Γρηγόριος Ζ. Πεπόνης: To “Θεσμικό Καθήκον”
Θεσμική δημοκρατική λειτουργία και κράτος δικαίου με αυτοεξαιρουμένους, αυτοβούλως και αυθαιρέτως, του ισχύοντος συναφώς νομικού πλαισίου δεν νοούνται και δεν μπορεί να υπάρξουν, παρά ως «φενάκη» και μόνον.
Προϋπόθεσή του και πηγή του η ύπαρξη και λειτουργία θεσμών. Από αυτούς εκπορεύεται και προσδιορίζεται, αναλόγως, κατά την φύση και το περιεχόμενό του.
Η ίδια η συντεταγμένη πολιτεία, άλλωστε, δεν είναι παρά η συνισταμένη των επί μέρους θεσμικών συνιστωσών της, την ουσία και την ποιότητα των οποίων και αυτή, ως σύνολο, αντανακλά και εκφράζει.
Εάν αποτελεί αλήθεια και παγία εμπειρική διαπίστωση της νεοελληνικής πραγματικότητας ότι οι θεσμοί, πλειστάκις, τοποθετούνται και χρησιμοποιούνται στην «διελκυστίνδα» των πολιτικών και κομματικών αντιπαραθέσεων, δεν μπορεί παρά στην ίδια «διελκυστίνδα» να εντάσσεται και να χρησιμοποιείται και το αποκαλούμενο «θεσμικό καθήκον».
Ίσως η ένταξη και η μεταχείρισή του αυτή να εξηγούν αρκούντως και «εύληπτα» την τραγελαφικότητα και αντιφατικότητα που χαρακτηρίζουν τον σχετικά με αυτό δημόσιο λόγο, αλλά και την αντίστοιχη πρακτική, χαρακτηριστικά που ωστόσο έχουν καταστεί έθος και ως τέτοιο δευτέρα φύση και, δυστυχώς, δεν ξενίζουν πλέον.
Τείνουν να καταστούν κανόνας επιλεκτικές και κατά περίπτωση θεωρήσεις και προσεγγίσεις του, από τα ίδια πρόσωπα και τους αυτούς φορείς, με αξιολογήσεις από το «ζενίθ» στο «ναδίρ» και μεταπτώσεις από το «ωσαννά» στο «άρον άρον σταύρωσον» αυτό, με κριτήριο και «πυξίδα» διαφανείς σκοπιμότητες και πρόδηλες, κάθε φορά, ιδιοτέλειες.
Κήρυκες θεσμικής κουλτούρας και «αμύντορες» της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης όταν η συγκυρία τους ευνοεί και σε άμεση χρονική συνέχεια οι ίδιοι, επί της αυτής υπόθεσης, αμείλικτοι πολέμιοι της δικαστικής κρίσης και διάγνωσης, την οποίαν εντόνως και ανοικείως αποδοκιμάζουν και θεωρούν, ενίοτε, αποτέλεσμα εξωθεσμικών διεργασιών, κατά τους «δηλητηριώδεις» και υπονομευτικούς του συνολικού θεσμικού «εποικοδομήματος» αυθαιρέτους υπαινιγμούς τους.
Ωστόσο, θεσμική δημοκρατική λειτουργία και κράτος δικαίου με αυτοεξαιρουμένους, αυτοβούλως και αυθαιρέτως, του ισχύοντος συναφώς νομικού πλαισίου δεν νοούνται και δεν μπορεί να υπάρξουν, παρά ως «φενάκη» και μόνον.
Αμάχητα τεκμήρια νομιμότητας και ποινικής καθαρότητας δεν υφίστανται, όσο και αν κάποιοι μπορεί να τα επιθυμούν και φέρονται, με την συμπεριφορά τους, να τα διεκδικούν «δι’ εαυτούς και αλλήλους».
Θεσμική κουλτούρα σημαίνει κυρίως και πρωτίστως κουλτούρα ελέγχου και ευλαβική αποδοχή του τελευταίου, όχι μόνον όταν αφορά και θίγει τους «άλλους».
Υπάρχει, ίσως, σε κάποιους έλλειμα θεσμικού πολιτισμού.
Είναι γνωστή η ρήση, κατά την οποίαν «Όταν μικρά ανθρωπάκια αρχίζουν να ρίχνουν μεγάλες σκιές, σημαίνει ότι ήλιος είναι κοντά στη δύση του».
Ελπίζουμε ότι το χαρακτηριστικό αυτό δεν παραπέμπει και στον παρ’ ημίν «θεσμικό ήλιο».
Το αντίθετο θα ήταν πράγματι ολέθριο.
Βεβαίως, δεν ομιλούμε για θεσμούς μόνον σε επίπεδο νομοθετικής πρόβλεψης και συγκρότησης, που, κατά κοινή παραδοχή, δεν στερείται η χώρα μας.
Ομιλούμε για αποδοτικούς λειτουργικά θεσμούς, αντάξιους της αποστολής τους και προστατευτικούς των εννόμων αγαθών και των δικαιωμάτων των πολιτών, αφού μόνον αυτοί μπορούν να υπηρετούν και να καταξιώνουν ένα σύγχρονο δημοκρατικό κράτος δικαίου.
Ομιλούμε για θεσμούς την ορθή και αντικειμενική λειτουργία των οποίων θα βιώνει επί του πεδίου και θα συμμερίζεται η κοινωνία των πολιτών, εν ονόματι και επ’ ωφελεία της οποίας άλλωστε αυτοί υφίστανται και δραστηριοποιούνται.
Ομιλούμε, τέλος, για θεσμούς που δεν θα διεγείρουν δυσπιστία και καχυποψία ή, στην καλλίτερη περίπτωση και τουλάχιστον, έντονο σκεπτικισμό στον προσεγγίζοντα ή προσφεύγοντα σε αυτούς πολίτη.
Ωστόσο και επί του τελευταίου τούτου η διαμορφουμένη ή τείνουσα να διαμορφωθεί πραγματικότητα είναι, μάλλον, ζοφερή και τουλάχιστον ανησυχητική.
Και το κυριότερο, η αγνόησή της θα συνιστούσε απερισκεψία ολκής αφού, εάν της γυρίσουμε την πλάτη, το βέβαιον είναι ότι κάποια στιγμή θα αντιληφθούμε πως μας έχει περικυκλώσει.
Ούτε τα προβλήματα λύνονται χωρίς να αντιμετωπίζονται.
Και αποτελεί, σήμερον, σοβαρό πρόβλημα και κοινή διαπίστωση η τρώση του κύρους των θεσμών της Ελληνικής Πολιτείας «στα μάτια της κοινωνίας», με κυρίαρχο χαρακτηριστικό την καχυποψία και την κλονισμένη εμπιστοσύνη των πολιτών έναντι αυτών και των φορέων τους.
Και ναι μεν τούτο αφορά, κυρίως, την νομοθετική και εκτελεστική λειτουργία ή, άλλως, τα «πολιτικά όργανα» ή τους «θεσμούς διακυβέρνησης», κατά μια πιο εξειδικευμένη και κυρίως βελτιωτική και επικαιροποιημένη προσέγγιση της παραδοσιακής τριμερούς διάκρισης των δημοσίων εξουσιών που συντρέχει στην ισχύουσα συνταγματική τάξη, δεδομένης και της πλήρους σχεδόν ομοιογένειας μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Κυβέρνησης, με ενοποιητικό άξονα αυτών την εκάστοτε κυβερνητική κοινοβουλευτική πλειοψηφία, πλήν όμως εμφανής είναι η τάση επέκτασης του αρνητικού αυτού φαινομένου και στους «θεσμούς εγγύησης», κατά την ίδια ως άνω βελτιωτική, επικαιροποιημένη και ορθή, από πλευράς αιτιολογίας της, προσέγγιση.
Πρόκειται για την Δικαιοσύνη κυρίως και πρωτίστως, αλλά και για τις Συνταγματικής περιωπής και αντιστοίχου ρόλου και θεμελίωσης Ανεξάρτητες Αρχές.
Αιτία ως προς τούτο (και) ενέργειες των «πολιτικών οργάνων» ή «θεσμών διακυβέρνησης», που κατατείνουν, ενίοτε, στην εκ μέρους τους αποφυγή αντιμετώπισης αναφυομένων σοβαρών ζητημάτων και στην εύσχημη μεταθετική υπαγωγή τους στην κρίση των «θεσμών εγγύησης», με μόνιμο, στις περιπτώσεις αυτές, «φινάλε» αποδοκιμαστικά ή χλευαστικά ή απαξιωτικώς υπαινικτικά σχόλια κατ’ αυτής (εκφερόμενης κρίσης), επί εδάφους εξυπηρέτησης προδήλων ιδιοτελειών και σκοπιμοτήτων πάντοτε, δεδομένου και του περιστασιακού και ασταθούς χαρακτήρα που διατρέχει, συνήθως, τα κριτήρια των διαφόρων πολιτικών επιλογών.
Αναμφιβόλως, το θεσμικό «εποικοδόμημα» της χώρας δεν βρίσκεται «στα καλύτερά του».
Κοινωνικώς αμφισβητείται και προβληματίζει.
«Έκαστος εφ’ ω ετάχθη», όμως.
Και οι «θεσμοί εγγύησης» στα καθ’ εαυτούς, αυστηρά, σταθερά και αταλάντευτα προσηλωμένοι, με βαθιά και απόλυτη συνείδηση ότι αποτελούν θεσμούς ελεγκτικούς και, όπου δει, ανασχετικούς της κρατικής εξουσίας.
Αν η «δικαστικοποίηση» της πολιτικής συνιστά γεγονός κατά καιρούς επιβεβαιούμενο εμπράκτως, δεν μπορεί και ουδέποτε θα καταστεί τέτοιο η «πολιτικοποίηση» των «θεσμών εγγύησης».
Οι τελευταίοι, με προεξάρχουσα την Δικαιοσύνη, θα λειτουργούν πάντα ως προασπιστές και εγγυητές των δικαιωμάτων και των εννόμων αγαθών των υποκειμένων στην κρατική εξουσία προσώπων.
Και ναι μεν, παντού και πάντοτε, δεν αποκλείεται να υπάρχουν οι εντός των τειχών «πρόθυμοι», ως εν δυνάμει βραχίονες των «θεσμών διακυβέρνησης» στους κόλπους των «θεσμών εγγύησης», ευτυχώς όμως μήτε «αόρατοι» μπορεί να είναι αυτοί, ούτε, πέραν του απωθητικού αποτυπώματος που αφήνουν, νοείται και μπορεί να είναι οι δίδοντες, κάθε φορά, τον δέοντα θεσμικό τόνο και την οφειλόμενη θεσμική κατεύθυνση.
*Του Γρηγορίου Ζ. Πεπόνη, Αντεισαγγελέως Αρείου Πάγου ε. τ.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Θανάσης Καμπαγιάννης: Ένας καταστροφικός δρόμος για τη Δικαιοσύνη Μαργαρίτα Στενιώτη: Στη μνήμη της εξέγερσης των φοιτητών της Νομικής Κατερίνα Φραγκάκη: Τι θα αλλάξει με την απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου για τους πλειστηριασμούς Κέλλυ Σταμούλη: Προεκλογική εκστρατεία «με τακούνια και τίναγμα μαλλιού» Παναγιώτης Σταμάτης: Η δικαιοσύνη πυροβολεί τα πόδια της!Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr