Δημήτρης Παξινός: “Δικαστές: Η κοινωνία απαιτεί γενναιότητα”
Του Δημήτρη Παξινού* Πολλές φορές, ιδίως με την ιδιότητα του επί εννέα χρόνια Προέδρου του Δ.Σ.Α., έχω αρθρογραφήσει για θέματα που αφορούν στην Δικαιοσύνη, για τον τρόπο λειτουργίας της, τα συν και τα πλην, με σαφήνεια και λόγο καθαρό. Έχω αναφερθεί στην προσπάθεια μιας σημαντικής μερίδας λειτουργών της Δικαιοσύνης μέσα από πολλές δυσκολίες, να ανταπεξέλθουν […]
Του Δημήτρη Παξινού*
Πολλές φορές, ιδίως με την ιδιότητα του επί εννέα χρόνια Προέδρου του Δ.Σ.Α., έχω αρθρογραφήσει για θέματα που αφορούν στην Δικαιοσύνη, για τον τρόπο λειτουργίας της, τα συν και τα πλην, με σαφήνεια και λόγο καθαρό.
Έχω αναφερθεί στην προσπάθεια μιας σημαντικής μερίδας λειτουργών της Δικαιοσύνης μέσα από πολλές δυσκολίες, να ανταπεξέλθουν επιτυχώς στο έργο τους, να φανούν άξιοι της αποστολής τους.
Η θεσμική συνταγματική τους θωράκιση τους υποχρεώνει να είναι αμερόληπτοι, αδέκαστοι, υπακούοντας μόνο στο νόμο και την συνείδησή τους. Υπεράνω παθών πολιτικών ή άλλου είδους, απονέμουν Δικαιοσύνη, την πλέον υψηλή αρετή και αποτελούν τα πρότυπα σε μία κοινωνία που αποζητά με πάθος κι αυτή, την δικαίωσή της στον αγώνα που καταβάλει για την αποκατάσταση της ισορροπίας και την σωστή κλίση του ζυγού της Θέμιδας.
Το βέβαιο είναι ότι οι δικαστές πριν διατυπώσουν την έγγραφη απόφασή τους σε οποιαδήποτε υπόθεση, οφείλουν να εκδώσουν μια άλλη απόφαση, άγραφη μεν, βγαλμένη όμως από τα έγκατα της ψυχής τους με γνώμονα την αυτοκριτική, την αυτογνωσία.
Ο αληθινός δικαστής, θα εξετάσει και θα ερευνήσει με μεγάλη αυστηρότητα αν δεν έπραξε κατά φιλία, έχθρα, φόβο, ή κάποιο άλλο συναίσθημα ή συμφέρον, και μετά θα προχωρήσει προς την εκπλήρωση της μεγάλης αποστολής του, την απονομή της Δικαιοσύνης.
Πόσο συχνά συμβαίνει αυτό είναι δύσκολο να ειπωθεί κι ακόμη πιο δύσκολο να διακριβωθεί, δεδομένου ότι και η υπάρχουσα, διαμορφωθείσα, κουλτούρα περί δικαίου είναι προβληματική κι αυτή. Και πως μπορούσε να γίνει διαφορετικά όταν ψηφίζονται νόμοι στα μέτρα των ισχυρών, όταν η νομοθετική εξουσία, λειτουργεί, με τον τρόπο που λειτουργεί, επιλεκτικά και πολλές φορές με προχειρότητα, οδηγούσα σε πολυνομία-ανομία, αυτοαμφισβητούμενη και αυτοαναιρούμενη.
Όταν η εκτελεστική εξουσία, ίδια και απαράλλαχτη επί χρόνια, δείχνει με τρόπο ανενδοίαστο την εύνοιά της, στους λίγους αυτούς δικαστές που επίσης ανενδοίαστα σπεύδουν να ταυτισθούν με την κεντρική κυβερνητική επιλογή, εκδίδοντας αποφάσεις contra στο Σύνταγμα και τους νόμους, τότε εύλογα είναι να εμφιλοχωρεί η καχυποψία και αμφισβήτηση του ακριβοδίκαιου της δικανικής κρίσης, σε μεγάλο αριθμό πολιτών.
Χαρακτηριστικό δείγμα γραφής η προσφυγή μας στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατά του Μνημονίου και η διαρροή στα ΜΜΕ, λίγο πριν την ψήφιση του «Μεσοπρόθεσμου» στοιχείων της απόφασης που θεωρούσε ότι δεν αντιβαίνει στο Σύνταγμα, όπως και η κήρυξη όλων των απεργιακών κινητοποιήσεων ως παράνομων και καταχρηστικών. Ο τρόπος που λειτουργεί το πελατειακό πολιτικό-οικονομικό-κοινωνικό κρατικό σύστημα, γεννά καθημερινά αδικίες που αναγκάζουν τους πολίτες να προσφεύγουν στην Δικαιοσύνη, ως έσχατο καταφύγιο, εκμεταλλευόμενοι και το ελάχιστο κόστος για την κατάθεση μηνύσεων.
Οι δικαστές δεν χρειάζονται προστάτες κάθε είδους, ούτε πολιτική νομιμοποίηση. Δίνουν τα διαπιστευτήριά τους καθημερινά με την έκδοση των ορθών αποφάσεών τους, που ικανοποιούν το περί δικαίου αίσθημα των πολιτών και εμπεδώνουν την εμπιστοσύνη στον θεσμό. Κι’ αυτή είναι η μεγάλη τους ανταμοιβή.
Αρκεί να ίστανται πάντοτε στο ύψος των περιστάσεων, να μην δικάζουν κατά την εικαζομένη βούληση των κυβερνώντων, να απονέμουν Δικαιοσύνη με ανθρώπινο πρόσωπο.
Σε στιγμές αποσάθρωσης, αναδεικνύεται το μεγαλείο του ταγμένου να εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, που ορθώνοντας το ανάστημά του δίνει το παρών, για ένα ελπιδοφόρο μέλλον.
Αλλιώς μένει ένας ανθρωπάκος, που περιμένει την 1 και 15 του μηνός να πάρει τον μισθό του και να «αράξει». Αυτός όμως δεν είναι δικαστής, αλλά ένας απλός διεκπεραιωτής, ευάλωτος σε πιέσεις, αδύναμος για την υπέρβαση.
Απαιτείται να επεκταθεί η ελεύθερη σκέψη, το ελεύθερο φρόνημα, δηλαδή η ανεξαρτησία του δικαστή, όπως το λαβωμένο μας Σύνταγμα προτάσσει και όπως η κοινωνία μας αναζητά.
Αυτά όμως δεν διδάσκονται. Υπάρχουν ή δεν υπάρχουν στον γενετικό κωδικό του δικαστή, στην ψυχοσύνθεσή του, στην αίσθηση της αποστολής του.
Χρειάζεται όμως και η συμβολή της Πολιτείας που θα πρέπει να ψηφίζει νόμους που να εμπνέουν σεβασμό, αλλά και της κοινωνίας που θα πρέπει να μάθει να σκέφτεται ηθικά και έντιμα.
*Πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών
Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr