Αικατερίνη Μάτση: Καθυστέρηση στην απονομή της Δικαιοσύνης. Ποιος φταίει;
Στη κορυφή της πυραμίδας των αιτιών της καθυστέρησης βρίσκονται και τα παρελκυστικά αιτήματα αναβολών, τις δυσμενείς επιπτώσεις των οποίων να μην μπορούν ή να μη θέλουν κάποιοι να αντιληφθούν.
Κάθε φορά που η πολιτεία βρίσκεται αντιμέτωπη, με τα γιγαντιαία προβλήματα στο χώρο της δικαιοσύνης, θυμάται ότι για όλες τις παθογένειες ευθύνεται η βάση του δικαστικού σώματος. Είναι μια πολύ βολική στάση, η οποία πάντοτε βρίσκει υποστηρικτές σε πρόσωπα που η ημιμάθεια τους στα θέματα που αφορούν τη δικαιοσύνη είναι σχεδόν κραυγαλέα, ενώ έχει σταθερά ως αρωγούς διάφορους δημοσιογραφικούς κύκλους, που θυμούνται ανά τακτά χρονικά διαστήματα να διαμαρτύρονται εντόνως για την “απαράδεκτη κατάσταση”, να αφορίζουν όλους τους εφαρμοστές του δικαίου συλλήβδην και να απαιτούν άμεσα ρηξικέλευθες μεταρρυθμίσεις, προκειμένου να σταματήσει ο κατήφορος της καθυστέρησης των δικαστών που αγγίζει τα όρια της αρνησιδικίας, διασκεδάζοντας μάλιστα τις εντυπώσεις περί προκλητικά παχυλών μισθών αυτών, οι οποίοι δουλεύουν λίγο και ξεκουράζονται πολύ. Ενδεικτικά ας θυμηθούμε μόνο το τελευταίο χρονικό διάστημα, τις βολές με αφορμή την περιστολή των δικαστικών διακοπών λόγω της πανδημίας, όπου πληθώρα δημοσιευμάτων έκαναν λόγο για δήθεν απαίτηση των δικαστών να ξεκουραστούν το καλοκαίρι, ενώ οι πολίτες αγωνιούν πέραν της υγείας τους και για την οικονομική ύφεση που θα αντιμετωπίσει η χώρα από την αναστολή της παραγωγικής διαδικασίας λόγω της πανδημίας, τις βολές με αφορμή την εξάντληση του ανώτατου ορίου προσωρινής κράτησης κατηγορουμένων για υποθέσεις που είχαν αντίκτυπο στη κοινή γνώμη, όπου και πάλι κάποιοι πρόθυμοι περιφέρονταν ισχυριζόμενοι πως η “κοινή γνώμη” εξεγείρεται με την “οκνηρία” των δικαστικών λειτουργών και φυσικά βολές για τις αλλεπάλληλες αναβολές στις ποινικές δίκες, με τις υποθέσεις που χρονίζουν χωρίς να έχουν δικαστεί ούτε στο πρώτο βαθμό, με κίνδυνο παραγραφής των υποθέσεων και καταδίκης μας από το ΕΔΔΑ για παραβίαση της αρχής της δίκαιης δίκης. Και βέβαια ως κορωνίδα της κακεντρεχούς κριτικής αναφέρεται το τελευταίο διάστημα η επιστημονική μας ανεπάρκεια, χρησιμοποιώντας ως απόδειξη της απόλυτης αλήθειας τους την οριστική παύση ενός αριθμού δικαστών και εισαγγελέων λόγω καθυστέρησης, αποκρύπτοντας βέβαια πως ο αριθμός των οριστικά παυθέντων είναι εξαιρετικά μικρός σε σχέση με το σύνολο των δικαστικών λειτουργών, και σημαντικά κατώτερος σε σχέση με αντίστοιχα φαινόμενα σε άλλους επαγγελματικούς χώρους.
H χρονική συγκυρία δεν είναι καθόλου τυχαία, αφού με τις διατάξεις του υπό ψήφιση ΚΟΔΚΔΛ, επιδιώκεται η περαιτέρω εντατικοποίηση της εργασίας μας υπό το βάρος των δυσμενών στατιστικών στοιχείων, και έτσι γίνεται βολική και επίκαιρη η ανάδειξη της δήθεν επιτακτικής ανάγκης να μην υπάρχει καμία ανοχή στη καθυστέρηση, αποσιωπώντας βέβαια ότι ο μέσος Έλληνας δικαστικός λειτουργός χειρίζεται πολλαπλάσιο αριθμό υποθέσεων από τον αντίστοιχο συνάδελφο του άλλων ευρωπαϊκών χωρών και επομένως ο χαρακτηρισμός περί αδικαιολόγητης καθυστέρησης θα πρέπει να συνοδεύεται και από ένα ποσοτικό όριο ανά υπηρετούντα.
Είναι γνωστό ότι διαχρονικά η εύκολη λύση για να εξηγηθεί η παθογένεια ενός φαινομένου είναι η εύρεση ενός αποδιοπομπαίου τράγου που θα αναλάβει την ευθύνη. Όμως, εάν το ζήτημα παύσει να αποτελεί αντικείμενο εκλαϊκευμένων συζητήσεων και αναζητηθούν οι πραγματικές του αιτίες, τα συμπεράσματα που θα προκύψουν θα είναι τελείως διαφορετικά. Όταν ο αριθμός των υποθέσεων διογκώνεται και αυτές γίνονται ολοένα πιο πολύπλοκες, όταν οι δικαστικοί λειτουργοί τις περισσότερες φορές δεν έχουν ούτε την στοιχειώδη γραμματειακή υποστήριξη και όταν διαχρονικά παρατηρείται η απογύμνωση του συστήματος απονομής της δικαιοσύνης από θεσμούς απολύτως αναγκαίους για την εύρυθμη λειτουργία της όπως η σύσταση δικαστικής αστυνομίας, με αποτέλεσμα οι δικαστικές και εισαγγελικές αρχές να στερούνται κάθε δυνατότητας ευελιξίας και αυτάρκειας, τότε προφανώς η ευθύνη είναι πολυπαραγοντική.
Στη κορυφή της πυραμίδας των αιτιών της καθυστέρησης άλλωστε βρίσκονται και τα παρελκυστικά αιτήματα αναβολών, τις δυσμενείς επιπτώσεις των οποίων να μην μπορούν ή να μη θέλουν κάποιοι να αντιληφθούν. Αποκορύφωμα αυτής της στρεβλής αντίληψης, ήταν το πρόσφατο περιστατικό της στοχοποίησης συναδέλφων που απέρριψαν αίτημα αναβολής σε ποινική δίκη λόγω κωλύματος στο πρόσωπο του συνηγόρου υπεράσπισης, γεγονός που αποτέλεσε την αφορμή ώστε η ΕνΔΕ με ανακοίνωση της, να καταστήσει σαφές ότι δεν είναι δικονομικά αμάχητο τεκμήριο η αναπόδεικτη δήλωση του δικηγόρου ότι έχει άλλη απασχόληση. Ιδίως όταν είναι γνωστό σε όλους, ότι η συντριπτική πλειοψηφία των αναβολών στις ποινικές δίκες οφείλεται σε κώλυμα στο πρόσωπο του συνηγόρου υπεράσπισης, γεγονός που σε συνδυασμό με την κατάχρηση του δικονομικού χρόνου από τους διαδίκους και την έλλειψη αιθουσών στα δικαστικά μέγαρα, έχει σαν συνέπεια τη συσσώρευση όλο και περισσότερων εκκρεμών υποθέσεων. Η ειλικρινής βούληση του νομοθέτη να περιοριστεί αυτό το φαινόμενο μπορεί να υλοποιηθεί με μία γενναία νομοθετική ρύθμιση που θα θέτει αριθμητικό περιορισμό στις αναβολές για τον παραπάνω λόγο και θα ανοίξει τον δρόμο για την οριστική εκδίκαση πληθώρας εκκρεμών ποινικών υποθέσεων.
Από τις παραπάνω ενδεικτικές επισημάνσεις φαίνεται πως η λύση δεν είναι η συλλήβδην απαξίωση της Δικαιοσύνης με την επιπόλαιη και ρηχή υιοθέτηση της άποψης ότι για όλα φταίνε οι δικαστές, αλλά η συνειδητοποίηση πως όλοι οι υπηρετούντες αυτήν, αφενός θα πρέπει να κάνουμε την αυτοκριτική μας, αφετέρου, αφήνοντας στην άκρη μικροσυντεχνιακά συμφέροντα και κορώνες, να δημιουργήσουμε ένα πλαίσιο γόνιμης συνεργασίας, χωρίς αποκλεισμούς και αλληλοκατηγορίες.
Στις εκλογές αυτές της Ένωσης θα πρέπει να αναδειχθεί ένα διοικητικό συμβούλιο, το οποίο θα μπορεί να αλληλεπιδράσει με τη κοινωνία και να συζητήσει με τους θεσμούς, καθιστώντας σαφές ότι ένα σύγχρονο κράτος δικαίου οφείλει να επενδύσει στη στελέχωση και στις υποδομές της Δικαιοσύνης. Προς αυτή την κατεύθυνση θα ήθελα συμβάλω κι εγώ, στο πλαίσιο κοινής δράσης με τους άλλους συνυποψήφιους της ομάδας μου, με μοναδικό στόχο, όπως και κατά την προηγούμενη θητεία μου, τον επαναπροσδιορισμό του συνδικαλιστικού θεσμού μέσα από την έντιμη αντιμετώπιση των ζητημάτων, χωρίς δεύτερες σκέψεις και προσωπικά κίνητρα.
* Η Αικατερίνη Μάτση είναι Αντεισαγγελέας Εφετών και Αντιπρόεδρος Β’ της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Κωνσταντίνος Δούβλης: Η αξία της εμπνευσμένης ηγεσίας στη Δημόσια Τάξη Ζίνα Προδρόμου: Banks και tanks – Διεθνής νομιμότητα και οικονομία Μαρία Ντούμα: Κλειστές πόρτες Αντώνης Αργυρός: Η πρώτη προσπάθεια το 1836!Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr