Χαράλαμπος Σπυρόπουλος: Τροποποιώντας τις τροποποιήσεις
Πόσο οξύμωρο είναι να ψηφίζονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα νόμοι με απώτερο σκοπό την αποσυμφόρηση των σωφρονιστικών μας καταστημάτων.
Καθημερινό θέμα προβληματισμού όλων όσων παροικούν την ποινική επιστήμη είναι η συχνότητα και το πλήθος των τροποποιήσεων που έλαβαν χώρα τα τελευταία δύο χρόνια στον κώδικα ποινικής δικονομίας αλλά και στον ποινικό μας κώδικα. Τον Σεπτέμβριο του 2019, δύο μόλις μήνες μετά τις τροποποιήσεις που υπήρξαν στον Ποινικό Κώδικα σύμφωνα με τον ν.4619/2019, είχα επισημάνει σε άρθρο μου, το οποίο φιλοξενήθηκε στο dikastiko.gr (δημοσίευση 5-9-2019) για την ΄΄κερκόπορτα΄΄ της διάρρηξης στο αδίκημα της πλημμεληματικής κλοπής αποτελώντας ουσιαστικά επιβαρυντική περίσταση χρήζοντας ιδιαίτερης προσοχής στην εφαρμογή της εν λόγω διάταξης και προ ολίγων ημερών με τον ν.4855/2021 η επίμαχη διάταξη καταργήθηκε αναφορικά με την διάρρηξη ως επιβαρυντική περίσταση στο άρθρο 372 του Ποινικού μας Κώδικα. Μία διάταξη που σε πρώτη ανάγνωση φαινόταν ορθή και νομικά απολύτως άρτια αλλά δημιουργούσε ανισορροπίες στην εφαρμογή της. Σήμερα μελετώντας τις διατάξεις του ν. 4855/2021 που έλαβαν χώρα πριν λίγες ημέρες το ίδιο προβληματίζομαι με την τροποποίηση του άρθρου 497 του κώδικα ποινικής μας δικονομίας και συγκεκριμένα του άρθρου 2, δυνάμει του οποίου πλέον σε αποφάσεις ακόμη και πλημμεληματικού χαρακτήρα και συγκεκριμένα σε ποινές κάτω των τριών ετών το δικαστήριο μπορεί να μην χορηγήσει ανασταλτικό χαρακτήρα στην εμπροθέσμως ασκηθείσα έφεση από τον κατηγορούμενο αιτιολογώντας ειδικά την απόφασή του, ενώ μέχρι πρότινος (άρθρο 497 παρ. 2 ν. 4620/2019) οριζόταν ότι αν: ΄΄με την καταδικαστική απόφαση επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης έως τριών ετών, η έφεση έχει αυτοδικαίως ανασταλτικό αποτέλεσμα
Αν σήμερον συλληφθεί για παράδειγμα ο Α για απάτη ή υπεξαίρεση σε βαθμό πλημμελήματος και καταδικασθεί σε ποινή φυλάκισης 20 μηνών θα είναι νομικά και δικονομικά δυνατό να κρατηθεί προκειμένου να εκτίσει την πρωτοδίκως επιβληθείσα ποινή του λόγω μη χορήγησης ανασταλτικού χαρακτήρα στην ασκηθείσα έφεσή του με ειδική αιτιολογία στην απόφαση. Είναι με μαθηματική ακρίβεια βέβαιο ότι στα μεγάλα πρωτοδικεία (π.χ Αθήνας, Θεσσαλονίκης) όταν θα εκδικάζεται η έφεση του ανωτέρω (χάριν παραδείγματος Α) θα έχει εκτίσει την ποινή του. Αν αναλογιστούμε ότι στο Πρωτοδικείο Αθηνών δικάζουν καθημερινά 9 Μονομελή Πλημμελειοδικεία, 3 Αυτόφωρα Μονομελή Πλημμελειοδικεία, 10 Τριμελή Πλημμελειοδικεία και 1 Αυτόφωρο Τριμελές γίνεται απόλυτα αντιληπτό για πόσο μεγάλο όγκο υποθέσεων μιλάμε. Ο προβληματισμός μου υπερθεματίζεται και από το γεγονός της έλλειψης δικονομικών προϋποθέσεων προκειμένου να παρέχεται η δυνατότητα της μη χορήγησης ανασταλτικού χαρακτήρα σε εμπροθέσμως ασκηθείσα έφεση για ποινή κάτω των τριών ετών. Δικονομική προϋπόθεση που θα ορίζεται ρητά στην παράγραφο 2 του άρθρου 497 κπδ θα μπορούσε να είναι η εγγραφή στο ποινικό μητρώο του καταδικασθέντος καταδικαστικών αποφάσεων για αντίστοιχη – ομοειδή πράξη. Αναφέρομαι σε ποινικό μητρώο στο οποίο εγγράφονται αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις και βεβαίως όχι στο δελτίο εγκληματικότητας στο οποίο μπορεί να υπάρχει κάποια σήμανση αλλά ο φερόμενος ως κατηγορούμενος να έχει αθωωθεί. Μία άλλη δικονομική προϋπόθεση θα μπορούσε να είναι η ποινή για την οποία δεν χορηγήθηκε ανασταλτικός χαρακτήρας στην ασκηθείσα έφεση να επιβλήθηκε για πράξη που έλαβε χώρα σε χρονικό διάστημα που ο καταδικασθείς βρισκόταν σε υφ΄ όρον απόλυση (χρόνος δοκιμασίας).
Πόσο οξύμωρο είναι να ψηφίζονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα νόμοι με απώτερο σκοπό την αποσυμφόρηση των σωφρονιστικών μας καταστημάτων, ειδικά για ποινές έως πέντε έτη, και με την νέα διάταξη του άρθρου 497 παρ.2 κ.π.δ να φυλακίζονται πρωτοδίκως καταδικασθέντες για ποινές κάτω των τριών ετών.
* Χαράλαμπος Σπυρόπουλος, Δικηγόρος Αθηνών
Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr