Ιωάννης Κουτσούκος: Μπορεί σήμερα ο/η Πρόεδρος της Δημοκρατίας να αρνηθεί να υπογράψει νόμο της Βουλής, με αποτέλεσμα να “πέσει” η Κυβέρνηση; Μπορεί, ακόμη, με άλλον τρόπο να προκαλέσει πτώση της Κυβέρνησης;

Υπάρχει όμως και η εξαίρεση: εντός της προθεσμίας του ενός μηνός ο Πρόεδρος μπορεί να αναπέμψει στη Βουλή το ψηφισμένο νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου εκθέτοντας τους λόγους της αναπομπής.

NEWSROOM
Ιωάννης Κουτσούκος: Μπορεί σήμερα ο/η Πρόεδρος της Δημοκρατίας να αρνηθεί να υπογράψει νόμο της Βουλής, με αποτέλεσμα να “πέσει” η Κυβέρνηση; Μπορεί, ακόμη, με άλλον τρόπο να προκαλέσει πτώση της Κυβέρνησης;

Ερώτημα Πολίτη: 

Με αφορμή ερώτηση μαθήτριας της Γ’ Γυμνασίου στο μάθημα της Ιστορίας (Ενότητα 19, παράγραφος: “Η καθιέρωση της συνταγματικής μοναρχίας”) και τις υπερεξουσίες του βασιλιά στο Σύνταγμα του 1844. Μπορεί σήμερα ο/η Πρόεδρος της Δημοκρατίας να αρνηθεί να υπογράψει νόμο της Βουλής, με αποτέλεσμα να “πέσει” η Κυβέρνηση; Μπορεί, ακόμη, με άλλον τρόπο να προκαλέσει πτώση της Κυβέρνησης; Διαβάζοντας το άρθρο 42 παρ. 1 του Συντάγματος παρατηρώ την οριστική έγκλιση στα ρήματα “εκδίδει” και “δημοσιεύει”, επομένως το κάνει υποχρεωτικά. Τι γίνεται, όμως, αν δεν το κάνει; Ίσως η ερώτηση ακούγεται απλοϊκή, αλλά τέτοιες ακούμε κάθε μέρα στο Γυμνάσιο.

Απάντηση: 

Το άρθρο 42 παράγραφος 1 του Συντάγματος ορίζει πράγματι ότι ο ΠτΔ εκδίδει και δημοσιεύει τους νόμους. Έκδοση είναι η πιστοποίηση ότι κείμενο που έχει μπροστά του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι πράγματι το νομοσχέδιο ή η πρόταση νόμου που ψηφίστηκε από τη Βουλή και ότι η διαδικασία της ψήφισης έγινε χωρίς να λάβει χώρα κάποια βαρεία διαδικαστική παράβαση. Ναι, για τον ΠτΔ η έκδοση (και κατόπιν η δημοσίευση) είναι καταρχήν υποχρεωτική, είναι και η οριστική πτώση και η προθεσμία του ενός μηνός που ορίζει η διάταξη. Υπάρχει όμως και η εξαίρεση: εντός της προθεσμίας του ενός μηνός ο Πρόεδρος μπορεί να αναπέμψει στη Βουλή το ψηφισμένο νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου εκθέτοντας τους λόγους της αναπομπής. Σε αυτήν την περίπτωση, η Βουλή οφείλει να ψηφίσει εκ νέου το κείμενο σε Ολομέλεια με ειδική διαδικασία και ειδική πλειοψηφία (κυριολεκτικά 151. Συνήθως η πλειοψηφία που απαιτείται είναι των παρόντων, άρα αν παρόντες είναι πχ 270 βουλευτές, δεν χρειάζονται 151 βουλευτές για να ψηφιστεί ένας νόμος, αρκούν σε αυτό το παράδειγμα 136). Αν λάβει χώρα αυτή η επιψήφιση, τότε ο Πρόεδρος υποχρεούται να εκδώσει και να δημοσιεύσει στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το ψηφισμένο κείμενο ως νόμο. Αυτή η δυνατότητα της αναπομπής δεν έχει ποτέ εφαρμοστεί. Δεν είναι ιδιαίτερα σαφές ποιοι είναι οι λόγοι της αναπομπής. Στο αρχικό Σύνταγμα του 1975, ο ΠτΔ “κύρωνε” εντός μηνός τους νόμους, συνεπώς η αναπομπή μπορούσε να σημαίνει και πολιτική διαφωνία του, οπότε ήταν ένα είδος αναβλητικού veto. Μετά την αναθεώρηση του 1986, μάλλον πρέπει να θεωρηθεί ότι οι λόγοι της αναπομπής συνδέονται με τις αρμοδιότητες του ΠτΔ που ισχύουν. Δεν κυρώνει πλέον τα ψηφισμένα κείμενα συνεπώς οι λόγοι της αναπομπής δεν μπορούν να αφορούν ουσιαστική διαφωνία αλλά κάποια προφανή αντισυνταγματικότητα στη διαδικασία ψήφισης του νόμου, ίσως και του περιεχομένου του. Ελλείψει συνταγματικής πρακτικής, αυτού του είδους οι ερμηνείες δεν είναι ασφαλείς.

Μετά την αναθεώρηση του 1986, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κατ’ ακριβολογία δεν μπορεί να παύσει μια Κυβέρνηση παρά μόνο στις περιπτώσεις που μια κυβέρνηση οφείλει να παραιτηθεί για συνταγματικούς λόγους και δεν το κάνει: απώλεια εμπιστοσύνης της Βουλής, αποτέλεσμα εκλογών που δείχνει ότι τη δεδηλωμένη έχει άλλο κόμμα. Αυτό που μπορεί να κάνει ο Πρόεδρος της Βουλής σε μία περίπτωση είναι να διαλύσει τη Βουλή (άρα έμμεσα να προκαλέσει, μετά τη διενέργεια των εκλογών και βάσει του αποτελέσματος των εκλογών τον ορισμό νέας Κυβέρνησης) κατά τους όρους του άρθρου 41 παρ. 1 του Συντάγματος: “O Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί να διαλύσει τη Bουλή, αν έχουν παραιτηθεί ή και καταψηφιστεί από αυτή δύο Kυβερνήσεις και η σύνθεσή της δεν εξασφαλίζει κυβερνητική σταθερότητα. Οι εκλογές ενεργούνται από την Kυβέρνηση που έχει την εμπιστοσύνη της διαλυόμενης Bουλής. Σε κάθε άλλη περίπτωση εφαρμόζεται αναλόγως το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 37.” (δηλαδή αν δεν υπάρχει κυβέρνηση με ψήφο εμπιστοσύνης, να κάνει τη διαδικασία διαπραγμάτευσης με τους αρχηγούς των κομμάτων για ορισμό υπηρεσιακής Κυβέρνησης που θα διεξαγάγει εκλογές και στην ανάγκη να ορίσει ο ίδιος υπηρεσιακή Κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Πρόεδρο ενός των ανωτάτων δικαστηρίων).

Υπάρχει και ένας άλλος έμμεσος τρόπος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να προκαλέσει τη διάλυση της Βουλής ανά πάσα στιγμή και κατά γνήσια ευχέρεια: με την παραίτησή του. Αν δεν υπάρχει η πλειοψηφία των 180 βουλευτών για την εκλογή νέου Προέδρου, τότε μοιραία η Βουλή θα διαλυθεί μετά τις 3 πρώτες ψηφοφορίες.”

*Ιωάννης Κουτσούκος, Δικηγόρος Αθηνών

Πηγή: syntagmawatch.gr

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr