Ειρήνη Μαρούπα: Ο ξεπεσμός του κύρους της Δικαιοσύνης και η αναστήλωσή του

Η αλήθεια είναι ότι η δικαιοσύνη δεν περιφρούρησε το τεράστιο θεσμικό κύρος της, την θεσμική, προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία της και τελικά την φήμη της, όπως όφειλε και μπορούσε.

NEWSROOM
Ειρήνη Μαρούπα: Ο ξεπεσμός του κύρους της Δικαιοσύνης και η αναστήλωσή του

Το έγκλημα των Τεμπών έχει ξεδιπλώσει μία πολυδιάστατη θεσμική κρίση. Αυτό προκύπτει ευθέως από τις αυτόκλητες συγκεντρώσεις – διαδηλώσεις με μοναδικό αίτημα την απονομή δικαιοσύνης, σε όλες τις πόλεις  της Ελλάδας, αλλά και όπου υπάρχει ελληνισμός στο εξωτερικό.

Το έγκλημα των Τεμπών αποκάλυψε την  ανημπόρια του πολιτικού συστήματος να εκπροσωπήσει τον ελληνικό λαό και να επιφέρει ουσιαστικές αλλαγές στα στοιχειώδη αιτήματά του για προστασία του ίδιου του έννομου αγαθού της ζωής! Το κράτος δεν σεβάστηκε, ούτε υπερασπίστηκε την συλλογική και ατομική ελευθερία μας, και την ιδιοκτησία, που καταλύθηκαν ανεπίτρεπτα, με τον ελληνικό λαό να σκύβει ανήμπορος, τελικά το κεφάλι, στα ξενόδουλα μνημόνια, στις Πρέσπες και στον κορωνοϊό.

Έτσι φτάσαμε στο έσχατο έννομο αγαθό της ζωής. Το έχει πει με λόγια σοφά ο Βενιαμίν Φραγκλίνος, ότι «όποιος θυσιάζει την ελευθερία για την ασφάλειά του, δεν θα έχει τίποτα από τα δύο, γιατί δεν το αξίζει». Αλλά ο ελληνικός λαός είχε εκπαιδευτεί επί χρόνια από το πολιτικό σύστημα και την τηλεοπτική προπαγάνδα,  να ασχολείται μόνο με την τσέπη του και τον μικρόκοσμό του, το δικό του παιδί, το δικό του σπίτι, το δικό του καλό.

Κι όσους φωνάζαμε ότι αν δεν διορθώσεις και δεν διασφαλίσεις τα μεγάλα, την δημοκρατία και την ελευθερία, τότε θα εξαφανιστούν και τα υλικά αγαθά που τόσο πολύ μετρούν για τόσους πολλούς, λοιδορούμασταν ως ιδιόρρυθμοι, αν όχι ως μισότρελοι. Να όμως,  που όλα έγιναν όπως τα προβλέπαμε εμείς οι λίγοι, που βλέπαμε την μεγάλη εικόνα.

Δεν ήταν το δημογραφικό αυτήν την φορά που μας έδειξε τον δρόμο της εξόδου από την συλλογική ιστορία, ούτε η μετανάστευση. Ήταν η φυσική εξόντωση 57, στην πλειοψηφία τους, παιδιών, φοιτητών που επέστρεφαν στις σπουδές τους από τριήμερο διασκέδασης.

Το «ανθρώπινο λάθος» του ανειδίκευτου σταθμάρχη, ήταν η αφορμή να ξετυλιχτεί το κουβάρι «αβλεψιών» κυβερνήσεων, υπουργών κι ολόκληρου του πολιτικού συστήματος. Τα τελευταία 15 χρόνια μας έχουν κυβερνήσει σχεδόν όλα τα κόμματα, τα οποία ενώ κατήγγειλαν τους προηγούμενους για έλλειψη συστημάτων ασφαλείας στον σιδηρόδρομο, ερχόμενα στην εξουσία έκαναν τα ίδια και χειρότερα, με εκατοντάδες εκατομμύρια κάθε φορά να αναζητούνται! Μόνο για την σύμβαση 717, η ιταλική εταιρεία με την χρονική παράταση της σύμβασης, απαλλάχθηκε από αντισταθμιστικά 730 εκ ευρώ. Κι όμως κανείς δεν συζητάει, και κυρίως δεν αναζητάει απάντηση, θεσμικά, στο αυτονόητο ερώτημα, μήπως τυχόν βρε παιδί μου, κατά λάθος πέσανε μερικές εκατοντάδες απ’αυτά τα 730 εκατομμύρια, σε τσέπες υπουργών, γενικών γραμματέων, διευθύνοντων συμβούλων, προέδρων ΡΑΕ, και διαφόρων άλλων παρατρεχάμενων, που όλοι μαζί, έκαναν τα στραβά μάτια, στα εξώδικα των μηχανοδηγών που προανήγγειλαν πολύνεκρα δυστυχήματα, λες κι είχε πέσει επιδημία ομαδικής τύφλωσης!

Και δι’αυτού του τρόπου, μετά το πλημμεληματάκι στην Μάνδρα με τους 24 νεκρούς, την στραβή που έτυχε στην βάρδια της Δούρου στο Μάτι με τους 104 νεκρούς, για τα οποία δεν πήγε κανείς φυλακή, γιατί έφταιγε το νερό που έπεσε πολύ και ο άνεμος, που κι αυτός φυσούσε πολύ, η σύγχρονη ελληνική τραγωδία, δι’ελέου και φόβου, περαίνουσα αναζητά την των παθημάτων της, κάθαρση.

Πού αλλού, παρά στην δικαιοσύνη! Μόνο που τώρα ο ελληνικός λαός το απαιτεί και μοιάζει να μην  αστειεύεται.

Ο λαός μας λέει, ότι καλύτερα να σου βγει το μάτι παρά το όνομα. Και η αλήθεια είναι ότι η δικαιοσύνη δεν περιφρούρησε το τεράστιο θεσμικό κύρος της, την θεσμική, προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία της και τελικά την φήμη της, όπως όφειλε και μπορούσε.

Και λέω όφειλε και μπορούσε, γιατί όταν συχνά ως δικηγόροι, απευθυνόμαστε στους δικαστές, επικαλούμενοι σκανδαλώδεις αποφάσεις του εφετείου Αθηνών, ως επί το πλείστον, για Siemens και Χριστοφοράκους, για τα υπερξαιρεθέντα χρήματα του ΕΕΤΗΔΕ από την ΔΕΗ, (που ζητήθηκε αρχικά από τους πολίτες να τα ξαναπληρώσουν), για την Ηλεία και τον στρατηγό άνεμο, για τα εξοπλιστικά, για τα ολυμπιακά έργα και το μεγάλο φαγοπότι, για τον Παπαντωνίου, για το χρηματιστήριο, για τα δάνεια των κομμάτων, για τα μνημόνια, για τις Πρέσπες, (κι άλλες ων ουκ έστιν αριθμός, υποθέσεις που σκανδαλωδώς πήγαν στο αρχείο, ή αθωώθηκαν όλοι ή στην συντριπτική τους πλειοψηφία, οι εμπλεκόμενοι), η απάντηση που παίρνουμε από τους δικαστές που δικάζουν, είναι «δεν πήραμε εμείς τις αποφάσεις αυτές, μην μας εμπλέκετε».

Όμως στα μάτια του πολίτη και του ελληνικού λαού, δεν υπάρχει ο δικαστής τάδε και η δικαστίνα δείνα. Υπάρχει η γενική κι απρόσωπη δικαιοσύνη που συμπεριφέρεται με δύο μέτρα και δύο σταθμά, ακριβή στα πίτουρα και φτηνή στο αλεύρι. Καταδικάζει παραδειγματικά τον κακομοίρη και τον οικονομικά και κοινωνικά αδύναμο, κι αντιμετωπίζει με περισσή επιείκεια τον οικονομικά και κοινωνικά δυνατό. Αυτός είναι ο ορισμός της φαυλότητας, της αντιστροφής του κράτους δικαίου.

Το κράτος δικαίου εξάλλου, δεν περιφρουρήθηκε από τους ίδιους τους δικαστές, όταν «επέτρεψαν», οι κρίσεις των ηγεσιών τους να αναδεικνύονται από τα βάθη της επετηρίδας τους, ή να τους περιμένουν κιόλας να αποκτήσουν το ελάχιστο νόμιμο όριο ως ανώτατοι δικαστές για να μπορούν να διοριστούν πρόεδροι ανωτάτων δικαστηρίων (θυμάστε ότι το ΣτΕ ήταν ακέφαλο 6 μήνες, ωσότου μπορεί να διοριστεί η κα Σακκελαροπούλου).

Επέτρεψαν επίσης οι ίδιοι οι δικαστές να αμφισβητείται η προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία τους, όταν  μεταπηδούν από την θέση του δικαστή, κατευθείαν σε πολιτική θέση, διοριζόμενοι υπουργοί, ή διοριζόμενοι πρόεδροι ανεξάρτητων αρχών μετά την αφυπηρέτησή τους,  με παχυλές αμοιβές, οι οποίες στην συνείδηση των πολιτών συνδέονται συνειρμικά, ευθέως, με αμφισβητούμενες δικαστικές τους αποφάσεις που είχαν αναδειχθεί κι επικριθεί δημόσια.

Τέλος η δικαιοσύνη διολίσθησε θεσμικά, αρνούμενη να εκκαθαρίσει τα του οίκου της, όταν κατήγγειλε ο Βγενόπουλος εν ενεργεία πρόεδρο του Αρείου Πάγου, ότι του ζήτησε μία βιβλιοθήκη χρήματα για δικαστικές ενέργειες προς όφελός του, κι έχει κασέτες που το αποδεικνύουν, ή όταν εν ενεργεία αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου κατήγγειλε απόπειρα δωροδοκίας του για να θέσει εκτός εκλογών κόμμα του φυλακισμένου Κασιδιάρη, και δεν διενεργήθηκε αυτεπαγγέλτως, καμία απολύτως πραγματική έρευνα επί τόσο σοβαρών, δημόσιων καταγγελιών.

Αυτοί είναι συνοπτικά οι λόγοι, για τους οποίους ο ελληνικός λαός δεν εμπιστεύεται την δικαιοσύνη. Διότι όταν ο λαός την εμπιστευόταν και περίμενε να ελέγξει τις άλλες δύο εξουσίες, την εκτελεστική και την νομοθετική, αποκαθιστώντας την νομιμότητα, δεν στάθηκε στο ύψος της, και δεν απέτρεψε το κουτσούρεμα της εθνικής του κυριαρχίας και περιουσίας, ακυρώνοντας τα μνημόνια και την παραχώρηση του ονόματος της Μακεδονίας μας, αλλά και τιμωρώντας παραδειγματικά όποιον πέφτει στον κουβά με το μέλι του δημοσίου χρήματος.

Έχουν δίκιο οι δικαστές που αντιδρούν κι εμείς μαζί τους, ότι οι πλείστοι εξ αυτών  είναι έντιμοι κι ευσυνείδητοι και απονέμουν δικαιοσύνη. Όμως αυτό, ξεκάθαρα πλέον, δεν αρκεί.

Πρέπει να απαιτήσουμε το αυτοδιοίκητο και την πραγματική ανεξαρτησία της δικαιοσύνης. Και να υπάρξει μία εσωτερική διαδικασία αυτοκάθαρσης της δικαιοσύνης, από τους ίδιους τους δικαστές, την οποία οφείλουμε να στηρίξουμε με όλη την δύναμη της ψυχής μας, να την εμπνεύσουμε και να την προκαλέσουμε, όσοι χωρίς κομματικές παρωπίδες κι αξιώματα, αγωνιζόμαστε χρόνια για το κοινό καλό, για την δημοκρατία, για την συλλογική ελευθερία και την αναστήλωση του κράτους μας.

Διαφορετικά ο κατηφορικός δρόμος που έχουμε πάρει ως κρατική οντότητα, φτάνει στο οδυνηρό τέρμα του. Και οδυνηρό θα είναι για όλους. Ακόμα και για τους έχοντες και κατέχοντες.

*της Ειρήνης Μαρούπα, δικηγόρου

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr