Γρηγόρης Ζ. Πεπόνης: Το προνομιακό κυρωτικό πεδίο της ιδιαζόντως απεχθούς ανθρωποκτονίας

 Είναι αδιανόητη και σε κάθε περίπτωση τυγχάνει απολύτως ανορθολογική η ισότιμη και με τα ίδια μέτρα και σταθμά νομοθετική αντιμετώπιση του ιδιαζόντως απεχθούς και του μη τέτοιου εγκλήματος.

NEWSROOM
Γρηγόρης Ζ. Πεπόνης: Το προνομιακό κυρωτικό πεδίο της ιδιαζόντως απεχθούς ανθρωποκτονίας

Κατέχει σταθερά το δικό της «στασίδι» στην πρώτη σειρά της δημοσιότητας και τείνει να καταστεί μόνιμο και αδιάλειπτο στοιχείο του εκάστοτε τρέχοντος αστυνομικού δελτίου και της οικείας επικαιρότητας, που κάθε φορά διαμορφώνεται και εκτυλίσσεται στην τρέχουσα καθημερινότητά μας.

Πρόκειται για την ιδιαζόντως απεχθή ανθρωποκτονία, την πλέον αποτρόπαια εκδοχή προσβολής του υπέρτατου εννόμου αγαθού της ανθρώπινης ζωής.

Αφορμή προς τούτο η υπό συνθήκες που ηχούν ως πρωταπριλιάτικο ψέμα στυγερή δολοφονία της 1ης– 4ου– 2024 στο αστυνομικό τμήμα των Αγίων Αναργύρων, που ευλόγως και σχεδόν μονοπωλεί, έως σήμερα, σύμπασα την επικαιρότητα.

Πολιτική αντιπαράθεση, καταιγισμός δηλώσεων, επικρίσεων και απόψεων, Ε. Δ. Ε., οδηγίες και πρωτόκολλα στην ημερήσια διάταξη και στο βάθος το «μια από τα ίδια» της λαϊκής θυμοσοφίας και η αδυναμία (αν όχι αβουλία) των αρμοδίων να μάθουν από τα παθήματά τους και να διδαχθούν από τα λάθη τους.

Σύννοια και κατήφεια τα κυρίαρχα συναισθήματα της συντριπτικής κοινωνικής πλειονότητας, που διακατέχεται από καταλυτική ανασφάλεια και συνακόλουθη έλλειψη θεσμικής εμπιστοσύνης, με ό,τι αυτό σημαίνει και συνεπάγεται.

Πλησμονή ανούσιου λόγου και περίσσεια παγερής γραφειοκρατικής λογικής και γλώσσας, στα πλαίσια, ίσως  και κατ’ εντύπωση τουλάχιστον, του «βλέποντας και κάνοντας» και του παροιμιακού «κάθε θαύμα τρεις ημέρες και το μεγάλο τέσσερεις».

Σίγουρα οι αφθονούσες διαδικασίες ευημερούν και η νομιμότητα, στην ευρύτερη εκδοχή και έννοιά της, ακραίως δοκιμάζεται, αν δεν υποφέρει.

Και ο εξ αιτίας των ατελεύτητων αρνητικών και οδυνηρών εκπλήξεων κοινωνικός εθισμός στην διάψευση και των πλέον καίριων και ουσιωδών, είναι το χειρότερο όλων.

Ας μην λησμονείται άλλωστε και το αποφθεγματικό ότι «η συνήθεια είναι πολύ καλός σιγαστήρας» και στο τέλος «αυτό που έχει γίνει συνήθεια αντιμετωπίζεται ως κάτι το φυσιολογικό».

Στην μακρά λίστα, αλλοίμονο,  των τόσων και τόσων αδικοχαμένων θυμάτων  πήρε θέση και η Κυριακή.

Στις  απεγνωσμένες κραυγές τους προστέθηκε και η δική της νεανική  οιμωγή.

Το άλικο αίμα της έξω από το αστυνομικό τμήμα, δίπλα στην επανδρωμένη σκοπιά, ανεξίτηλο στίγμα για μια ανεπαρκή, συγκεχυμένη και με προβληματική πυξίδα πολιτεία, εξαντλουμένη συνηθέστατα σε ατέρμονες  επαναληπτικές διαπιστώσεις και επιχειρούσα «υποτονθορύζοντας» να εξηγήσει τα ανεξήγητα.

Πρόδηλη η αδυναμία και η ανετοιμότητά της για την επιβεβλημένη έμπρακτη ανταπόκρισή της στα ουσιώδη, βασικά και αυτονοήτως σύμφυτα με την ratio της ίδιας της εγκαθίδρυσης και ύπαρξής της.

Επιβάλλεται πράγματι και μπορεί η «γυναικοκτονία», ως  όρος και εγκληματολογικό αντικείμενο, να εκφύγει της αποκλειστικής σφαίρας της θεωρητικολογίας και να  εξοπλισθεί με νομικές συνέπειες και κυρωτικό «Δια Ταύτα».

Τούτο όμως όχι ad hoc και αποκλειστικώς , αλλά μόνο μέσω και δια της επαναφοράς στον Ποινικό Κώδικα της έννοιας του  ιδιαζόντως απεχθούς εγκλήματος.

Θεριεύει στις μέρες μας και συγκλονίζει το έγκλημα αυτό, χωρίς παρά ταύτα να του επιφυλάσσεται και η δέουσα αυστηρότερη ποινική αντιμετώπιση.

 Και υπάρχει όντως έδαφος τέτοιας αντιμετώπισης.

Είτε πραγματικώς εκτιόμενα ισόβια είτε κατά πολύ υπέρτερα και αισθητά δυσμενέστερα όρια για την υφ’ όρον απόλυση, με πραγματική (όχι ευεργετική) έκτιση και στην περίπτωση αυτή της ιδιαζόντως απεχθούς ανθρωποκτονίας και με απόλυτο σεβασμό και αληθή αρμονία προς την αρχή της αναλογικότητας, η οποία δεινώς δοκιμάζεται μόνο στην αντίθετη εκδοχή.

 Είναι αδιανόητη και σε κάθε περίπτωση τυγχάνει απολύτως ανορθολογική η ισότιμη και με τα ίδια μέτρα και σταθμά νομοθετική αντιμετώπιση του ιδιαζόντως απεχθούς και του μη τέτοιου εγκλήματος.

Και οι γυναικοκτονίες στην συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων, με απολήξεις και βαθιές τις «ρίζες»  τους στις δομές της κοινωνικής οργάνωσης, συνιστούν ιδιαζόντως απεχθείς εγκληματικές πράξεις, με διατρέχοντα αυτές κυρίαρχα χαρακτηριστικά την ακραίας μορφής έμφυλη και σεξιστική βία, τα έμφυλα στερεότυπα και τις βαθιά «ριζωμένες» και εδραιωμένες, σε μεγάλα πληθυσμιακά τμήματα, κοινωνικές αντιλήψεις, κατά τις οποίες οι γυναίκες είναι υποδεέστερες των ανδρών και υποτελείς στην εξουσία των τελευταίων, εν ανάγκη και μέσω της έμφυλης βίας (Σχετ. και ειδικότερα άρθρο μας στο dikastiko.gr της 15-3-2024, με τον τίτλο «Η γυναικοκτονία ως ιδιαζόντως ειδεχθές έγκλημα»).

Δεν είναι και δεν μπορεί να αποτελεί αντικείμενο του παρόντος η νομοτεχνική προσέγγιση του ζητήματος, που είναι απολύτως και εφικτή και συμβατή με το γενικότερο πλαίσιο του ποινικού μας δικαίου.

Στην ειδικότερη μορφοποίηση της ρύθμισης θα εγκύψουν οι κληθησόμενοι προς τούτο ειδικοί.

Ωστόσο και όλως ενδεικτικώς θα μπορούσε στους όρους του άρθρου 13 του Ποινικού Κώδικα να προστεθεί–συμπεριληφθεί και η έννοια του ιδιαζόντως απεχθούς εγκλήματος, όπως και στο άρθρο 105Β του ίδιου Κώδικα δύναται να προστεθεί ειδικό εδάφιο για την υφ’ όρον απόλυση των δραστών που κηρύχθηκαν ρητώς και ειδικώς ένοχοι για τέτοιο έγκλημα.

Ας επιστρατεύσουμε την παρρησία και την ευθύτητα και ας διαλογισθούμε με αυτές ως γνώμονα και οδηγό της σκέψης μας.

Το λεγόμενο ότι «μα, τα ισόβια είναι η υπέρτατη ποινή» είναι θεωρητικής φύσεως ψευδοδίλημμα και όμοιο δήθεν επιχείρημα.

Στην πραγματικότητα αυτά (ισόβια) αποτελούν μηδέποτε κυριολεκτούμενο και ως εκ τούτου λαθροβιούντα στο ποινικό μας σύστημα όρο, που δεν είναι παρά μια πολυετής πρόσκαιρης διάρκειας κάθειρξη.

Ποινική κύρωση, άλλωστε, δεν είναι μόνο η προβλεπόμενη ποινή, αλλά η συνισταμένη αυτής και της εκτιόμενης. Συνδυαστικώς και οι δύο αυτές συνιστώσες (προβλεπόμενη και εκτιόμενη ποινή) συναποτελούν την θεσπισμένη, κάθε φορά, κυρωτική πρόβλεψη.

Και είναι αυτή ακριβώς που πρέπει να διαφοροποιηθεί επί το αισθητώς αυστηρότερον για τους δράστες των ιδιαζόντως απεχθών ανθρωποκτονιών, με κυριαρχούσες μεταξύ αυτών τις γυναικοκτονίες.

Για να παύσει, έτσι και επιτέλους, και η κοινωνική πρόκληση του κυρωτικώς υφισταμένου προνομιακού πεδίου για τις κτηνωδίες των δραστών αυτών.

Και σίγουρα, δεν θα πρόκειται για μια ακόμη αυστηροποίηση του «φαίνεσθαι» και «του συρμού», με επικοινωνιακά και εντυπωσιοθηρικά χαρακτηριστικά, αλλά για μια υπεύθυνη και επιβεβλημένη νομοθετική πρωτοβουλία σύνεσης και περίσκεψης.

*Του Γρηγορίου Ζ. Πεπόνη, Αντεισαγγελέως Αρείου Πάγου ε. τ.

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr