Δημήτρης Αναστασόπουλος: Η «βρείτε τα στο ακροατήριο» Δικαιοσύνη

Οφείλουμε όμως ο καθένας μας, από όποιο μετερίζι βρισκόμαστε, να αγωνιζόμαστε για μια καλύτερη Δικαιοσύνη

NEWSROOM
Δημήτρης Αναστασόπουλος: Η «βρείτε τα στο ακροατήριο» Δικαιοσύνη

Η συζήτηση για τη βραδύτητα στην απονομή δικαιοσύνης στη χώρα μας είναι τόσο παλιά όσο σχεδόν και το νεοσύστατο ελληνικό κράτος. Συζητήσεις επί συζητήσεων, παρεμβάσεις επί παρεμβάσεων, άρθρα επί αρθρών, αλλά το καταραμένο το πρόβλημα παραμένει πάντα εκεί. Οι υπαίτιοι γνωστοί: οι δικομανείς πολίτες, η έλλειψη υποδομών, η πολυνομία, οι δικηγόροι. Και να οι νέοι νόμοι για την επιτάχυνση της δικαιοσύνης ξανά και ξανά. Που όμως εν τέλει δε λύνουν το πρόβλημα, το στοιχειωμένο πρόβλημα. Αντιθέτως, το ανακυκλώνουν. 

Προφανώς, λοιπόν, ούτε ο γράφων έχω τη μαγική λύση, πολλώ δε μάλλον το μαγικό ραβδί. Άλλωστε, έχω από ετών υποστηρίξει, επανειλημμένως, ότι κάποια λύση μπορεί να δοθεί μόνο αν κάτσουμε όλοι στο ίδιο τραπέζι, όλοι οι παράγοντες της δικαιοσύνης (δικηγόροι, δικαστές, υπάλληλοι, κυβέρνηση, ακαδημαϊκοί, όλοι) και κάνουμε έναν ειλικρινή, όσο γίνεται, διάλογο, κάνοντας όλοι μισό έστω βήμα πίσω από τις «κόκκινες γραμμές» μας. Έτσι ίσως λύσουμε κάποια προβλήματα. Όχι όλα, σίγουρα όμως κάποια. 

Σήμερα, όμως, και ενόσω ο χώρος της Δικαιοσύνης λιμνάζει, δεν επιδιώκω να προτείνω ξανά κάποιες λύσεις. Αλλά να προσθέσω στο κάδρο των ευθυνών εκείνους που σπάνια τοποθετούνται σε αυτό. Τους δικαστές και τους Εισαγγελείς. Όχι βεβαίως όλους, ούτε καν τους περισσότερους, αλλά κάποιους εξ αυτών. Άλλωστε όπως υπάρχουν κακοί δικηγόροι υπάρχουν και κακοί δικαστές. Μπορούμε να το πούμε αυτό χωρίς αναστολές. Με τη μόνη διαφορά ότι άλλες συνέπειες στο σύστημα απονομής δικαιοσύνης έχει ένας δικηγόρος που δεν κάνει καλά τη δουλειά του από έναν δικαστή που δεν κάνει καλά τη δουλειά του. Ένας δικηγόρος που δεν κάνει καλά τη δουλειά του μπορεί να βλάψει τον εντολέα του, αλλά βλάπτει εμμέσως, αργά ή γρήγορα, και τον εαυτό του. Η «αγορά» θα τον κρατήσει πίσω. Όμως ένας δικαστής που δεν κάνει καλά τη δουλειά του επιβαρύνει υπέρμετρα τη Δικαιοσύνη, τόσο σε ό,τι αφορά τους χρόνους απονομής της όσο και σε ό,τι αφορά το κύρος της και την εμπιστοσύνη των πολιτών σε αυτή. Και μάλιστα, εν αντιθέσει με τον δικηγόρο, χωρίς καθόλου να βλάπτει τον εαυτό του, αφού παραμένει αμετακίνητος, με τις ίδιες απολαβές κάθε μήνα, κάθε χρόνο, ως πρέπει βεβαίως. Αρκεί να κάνει καλά τη δουλειά του!

Πότε, όμως, ένας δικαστής, ή ένας εισαγγελέας, δεν κάνει καλά τη δουλειά του; Μόνο όταν καθυστερεί υπερβολικά στην έκδοση αποφάσεων; Αυτό είναι βεβαίως ένα βασικό κριτήριο. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Ένας δικαστής δεν κάνει καλά τη δουλειά του και όταν εξόφθαλμα σφάλει στην κρίση του. Όταν αντί να αναζητήσει την ουσιαστική αλήθεια, και να διαχωρίσει την ήρα από το στάρι, «τσουβαλιάζει» κυριολεκτικά όλους τους κατηγορουμένους σε μια υπόθεση και τους στέλνει στο ακροατήριο. Ακόμα και στις περιπτώσεις εκείνες που είναι βέβαιο ότι η υπόθεση αυτή θα αποδομηθεί πλήρως στο ακροατήριο, τουλάχιστον για κάποιους εκ των κατηγορουμένων. Αδιαφορώντας για την ηθική και οικονομική υπέρμετρη επιβάρυνση που θα επιφέρει στους κατηγορουμένους αυτούς και για στις οικογένειες τους. Αδιαφορώντας για την περαιτέρω επιβάρυνση των δικαστηρίων και των δικαστικών υπηρεσιών, που θα αναλάβουν την εισαγωγή και εκδίκαση της υπόθεσης αυτής στο ακροατήριο. Που μπορεί να κρατήσει μήνες, ίσως και χρόνια. Αδιαφορώντας ακόμα και για τους συναδέλφους τους που θα επωμιστούν ένα ακόμα επιπλέον, αχρείαστο βάρος. Πόσες υποθέσεις δεν έχουμε δει να εκδικάζονται στο Εφετείο Αθηνών με το «τσουβάλιασμα» κυριολεκτικά δεκάδων κατηγορούμενων, χωρίς καμία διάκριση, ακόμα και με καταφανώς εσφαλμένα κατηγορητήρια, που εν τέλει αθωώνονται πανηγυρικά;  «Πάτε όλοι στο ακροατήριο και βρείτε τα εκεί», μια στρεβλή νοοτροπία με τόσο πολυεπίπεδες συνέπειες.

Και βεβαίως η ίδια νοοτροπία κάποιες φορές επικρατεί και στα πρωτόδικα Δικαστήρια, όπου ο δικαστής καίτοι αντιλαμβάνεται ότι πρέπει να οδηγηθεί σε αθωωτική κρίση εν τέλει προσχωρεί στο δόγμα «βρείτε τα στο Εφετείο». Με τις ίδιες βεβαίως αρνητικές συνέπειες. Και πάλι εδώ τα παραδείγματα πολλά.

Δεν είναι, όμως, μόνο αυτές οι περιπτώσεις που ο δικαστής δεν κάνει καλά τη δουλειά του. Είναι και εκείνες που ανεβαίνει στην έδρα χωρίς να έχει διαβάσει επαρκώς τις δικογραφίες που θα δικάσει, χωρίς να έχει προνοήσει για την ύπαρξη μεταφραστών ή συνηγόρων από τον κατάλογο νομικής βοήθειας, ενώ θα μπορούσε ευχερώς, χωρίς να έχει προνοήσει για τη μετάφραση εγγράφων που θα έπρεπε να μεταφραστούν, που καθυστερεί σημαντικά να ανέβει στην έδρα, χωρίς κανείς να μπορεί να του πει τίποτα, που διακόπτει πολύ περισσότερο από τον αναγκαίο χρόνο αναψυχής, που μπορεί να εκδικάζει μια σχετικά απλή υπόθεση για ώρες κλπ.

Δυστυχώς, οι περιπτώσεις αυτές δεν είναι λίγες. Δεν είναι βεβαίως ο κανόνας. Αλλά είναι τόσες ώστε να δημιουργείται σοβαρό ζήτημα στη λειτουργία της Δικαιοσύνης. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι ένα μέρος του δικαστικού σώματος διακατέχεται πλέον από μια νωθρή δημοσιοϋπαλληλική  νοοτροπία. Το βλέπουμε στις ανωτέρω περιπτώσεις, το βλέπουμε ακόμα και στο γεγονός ότι αποδέχονται να δικάζουν υπό συνθήκες και υποδομές τριτοκοσμικού κράτους. Κανείς δεν αντιδρά, κανείς δεν διαμαρτύρεται. Πάμε να κάνουμε τη δουλεία μας και να φύγουμε. Ακόμα και οι δικαστικές ενώσεις περιορίζονται σε συντεχνιακά ζητήματα. Εσχάτως, εδώ και κάποια χρόνια, και σε πολιτικά. Και έτσι μένουν μόνο οι δικηγόροι να φωνάζουν, ακόμα και για τα αυτονόητα. Και να τρέχουν να καλύψουν τρύπες του συστήματος, ακόμα και για τα αυτονόητα. Ναι, αυτοί οι κακοί οι δικηγόροι που τους φορτώνονται συχνά όλα τα δεινά της «εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσης» Δικαιοσύνης.

Ποια είναι η λύση; Η αξιολόγηση βεβαίως. Η σοβαρή αξιολόγηση. Θα το τολμήσει κάποτε η πολιτεία; Πολύ αμφιβάλλω. Θα το ζητήσουν ποτέ οι δικαστές; Αποκλείεται. Αν και θα ευνοούσε πρωτίστως τους ίδιους. Γιατί έτσι θα αναδεικνύονταν οι πολλοί καλοί δικαστές, που κάνουν ενσυνείδητα τη δουλειά τους, υπό δύσκολες συνθήκες. Μπορούμε να κάνουμε εμείς από πλευράς μας κάτι για αυτό; Να το επιδιώκουμε και να το απαιτούμε. Και ίσως να πάμε και ένα βήμα παραπέρα. Αναζητώντας πχ συγκεκριμένες ευθύνες, εκεί που έχουμε εξόφθαλμα λάθη. 

Δεν είμαι πολύ αισιόδοξος. Οφείλουμε όμως ο καθένας μας, από όποιο μετερίζι βρισκόμαστε, να αγωνιζόμαστε για μια καλύτερη Δικαιοσύνη. Γιατί αν δεν αξίζει να αγωνίζεσαι για αυτή, τότε για τι;

*Δημήτρης Αναστασόπουλος, Σύμβουλος ΔΣΑ, Επικεφαλής του Συνδυασμού «Με Το Δικηγόρο»

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr