Ηλίας Μπίσιας: Kορωνοϊός versus ελληνική Δικαιοσύνη – Ανοσία ή ατολμία στον εκσυγχρονισμό;
Του Ηλία Μπίσια* Την ώρα που η χώρα δίνει τιτάνια μάχη με λήψη πρωτόγνωρων περιοριστικών μέτρων,ώστε να μην χαθούν ζωές από την πανδημία του Covid-19, οι εικόνες που δημοσιεύθηκαν την προηγούμενη Παρασκευή από το Εφετείο Αθηνών κυριολεκτικά σοκάρουν.Η αποκρουστική εικόνα του συνωστισμού δεκάδων ανθρώπων με προστατευτικές μάσκες και γάντια σε αίθουσα δικαστηρίου και στον προαύλιο […]
Του Ηλία Μπίσια*
Την ώρα που η χώρα δίνει τιτάνια μάχη με λήψη πρωτόγνωρων περιοριστικών μέτρων,ώστε να μην χαθούν ζωές από την πανδημία του Covid-19, οι εικόνες που δημοσιεύθηκαν την προηγούμενη Παρασκευή από το Εφετείο Αθηνών κυριολεκτικά σοκάρουν.Η αποκρουστική εικόνα του συνωστισμού δεκάδων ανθρώπων με προστατευτικές μάσκες και γάντια σε αίθουσα δικαστηρίου και στον προαύλιο χώρο της απλώς και μόνο για να εκφωνηθεί η υπόθεση και να αποφασιστεί πάραυτα η διακοπή της δίκης γίνεται, για άλλη μια φορά, αδιάψευστος μάρτυρας των νοσηρών συνθηκών που επικρατούν στους χώρους της ελληνικής Δικαιοσύνης.
Νοείται άραγε εν έτει 2020, όπου τα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας κυριαρχούν στη ζωή μας, να είναι επιβεβλημένη η έλευση και ο συνωστισμός εκατοντάδων ανθρώπων σε μια δικαστική αίθουσα απλώς για να ενημερωθούν ότι η δίκη διακόπτεται;
Από την άλλη πλευρά πληθαίνουν τις τελευταίες μέρες οι φωνές διαμαρτυρίας δικαστών, εισαγγελέων, δικηγόρων και δικαστικών υπαλλήλων – πολλοί εκ των οποίων μάλιστα ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες – για αδικαιολόγητη εμμονή των υπευθύνων μεγάλων δικαστηρίων της χώρας στην άρνηση της χρήσης ηλεκτρονικών μέσων, με πρόσχημα ότι αυτή δεν προβλέπεται στις δικονομίες μας.
Ο κοινός νους δυσκολεύεται πολύ να κατανοήσει τη στάση αυτή. Αρνείται να αποδεχτεί ότι η επίκληση της μη δικονομικής πρόβλεψης των ηλεκτρονικών μέσων υπερέχει της προστασίας της ανθρώπινης ζωής.
Έχουμε άραγε ποτέ αναρωτηθεί,ανεξαρτήτως του υφιστάμενου κινδύνου λόγω των ειδικών συνθηκών της πανδημίας για την δημόσια υγεία,εάν αυτά που περιγράφουμε συνάδουν με εικόνα δικαστηρίων ευρωπαϊκής χώρας;
Έχουμε ποτέ προβληματιστεί για το εάν η εικόνα αυτή θα έπρεπε να έχει διαγραφεί ανεπιστρεπτί εδώ και δεκαετίες από την καθημερινότητα των ελληνικών δικαστηρίων;
Έχουμε μήπως συνειδητοποιήσει ότι η εικόνα αυτή μειώνει το κύρος της δικαιοσύνης και των λειτουργών της και ότι αυτό μάλλον δεν απασχολεί κανέναν;
Έχουμε μήπως αναλογιστεί με ποιο τρόπο άραγε εκφωνούνται, αναβάλλονται ή διακόπτονται οι υποθέσεις στα δικαστήρια άλλων ευρωπαϊκών χωρών;
Έχουμε μήπως αντιληφθεί ότι σήμερα, με αφορμή την έλευση του Covid-19 στη ζωή μας, έχουμε μια μοναδική ευκαιρία να βελτιώσουμε τις συνθήκες απονομής του δικαίου στην Ελλάδα, να αξιοποιήσουμε τις υφιστάμενες δυνατότητες της τεχνολογίας και να προσαρμοστούμε, επιτέλους, στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα;
Έχουμε μήπως διερωτηθεί, εάν υπάρχει σθεναρή βούληση και όραμα εκσυγχρονισμού της Δικαιοσύνης,έτσι ώστε να περάσουμε από τις αναχρονιστικές εικόνες που βλέπουμε και βιώνουμε σε εικόνες σύγχρονων δικαστηρίων;Ή μήπως εν τέλει «βολεύει» να νοσούμε χρονίως από τον γνωστό ιό του «ωχαδερφισμού»και αποφεύγουμε την αναμέτρηση με τον εκσυγχρονισμό;
Με πνεύμα καλοπροαίρετης αυτοκριτικής και προβληματισμού και ασφαλώς όχι ισοπέδωσης, θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι οι περισσότεροι από εμάς που συμπράττουμε στη λειτουργία της Δικαιοσύνης (δικαστές, δικηγόροι και δικαστικοί υπάλληλοι),αλλά ιδίως όσοι είναι επιφορτισμένοι με τη λήψη αποφάσεων, έχουμε συμβιβαστεί με τις αναχρονιστικές συνθήκες και τις εικόνες που προαναφέραμε. Ενώ είναι απολύτως βέβαιο ότι υποφέρουμε διαχρονικά από αυτές, φαίνεται ότι αρνούμαστε να αλλάξουμε το κατεστημένο,αποδεχόμενοι defacto,είτε λόγω συνήθειας και απάθειας είτε λόγω αδιαφορίας και ανοχής,μια κατάσταση που δεν μας αξίζει,αλλά ούτε μας τιμά.
Η αποκρουστική εικόνα του συνωστισμού εκατοντάδων ανθρώπων που αντικρύσαμε πρόσφατα στο Εφετείο Αθηνών εν μέσω της πανδημίας του Κορωνοϊού θα ήταν αδιανόητη σε ένα δικαστήριο μιας σύγχρονης ευρωπαϊκής χώρας. Συγκεκριμένα, η συνεδρίαση και, κατ’ επέκταση, η ενώπιον του δικαστηρίου προσέλευση των διαδίκων, μαρτύρων κλπ. θα ήταν περιττές, καθώς η απόφαση περί διακοπής της δίκης και ο προσδιορισμός της νέας δικασίμου θα είχε αποφασιστεί με πρωτοβουλία του προεδρεύοντος δικαστή πριν την ημερομηνία της δικασίμου, θα είχε δε κοινοποιηθεί μέσω της γραμματείας του δικαστηρίου σε όλους ανεξαιρέτως τους παράγοντες της δίκης μέσωe–mail, fax, ή ακόμα και τηλεφωνικώς και στη συνέχεια θα είχε επιδοθεί ταχυδρομικώς.
Η εν λόγω διαδικασία ενημέρωσης δεν αποτελεί καινοτομία, ούτε επινοήθηκε πρόσφατα εξαιτίας της έλευσης της πανδημίας. Στα δικαστήρια των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών, τυχόν αιτήματα αναβολής/διακοπής εξετάζονται από το δικαστήριο πριν από την ημερομηνία εισαγωγής της υπόθεσης στο ακροατήριο, ενώ το δικαστήριο διατηρεί πάντα το δικαίωμα της αυτεπάγγελτης αλλαγής της ημερομηνίας της συνεδρίασης. Και στις δύο περιπτώσεις, η ενημέρωση όλων των παραγόντων της δίκης γίνεται με τον προαναφερόμενο τρόπο.
Με αφορμή το ανωτέρω παράδειγμα, αξίζει να αναλογιστούμε τα πλεονεκτήματα ενδεχόμενης εφαρμογής του συστήματος αυτού στην ελληνική δικαστηριακή πράξη:κατακόρυφη πτώση του αριθμού ατόμων που προσέρχονται καθημερινά στα δικαστικά μέγαρα, συρρίκνωση των πινακίων, μείωση της ύλης προετοιμασίας των δικαστών και εξοικονόμηση ετησίως χιλιάδων χαμένων εργατοωρών συνηγόρων, μαρτύρων κλπ. που «θυσιάζονται» στο βωμό της πολύωρης και ανούσιας αναμονής εκφώνησης των υποθέσεών τους έξω από τις δικαστικές αίθουσες.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την υλοποίηση της προαναφερόμενης διαδικασίας στα καθ΄ ημάς είναι η καταρχήν παροχή ρητής δικονομική ευχέρειας στο δικαστήριο να λαμβάνει αποφάσεις εκτός ακροατηρίου περί της αναβολής ή διακοπής της δίκης (κατόπιν αιτήματος των διαδίκων ή και αυτεπαγγέλτως) καθώς και του προσδιορισμού της νέας δικασίμου πριν την ημερομηνία της αρχικώς ορισθείσας συνεδρίασης.Περαιτέρω, καθίσταται σαφές ότι προαπαιτείται να οργανωθούν ανάλογα οι γραμματείες, να επιστρατευτούντα σύγχρονα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας και να συμπράξουν τα ελληνικά ταχυδρομεία, τα οποία θα επιφορτιστούν με τις κοινοποιήσεις των σχετικών εγγράφων.
Είναι αδιανόητο εν έτει 2020 να είναι άγνωστη στο χώρο της Δικαιοσύνης η ηλεκτρονική ή/και ταχυδρομική αποστολή δικαστικών αποφάσεων, εισαγγελικών προτάσεων, βουλευμάτων κλπ. ή πιστοποιητικών (π.χ. κληρονομητηρίου) από τις γραμματείες των δικαστηρίων στους πληρεξουσίους δικηγόρους των διαδίκων και να απαιτείται μέχρι σήμερα η αυτοπρόσωπη εμφάνιση στους χώρους των δικαστηρίων για την παραλαβή κάθε εγγράφου.
Επίσης αδιανόητο είναι, εν μέσω επιβολής αυστηρότατων περιοριστικών μέτρων κίνησης λόγω απειλής μολυσματικής νόσου, να απαιτείται φυσική παρουσία δικαστών και εισαγγελέων στα δικαστικά μέγαρα για διασκέψεις ή ακροάσεις, ενώ η φυσική τους παρουσία δύναται να αντικατασταθεί από το σύγχρονο μέσο της τηλεδιάσκεψης.
Ήδη, σε πολλά δικαστήρια ευρωπαϊκών χωρών, η τηλεδιάσκεψη αποτελείτο ενδεδειγμένο φάρμακο «σωτηρίας» απέναντι στον κορωνοϊό – ακόμα και ελλείψει ρητής πρόβλεψης από το γράμμα του Νόμου – εξασφαλίζοντας την συνέχεια του δικαιοδοτικού έργου.Το παράδειγμα αυτό αποδεικνύει ότι όταν υπάρχει πραγματική βούληση εκσυγχρονισμού και απόρριψης της τυπολατρίας,βρίσκονται πάντα λύσεις. Άλλωστε στη δικαιοσύνη ούτε νοούνται, ούτε πρέπει να υπάρχουν αδιέξοδα.
Η προσπάθεια εξορθολογισμού και βελτίωσης της απονομής δικαιοσύνης δεν εξαντλείται,κατά την άποψή μας,μόνο στην σύνταξη και ψήφιση νέων εκσυγχρονισμένων Κωδίκων ουσιαστικού και δικονομικού δικαίου,ούτε στην επιτάχυνση έκδοσης των δικαστικών αποφάσεων.Απαιτείται περαιτέρω ολοκληρωμένη αναβάθμιση της ποιότητας των συνθηκών της δικαιοδοτικής λειτουργίας και εκσυγχρονισμός των παρεπόμενων υπηρεσιών που παρέχουν τα ελληνικά δικαστήρια στους πολίτες.
Υπό το πρίσμα αυτό, σύγχρονα μέσα επικοινωνίας, όπως λ.χ. η τηλεδιάσκεψη, θα πρέπει να καθιερωθούν άμεσα, τόσο επειδή επιβάλλονται από την γενικότερη ανάγκη εκσυγχρονισμού, όσο και την δικαιοκρατική ανάγκη συνέχισης της λειτουργίας της Δικαιοσύνης και προστασίας των λειτουργών της εν μέσω της πανδημίας. Σε αντίθετη περίπτωση, η Δικαιοσύνη κινδυνεύει να χάσει άλλη μία ευκαιρία εκσυγχρονισμού και προσέγγισης των ευρωπαϊκών προτύπων και να παραμείνει σε «καραντίνα», απομονωμένη σε μια άλλη εποχή που μόνη της επιλέγει.
Η απρόσμενη έλευση τoυ Covid-19 στη χώρα μας και οι συνέπειές της στο χώρο της απονομής του δικαίου προσφέρουν μια μοναδική ευκαιρία ανατροπής και απεγκλωβισμού από την «καραντίνα» της χρόνιας αδράνειας. Ένα πρώτο τεράστιο βήμα προς την κατεύθυνση αυτή έγινε πριν λίγες μέρες με την έναρξη της ψηφιοποίησης δικαστικών πιστοποιητικών και τη δυνατότητα διαδικτυακής λήψης τους. Θα πρέπει να ακολουθήσουν και άλλα πολλά. Η αρχή όμως έγινε!
Ευχή όλων μας είναι το έργο αυτό να συνεχιστεί,έτσι ώστε η δοκιμασία που περνάμε – όταν πλέον θα είναι παρελθόν – να γίνει μνημείο αναφοράς για τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής Δικαιοσύνης.
* Δρ. Νομ. Πανεπιστημίου Ζυρίχης, Δικηγόρος Αθηνών κ΄ Ελβετίας, Mέλος των Δικηγορικών Συλλόγων Αθηνών (Δ.Σ.Α.), Zυρίχης, Ελβετίας (ZAV, SAV), Φρανκφούρτης, Γερμανίας (FAV, DAV)
Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr