Γρηγόριος Ζ. Πεπόνης:  «Μικρόλογη» Προσέγγιση ή Εμπεδωμένη «Μικρομανής» Νοοτροπία; 

Δεινώς εκτίθεται η χώρα μας από την υπερβολική καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης, ενώ το φαινόμενο έχει επιφέρει και καταδίκες του Ελληνικού κράτους από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

NEWSROOM
Γρηγόριος Ζ. Πεπόνης:  «Μικρόλογη» Προσέγγιση ή Εμπεδωμένη «Μικρομανής» Νοοτροπία; 

Η έγκαιρη απονομή της δικαιοσύνης συνιστά βασικό στοιχείο του θεμελιώδους δικαιώματος σε δίκαιη δίκη, ταυτίζεται δε με την έγκαιρη και αποτελεσματική έννομη προστασία του εκάστοτε διαδίκου και κατ’ επέκταση του πολίτη.

Χωρίς αυτήν, η σχετική πρόβλεψη του καταστατικού για τα δικαιώματα του ανθρώπου κειμένου του άρθρου 6 της Ε.Σ.Δ.Α. καθίσταται και αποβαίνει ανούσια «φλυαρία» και γράμμα «κενό».

Δεινώς εκτίθεται η χώρα μας από την υπερβολική καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης, ενώ το φαινόμενο έχει επιφέρει και καταδίκες του Ελληνικού κράτους από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Το ζήτημα είναι πλέον συστημικό, σύμφυτο με τις γενικότερες παθογένειες της Ελληνικής κοινωνίας και πολιτείας, των προβλημάτων των οποίων αποτελεί συνέχεια και αντανάκλαση. Κλονίζει το περί δικαίου αίσθημα των πολιτών, αλλά και της οικονομικής ανάπτυξης συνιστά σημαντικό ανασχετικό παράγοντα, με ό,τι αυτό σημαίνει και συνεπάγεται, ειδικά την τελευταία δεκαετία, έως και σήμερα.

Δικαιοσύνη που καθυστερεί είναι δικαιοσύνη κατόπιν εορτής απονεμομένη και έτσι, κατά το μάλλον ή ήττον, αποτελεί «δώρον άδωρον».

Τα στατιστικά στοιχεία είναι αμείλικτα και το πρόβλημα τείνει να καταστεί μη αναστρέψιμο.

Από πλευράς συναρμοδίων φορέων της συντεταγμένης πολιτείας, πέραν των «άσφαιρων» διαπιστώσεων, αναλαμβάνονται και συναφείς πρωτοβουλίες, πλην όμως αυτές παραμένουν ατελέσφορες. Συχνάκις εξαγγέλλονται και επανεξαγγέλλονται «σαρωτικές», όπως χαρακτηρίζονται, αλλαγές στην απονομή της Δικαιοσύνης, με στόχο την άρση της παρατηρουμένης, εν πολλοίς, ουσιαστικής «αρνησιδικίας», αλλά και νομοσχέδια «επιτάχυνσης», όπως αποκαλούνται, της απονομής της δικαιοσύνης κατατίθενται και ψηφίζονται, με την κατάσταση, όμως, να παραμένει σχεδόν ίδια και αναμφισβήτητα αρνητική, αν όχι αποκαρδιωτική και σε ουσιαστική «ακινησία», εις πείσμα των «συνεχών επιταχύνσεων», που, εάν ήταν έστω και εν μέρει πραγματικές, θα προκαλούσαν αληθινό υπηρεσιακό vertigo.

Γεγονός, ωστόσο, είναι ότι επί μακράν πολυετία τώρα οι καθημερινές συνεδριάσεις των τακτικών ποινικών δικαστηρίων διαρκούν επί εξάωρον μόνον (9.00 έως 15.00), διακοπτόμενες στις τρεις το μεσημέρι, λόγω λήξης του ωραρίου του γραμματέως της έδρας.

Απότοκος συνέπεια, επί μακράν πολυετίαν επίσης γνωστή, σωρεία υποθέσεων να καταλήγουν τελικώς, εξ αυτού του λόγου και κατ’ εξακολούθησιν, σε αναβολή και επαναπροσδιορισμό τους, για να συμβεί ξανά το ίδιο στην νέα δικάσιμο και ούτω καθ’ εξής. Η κατάσταση στην ουσιαστική απονομή της ποινικής δικαιοσύνης έχει αποτελματωθεί και συνιστά πραγματικόν όνειδος. Καιρός είναι η διοίκηση της Δικαιοσύνης αντί ατελεσφόρητων, προσχηματικών, ενδεχομένως, για ορισμένους[1] και δίκην «ασπιρίνης», επί του προβλήματος, δεκαπενθημέρων παρατάσεων του δικαστικού έτους και αντιστοίχου περικοπής των δήθεν (για τους γνωρίζοντες) «δικαστικών διακοπών», έστω και τώρα, στα πλαίσια του καθήκοντος διόρθωσης της ολιγωρίας που αναμφισβήτητα διαχρονικώς και ως φορέας επέδειξε, να εγκύψει τελεσφόρως στο συγκεκριμένο ζήτημα, αίρουσα έτσι μία προδήλως σημαντική συνιστώσα του ποινικού αδιεξόδου για το οποίο γίνεται λόγος και προσδίδουσα στοιχεία και χαρακτηριστικά περισσοτέρου ρεαλισμού και κυρίως ρεαλισμού προθέσεων στις εξαγγελλόμενες, κατά καιρούς, «επιταχύνσεις» στην απονομή της Δικαιοσύνης.

Η αντιμετώπιση πάντως των πασιδήλων, απτών και δεδομένων παραμέτρων ενός σοβαρώς απασχολούντος προβλήματος, κατά πάγιον κανόνα της κοινής λογικής προηγείται των ενασχολήσεων και των περιπλανήσεων στην σφαίρα της αναζήτησης ειδικωτέρων δικονομικών, ουσιαστικών ή εκτάκτων και συγκυριακών νομοθετικών ρυθμίσεων, ως προς αυτό.

Άλλωστε, στοιχειώδης εμπειρική ενασχόληση με τα συναφή ζητήματα και εν τέλει η ίδια η ορθολογική προσέγγισή τους, υποδεικνύουν ότι η μονίμως ευκταία επιτάχυνση στην απονομή της δικαιοσύνης επιτυγχάνεται με την επάρκεια και την ποιότητα εμψύχου δυναμικού και υλικοτεχνικών υποδομών, που, με την σειρά τους, θα επιτρέψουν και την έγκαιρη αντιμετώπιση και άρση των οιωνδήποτε αναφυομένων δυσλειτουργιών, πάντοτε στα πλαίσια σεβασμού των εργασιακών και επαγγελματικών δικαιωμάτων, αλλά και συνεκτίμησης της ιδιάζουσας φύσης και αποστολής της Δικαιοσύνης, ως «πυλώνος» της συντεταγμένης πολιτείας και «οχυρού» της Δημοκρατίας.

Βεβαιότατα και όλως αυτονοήτως, ούτε καν ως σκέψη δεν ευσταθεί η «επιχείρηση» πρόταξης και ανάκτησης, με ένα δεκαπενθήμερο, πολυετούς χαμένου χρόνου κρίσιμου και ουσιαστικού δικαιοδοτικού έργου.

Πρόκειται, επιεικώς, για το ελάχιστον του ελαχίστου και το ασημαντότερον του ασημάντου, στην νιοστή.

Και ναι μεν, με το δεκαπενθήμερο για το οποίο γίνεται λόγος σκοπείται, απλώς, ο μετριασμός των συνεπειών της πανδημίας, πλην, όμως, δεν παύει να υφίσταται το κύριο και μείζον στο οποίον συμποσούνται και συναθροίζονται οι συνέπειες αυτές, που άλλως και αφ’ εαυτών, αν δεν ήταν αμελητέες, μόλις και μετά βίας θα γινόταν αισθητές και θα απασχολούσαν.

Οι ιθύνοντες και αντιλαμβάνονται και γνωρίζουν και δύνανται, ενώ εκδοχή να διακατέχονται από «μικρόλογη ή μικρομανή» νοοτροπία δεν νοείται.

 Ο  Γρηγόριος Ζ. Πεπόνης είναι  Αντεισαγγελέας Αρείου Πάγου ε. τ.

[1] Ανακοίνωση της ΕΔΕ, της 07-4-2021, κατά την οποίαν «Η πανδημία αξιοποιείται τα τελευταία δύο χρόνια ως ένα βολικό πρόσχημα» NEWSROOM IEFIMERIDA.GR

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr