Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2024

Δημήτρης Τσιακανίκας: Η απειλή του Αναμενόμενου

Στην εποχή όπου οι κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας και του πολέμου της Ουκρανίας έχουν αρχίσει να αποκαλύπτονται δραματικά, το εκλογικό σώμα παρατηρεί την πολιτική κρίση ίσως όχι αμέτοχο αλλά σίγουρα σε ένα βαθμό αδιάφορο.

NEWSROOM icon
NEWSROOM
Δημήτρης Τσιακανίκας: Η απειλή του Αναμενόμενου dikastiko.gr

Αναμενόμενη. Αυτή είναι η λέξη με την οποία χαρακτηρίστηκε η κατάληξη της πρότασης δυσπιστίας που έφερε ενώπιον του Κοινοβουλίου ο ΣΥΡΙΖΑ. Και πράγματι ήταν. Από τους 299 βουλευτές που έδωσαν το παρόν στη ψηφοφορία 156 καταψήφισαν έναντι 143. Ίσως να μην μπορούσε κανείς εύκολα να ανακάλυπτε μια πιο κατατοπιστική λέξη για την κατάσταση πόλωσης που επικρατεί στη χώρα μας. Τα τελευταία χρόνια αυτό που θα έπρεπε να είναι μια πραγματική συζήτηση για το μέλλον της χώρας εκφυλίστηκε σε μια σειρά από κατηγορίες και αντιπαραθέσεις άνευ ουσιαστικού περιεχομένου. Ο καθένας στηρίζει την πλευρά του συγχωρώντας κάθε σφάλμα της. Στην εποχή όπου οι κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας και του πολέμου της Ουκρανίας έχουν αρχίσει να αποκαλύπτονται δραματικά, το εκλογικό σώμα παρατηρεί την πολιτική κρίση ίσως όχι αμέτοχο αλλά σίγουρα σε ένα βαθμό αδιάφορο. Διότι οι πολίτες γνωρίζουν ότι πίσω από κάθε πράξη, σκέψη, τσακωμό και ευτράπελο κρύβεται ( όχι επιτυχώς) το φάντασμα των ερχόμενων πολλαπλών(;) εκλογών.  Η αντιμετώπιση των πρώτων εκλογών, που θα πραγματοποιηθούν με το σύστημα της απλής αναλογικής, ως μια απόλυτα διεκπεραιωτική διαδικασία έχει δημιουργήσει μια υποτίμηση τους από τους πολιτικούς κύκλους αλλά και από την κοινωνία. Τα αποτελέσματα τους θεωρούνται και πάλι αναμενόμενα. Κανένα κόμμα δεν θα καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση οδηγώντας σε νέες εκλογές με καινούργιο εκλογικό σύστημα. Η παρατεταμένη εκλογική περίοδος όμως εγκυμονεί κινδύνους. Κινδύνους, το ¨αναμενόμενο¨ των οποίων οδηγεί επίσης στην υποτίμηση τους.

Όπως όλα δείχνουν η Κυβέρνηση θα παραδώσει την εξουσία τον Απρίλιο, με τις πρώτες εκλογές να λαμβάνουν χώρα μέσα στο Μάιο. Ο κίνδυνος προέρχεται από το ότι δεν είχε μόνο η Ελλάδα την ιδέα αυτή. Στην Τουρκία θα πραγματοποιηθούν εκλογές στις 14 Μαΐου. Ένας από τους λόγους για τους οποίους ο Πρωθυπουργός διστάζει να μιλήσει για συγκεκριμένες ημερομηνίες των εθνικών εκλογών μας είναι αυτός. Οι τουρκικές εκλογές έχουν χαρακτηριστεί από διεθνείς παρατηρητές ως οι πιο σημαντικές παγκοσμίως για το 2023. Και εννοείται πως είναι καθώς κρίνεται το μέλλον της Τουρκίας και μαζί οι εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο. Ο Πρόεδρος Ερντογάν μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016 έμοιαζε παντοδύναμος και πιο κοντά από ποτέ στο να επιβάλει το όραμα του. Τώρα όμως η κατάσταση διαφέρει. Την Τουρκία μαστίζει η καχυποψία, μια προσφυγική κρίση και πάνω από όλα η οικονομική καταστροφή. Περικυκλωμένος από φανταστικούς και μη εχθρούς ο Ερντογάν φοβάται την ήττα όσο τίποτα άλλο. Τα άκρα στα οποία έχει εξωθηθεί για να στρέψει όσο πιο πολύ μπορεί τη κατάσταση υπέρ του είναι ογκώδη και επικίνδυνα. Με κατά παραγγελία δικαστική απόφαση προσπαθεί να εξουδετερώσει τον νεότερο και χαρισματικό Ιμάμογλου ώστε να μην μετέχει στις εκλογές ως υποψήφιος. Το ότι κατέχει τη θέση του Δημάρχου Κωνσταντινούπολης τον καθιστά υψηλό κίνδυνο για τον Ερντογάν καθώς από εκείνη τη θέση ξεκίνησε και εκείνος τη ¨μετεωρική¨ του άνοδο. Ακόμα, τα επίσημα διαβήματα και παράπονα που έγιναν από την Τουρκία για το καύσιμο ενός Κορανίου από έναν ακροδεξιό πολιτικό στη Σουηδία, μαρτυρούν την απελπισμένη προσπάθεια του καθεστώτος να συσπειρώσει τους συντηρητικούς οπαδούς του. Στο πλαίσιο της προσπάθειας αυτής εντάσσονται και οι εθνικιστικές κορώνες εναντίον της Ελλάδας οι οποίες όλο και αυξάνονται. Είναι λοιπόν πιθανό ο απελπισμένος Ερντογάν να προσπαθήσει ακόμα και την τελευταία στιγμή να σώσει τα ποσοστά του με ένα θερμό επεισόδιο (κάθε μορφής) με την Ελλάδα, επεισόδιο που λογικά θα είναι πιο εύκολο όσο στην Ελλάδα θα υπάρχει υπηρεσιακή Κυβέρνηση.

Ο φόβος αυτός δεν είναι εξωπραγματικός. Απόδειξη είναι η αναμενόμενη επίσκεψη στην Αθήνα αλλά και στην Άγκυρα το Φεβρουάριο του Υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν. Είναι προφανές ότι οι Αμερικανοί αντιλαμβάνονται το ρίσκο και προσπαθούν να επιτύχουν μια ανάπαυλα όσο κρατά τουλάχιστον η εκλογική περίοδος και των δύο χωρών. Αλλά ποτέ δεν πρέπει μια χώρα σαν την Ελλάδα να βασίζεται μόνο στις εγγυήσεις και στην καλή θέληση. Με βάση το Σύνταγμα μετά τη διάλυση της τωρινής κυβέρνησης θα οριστεί μια υπηρεσιακή με σκοπό την ομαλή διεξαγωγή εκλογών. Επικρατέστερος υποψήφιος υπηρεσιακός Πρωθυπουργός είναι ο Πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κύριος Ιωάννης Σαρμάς. Ο κύριος Σαρμάς έχει πίσω του μια εξαιρετική πορεία στο νομικό κλάδο και μια αξιέπαινη υπηρεσία στο δικαστικό σώμα. Όμως από μόνη της η πορεία αυτή δεν θα διευκολύνει το έργο του εάν την περίοδο της διακυβέρνησης του (που πολύ πιθανό είναι και να παραταθεί μετά τις πρώτες εκλογές) ο Ερντογάν επιχειρήσει μια κίνηση εθνικιστικού εντυπωσιασμού εις βάρος της Ελλάδας. Όσο μικρό και να είναι το ενδεχόμενο δεν είναι ποτέ αμελητέο.

Και κάπως έτσι επανερχόμαστε στη παρούσα μάστιγα της Ελληνικής πολιτικής. Το ¨αναμενόμενο¨ της πόλωσης. Είθισται ο υπηρεσιακός Πρωθυπουργός να ορίζει πρόσωπα κοινής αποδοχής στις προσωρινές υπουργικές θέσεις. Κατά κανόνα είναι τεχνοκράτες με περιορισμένες αρμοδιότητες. Όμως ο κίνδυνος η Ελλάδα να είναι ευάλωτη κατά την εκλογική περίοδο ώθησε κάποιους να προτείνουν την διατήρηση στις θέσεις τους δύο στελεχών της τωρινής κυβέρνησης που έχουν επιδείξει συνέπεια και επιτυχία στα καθήκοντα τους. Πρόκειται για τον κύριο Δένδια ως Υπουργό Εξωτερικών και τον κύριο Παναγιωτόπουλο ως Υπουργό Εθνικής Αμύνης. Σε περίπτωση κρίσης θα μπορούν να τη διαχειριστούν αποτελεσματικά, δεδομένης της μεγάλης τους εμπειρίας. Αυτή η λύση θα κάλυπτε την απολύτως επιτακτική ανάγκη της συνέπειας στην εξωτερική πολιτική της χώρας. Λόγω της πόλωσης όμως ο μικροκομματισμός στοιχειώνει και τις πιο λογικές επιλογές. Η άποψη αυτή κατακρίθηκε από την Αντιπολίτευση, προφανώς διότι δεν επιθυμεί την διατήρηση δύο ισχυρών στελεχών της ΝΔ στην υπηρεσιακή Κυβέρνηση, γεγονός που θεωρούν ότι θα οδηγούσε σε de facto παραβίαση της ουδετερότητας της. Τα μικροκομματικά οφέλη όμως δεν δύνανται να καθορίζουν την εθνική πολιτική και την ασφάλεια του κράτους και των πολιτών. Η στέρηση του κατάλληλου προσωπικού από την χώρα σε μια δύσκολη περίοδο αποκλειστικά και μόνο στο όνομα της διατήρησης των  συσχετισμών δεν είναι απλά απαράδεκτη αλλά και, κατά την γνώμη πολλών, παράλογη. Μόνο με μια πραγματική συνεννόηση σε ένα ώριμο πολιτικό περιβάλλον που βλέπει και λίγο πιο πέρα από τις εκλογές θα μπορέσει πραγματικά ο πολίτης να αντιμετωπίσει με αυτοπεποίθηση το μέλλον και να βγει από τη σκιά του ¨αναμενόμενου¨. Η Κυβέρνηση και η Αντιπολίτευση οφείλουν να ξαφνιάσουν το λαό με μία σοβαρή και λογική κατάληξη στο ζήτημα της διεθνούς εκπροσώπησης και άμυνας της χώρας την δύσκολη περίοδο που έρχεται. Ας μην ξεχνάμε ότι όταν ο Θεμιστοκλής και ο Αριστείδης, μεγάλοι πολιτικοί αντίπαλοι στην Αθήνα, στάλθηκαν μαζί σε μια αποστολή από την πόλη ο δεύτερος στράφηκε στο πρώτο σε μια μέγιστη επίδειξη ευθύνης και αρετής και του είπε: «Τι θα έλεγες να αφήναμε την έχθρα μας στην είσοδο της πόλης και όταν επιστρέψουμε από αυτό που μας ανέθεσε, αν θες, να την ξαναπιάσουμε;».

*Του Δημήτρη Τσιακανίκα, Ασκούμενου Δικηγόρου

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ