Δημήτρης Τσιακανίκας: Η απόφαση Melloni και τα εθνικά Συντάγματα στην ΕΕ
Η σύγκρουση και η αλληλεπίδραση των συνταγμάτων αποτελεί μέρος της πορείας προς μια ενωμένη Ευρώπη, διασφαλίζοντας παράλληλα τον σεβασμό των διαφορετικών νομικών παραδόσεων και των δικαιωμάτων των πολιτών.
Η απόφαση Melloni του 2011 αποτέλεσε ένα καθοριστικό στιγμιότυπο στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού νομικού τοπίου, προσφέροντας σημαντικές προοπτικές για τον χαρακτηρισμό της σχέσης μεταξύ του ευρωπαϊκού δικαίου και των εθνικών συνταγμάτων. Αυτή η απόφαση ανοίγει τον δρόμο για την κατανόηση των ορίων του συνταγματικού πλουραλισμού σε μία Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου τα εθνικά συντάγματα και το ευρωπαϊκό δίκαιο αλληλεπιδρούν, διαμορφώνοντας έναν σύνθετο νομικό πλαίσιο. Επομένως, μία συνοπτική εξέταση της σημασίας της κομβικής αυτής απόφασης του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι δυνατό να επισημάνει τα όρια που έθεσε για την επικουρική σχέση μεταξύ των ευρωπαϊκών και εθνικών συνταγμάτων, προσφέροντας παράλληλα νέες προοπτικές για τον συνταγματικό πλουραλισμό της ΕΕ.
Καταρχάς, θα πρέπει να γίνει μια αναφορά στα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως. Συγκεκριμένα, ο κύριος Melloni, κάτοικος Ισπανίας, καταδικάστηκε από τα Ιταλικά δικαστήρια ερήμην σε κάθειρξη δέκα ετών για δόλια πτώχευση. Η κατόπιν ασκηθείσα αίτηση αναίρεσης του δεν έγινε αποδεκτή και η αρμόδια εισαγγελία εξέδωσε ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης. Ακολούθως, ο Melloni συνελήφθη από την ισπανική αστυνομία. Κατά την διάρκεια της διαδικασίας όμως προέκυψε ένα ερώτημα. Η Ισπανική Δικαιοσύνη διατηρούσε αμφιβολίες για το αν έγινε σεβαστό από τις ιταλικές αρχές το δικαίωμα του σε δίκαιη δίκη, καθώς η ισπανική νομοθεσία απαιτούσε την παρουσία του αιτούντος στη δίκη του. Το ισπανικό δικαστήριο δεν επιθυμούσε να εκδώσει ένα άτομο σε μία χώρα όπου δεν θα μπορούσε να απολαύσει πλέον ένδικα μέσα. Το προδικαστικό ερώτημα που στάλθηκε στο ΔΕΕ αποτέλεσε αφορμή μιας ενδιαφέρουσας συζήτησης σχετικά με το αν το άρθρο 53 του ΧΘΔΕΕ (σχετικά με τον μη περιορισμό των εγγυημένων θεμελιωδών δικαιωμάτων στα κράτη μέλη) παρέχει το δικαίωμα σε κράτος μέλος να εξαρτήσει την παράδοση του καταδικασμένου από το αν η απόφαση εναντίον του υπόκειται σε αναθεώρηση. Η ουσία του προβλήματος ήταν η αντιμετώπιση ενός ζητήματος όπου το εθνικό δίκαιο παρέχει μεγαλύτερη ασφάλεια από το ευρωπαϊκό.
Σημαντικό είναι να παρατηρήσουμε την πρόβλεψη του αντίστοιχου άρθρου 53 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Με βάση την διάταξη αυτή, καμία πρόβλεψη της Σύμβασης δεν γίνεται να ερμηνευτεί ως περιορίζουσα τα δικαιώματα που εγγυούνται οι εθνικές έννομες τάξεις των κρατών μελών. Προβλέπει ουσιαστικά ότι αν το Σύνταγμα του κράτους μέλους δίνει μεγαλύτερη ελευθερία σε ότι αφορά ένα δικαίωμα τότε η ΕΣΔΑ δεν μπορεί να δρα περιοριστικά. Το άρθρο 52 του ΧΘΔΕΕ συνδέει την ερμηνεία των διατάξεων του Χάρτη με αυτή της ΕΣΔΑ και επομένως, με βάση το παραπάνω άρθρο, αναγνωρίζει το ίδιο ελάχιστο επίπεδο προστασίας στον Χάρτη. Η ερμηνεία και το συμπέρασμα που έδωσε το ΔΕΕ στην υπόθεση Melloni δεν γινόταν να μην μνημονεύουν την πρόβλεψη αυτή. Εντύπωση προκάλεσε όμως η αναγνώριση ενός περιορισμού όσον αφορά τις παραπάνω εγγυήσεις. Το ΔΕΕ έκρινε μεν πως το άρθρο 53 επιτρέπει την εφαρμογή του εθνικού δικαίου έναντι του ενωσιακού εφόσον αυτό προστατεύει περισσότερο το άτομο αλλά προσέθεσε ακόμα ότι αυτό δεν γίνεται να συμβαίνει ενάντια της αποτελεσματικότητας του δικαίου της Ένωσης. Η προσέγγιση αυτή εκκίνησε, κατά την γνώμη του γράφοντος, μια τάση περιπτωσιολογίας και ad hoc επεξεργασίας που έχει σαν αποτέλεσμα το ΔΕΕ να πρέπει να αναλύει απαραιτήτως κάθε φορά τα πραγματικά περιστατικά ώστε να δύναται να ερμηνεύσει εάν πράγματι η εφαρμογή του εθνικού δικαίου στην κάθε περίπτωση βελτιώνει την θέση του ατόμου από την άποψη δικαιωμάτων, κρίνοντας παράλληλα αν παρεμποδίζει την λειτουργία του νομικού μηχανισμού της ΕΕ. Στην περίπτωση Melloni το ΔΕΕ έκρινε ότι η εθνική νομοθεσία δεν μπορεί να εξαρτήσει την έκδοση σε άλλο κράτος της ΕΕ από το εάν τα επιπλέον δικαιώματα που προβλέπει η ίδια θα γίνουν σεβαστά. Αντί αυτού θα πρέπει να δείξει εμπιστοσύνη ότι οι αρχές του άλλου κράτους μέλους θα σεβαστούν τις προβλέψεις του Χάρτη και της ΕΣΔΑ. Συνεπώς, το Δικαστήριο έθεσε έναν ισορροπημένο μηχανισμό που συνδυάζει την αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης με την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων των ατόμων. Η υπόθεση Melloni έδωσε προτεραιότητα στην συνεργασία και την ομαλή λειτουργία του ενωσιακού νομικού πλαισίου.
Η υπόθεση Melloni αποτελεί ένα σημαντικό κεφάλαιο στη συζήτηση για τα όρια του συνταγματικού πλουραλισμού στην ΕΕ. Μέσα από την απόφασή της, η Ευρωπαϊκή Δικαιοσύνη προσδιόρισε τον τρόπο με τον οποίο τα εθνικά συντάγματα συνδυάζονται με το ευρωπαϊκό δίκαιο, καθορίζοντας τα όρια της ευρωπαϊκής νομικής ολοκλήρωσης. Η απόφαση επεσήμανε ότι τα εθνικά συντάγματα διαδραματίζουν ουσιαστικό ρόλο στον καθορισμό των δικαιωμάτων και των εγγυήσεων των πολιτών. Αυτή η αναγνώριση της σημασίας των εθνικών δικαιωμάτων ανοίγει τον δρόμο για μια ισορροπημένη συνύπαρξη μεταξύ της ευρωπαϊκής νομοθεσίας και του εθνικού συνταγματικού πλαισίου. Επιπλέον, η υπόθεση Melloni αναδεικνύει την ανάγκη για σεβασμό της πολυμορφίας των εθνικών συνταγμάτων και των συνταγματικών παραδόσεων των κρατών μελών. Η Ένωση, σε αντίθεση με ένα ομοιογενές εθνικό κράτος, αντιμετωπίζει μια πληθώρα διαφορετικών συνταγματικών συστημάτων. Η αναγνώριση και σεβασμός αυτής της ποικιλομορφίας αντανακλά τον σεβασμό προς την αρχή του πλουραλισμού, όπου τα διάφορα συνταγματικά συστήματα συνυπάρχουν εντός του ευρωπαϊκού δικαίου. Τέλος, η υπόθεση Melloni επισημαίνει την ανάγκη για συνεχή διάλογο μεταξύ των εθνικών δικαστηρίων και του Δικαστηρίου της ΕΕ. Ο συνταγματικός πλουραλισμός στην ΕΕ δεν πρέπει να θεωρείται ως απόπειρα υπονόμευσης των εθνικών συνταγμάτων, αλλά ως ευκαιρία για αμοιβαία εμπλοκή και αλληλεπίδραση.
Σε κάθε περίπτωση, η υπόθεση Melloni αντιπροσωπεύει μια σημαντική εξέλιξη στη νομική τοποθέτηση της ΕΕ, επιβεβαιώνοντας την αρχή ότι ο συνταγματικός πλουραλισμός δεν αποτελεί περιορισμό ή αντίφαση, αλλά μια ευκαιρία για εναρμόνιση και πρόοδο. Μέσα από τη σύγκλιση των συνταγμάτων και των νομικών πρακτικών, δημιουργείται ένα πλαίσιο που ενισχύει την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και ταυτόχρονα διαφυλάσσει τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις νομοθετικές παραδόσεις των κρατών μελών, υπογραμμίζοντας τη σημασία της ευελιξίας και της προσαρμογής σε μια σύγχρονη και συνεχώς εξελισσόμενη ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Η σύγκρουση και η αλληλεπίδραση των συνταγμάτων αποτελεί μέρος της πορείας προς μια ενωμένη Ευρώπη, διασφαλίζοντας παράλληλα τον σεβασμό των διαφορετικών νομικών παραδόσεων και των δικαιωμάτων των πολιτών.
*Του Δημήτρη Τσιακανίκα, Ασκούμενου Δικηγόρου
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Ιωάννης Χήνος: Ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας και Σύνταγμα Σπύρος Βλαχόπουλος: Το Σύνταγμα ως Οδυσσέας – Το γερμανικό «χρεόφρενο» Γάμος ομόφυλων ζευγαριών και τεκνοθεσία: Οι 10 κρίσιμες αλήθειες Ηλίας Μπίσιας: Η διαχρονική βραδύτητα στην απονομή της Δικαιοσύνης στην Ελλάδα Αφροδίτη Σακελλαροπούλου – Πάνος Βασταρούχας: Παρατηρήσεις επί του σχεδίου νόμου για το Δικαστικό ΧάρτηΑκολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr