Ηλίας Γ. Αναγνωστόπουλος: Νομοτεχνικές κακοτεχνίες
Η πρακτική της κακής νομοθέτησης την οποία έχει εγκολπωθεί το Υπουργείο Δικαιοσύνης και επιβραβεύει η πλειοψηφία της Βουλής.

Με τον πρόσφατο Ν. 5172/2025 συνεχίστηκε η πρακτική της κακής νομοθέτησης την οποία έχει εγκολπωθεί το Υπουργείο Δικαιοσύνης και επιβραβεύει η πλειοψηφία της Βουλής.
Κύρια γνωρίσματα της εν λόγω πρακτικής είναι: Η μη κατάρτιση των νομοσχεδίων από νομοπαρασκευαστικές επιτροπές με αντιπροσωπευτική σύνθεση αλλά η παρασκευή τους από ενδοθίδιους συνεργάτες· η ρύθμιση ετερόκλητων αντικειμένων στο αυτό νομοθετικό κείμενο· η έλλειψη συντονισμού και εναρμόνισης των νέων διατάξεων προς τις ήδη ισχύουσες· η ασυνάρτητη ενσωμάτωση ενωσιακών κειμένων στην εθνική έννομη τάξη· η ακατάσχετη, στα όρια του κανιβαλισμού, επέμβαση στον Ποινικό Κώδικα και στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας· η επικαιρική νομοθέτηση με αφορμή «θεαματικές» υποθέσεις· η αγνόηση θεμελιωδών αρχών και δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται στο Σύνταγμα και σε διεθνή κείμενα (ΕΣΔΑ, ΔΣΑΠΔ κ.α.).
Ιδού ένα μικρό ανθολόγιο κακότεχνων ρυθμίσεων του Ν. 5172/2025, ο οποίος, κατά δήλωση των δημιουργών του, θα συμβάλει στην λυσιτελέστερη αντιμετώπιση της βίας κατά των γυναικών και των διάφορων μορφών ενδοοικογενειακής βίας καθώς και εν γένει της εγκληματικότητας.
Α) Το άρθρο 315 ΠΚ (ακρωτηριασμός γυναικείων γεννητικών οργάνων) αντικαταστάθηκε με σκοπό την συμμόρφωση με το άρθρο 3 της Οδηγίας 2024/1385. Εν τούτοις, η Οδηγία δεν υποχρεώνει τα κράτη-μέλη να εισαγάγουν ποινικές διατάξεις αντιγράφοντας το άρθρο 3 και το σημείο 15 του Προοιμίου της, όπως υπέλαβε ο ημέτερος βιαστικός νομοθέτης, αλλά να διασφαλίσουν ότι οι περιγραφόμενες εκεί πράξεις τιμωρούνται ποινικώς. Οι επίμαχες ενέργειες στοιχειοθετούσαν ήδη υπό το ισχύον άρθρο 310 ΠΚ βαριά σωματική βλάβη, ώστε να περιττεύει η προσθήκη της φλύαρης διάταξης του άρθρου 315 με ρήτρα επικουρικότητας.
Β) Στον Ν. 3500/2006 προστέθηκε μακροσκελές άρθρο 10Α, το οποίο, μεταξύ άλλων, απαγορεύει την αναστολή ή μετατροπή των άνω των δύο ετών ποινών για αδικήματα ενδοοικογενειακής βίας και αποκλείει το ανασταλτικό αποτέλεσμα της έφεσης (παρ. 2), στην δε επ’ αυτοφώρω διαδικασία επιβάλλει ως κανόνα την κράτηση του κατηγορουμένου σε περίπτωση αναβολής της εκδίκασης της υπόθεσης για τρεις ή πέντε ημέρες. Επιπλέον, με το τροποποιημένο άρθρο 19 του αυτού νόμου παρέχεται η δυνατότητα απαλλαγής του φερόμενου ως θύματος ενηλίκου από την υποχρέωση μαρτυρίας στο ακροατήριο και υποκατάστασής της από την εξέτασή του με τεχνολογικά μέσα (ΚΠΔ 238Α) ή την ανάγνωση της κατάθεσής του στην προδικασία.
Πρόκειται για ρυθμίσεις τιμωρητικού χαρακτήρα που προσβάλλουν την κατά το Σύνταγμα (άρθρο 96 παρ. 1) αποκλειστική δικαιοδοσία των δικαστηρίων να αποφαίνονται για τις επιβλητέες ποινές εντός του οριζόμενου στον νόμο πλαισίου καθώς και για τα στερητικά της ελευθερίας μέτρα με τήρηση της αρχής της αναλογικότητας (Σ 25 παρ. 1), αλλά είναι και ασύμβατες με το τεκμήριο αθωότητας και το θεμελιώδες δικαίωμα της διά ζώσης εξέτασης των μαρτύρων κατηγορίας (ΕΣΔΑ 6 παρ. 2, παρ. 3δ).
Γ) Με προσθήκη εδαφίου στο άρθρο 296 ΚΠΔ προβλέπεται ότι η τέλεση οιουδήποτε κακουργήματος εκ του αυτόθι ευρέος καταλόγου από τον τελούντα υπό περιοριστικούς όρους κατηγορούμενο συνεπάγεται την αντικατάσταση των τελευταίων με προσωρινή κράτηση εφόσον για το νέο αδίκημα έχει επιβληθεί μέτρο δικονομικού καταναγκασμού, ενώ η τέλεση πλημμεληματικής πράξεως εκ του καταλόγου συνεπάγεται «δυνητική» επιβολή προσωρινής κράτησης.
Η υποδεικνυόμενη με το νέο εδάφιο «υποχρεωτική» προσωρινή κράτηση αντιβαίνει όμως στο άρθρο 5 παρ. 1γ ΕΣΔΑ και τον χαρακτήρα της προσωρινής κράτησης ως έσχατου μέσου (ΚΠΔ 286 παρ. 1), καθώς και στο πρωτείον της προσωπικής ελευθερίας και την θέση της υπό την εγγύηση της ανεξάρτητης δικαστικής κρίσης (Σ 5 παρ. 3, 6 παρ. 1). Μόνον τα αρμόδια δικαστικά όργανα (ανακριτής, δικαστικό συμβούλιο, δικαστήριο) –και όχι ο νομοθέτης προκαταβολικώς(!)– έχουν την δικαιοδοσία να κρίνουν in concreto πότε επιβάλλεται υπό τις προϋποθέσεις του νόμου η προσφυγή στο εξαιρετικό μέτρο της προσωρινής κράτησης.
Δ) Στην παρ. 2 του άρθρου 162 ΚΠΔ οριζόταν ότι ο επιδίδων το έγγραφο οφείλει, επί ποινή ακυρότητας της επίδοσης, να σημειώσει επ’ αυτού την χρονολογία και τον τόπο της επίδοσης, το πρόσωπο στο οποίο παραδόθηκε το έγγραφο και να το υπογράψει. Η ρητή απαγγελία ακυρότητας οσάκις ελλείπει κάποιο από τα προαναφερόμενα στοιχεία ήταν συνεπής προς το θεμελιώδες δικαίωμα του προς ον η επίδοση να πληροφορείται εγκαίρως και με ακρίβεια το περιεχόμενο του επιδιδόμενου εγγράφου ώστε να ασκεί τα παρεχόμενα στον ίδιον δικαιώματα. Επιπλέον, λάμβανε υπ’ όψιν την παρ΄ημίν επιπολάζουσα πρακτική της απόρριψης εική και ως έτυχε (αντί της θυροκολλήσεως) των επιδιδόμενων εγγράφων στις αυλές ή εισόδους των κτιρίων.
Παρά την ρητή απαγγελία ακυρότητας στο υπό συζήτηση άρθρο του ΚΠΔ, ο Άρειος Πάγος αποφάνθηκε εσχάτως (απόφαση 200/2024) contra legem ότι η μη αναγραφή κάποιου από τα προαναφερόμενα στοιχεία στο επιδιδόμενο έγγραφο δεν επιφέρει τάχα ακυρότητα της επίδοσης, με επίκληση της νομολογίας υπό τον προϊσχύσαντα ΚΠΔ (!), στην αντίστοιχη διάταξη του οποίου (161 παρ. 2) δεν απαγγελλόταν στην περίπτωση αυτή ακυρότητα.
Ο νομοθέτης μας, αντί να αγνοήσει την αδόκητη αρεοπαγιτική παρεκτροπή αναμένοντας την συμμόρφωση του Ακυρωτικού προς τις επιταγές του νόμου, έσπευσε, με το άρθρο 79 του Ν. 5172/2025, να διαγράψει από το άρθρο 162 παρ. 2 την πρόβλεψη ακυρότητας, προκειμένου, όπως αναγράφεται στην Αιτιολογική Έκθεση, να επέλθει «εναρμόνιση με την πρόσφατη νομολογία του Αρείου Πάγου» (!). Ως εάν η αναγραφή των απαιτούμενων ελάχιστων στοιχείων (ημερομηνία, τόπος, τρόπος επίδοσης, υπογραφή) στο επιδιδόμενο έγγραφο απαιτούσε ιδιαίτερη επιμέλεια ή εξειδικευμένη γνώση του οργάνου επιδόσεως…
Οι διακονούντες την ποινική δικαιοσύνη καλούνται να αμβλύ νουν τις αρνητικές συνέπειες των διαδοχικών κακότεχνων παρεμβάσεων του νομοθέτη με την πιστή εφαρμογή των βασικών κανόνων του φιλελεύθερου ουσιαστικού και δικονομικού ποινικού δικαίου ματαιώνοντας την επιχειρούμενη υπονόμευση των θεμελίων του.
* Ο Ηλίας Γ. Αναγνωστόπουλος είναι Πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων
* Πηγή: «Nova Criminalia», Περιοδική έκδοση της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων, Νο 22, Φεβρουάριος 2025
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Χαράλαμπος Τσιλιώτης: Η κατάργηση της σύντομης αποσβεστικής προθεσμίας του άρθρου 86 παρ. 3 υπερισχύει της αντίθετης ρύθμισης του άρθρου 3 παρ. 2 Ν. 3126/2003 Παναγιώτης Λυμπερόπουλος: «Οι δικαστικοί λειτουργοί οφείλουν πάντα να “μιλούν” με τις αποφάσεις τους» Δημήτρης Ορφανίδης: Προλαβαίνει η Δημοκρατία την Αγορά; – Η προσθήκη ενός Άρθρου 2Α στο Σύνταγμα Αντώνης Π. Αργυρός: Σε ρυθμούς ενός άλλου Εγκέλαδου…στη Δικαιοσύνη Γρηγόρης Ζ. Πεπόνης: «Άσφαιρες» ταυτολογίεςΑκολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr