Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2025

Γρηγόρης Ζ. Πεπόνης: «Άσφαιρες» ταυτολογίες

Επί εκκρεμών στη Δικαιοσύνη υποθέσεων και διαρκούσης της δικαστικής έρευνας δεν μπορεί και δεν νοείται ανώτατα στελέχη της εκτελεστικής εξουσίας να σπεύδουν και να αποφαίνονται δημοσίως επί κρισίμων και ερευνωμένων ανακριτικώς ζητημάτων, υποδυόμενα έτσι ρόλους και μετερχόμενα ιδιότητες που δεν έχουν

NEWSROOM icon
NEWSROOM
Γρηγόρης Ζ. Πεπόνης: «Άσφαιρες» ταυτολογίες dikastiko.gr

«Άσφαιρες» και μάλλον  κενές ουσιαστικού περιεχομένου ταυτολογίες, αφού η επανάληψη των ίδιων με διαφορετικές φράσεις και με άλλη διατύπωση κάθε φορά δεν συνιστά κατ’ ανάγκη και κάτι το νέο και ρηξικέλευθο ή έστω ενδιαφέρον, που να μην περιορίζεται στην εξωτερική όψη των πραγμάτων, αλλά να προσεγγίζει αυτά εσωτερικώς στον πυρήνα τους και να αντιστοιχεί στην πραγματική και αληθινή ουσία τους.

Καλώς ή κακώς και, αναλόγως, ευτυχώς ή δυστυχώς όμως, τα λεγόμενα δεν τα αξιολογεί ο ομιλών αλλά το ακροατήριο που τα ακροάται.

Και τέτοιο ακροατήριο υπήρξε προ ημερών σύμπασα η ελληνική κοινωνία, για την χαραγμένη ανεξίτηλα στην συλλογική μνήμη και αποτελούσα χαίνον συλλογικό τραύμα τραγωδία των Τεμπών, με την γενόμενη και από την τηλοψία γνωστοποίηση της κυβερνητικής πρόθεσης να μην παρεμποδισθεί από την κυβερνητική πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο η συγκρότηση ερευνητικής ειδικής κοινοβουλευτικής επιτροπής, εάν σχετική δικογραφία διαβιβασθεί από την Δικαιοσύνη στην Βουλή.

Ωστόσο, αν και δεν τίθεται από τον νόμο ως όρος και προϋπόθεση το τελευταίο αλλά συνιστά απλώς μια εν δυνάμει εκδοχή, έχουμε μια από τα ίδια, τα αυτά με λεκτικές περιφράσεις και φραστικές περικοκλάδες, υπό την συντριπτική μάλιστα πίεση της διαμορφούμενης από τα γεγονότα αληθινής πραγματικότητας.

Είναι, δυστυχώς, πικρή και απογοητευτική η συναφής εμπειρία, προσέτι δε ασύμβατη με τις διαγορεύσεις και τα προτάγματα της απαιτούμενης για τα θεσμικά ζητήματα σοβαρότητας και υπευθυνότητας.

«Μάχες» επιδίωξης ποικιλόμορφων πολιτικών σκοπιμοτήτων και προάσπισης ποικιλοειδών κομματικών συμφερόντων πόρρω απέχουν των χαρακτηριστικών του θεσμικού status, που είχε κατά νου και ήθελε ο Συνταγματικός νομοθέτης κατά την σύλληψη και ρύθμιση της ποινικής υπουργικής ευθύνης.

Δεν είναι αυτοσκοπός οι κοινοβουλευτικές επιτροπές του άρθρου 86 του Συντάγματος και του εκτελεστικού αυτού νόμου.

Ούτε μόνο η συναφής με το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών Εξεταστική Επιτροπή υπήρξε κακή στιγμή για την Βουλή, όπως εμμέσως πλην σαφώς δημοσίως, εκ των υστέρων και υπό τις γνωστές συγκεκριμένες πραγματικές συνθήκες, δηλώθηκε, με την προσεκτική «ψιμυθιωμένη» φραστικώς διατύπωση «Δεν ήταν η καλύτερη στιγμή της Βουλής».

Βρίθει, δυστυχώς, τέτοιων στιγμών ανάλογων ομοειδών επιτροπών ο κοινοβουλευτικός μας βίος, και η προσπάθεια εντοπισμού του αντιθέτου θα συνιστούσε κοπιώδη και  άκρως δυσχερή υπόθεση.

Δεν πρέπει να διαφεύγει (αφορά τους μη ειδικούς) ότι η συσταθείσα κατά την προβλεπόμενη κοινοβουλευτική διαδικασία και συναφής με την σιδηροδρομική τραγωδία των Τεμπών Εξεταστική Επιτροπή  της Βουλής είχε, κατά την άσκηση των καθηκόντων της και την επιτέλεση του έργου της, όλες τις συνάδουσες προς τις ανακριτικές αρχές αρμοδιότητες του εισαγγελέα πλημμελειοδικών.

Προς τί λοιπόν η διατυπωθείσα τις τελευταίες επίσης ημέρες θέση, κατά την οποίαν ουσιώδεις μάρτυρες που δεν κλήθηκαν να καταθέσουν στην εξεταστική επιτροπή θα το κάνουν τελικά στο δικαστήριο;

Μήπως αυτό ενέχει ουσιαστική παραδοχή της λειτουργίας της συγκεκριμένης επιτροπής με κριτήρια κομματικά;

Και θα υπάρξει, αλήθεια, αλλαγή «ρότας» με  πράγματι αυστηρώς θεσμικά κριτήρια σε οποιαδήποτε νέα επιτροπή ήθελε συσταθεί;

Με βάση την συσσωρευμένη εμπειρία και την συναφή γνώση, η θετική ως προς το ερώτημα εκδοχή αν δεν παρίσταται ουτοπική,  κινείται σίγουρα και κατ’ ελάχιστον στα όρια μεταξύ πραγματοκρατικού και μη ρεαλιστικού.

Θα ήταν αλήθεια παράλογο εάν, με βάση την με κομματικά κριτήρια λειτουργία και απόφανση των συναφών διερευνητικών και διαγνωστικών επιτροπών του Κοινοβουλίου, θεωρούσε κάποιος ότι η ίδια ακριβώς διάθεση και επιθυμία διακατέχει (ως προς ενδεχόμενη εμπλοκή πολιτικών προσώπων) τους ιθύνοντες και υπεύθυνους του παραπάνω οικείου χώρου και ως προς την πορεία και έκβαση της δικαστικής (για τους κοινούς θνητούς) διερεύνησης;

Σίγουρα και σε μια «περιδιάβαση» οδυνηρής, δυστυχώς, αναδρομής, η από κορυφαία θεσμικά χείλη της εποχής διατυπωθείσα στην Ολομέλεια της Βουλής διαπιστωτική φράση «Αυτή είναι η Ελλάδα» αποτελεί βέβαιον σταθμό περίσκεψης και απαισιόδοξου προβληματισμού.

Είθε, αυτή η φράση να μην αφορά το σύνολο της συντεταγμένης πολιτείας και να κυριολεκτείται στο «αυτό είναι το πολιτικό σύστημα», με την νοοτροπία και την αντίληψη του άκρατου κομματισμού που το χαρακτηρίζει και το διακατέχει, θα προσθέταμε.

Γκρίζα, αν όχι ζοφερή, η εν γένει και πέραν του πολιτικού συστήματος θεσμική ατμόσφαιρα, με τα όσα αναδεικνύονται, υποστηρίζονται, αποκαλύπτονται, αποδεικνύονται και διαφαίνονται.

Μακάρι, από το «τσουνάμι» των γεγονότων και την «χιονοστιβάδα» των συναφών εξελίξεων να μη συμπαρασυρθεί το όλον θεσμικό εποικοδόμημα και η τραγωδία των Τεμπών να μην αναδειχθεί σε στίγμα και χειρίστη στιγμή για το σύνολο αυτού.

Οι θεσμοί, αδιακρίτως, δοκιμάζονται όταν καλούνται να επιτελέσουν την λειτουργική τους αποστολή σε δύσκολες καταστάσεις και σε, πολλαπλών αιτίων, αντίξοες συνθήκες.

Και είναι τότε που είτε καταξιώνονται είτε καταβαραθρώνονται, περιπίπτοντας, στην δεύτερη περίπτωση, σε ανυποληψία και εισπράττοντας, ως επίχειρα, την κοινωνική χλεύη και περιφρόνηση.

Μπορεί να σιωπούν,  δεν δικαιούνται όμως να αδρανούν και να μετατρέπονται σε απλούς παρατηρητές και παθητικούς δέκτες, αντί να είναι οι έχοντες την πρωτοβουλία πρωταγωνιστές.

Ομιλούν εμπράκτως και επί του πεδίου, με μόνο γνώμονα την θεσμική τους αποστολή και το θεσμικό τους καθήκον.

Ηχεί ως αυτονόητο, αλλά ίσως δεν είναι εμπεδωμένο και τόσο αντιληπτό «παρ’ ημίν»: Το δημοκρατικό πολιτικό σύστημα έχει συγκεκριμένο και συνταγματικώς οριοθετημένο ρόλο και αποστολή.

Πέραν αυτού ουδέν.

Επί εκκρεμών στην Δικαιοσύνη υποθέσεων και διαρκούσης της δικαστικής έρευνας δεν μπορεί και δεν νοείται ανώτατα στελέχη της Εκτελεστικής Εξουσίας να σπεύδουν και να αποφαίνονται δημοσίως επί κρισίμων και ερευνωμένων ανακριτικώς ζητημάτων, υποδυόμενα έτσι ρόλους και μετερχόμενα ιδιότητες που δεν έχουν.

Ούτε μπορούν τρίτοι της Εκτελεστικής Εξουσίας και της Διοίκησης να παρεμβαίνουν όλως αυθαιρέτως και σε κρισιμότατο για την δικαστική έρευνα χρόνο στον τόπο του εγκλήματος, το ιερό και άβατο της ποινικής διαδικασίας, τούτο δε ερήμην και εν αγνοία των αρμοδίων εισαγγελικών και ανακριτικών αρχών.

Δεν είναι οι πολιτικοί η αρχή και το τέλος των πάντων.

Ούτε οι λοιπές θεσμικές λειτουργίες κινούνται στην σκιά τους.

Δεν είναι αυτή η αποστολή τους και δεν είναι «θεραπαινίδες» τους.

Το δημοκρατικό πολίτευμα έχει πάντα δικλείδες διασφάλισης της ισόρροπης λειτουργίας του και επιβολής της νομιμότητας.

Αρκεί να γρηγορούν «οι φύλακες», ασκούντες εν παντί και πάντοτε και όπου δει και απαιτείται τον πλήρη έλεγχο και την δέουσα εποπτεία, υπείκοντες μόνο στο Σύνταγμα και τους συμβατούς με αυτό νόμους.

Θα συνιστούσε, πράγματι, καταλυτική ολεθριότητα για την δημοκρατία μας ενδεχόμενη τελική ανάδειξη ως επιτομής συνολικής θεσμικής υπανάπτυξης και παρακμής της τραγωδίας των Τεμπών και των λοιπών, διεθνούς απήχησης και εμβέλειας, μεγάλων «νωπών» υποθέσεων που ενέσκηψαν τελευταίως και απασχολούν την ελληνική πραγματικότητα και όχι μόνο.

*Του Γρηγόρη Ζ. Πεπόνη, Αντεισαγγελέως Αρείου Πάγου ε. τ.

**Πρωτοδημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών στις 12/2/2025

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ