Ιωάννης Γλύκας: Η εντολή πειθαρχικού ελέγχου ελλοχεύει τον κίνδυνο δημιουργίας «φοβικού» θεσμού
Τέτοιου είδους παρεμβάσεις, όπου για άλλη μία φορά η ηγεσία του Αρείου Πάγου επιχειρεί, οδηγούν σε ραγδαία οπισθοχώρηση της ορθής απονομής δικαιοσύνης.

Η ανεξαρτησία των δικαστών αποτελεί προϋπόθεση της απονομής της δικαιοσύνης, είναι συνυφασμένη με την αποστολή του δικαστή και αποτελεί ουσιώδες στοιχείο του θεμελιώδους δικαιώματος σε δίκαιη δίκη.
Είναι γενική παραδοχή ότι η ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών προϋποθέτει πρωτίστως τη συνδρομή επαρκών εγγυήσεων έναντι εξωτερικών πιέσεων και ιδίως εγγυήσεις ανεξάρτητης δράσης έναντι της εκτελεστικής, αλλά και της νομοθετικής εξουσίας. Η δικαστική ανεξαρτησία προϋποθέτει την αποκοπή του λώρου μεταξύ δικαστικής και οποιασδήποτε άλλης εξουσίας.
Η εντολή πειθαρχικού ελέγχου από την Πρόεδρο του Αρείου Πάγου για τις ανακριτικές αρχές που άφησαν ελεύθερους τους εμπλεκόμενους στο κύκλωμα στην Πολεοδομία της Ρόδου συνιστά ευθεία παρέμβαση στην ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και στην δικαιοδοτική κρίση των δικαστών καθώς ο ανακριτής και η εισαγγελέας που χειρίστηκαν την δικογραφία σε βάρος των πολεοδόμων της Ρόδου είναι οι μόνοι που έχουν λάβει γνώση του αποδεικτικού υλικού και δύναται να αξιολογήσουν ποια θα είναι τα κατάλληλα μέτρα δικονομικού καταναγκασμού εις βάρος των κατηγορουμένων. Δίχως οιαδήποτε γνώση των στοιχείων της δικογραφίας η ηγεσία του Αρείου Πάγου επιχειρεί να ελέγξει την κρίση του φυσικού δικαστή της υπόθεσης.
Η εντολή πειθαρχικού ελέγχου ελλοχεύει τον κίνδυνο δημιουργίας “φοβικού” θεσμού καθώς σε έκαστη ανεξάρτητη δικαιοδοτική κρίση και δη “απαλλακτική” οι δικαστικοί λειτουργοί “θαφοβούνται” να έρθουν αντιμέτωποι με πρακτικές ανεπίτρεπτων πειθαρχικών ελέγχων που στόχο έχουν προφανώς τον εκφοβισμό. Τέτοιου είδους παρεμβάσεις όπου για άλλη μια φορά η ηγεσία του Αρείου Πάγου επιχειρεί οδηγούν σε ραγδαία οπισθοχώρηση της ορθής απονομής δικαιοσύνης. Η συγκεκριμένη δε παρέμβαση δεν είναι μεμονωμένη αλλά στόχο έχει την παρέμβαση στο έργο των δικαστών με την απειλή ενός επικείμενου πειθαρχικού ελέγχου. Μια παρέμβαση που δυστυχώς υπονομεύει το κύρος της Δικαιοσύνης αντί να το διαφυλάσσει και να το προστατεύει.
Το Σύνταγμα και οι Διεθνείς Συμβάσεις, κατοχυρώνουν για τους δικαστές εγγυήσεις σχετικά με την υπηρεσιακή τους κατάσταση ,την υπηρεσιακή τους εξέλιξη, την άσκηση πειθαρχικής εξουσίας, ενώ παράλληλα προβλέπουν ασυμβίβαστα και απαγορεύσεις, ώστε η κατοχύρωση της ανεξαρτησίας των δικαστών να μην περιορίζεται μόνο στο πεδίο γένεσης της δικαστικής ιδιότητας, αλλά να επεκτείνεται και στους όρους άσκησης του λειτουργήματός τους.Οι θεμελιώσεις αρχές ενός κράτους δικαίου επιβάλλουν την ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών κατά την άσκηση των καθηκόντων τους .
Η λειτουργική ανεξαρτησία, θα έπρεπε να θωρακίζει τον δικαστικό λειτουργό για μία ανεξάρτητη δράση, αποκλείοντας κάθε δυνατή επέμβαση της εκτελεστικής ή νομοθετικής εξουσίας στο έργο του και οποιαδήποτε επιρροή στη διαμόρφωση της δικαιοδοτικής του κρίσης.
Συγκεκριμένα στο άρθρο 87 του Συντάγματος ορίζεται ρητώς ότι η δικαιοσύνη απονέμεται από δικαστήρια συγκροτούμενα από τακτικούς δικαστές, που απολαμβάνουν λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία.
Το άρθρο 23 παρ. 3 του του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, ρυθμίζει τα σχετικά με τα όργανα άσκησης εποπτείας στα δικαστήρια και το περιεχόμενο της, σύμφωνα με την οποία οποιαδήποτε οδηγία, σύσταση ή υπόδειξη σε δικαστικό λειτουργό για ουσιαστικό ή δικονομικό θέμα σε συγκεκριμένη υπόθεση ή κατηγορία υποθέσεων είναι ανεπίτρεπτη, και συνιστά πειθαρχικό αδίκημα.
Η διάταξη του άρθρου 28 παρ. 4 εδ. γ’ του ως άνω Κώδικα, ορίζει ρητώς ότι ο εισαγγελικός λειτουργός κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του και την έκφραση της γνώμης του ενεργεί αδέσμευτα, υπακούοντας στον νόμο και στη συνείδησή του.
Από τη διάταξη επίσης του άρθρου 109 παρ. 4 περ. β’ του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, προκύπτει ότι δεν αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα για τον δικαστικό λειτουργό, η κρίση που εκφέρει κατά την άσκηση των καθηκόντων του και επομένως δεν είναι επιτρεπτός ο έλεγχος της κρίσης αυτής.
Η παραγγελία της άσκησης πειθαρχικού ελέγχου για δικαιοδοτική κρίση δικαστικού λειτουργού και η ευρεία γνωστοποίησή της πλήττει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών ,θέτοντας υπό διαρκή αμφισβήτηση τον θεσμό της ποινικής δικαιοσύνης και της δημοκρατίας στο σύνολό της με αποτέλεσμα η δικαστική ανεξαρτησία να επιτελεί την λειτουργία ενός μύθου ενώ θα έπρεπε να επιτελεί την μοναδική ρεαλιστική προσέγγιση.
Η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης δεν αφορά μόνο τους δικαστές οι οποίοι πρέπει να λειτουργούν με την συνείδηση τους και τιμώντας τον θεσμικό τους ρόλο αλλά και το κοινό περί δικαίου αίσθημα καθώς κλονίζεται η εμπιστοσύνη των πολιτών με την αμφισβήτηση στην ορθότητα των δικαστικών αποφάσεων. Η βαριά παραβίαση της δικαστικής ανεξαρτησίας δημιουργεί πληγή για την ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ που αποτελεί τον Πυλώνα του Κράτους Δικαίου Μας.
*Γιάννης Γλύκας, Ποινικολόγος, π. Πρόεδρος Ένωσης Ποινικολόγων και Μαχόμενων Δικηγόρων
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Σπύρος Βλαχόπουλος: Να αναθεωρήσουμε ή να κάνουμε skip το Σύνταγμα; Αντώνης Π. Αργυρός: “Ελευθερία ή Θάνατος”, μια διαχρονική προσταγή της Ελλάδας Δημήτρης Παξινός: Ο Ιμάμογλου, η διαχρονική Τουρκία, τα λευκά κελιά κι η οκνηρή ΕΕ Μαρία Ν. Συριανού: Όταν ο e-ΕΦΚΑ δεν συμμορφώνεται προς τις δικαστικές αποφάσεις που δικαιώνουν συνταξιούχους Βασίλειος Χ. Αρβανίτης: Η θέση του θύματος της εκβίασης και δράστη της ενεργητικής δωροδοκίας στην ποινική δίκηΑκολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr