Αντώνης Μαρκούλης: Δονκιχωτισμός και αυτός όψιμος
Με τους νέους Κώδικες επήλθε σχετικός εναρμονισμός αυτών με το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ενώ τα νέα νομοθετικά κείμενα λάμβαναν υπόψη την αρχή της αναλογικότητας και την αρχή της επιείκειας.
Με αφορμή τις τηλεπαρουσίες έγκριτων συναδέλφων νομικών, που διεκδίκησαν για τον εαυτό τους τις δάφνες της υπεράσπισης του Απόστολου Λύτρα σε σχέση με τη μέχρι σήμερα ποινική του μεταχείριση, νομίζω ότι είναι αναγκαίο να θέσω στον δημόσιο διάλογο κάποιες σκέψεις.
Η ισχύς του νέου Ποινικού Κώδικα και του νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας από το έτος 2019 ήταν πραγματικά μία αναγκαία τομή, καθώς τα αντίστοιχα αρχικά βασικά νομοθετήματα που έφεραν χρόνο ισχύος από το έτος 1950 και λειτούργησαν, πλην εξαιρέσεων, υποδειγματικά, σταδιακά μετατράπηκαν και για διαφορετικούς λόγους με νομοθετικές παρεμβάσεις διάφορων κοινοβουλευτικών περιόδων σε νομοθετήματα που μέσα από τον πληθωρισμό απειλούμενων και επιβαλλόμενων ποινών παραβίαζαν πρωτίστως την αρχή της αναλογικότητας αναφορικά με την αξιολόγηση των προστατευόμενων έννομων αγαθών.
Έτσι, με τους νέους Κώδικες επήλθε σχετικός εναρμονισμός αυτών με το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ενώ τα νέα νομοθετικά κείμενα λάμβαναν υπόψη την αρχή της αναλογικότητας και την αρχή της επιείκειας.
Χρήζει ειδικής αναφοράς το γεγονός ότι αυτά τα νομοθετήματα, έτυχαν επεξεργασίας και ήταν έτοιμα να κατατεθούν ως νομοσχέδια τουλάχιστον από το έτος 2010.
Με αυτήν την νομοθετική παρέμβαση, ουσιαστικά δεν απεμπολήθηκε το δικαίωμα των λειτουργών της δικαιοσύνης να κρίνουν ακόμη και με αυστηρό τρόπο είτε επί της ενοχής είτε επί της ποινής αλλά πάντα λαμβάνοντας υπόψη την αρχή της αναλογικότητας και τη συνταγματική επιταγή της ειδικής και επαρκούς αιτιολογίας των δικαστικών κρίσεων.
Αυτή καθαυτή η νομοθετική παρέμβαση ουσιαστικά ενδυνάμωσε την εσωτερική ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, καθώς ο επιεικής δικαστής δεν τελούσε υπό το ενδεχόμενο του εσωτερικού ελέγχου.
Σημειώνω ότι οι Κώδικες αυτοί, λαμβάνοντας υπόψη και ειδικούς ποινικούς νόμους που παράλληλα ήταν σε ισχύ, με υποδειγματικό τρόπο ρύθμισαν και επιμέρους συμπεριφορές (ενδεικτικά αναφέρω τις παράλληλες διατάξεις που αφορούσαν την ενδοοικογενειακή βία).
Μετά την εφαρμογή των κωδίκων επισυνέβησαν διάφορες νομοθετικές παρεμβάσεις που αλλοίωσαν μερικά από τα κύρια χαρακτηριστικά αυτών των νομοθετημάτων.
Πολλές φορές, δυστυχώς, και από έγκριτους νομικούς, διατυπώνονταν αιτήματα περί αυστηροποίησης των ποινών, αιτήματα που -τις περισσότερες φορές- τυγχάνουν της αποδοχής και της υποστήριξης της κοινωνικής πλειοψηφίας.
Το αίτημα «οι ύποπτοι στην πυρά», φαινομενικά δίκαιο, ανταποκρινόμενο απόλυτα σε μία ευρεία κοινωνική απαίτηση, που όμως δεν είχε υπόψη της, και δε θα μπορούσε να έχει, όλα τα δεδομένα για τη διαμόρφωση πλήρους δικανικής εικόνας, οδήγησε στην παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας και εν τέλει στη μετάλλαξη της δημοκρατίας από φιλελεύθερη σε αυταρχική.
Φτάνοντας στο νέο status σήμερα πλέον και μετά την ισχύ των νέων Κωδίκων παρατηρείται το φαινόμενο δικηγόροι, μέλη του μεγαλύτερου Δικηγορικού Συλλόγου της Χώρας, να διαγκωνίζονται για το ότι είναι οι μοναδικοί που υπερασπίσθηκαν τον Απόστολο Λύτρα όσον αφορά την ποινική δικονομική του μεταχείριση.
Βεβαίως θα πρέπει στο σημείο αυτό να σημειώσω ότι στη δικαστική πραγματικότητα δεν υπάρχει μόνο ο Λύτρας αλλά όλοι ανεξαιρέτως οι πολίτες αυτής της χώρας.
Νομίζω ότι έχει χαθεί το αιτούμενο καθώς πλέον στις συνέπειες ισχύος των νέων κωδίκων περιλαμβάνεται και η διαπίστωση ότι ο νομικός μας πολιτισμός έχει υποχωρήσει.
Και με τις προαναγγελθείσες αλλαγές έπεται συνέχεια.
Οι συνάδελφοι που επαίρονται για τη μοναδικότητά τους ας μάθουν, λοιπόν, ότι δεν είναι οι μόνοι ούτε είναι μόνοι. Δεν είναι Δον Κιχώτηδες. Αρχικά και πολύ καιρό πριν από αυτούς, περίπου 30 περιφερειακοί Δικηγορικοί Σύλλογοι της Χώρας και σήμερα, προφανώς, λιγότεροι εξακολουθούν και απέχουν από τα καθήκοντά τους για τους ήδη ψηφισθέντες και σε ισχύ Κώδικες.
Περιφερειακοί Δικηγορικοί Σύλλογοι που οι διοικήσεις τους γνωρίζουν ότι το τίμημα για τα μέλη τους είναι βαρύ. Αλλά ξέρουν και να αντιστέκονται.
Αποτελεί τιμή μου να αποτελώ μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Βέροιας και δημόσια αποδίδω τα εύσημα στη διοίκηση του αλλά και στη διοίκηση των άλλων περιφερειακών Συλλόγων, που, από τη πρώτη στιγμή, έδειξαν τα αντανακλαστικά και αντιδρούν στην κυβερνητική επιλογή για μία άλλη νέα αυταρχική δημοκρατία.
Στον αγώνα αυτόν δεν θα μπορούσα να παραλείψω και μία αναφορά στα συνδικαλιστικά όργανα – δικαστικές ενώσεις, που αποδεικνύεται ότι και ξέρουν και θέλουν και μπορούν να υπερασπιστούν τον δικαστικό κλάδο στο σύνολό του σε θέματα που έχουν να κάνουν με την προσβολή της εσωτερικής ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης.
*του Αντώνη Μαρκούλη, Δικηγόρου παρ’ Αρείω Πάγω, Διορισμένου στο Πρωτοδικείο Βέροιας
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Αγγ. Παπαπαναγιώτου-Λέζα: Η μετάβαση της Διοικητικής Δικαιοσύνης στην ψηφιακή εποχή-H ένταξη των Διοικητικών Δικαστηρίων στο Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης Δικαστικών Υποθέσεων της Διοικητικής Δικαιοσύνης Μάρθα Θώμου: Περιβάλλον – Κοινό περί δικαίου (συν)αίσθημα vs Κράτος Δικαίου Αλέξανδρος Μαντζούτσος: Πότε πρέπει να επιβάλλεται οριστική παύση από το δικηγορικό λειτούργημα Παντελής Μποροδήμος: Ένα παράθυρο για τη Δικαιοσύνη Μαρία Ντούμα: Οικογενειακά δικαστήρια μία… ξεχασμένη ιστορίαΑκολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr