Γρηγόρης Ζ. Πεπόνης: «Προθέσεις» και «Μελήματα»
Δομικές βασικές συνιστώσες του χαρακτήρα και της προσωπικότητας του δικαστικού λειτουργού δεν εξαρτώνται από τις προθέσεις της εκάστοτε Κυβέρνησης και δεν εγγυάται την ύπαρξή τους, με μόνη την θεσμική πρόβλεψή τους, η Πολιτεία.
Με αφορμή, και πάλι, την σιδηροδρομική τραγωδία των Τεμπών και χωρίς καμιά διάθεση ή τάση, έστω, δαιμονοποίησης συναφών δηλώσεων και προσεγγίσεων.
Πρόκειται, άλλωστε, για ένα θέμα διαρκούς προσκηνίου και αδιάλειπτης επικαιρότητας, συνεπεία, πέραν της ασύλληπτης τραγικότητάς του, και των αναδειχθέντων και εξακολουθούντων να εγείρονται γι’ αυτό ποικιλοειδών ζητημάτων και ερωτηματικών, που, αν μη τι άλλο και κατ’ ελάχιστον, κοινωνική σύννοια και περίσκεψη διεγείρουν.
«Πρόθεση της Κυβέρνησης, όπως και όλων των Ελλήνων πολιτών, είναι να διερευνηθεί και να φωτιστεί πλήρως κάθε πτυχή της υπόθεσης με το δυστύχημα των Τεμπών», αναφέρεται, μεταξύ άλλων, σε απάντηση του Υπουργείου Δικαιοσύνης στα πλαίσια σχετικού Κοινοβουλευτικού Ελέγχου, με την προσθήκη ότι «Μέλημά μας είναι οι ένοχοι να τιμωρηθούν κι αυτό θα γίνει με τη λειτουργία των θεσμών, που εγγυάται η Πολιτεία».
Βεβαίως, δεν συνιστά σκοπό του παρόντος η σκεπτικιστική προσέγγιση της ως άνω απάντησης ως προς την θεσμική συμβατότητα του συγκεκριμένου περιεχομένου της, τούτο δε κυρίως και πρωτίστως λόγω της τελευταίας περικοπής της, κατά την οποίαν «και αυτό θα γίνει με τη λειτουργία των θεσμών, που εγγυάται η Πολιτεία».
Ωστόσο και εν προκειμένω προθέσεις, διαθέσεις, επιθυμίες, βουλήματα και μελήματα τρίτων στερούνται κάθε ουσιαστικής σημασίας, είναι, πολύ ή λίγο, αδιάφορα και κατά το μάλλον ή ήττον παρέλκουν.
Μοναδικό κρίσιμο και αποφασιστικό μέγεθος είναι και παραμένει η αληθής ανεξάρτητη δικαστική βούληση, το ψυχικό σθένος και το δικαστικό φρόνημα των επιλαμβανομένων δικαστικών λειτουργών, που, μακράν και ασχέτως θεωρητικών βερμπαλισμών, εμπράκτως επί του πεδίου δοκιμάζονται και αναλόγως «προσημοδοτούνται» θετικά ή αρνητικά.
Δομικές βασικές συνιστώσες του χαρακτήρα και της προσωπικότητας του δικαστικού λειτουργού δεν εξαρτώνται από τις προθέσεις της εκάστοτε Κυβέρνησης και δεν εγγυάται την ύπαρξή τους, με μόνη την θεσμική πρόβλεψή τους, η Πολιτεία.
Συνιστούν χαρακτηριστικά «εκ των ων ουκ άνευ» για την ευόδωση και καταξίωση της δικαστικής λειτουργίας, υπό διαρκή δοκιμασία πιστοποίησης και επαλήθευσής τους τελούντα, ιδίως επί υποθέσεων υψηλής ερευνητικής διακύβευσης και ανοικτού διαγνωστικού ρίσκου, που προσεγγίζουν τις παρυφές ή εκτείνονται εν δυνάμει και στους τομείς δράσης του σκληρού πυρήνα της Εκτελεστικής Εξουσίας.
Είναι τότε που ο δικαστικός λειτουργός καλείται να αναδειχθεί σε αληθινό θεματοφύλακα και να δώσει σάρκα και οστά στις θεσμικές προβλέψεις για την λειτουργική του ανεξαρτησία.
Τότε που έκπληκτος, την πρώτη φορά, συνειδητοποιεί πόσο ανηφορικός, αντίξοος και μοναχικός είναι ο δρόμος του, χωρίς συμπαγές και αρραγές μέτωπο, κόντρα πλειστάκις σε απροκαλύπτως ή συγκεκαλυμμένως και υπό «μανδύαν» δρώντες και μη βουλομένους την αμφισβήτηση της κυριαρχίας τους και του απόλυτου ελέγχου τους επί των θεσμών.
Όπως άλλωστε αυτό πολλές φορές έχει συμβεί και στην απώτερη ιστορική διαδρομή, σε σκοτεινές περιόδους ανεξέλεγκτου αυταρχισμού και αληθινού κοινωνικοπολιτικού ζόφου, όταν φωτεινά μετέωρα δικαστικές βουλήσεις όρθωσαν το ανάστημά τους και αγνόησαν κυριαρχούσες και κατευθυνόμενες προθέσεις και μελήματα ερέβους και δολίου παρασκηνίου της εποχής.
Βεβαίως, ευχάριστες και ευπρόσδεκτες (και επί θεμάτων δικαιοσύνης)οι «προθέσεις» και καλοδεχούμενα τα συναφή «μελήματα» και της εκτελεστικής εξουσίας, κατά το σκέλος που αφορούν, ειδικότερα και γενικότερα, το συλλογικό όργανο της εκάστοτε Κυβέρνησης, εάν και εφ’ όσον διαπνέονται από θετικού θεσμικού προσανατολισμού ευθύτητα και καθαρότητα.
Δεν τους αποδίδουμε, ισοπεδωτικώς και πάντα, μόνο φραστική αξία και ουσιαστική ανειλικρίνεια.
Ωστόσο και δυστυχώς, ο τρόπος που οι «προθέσεις» αυτές και τα αντίστοιχα «μελήματα» εκδηλούνται και εκφράζονται κατά την εφαρμογή του νόμου περί της ποινικής ευθύνης των Υπουργών, με κριτήρια αυστηρώς μικρόπνοου κοντόθωρου μικροπολιτικού συμφέροντος και τέτοια κομματικών ή συναφών κυβερνητικών πλειοψηφιών, συγκρούεται ευθέως με την απροκατάληπτη προσέγγισή τους και την θετική θεώρησή τους, χωρίς δυσμενή εκ των προτέρων επηρεασμό.
Περαιτέρω, για τον ίδιο λόγο και για τον πλέον καλόπιστο παρατηρητή, «προθέσεις» και «μελήματα» για τα οποία πρόκειται εντόνως αυτοϋπονομεύονται, αποδυναμούνται και συνευτελίζονται, μαζί με τον ανήκεστο ευτελισμό γνωστών και τετριμμένων βερμπαλιστικών εκφράσεων και αναντίστοιχων προς την ακολουθούμενη πρακτική μεγαλοστομιών που τα συνοδεύουν, κατά σχεδόν «πάγιον έθος» στις περιπτώσεις αυτές (Το ερευνητικό «μαχαίρι» καθοδηγείται κατά κανόνα από πολιτικοκομματικής σκοπιμότητας χέρι, με αμφιλεγόμενη αιχμηρότητα και για τις «σάρκες» ακόμη, και παρά τα συνήθως λεγόμενα φαίνεται να αποστρέφεται το «κόκκαλο», από το οποίο και σε κάθε περίπτωση δεν έλκεται).
*Του Γρηγόρη Ζ. Πεπόνη, Αντεισαγγελέως Αρείου Πάγου ε. τ.
*Πρωτοδημοσιεύθηκε στην Εφ.Συν την 11/12/2024
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Ιωάννης Σαρμάς: Ανεξάρτητες Αρχές και ευρωπαϊκό δικαιοκρατικό κεκτημένο Κατερίνα Φραγκάκη: Πώς να «σώσετε» την κατοικία σας πριν ή μετά τον πλειστηριασμό Άγγελος Τσιγκρής: «Έτσι θα αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η βία στα γήπεδα…» Παναγιώτης Μπαλακτάρης: Είναι δίκαιη η εργαλειοποίηση των τέκνων; Σπύρος Σκιαδόπουλος: Ψηφιακή Δικαιοσύνη-Προκλήσεις και ΑδιέξοδαΑκολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr