Χρήστος Θεοδωρόπουλος: Οι επιπτώσεις της κρίσης του κορωνοϊού στις διαρκείς συμβάσεις και η αναπροσαρμογή των ενόχων στο προσήκον μέτρο
Του Χρήστου Θεοδωρόπουλου*
Η πρωτοφανούς έντασης πανδημία του κορωνοϊού έχει ήδη οδηγήσει την Κυβέρνηση στην έκδοσητριών (3) Π.Ν.Π. (Π.Ν.Π. 11/3/2020 (Φ.Ε.Κ. Α’ 55) («Κατεπείγοντα μέτρα αντιμετώπισης των αρνητικών συνεπειών της εμφάνισης του κορωνοϊούCOVID-19 και της ανάγκης περιορισμού της διάδοσής του», Π.Ν.Π. της 14/3/2020 (Φ.Ε.Κ. Α’ 64) «Κατεπείγοντα μέτρα αντιμετώπισης της ανάγκης περιορισμού της διασποράς του κορωνοϊούCOVID-19» και Π.Ν.Π. της 20/3/2020 (Φ.Ε.Κ. Α’ 68) «Κατεπείγοντα μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεπειών του κινδύνου διασποράς του κορωνοϊούCOVID-19, τη στήριξη της κοινωνίας και της επιχειρηματικότητας και τη διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας της αγοράς και της δημόσιας διοίκησης»), της από 22/3/2020 (Φ.Ε.Κ. Β’ 986) Κοινής Υπουργικής Απόφασης των συναρμόδιων Υπουργών Προστασίας του Πολίτη, Υγείας και Εσωτερικών, δια της οποίας έχει επιβληθεί το μέτρο του προσωρινού περιορισμού της κυκλοφορίας των πολιτών χάριν αντιμετώπισης του κινδύνου διασποράς του κορωνοϊού COVID-19 και της από 28/3/2020 (Φ.Ε.Κ. Β’ 1078) Κοινής Υπουργικής Απόφασης των συναρμόδιων Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, η οποία εξειδικεύει τα μέτρα στήριξης εργαζομένων εργοδοτών-επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα. Η υγειονομική κρίση που βιώνουμε είναι δεδομένο ότι θα προκαλέσει ως θλιβερό απότοκο οικονομική ύφεση, τις διαστάσεις και το βάθος της οποίας επιχειρούν να αντιμετωπίσουν εν τη γενέσει της τα εξαγγελθέντα κυβερνητικά μέτρα που περιλαμβάνονται -κυρίως- στην Π.Ν.Π. της 20/3/2020. Εντεύθεν συνέπεια, δε, αυτής είναι πολλές διαρκείς ενοχικές συμβάσεις, οι οποίες συνήφθησαν πριν την εμφάνιση της πανδημίας του κορωνοϊού, να μην μπορούν να εκπληρωθούν προσηκόντως από τους υπόχρεους, της σχετικής αδυναμίας τους μη δυνάμενης να χαρακτηρισθεί ως υπαίτιας.
Ένα φαινόμενο, επομένως, που θα δούμε συχνά το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα είναι η καταφυγή του τελούντος σε αδυναμία προσήκουσας εκπλήρωσης της βαρυνούσης αυτόν ενοχής στις διατάξεις των άρθρων 388 και -επικουρικά- 288 ΑΚ. Τούτο, δε, σε ευρεία γκάμα διαρκών ενοχών, στις οποίες η παροχή εκπληρώνεται με συνεχείς πράξεις (δανειακές, μισθωτικές, εργατικές κ.λπ.συμβάσεις). Το άρθρο 388 ΑΚ, το οποίο κάνει λόγο για απρόοπτη μεταβολή των συνθηκών, παρέχει το διαπλαστικό δικαίωμα στον ένα από τους συμβαλλομένους σε αμφοτεροβαρή σύμβαση να ζητήσει από το Δικαστήριο την αναγωγή της οφειλόμενης παροχής στο προσήκον μέτρο ή -εναλλακτικά- ακόμα και τη λύση της σύμβασης εξ ολοκλήρου ή κατά το μη ήδη εκτελεσθέν μέρος της. Προϋποθέσεις ενεργοποίησης της συγκεκριμένης διάταξης είναι α) μεταβολή των περιστατικών, επί τη βάσει των οποίων κυρίως, ενόψει της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών, τα μέρη στήριξαν τη σύναψη της αμφοτεροβαρούς σύμβασης, β) η μεταβολή να είναι μεταγενέστερη της κατάρτισης της σύμβασης και να οφείλεται σε λόγους που ήταν έκτακτοι και μη δυνάμενοι να προβλεφθούν και γ) από την μεταβολή αυτή, η παροχή του οφειλέτη, ενόψει της αντιπαροχής, να καθίσταται υπέρμετρα επαχθής. Ως έκτακτα, δε και απρόβλεπτα περιστατικά, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 388 ΑΚ, είναι εκείνα που δεν επέρχονται κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων και προκαλούνται από ασυνήθιστα γεγονότα, φυσικά, πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά κ.λπ. Εξάλλου, μολονότι -κατά την κρατούσα νομολογία των ελληνικών Δικαστηρίων- η γενική οικονομική κρίση και η επιβολή μέτρων λιτότητας και δημοσιονομικών και φορολογικών μέτρων, που συνεπάγονται μείωση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών, δεν αποτελούν γεγονότα έκτακτα και απρόβλεπτα (υπό τον δικαιολογητικό λόγο ότι στην ελληνική οικονομία είναι από μακρόν συχνές και συνήθεις οι διακυμάνσεις της σταθερότητας (ΑΠ 1171/2004 ΕλλΔνη 46.157, ΕφΑθ 7313/2006 ΕλλΔνη 2006.295, ΕφΑθ 3627/1997 ΑρχΝ 1998.602, ΜονΠρΑθ 432/2012 Αρμ 2012.1392)), η όλως καινοφανής, μη δυνάμενη να προβλεφθεί ακόμα και υπό του πλέον επιμελούς συμβαλλομένου και κείμενη εκτός σφαίρας επιρροής ακόμα και του ίδιου του Κράτους κατάσταση της πανδημίας που βιώνουμε, η οποία θα παράξει -ενδεχομένως- δευτερογενώς οικονομική κρίση και αστάθεια, είναι εξαιρετικά απίθανο -καίτοι νομολογιακά αχαρτογράφητη- να μην αντιμετωπιστεί από τα ελληνικά Δικαστήρια ως απρόοπτη μεταβολή των συνθηκών, κατά την έννοια της ΑΚ 388.
Εξάλλου, επικουρικά και στην περίπτωση που το Δικαστήριο κρίνει ότι από τις ως άνω εκτιθέμενες προϋποθέσεις εφαρμογής της ΑΚ 388 δε συντρέχει εκείνη της απρόοπτης και ανυπαίτιας μεταβολής των συνθηκών, είναι επιτρεπτή για τον αδυνατούντα να εκπληρώσει προσηκόντως την βαρύνουσα αυτόν ενοχή η καταφυγή στη διάταξη του άρθρου 288 ΑΚ. Τούτο, δε, διότι, κατά την εν λόγω διάταξη, η οποία τυγχάνει εφαρμογής σε οιανδήποτε ενοχή, ασχέτως εάν αυτή απορρέει από σύμβαση ετεροβαρή ή αμφοτεροβαρή ή από άλλη δικαιοπραξία ή και από το Νόμο, ο οφειλέτης έχει υποχρέωση να εκπληρώσει την παροχή, όπως απαιτεί η καλή πίστη, αφού ληφθούν υπόψη και τα χρηστά συναλλακτικά ήθη. Η εν λόγω διάταξη παρέχει στο Δικαστή τη δυνατότητα, όταν, λόγω συνδρομής ειδικών συνθηκών και ανεξάρτητα από το υπαίτιο, έκτακτο και απρόβλεπτο των λόγων που προξένησαν την μεταβολή, η εμμονή στην εκπλήρωση της παροχής είναι αντίθετη προς την ευθύτητα και την εντιμότητα που επιβάλλονται στις συναλλαγές, να την επεκτείνει ή να την περιορίσει με βάση αντικειμενικά κριτήρια, κατά τις αντιλήψεις που κρατούν στις συναλλαγές, στο επίπεδο εκείνο που ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της συναλλακτικής πίστης (ΟλΑΠ 927/1992). Εξάλλου, ειδικές συνθήκες -κατά την έννοια της ΑΚ 288- μπορεί να αποτελέσουν -μεταξύ άλλων και- η μείωση της ζήτησης, η πτώση του τζίρου μιας επιχείρησης ή -πολλώ μάλλον- η επί μακρόν αναστολή της λειτουργίας της. Έτσι, το Δικαστήριο, αφού διαγνώσει ουσιώδη απόκλιση μεταξύ της οφειλόμενης ενοχής και εκείνης που θα μπορούσε να επιτευχθεί υπό συνθήκες ελεύθερης διαπραγμάτευσης, η οποία συνδέεται αιτιωδώς με τη μεταβολή των συνθηκών, δύναται να αναπροσαρμόσει (διαπλάσει) την ενοχή στο επίπεδο, το οποίο αίρει τη δυσαναλογία και αποκαθιστά τη διαταραχθείσα καλή πίστη. Ούτως ειπείν και το δικαίωμα που απορρέει από τη διάταξη της ΑΚ 288 για αναπροσαρμογή της ενοχής στο προσήκον μέτρο είναι διαπλαστικό και ενεργοποιείται από την επίδοση της σχετικής αγωγής και μελλοντικώς, χωρίς αναδρομικότητα (ΑΠ 588/1995 ΕΔΠ 1996, 114, ΑΠ 1427/1991 ΕΔΠ 1992, 105).
Συγκεφαλαιωτικά, οι παρενέργειες της πανδημίας του κορωνοϊού στη λειτουργία των επιχειρήσεων, οι οποίες έχουν ήδη αρχίσει να γίνονται αισθητές, θα γεννήσουν ανισορροπίες παροχής – αντιπαροχής σε ήδη συναφθείσες διαρκείς ενοχικές συμβάσεις και το αδυνατούν να εκπληρώσει την βαρύνουσα αυτό συμβατική υποχρέωση μέρος θα καταφύγει στις διατάξεις των ΑΚ 388 και 288, προκειμένου να άρει τη δυσαναλογία και να διαπλάσσει την ενοχή στο προσήκον μέτρο. Είναι, μάλιστα, αρκετά πιθανό -ενόψει αφενός του καινοφανούς της σοβούσης πανδημίας και αφετέρου της πρωτοφανούς έντασης αυτής- τα Δικαστήρια να κάνουν δεκτή ως νομική βάση των ασκηθησομένων αγωγών τη διάταξη της ΑΚ 388, χωρίς καν να καταφεύγουν στην εξέταση της επικουρικής βάσης της ΑΚ 288, σε αντίθεση με το πρόσφατο παρελθόν, κατά το οποίο η κρατούσα νομολογία δεν δεχόταν ότι η σφοδρής έντασης και μακρότατης διάρκειας οικονομική κρίση της εποχής των Μνημονίων, η οποία μετέβαλε ουσιωδώς το δικαιοπρακτικό έδρανο, επί του οποίου συνήφθη κάποια διαρκής ενοχική σύμβαση, στοιχειοθετούσε την έννοια των έκτακτων και μη δυνάμενων να προβλεφθούν λόγων.
Δικηγόρος, LL.M., ΜΔΕ, Πρόεδρος Περιφερειακού Συμβουλίου Αττικής*
Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr