Ιωάννης Κονομόδης: Όρκιση των συνηγόρων-“αγγέλων”

Είναι μη νόμιμη η πρακτική κάποιων ποινικών Δικαστηρίων να υποδεικνύουν ή να επιβάλλουν σε συνηγόρους-«αγγέλους» την ένορκη κατάθεσή τους προκειμένου να αποδείξουν τον λόγο της εξ αυτών αιτούμενης αναβολής της δίκης.

NEWSROOM
Ιωάννης Κονομόδης: Όρκιση των συνηγόρων-“αγγέλων”

Στην δικαστηριακή πρακτική είναι πολύ συχνό το φαινόμενο να εμφανίζονται στα ακροατήρια των ποινικών Δικαστηρίων συνήγοροι οι οποίοι αιτούνται αναβολή της δίκης λόγω κωλύματος είτε στο πρόσωπο του κατηγορούμενου είτε στο πρόσωπο κάποιου συναδέλφου τους και συνηγόρου του κατηγορούμενου, χωρίς να διαθέτουν εξουσιοδότηση από τον κατηγορούμενο στην πρώτη περίπτωση και από τον συνάδελφό τους στην δεύτερη περίπτωση. Οι συνήγοροι αυτοί συνηθίζεται να αποκαλούνται «άγγελοι». Τίθεται, λοιπόν, το ερώτημα εάν τα ποινικά Δικαστήρια πρέπει να εξετάζουν ενόρκως τους συνηγόρους-«αγγέλους» ή να αρκούνται στην (άνευ όρκου) αναγγελία εκ μέρους τους του λόγου της αναβολής.

Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 ΚπΔ («Κώδικας περί Δικηγόρων», Ν 4194/2013), ο δικηγόρος είναι δημόσιος λειτουργός. Το λειτούργημά του αποτελεί θεμέλιο του κράτους δικαίου. Κατά δε το άρθρο 2 του ίδιου νόμου, ο δικηγόρος είναι συλλειτουργός της δικαιοσύνης. Η θέση του είναι θεμελιώδης, ισότιμη, ανεξάρτητη και αναγκαία για την απονομή της. Εξάλλου, από το σύνολο των διατάξεων του ΚΠΔ προκύπτει ότι στην ποινική δίκη ορκίζονται μόνο οι μάρτυρες και οι πραγματογνώμονες, ενώ οι δικηγόροι, όταν ορκίζονται και καταθέτουν ως μάρτυρες υπό τους περιορισμούς του άρθρου 217 ΚΠΔ και των άρθρων 38 και 39 παρ. 5 ΚπΔ, δεν μετέχουν στις σχετικές δίκες ως συνήγοροι κάποιου από τους διαδίκους, αλλά ως τρίτα πρόσωπα, γι’ αυτό και είναι αυτονόητο ότι για την μαρτυρική κατάθεσή τους απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί η προηγούμενη παραίτησή τους λ.χ. από την υπεράσπιση του κατηγορουμένου (Φράγκου Κ., Κώδικας Ποινικής Δικονομίας – Κατ’ Άρθρο Ερμηνεία & Νομολογία Αρείου Πάγου, Β’ έκδοση, 2020, σελ. 775). Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 349 παρ. 3 εδ. β’ ΚΠΔ, αν ο λόγος αναβολής αναγγέλθηκε από συνήγορο ή άλλο πρόσωπο για λογαριασμό απόντος διαδίκου και η συζήτηση αναβλήθηκε σε ρητή δικάσιμο, η περί αναβολής απόφαση επέχει θέση κλητεύσεώς του.

Από τις ανωτέρω διατάξεις, σε συνδυασμό με το όλο πνεύμα και το σύστημα του ΚΠΔ, συνάγεται ότι οι συνήγοροι δεν είναι ούτε μάρτυρες ούτε πραγματογνώμονες στις υποθέσεις τις οποίες χειρίζονται, καθώς και ότι ο «άγγελος» αναγγέλλει και δεν καταθέτει ενόρκως τον λόγο αναβολής της δίκης. Άλλωστε, το γεγονός ότι ο συνήγορος του κατηγορούμενου διαθέτει μόνο προφορική και όχι ακόμη γραπτή εξουσιοδότηση από τον κωλυόμενο εντολέα του ή το γεγονός ότι ο συνάδελφος του κωλυόμενου συνηγόρου του κατηγορούμενου διαθέτει μόνο προφορική εξουσιοδότηση από τον συνάδελφό του δεν αναιρούν την ιδιότητά τους ως συνηγόρων, και μάλιστα ως συνηγόρων του κατηγορούμενου, στην πρώτη περίπτωση άμεσα και στην δεύτερη έμμεσα (για την δεύτερη περίπτωση οράτε ΑΠ 592/2011, areiospagos.gr).

Κατά τον  Κ. Φράγκο, αποκλείεται η ένορκη κατάθεση οποιουδήποτε «αγγέλου», ακόμη, δηλαδή, και του μη δικηγόρου. Όπως αναγράφει επί λέξει (Φράγκου Κ., Κώδικας Ποινικής Δικονομίας – Κατ’ Άρθρο Ερμηνεία & Νομολογία Αρείου Πάγου, Β’ έκδοση, 2020, σελ. 1220), το αίτημα [σ.σ. της αναβολής] υποβάλλεται από τον ίδιο τον κατηγορούμενο ή από απεσταλμένο αυτού ως άγγελο, ο οποίος μπορεί να είναι ο δικηγόρος του, ο ασκούμενος δικηγόρος ή συνεργάτης του δικηγόρου του ή οιοσδήποτε συγγενής ή γνωστός του και υποβάλλεται προφορικά ή και εγγράφως, με αποστολή στο δικαστήριο σχετικής επιστολής, ΦΑΞ κλ.π. Ο υποβάλλων το αίτημα «άγγελος», αν δεν δηλώσει ότι έχει ιδίαν αντίληψη για το υπάρχον σημαντικό αίτιο, π.χ. την ασθένεια του κατηγορουμένου, δεν πρέπει να του υποδεικνύεται ούτε να του επιβάλλεται από τον διευθύνοντα η με όρκο κατάθεση, ούτε είναι υποχρεωτική η προσκόμιση κάποιων εγγράφων αποδεικτικών· π.χ. για επίκληση και απόδειξη κάποιας ασθένειας δεν είναι υποχρεωτική η επίκληση και προσκόμιση ιατρικού πιστοποιητικού, νοσοκομειακού ή ιδιώτη γιατρού, και δη η αναγραφή σε αυτό ότι χορηγείται για δικαστική χρήση, μπορεί δε να εξετασθούν και μόνο προτεινόμενοι μάρτυρες ή και κανένας μάρτυρας και στην κυριαρχική κρίση του δικαστηρίου εναπόκειται εκάστοτε η στάθμιση των προσαγόμενων αποδείξεων και η βασιμότητα ή μη ενός αιτήματος, σύμφωνα με τα προσκομιζόμενα σε αυτό προς υποστήριξη του αιτήματος στοιχεία.

Πέραν του ότι η ένορκη κατάθεση δεν προβλέπεται από τον ΚΠΔ για τους συνηγόρους στα πλαίσια χειρισμού των υποθέσεών τους, ή ίσως ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο, είναι υποτιμητικό για τον δικηγόρο να μετατρέπεται από δημόσιο λειτουργό και συλλειτουργό της δικαιοσύνης σε μάρτυρα προκειμένου να υποστηρίξει ένα αίτημα αναβολής δίκης.

Εν τέλει, κατά την γνώμη μου, είναι μη νόμιμη η πρακτική κάποιων ποινικών Δικαστηρίων να υποδεικνύουν ή να επιβάλλουν σε συνηγόρους-«αγγέλους» την ένορκη κατάθεσή τους προκειμένου να αποδείξουν τον λόγο της εξ αυτών αιτούμενης αναβολής της δίκης. Αντίθετα, πρέπει τα ποινικά Δικαστήρια να εκτιμούν τις εκ μέρους των συνηγόρων (άνευ όρκου) αναγγελίες των λόγων αναβολής σε συνδυασμό με τα έγγραφα που τυχόν προσκομίζουν (όπως είναι λ.χ. ένα ιατρικό έγγραφο ή μια γραπτή δήλωση προς το Δικαστήριο), με τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων που τυχόν προσάγουν ή με οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό μέσο που τίθεται υπόψη τους και να αποφασίζουν περί της αποδοχής ή της απόρριψης του αιτήματος αναβολής.

* Ιωάννης Κονομόδης, δικηγόρος, μέλος του Δ.Σ. του Δικηγορικού Συλλόγου Κορίνθου

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr