέου δικαστικού χάρτη και αναβαθμίζεται σε πρωτοδίκης και παραμένει στην ειδική επετηρίδα, να συνεχίζει να αμοίβεται με το μισθολόγιο του Ειρηνοδίκη, ενός βαθμού δηλαδή που έχει καταργηθεί πλήρως με το παρόν σχέδιο νόμου.

Κατά μία άλλη ερμηνεία της διάταξης αυτής, ο ειρηνοδίκης αμοίβεται το ίδιο με τον αντίστοιχο πρωτοδίκη της γενικής επετηρίδας ανάλογα με το βαθμό που ήδη κατέχουν σε αντιστοιχία με τον βαθμό του Πρωτοδίκη της γενικής επετηρίδας, ανάλογα με την κατηγορία στην οποία ανήκουν, όπως αυτή προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του επίμαχου σχεδίου νόμου.

Σε κάθε περίπτωση, το εδάφιο αυτό του άρθρου 7 του επίμαχου σχεδίου νόμου προτέινεται να αντικατασταθεί από το εξής:

«Οι αποδοχές των υπηρετούντων κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου ειρηνοδικών προσδιορίζονται με βάση το μισθολόγιο της γενικής επετηρίδας, κατ’ αναλογία προς τη βαθμολογική τάξη που ήδη κατέχουν και ανάλογα με την αντιστοιχία του βαθμού τους, όπως αυτή προβλέπεται στην παράγραφο 1 του παρόντος νόμου, ήτοι οι Ειρηνοδίκες Α’ τάξης θα λαμβάνουν το ποσό που αντιστοιχεί στο μισθό του προέδρου πρωτοδικών, οι Ειρηνοδίκες Β’ Τάξης θα λαμβάνουν το ποσό που αντιστοιχεί στο μισθό του πρωτοδίκη που έχει συμπληρώσει από οκτώ ως δώδεκα έτη υπηρεσίας, οι Ειρηνοδίκες Γ’ Τάξης θα λαμβάνουν το ποσό που αντιστοιχεί στο μισθό του πρωτοδίκη που έχει συμπληρώσει από τέσσερα ως οκτώ έτη υπηρεσίας, οι Ειρηνοδίκες Δ’ Τάξης θα λαμβάνουν το ποσό που αντιστοιχεί στο μισθό του πρωτοδίκη που έχει συμπληρώσει ως τέσσερα έτη υπηρεσίας και οι δόκιμοι Ειρηνοδίκες Δ’ Τάξης θα λαμβάνουν το ποσό που αντιστοιχεί στο μισθό του παρέδρου πρωτοδικών και σε καμία περίπτωση, οι ανωτέρω αποδοχές τους δεν μπορεί να είναι κατώτερες των αποδοχών που λάμβαναν πριν την κατάργηση των ειρηνοδικείων».

Ταυτόχρονα, θα πρέπει να αναφερθεί ρητώς στην επίμαχη διάταξη και να προστεθεί ως τελευταίο εδάφιο της διάταξης αυτής το εξής: «Αναφορικά με τη χορήγησης της μισθολογικής ωρίμανσης του μισθού του Εφέτη με τη συμπλήρωση 24 ετών δικαστικής υπηρεσίας στους εξ Ειρηνοδικών Πρωτοδίκες της ειδικής επετηρίδας, η χορήγηση μισθολογικής ωρίμανσης δίδεται σε αναλογία προς τα νυν ισχύοντα για τους Ειρηνοδίκες Α ́ τάξης που συμπληρώνουν δικαστική υπηρεσία 24 ετών».

Β. ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΕΝΤΑΞΗΣ ΤΟΥ ΠΡΩΗΝ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗ Δ ΤΑΞΗΣ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΠΑΡΕΔΡΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

Το επίμαχο σχέδιο νόμου, ως προς τη μεταπήδηση των Ειρηνοδικών από την ειδική στη γενική επετηρίδα, προβλέπει ότι οι Ειρηνοδίκες Β’ Τάξης θα τοποθετηθούν μετά τον τελευταίο πρωτοδίκη, που έχει συμπληρώσει οκτώ έτη υπηρεσίας, οι Ειρηνοδίκες Γ’ Τάξης θα τοποθετηθούν μετά τον τελευταίο πρωτοδίκη, που έχει συμπληρώσει τέσσερα έτη υπηρεσίας και οι Ειρηνοδίκες Δ’ Τάξης θα τοποθετηθούν μετά τον πάρεδρο πρωτοδικών.

Ως προς του Ειρηνοδίκες Δ’ Τάξης καθίσταται φανερό ότι εσφαλμένα ΔΕΝ διακρίνονται σε δόκιμους Ειρηνοδίκες Δ’ Τάξης και σε Ειρηνοδίκες Δ’ Τάξης, με αποτέλεσμα να τοποθετούνται αμφότεροι μετά τον τελευταίο πάρεδρο πρωτοδικών της γενικής επετηρίδας, ακόμα και οι μόνιμοι Ειρηνοδίκες Δ’ Τάξης, οι οποίοι έχουν περάσει επιτυχώς τη δοκιμαστική τους περίοδο και βάσει του σχεδιασμού αυτού αντισυνταγματικά και όλως παραλόγως θα κληθούν να περάσουν αναίτια για δεύτερη φορά τη δοκιμαστική περίοδο και να κριθούν για δεύτερη φορά επί αυτής.

Ακόμα και αν υποστηριχθεί ότι μία τέτοια διόρθωση θα αντίκεται σε διατάξεις του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων, τότε το ορθό είναι να αλλάξουν αυτές οι διατάξεις του Κώδικα αυτού, αντί να εμμείνουμε σε ένα παράλογο καθεστώς, όπως αυτό που διατυπώθηκε ανωτέρω, μόνο και μόνο γιατί ο Κώδικας Οργανισμού Δικαστηρίων προβλέπει κάτι διαφορετικό.

Είναι αυτονόητο ότι σε ένα σχεδιασμό ριζοσπαστικής αλλαγής του δικαστικού χάρτη και του συστήματος απονομής της δικαιοσύνης, θα πρέπει να μεταβληθούν διατάξεις από όλους τους συναφείς Κώδικες, μεταξύ των οποίων και ο Κώδικας Οργανισμού Δικαστηρίων, με τελικό στόχο οι τελικές διατάξεις να αποτυπώνουν ένα σχέδιο, το οποίο θα είναι καθ’ όλα συνταγματικό και δεν θα δημιουργεί ανισότητες και αδικίες στην υπηρεσιακή, βαθμολογική και μισθολογική κατάσταση των Δικαστικών Λειτουργών.

Συνεπώς, προτείνουμε τη διάκριση των Ειρηνοδικών Δ’ Τάξης σε Ειρηνοδίκες Δ’ Τάξης και δόκιμους Ειρηνοδίκες Δ’ Τάξης, με τους μεν πρώτους να τοποθετούνται μετά τον τελευταίο πρωτοδίκη της γενικής επετηρίδας και τους δε δεύτερους να τοποθετούνται μετά τον τελευταίο πάρεδρο πρωτοδικών της γενικής επετηρίδας, με την παράλληλη τροποποίηση διατάξεων του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών και λοιπών σχετικών νομθετημάτων, έτσι ώστε να είναι επιτρεπτή η τοποθέτηση του Ειρηνοδίκη Δ’ Τάξης μετά τον τελευταίο Πρωτοδίκη της γενικής επετηρίδας και όχι μετά τον τελευταίο πάρεδρο πρωτοδικών της γενικής επετηρίδας.

Γ. ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΕΝΤΑΞΗΣ ΤΩΝ ΠΡΩΗΝ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΓΕΝΙΚΗ ΕΠΕΤΗΡΙΔΑ ΣΕ ΠΟΣΟΣΤΟ 15%

Στο επίμαχο σχέδιο νόμου, αναφέρεται ότι η ένταξη των Ειρηνοδικών από την ειδική στη γενική επετηρίδα θα λάβει χώρα κατά ποσοστό 15%, χωρίς να αναφέρεται ότι η ένταξη αυτή θα λάβει χώρα άπαξ ή θα λαμβάνει χώρα σε ετήσια βάση.

Με τις παρούσες προτάσεις μας προτείνουμε είτε να προβλεφθεί σημαντικά μεγαλύτερο ποσοστό ένταξης των Ειρηνοδικών στη γενική επετηρίδα, ήτοι σε ποσοστό τουλάχιστον 40 %, είτε να προβλεφθεί ότι η ένταξή τους στη γενική επετηρίδα θα γίνεται σταδιακά και σε ετήσια βάση κατά ποσοστό 20 %, προκειμένου ένας τέτοιος σχεδιασμός να είναι πλήρως αποτελεσματικός, αλλά και να έχει πραγματικό νόημα για τους δικαστικούς λειτουργούς. Σε αντίθετη περίπτωση, οδηγούμαστε σε σοβαρές διακρίσεις μεταξύ δικαστικών λειτουργών, που εκτελούν ακριβώς τα ίδια δικαιοδοτικά καθήκοντα, γεγονός ανεπίτρεπτο συνταγματικά.

Δ. ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΕΝΑΡΞΗΣ ΙΣΧΥΟΣ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥ ΧΑΡΤΗ

Η πρόβλεψη της διοίκησης των πρωτοδικείων και των εφετείων, κατά το άρθρο 8 του επίμαχου σχεδίου νόμου, αλλά και της μεταβατικής διάταξης, που ορίζει ότι το παρών καθεστώς θα ισχύσει από το νέο δικαστικό έτος, ήτοι από 16/9/2024, κρίνεται ότι είναι ιδιαίτερα σύντομος και ταχύς, γεγονός που δύναται να δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα στη εύρρυθμη λειτουργία της Δικαιοσύνης.

Για το σκοπό αυτό, προτείνουμε την πρόβλεψη μεταβατικού σταδίου, το οποίο θα ξεκινά από τις 16/9/2024 και θα εκτίνεται σε βάθος τριετίας, με τη λήξη της οποίας μεταβατικής αυτής περιόδου θα εκκινήσει η πλήρης εφαρμογή του σχεδίου αυτού.

Ο σκοπός της πρόβλεψης αυτής είναι η ομαλή μετάβαση στο νέο δικαστικό χάρτη, δεδομένου ότι το εν λόγω σχέδιο αποτελεί ριζοσπαστική αλλαγή του δικαστικού χάρτη και του συστήματος της απονομής της δικαιοσύνης στη χώρα μας.

Μια ταχεία, δε, εφαρμογή του, χωρίς προηγούμενο εκτενή διάλογο και χωρίς μία ικανή σε χρόνο μεταβατική περίοδο προ της πλήρους εφαρμογής του θα δημιουργήσει κινδύνους τόσο στην υπηρεσιακή κατάσταση των Δικαστικών Λειτουργών, όσο και στην ίδια την ταχύτητα και την ποιότητα της απονομής της δικαιοσύνης.

Ε. ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΗΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ ΤΩΝ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΩΝ ΠΟΥ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΤΑΓΜΕΝΟΙ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΕΠΕΤΗΡΙΔΑ

Το επίμαχο σχέδιο νόμου δεν προβλέπει την υπηρεσιακή εξέλιξη των ειρηνοδικών που θα υπηρετούν στην ειδική επετηρίδα και συγκεκριμένα δεν προβλέπει μέχρι ποιο βαθμό δύνανται να φτάνουν.

Ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα, προτέινουμε την υπηρεσιακή εξέλιξη των ανωτέρω μέχρι και την ανώτατη βαθμίδα της Δικαιοσύνης, καθώς ένας ενδεχόμενος περιορισμός της εξέλιξής τους ως το βαθμό του Προέδρου Πρωτοδικών θα ήταν αντισυνταγματικός και θα δημιουργούσε δικαστές δύο ταχυτήτων με τα ίδια μεν δικαιοδοτικά καθήκοντα αλλά με διαφορετική βαθμολογική εξέλιξη.

ΣΤ. ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΘΕΣΗΣ ΤΩΝ ΠΤΑΙΣΜΑΤΟΔΙΚΩΝ ΣΤΟ ΝΕΟ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΧΑΡΤΗ

Ως προς το ζήτημα αυτό, το παρόν σχέδιο νόμου ορίζει τη τύχη και τη θέση των νυν Πταισματοδικών, μόνο ως προς την περαίωση των εκκρεμών υποθέσεών τους, γεγονός το οποίο θεωρείται ελλιπές και εσφαλμένο.

Η λύση που προτέινουμε είναι και αυτή που ήδη σας έχουμε παρουσιάσει με σχετικές κατατεθειμένες προτάσεις μας και τις επαναφέρουμε εδώ συνοπτικά.

Συγκεκριμένα, προτείνουμε τα εξής:

1ο σχέδιο: Σύσταση ανακριτικού σώματος Α. ΣΥΣΤΑΣΗ ΑΝΑΚΡΙΤΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ

Το ανακριτικό σώμα είναι το σώμα της Δικαιοσύνης, το οποίο εκτελεί την προανάκριση, την προκαταρτική εξέταση και την κύρια ανάκριση. Οι δικαστικοί λειτουργοί του Σώματος αυτού εκτελούν αποκλειστικά ανακριτικά καθήκοντα.

Οι βαθμοί υπηρεσιακής εξέλιξης των ανακριτών είναι οι εξής, κατά χρονολογική σειρά από χρόνο εισόδου στο Σώμα και εξόδου από αυτό: α) Δόκιμος Ανακριτής Δ’ Τάξης, β) Ανακριτής Δ’ Τάξης, γ) Ανακριτής Γ’ Τάξης, δ) Ανακριτής Β’ Τάξης και ε) Ανακριτής Α’ Τάξης.

Ο δόκιμος Ανακριτής Δ’ Τάξης γίνεται Ανακριτής Δ’ Τάξης με την πάροδο δύο ετών από την είσοδό του στο δικαστικό σώμα. Ο Ανακριτής Δ’ Τάξης προάγεται σε στο βαθμό του Ανακριτή Γ’ τάξης με τη συμπλήρωση στον βαθμό αυτό τεσσάρων ετών, συμπεριλαμβανομένου του χρόνου της δοκιμαστικής του υπηρεσίας.

Β. ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΑΝΑΚΡΙΤΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ

Οι ανακριτές Δ’ και Γ’ Τάξης εκτελούν τα καθήκοντα της προανάκρισης και της προκαταρτικής εξετάσεως, ενώ οι ανακριτές Β’ και Α’ τάξης εκτελούν το έργο της κύριας ανακρίσεως. Οι δόκιμοι ανακριτές Δ’ Τάξης εκτελούν την άσκησή τους στα νέα καθήκοντα, επικουρώντας το έργο των ανακριτών Δ’ και Γ τάξης.

2ο σχέδιο (εναλλακτικό): Θεσμοθέτηση θέσης πταισματοδίκη σε κάθε Πρωτοδικείο Α. ΘΕΣΜΟΘΕΤΗΣΗ ΘΕΣΗΣ ΠΤΑΙΣΜΑΤΟΔΙΚΗ

Σε περίπτωση που το 1ο σχέδιο δεν γίνει δεκτό, προτείνεται η δια νόμου σύσταση θέσης Πταισματοδίκη σε κάθε Πρωτοδικείο, θέση η οποία θα κατέχει ο Πταισματοδίκης για πέντε έτη αρχομένης από την έναρξη του νέου δικαστικού χάρτη και θα τοποθετείται ως Πταισματοδίκης δικαστικός λειτουργός προερχόμενος από το πρώην Σώμα των Ειρηνοδικών με απόφαση του Προέδρου Πρωτοδικών του εκάστοτε Πρωτοδικείου.

Οι εν ενεργεία Πταισματοδίκες θα συνεχίσουν αυτόματα να διατελούν χρέη Πταισματοδίκη κατά την έναρξη ισχύος του νέου δικαστικού χάρτη και για ακόμα πέντε συναπτά έτη, οπότε και με απόφαση του Προέδρου Πρωτοδικών εκάστοτε Πρωτοδικείου θα εναλλαχθούν από έτερους δικαστικούς λειτουργούς, προερχόμενους από το πρώην Σώμα των Ειρηνοδικών. Η αντικατάσταση ενός δικαστικού λειτουργού στη θέση Πταισματοδίκη, κατά τη λήξη της πενταετούς θητείας του στη θέση αυτή δεν είναι υποχρεωτική, αλλά δύναται η θητεία του να ανανεωθεί με απόφαση του Προέδρου Πρωτοδικών του εκάστοτε Πρωτοδικείου. Η απόφαση του Προέδρου Πρωτοδικών του εκάστοτε Πρωτοδικείου περί της κάλυψης της θέσης του Πταισματοδίκη λαμβάνεται αφού εκδηλώσουν ενδιαφέρον οι δικαστικοί λειτουργοί, που το επιθυμούν.

Τα Πταισματοδικεία θα λειτουργούν μόνο στον κεντρικό σχηματισμό του Πρωτοδικείου στην έδρα αυτού και όχι σε κάθε περιφερειακό σχηματισμό (για παράδειγμα μόνο στο Πρωτοδικείο Κω και όχι στο Περιφερειακό Πρωτοδικείο Καλύμνου).

Β. ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΠΤΑΙΣΜΑΤΟΔΙΚΗ

Οι αρμοδιότητες του Πταισματοδίκη θα είναι οι εξής:

Α) άσκηση προανακριτικών καθηκόντων (προκαταρτική εξέταση, προανάκριση)

Β) προανακριτικά καθήκοντα με ειδικές γνώσεις, όπως για παράδειγμα το ηλεκτρονικό έγκλημα και τις εν γένει νέες μορφές αδικημάτων

Γ) παρουσία τους σε κατ’ οίκον έρευνες με την αστυνομία

Δ) εκδίκαση υποθέσεων Μονομελούς Πλημμελειοδικείου και

Ε) συμμετοχή στη σύνθεση Τριμελούς Πλημμελειοδικείου.

*ΑΦΡΟΔΙΤΗ  ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΥ

*ΠΑΝΟΣ ΒΑΣΤΑΡΟΥΧΑΣ

*Αναπληρωματικά μέλη του Δ.Σ. της ΕΝ.Δ.Ε.

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr