Ιωάννης Παπαρρηγόπουλος: Μία προσωρινή διάταξη που μεταθέτει το πρόβλημα
Του Ιωάννη Παπαρρηγόπουλου*
Με το άρθρο 139 ν. 4714/2020 έγινε προσπάθεια ν’ ανακοπεί το κύμα φυγής που ξεκίνησε μετά την εξαγγελία της συνεπιμέλειας που δημόσια έκανε ο υπουργός δικαιοσύνης κ. Κ. Τσιάρας.
Το άρθρο έχει ως εξής:
“Άρθρο 139
Ειδικές πράξεις επιμέλειας ανήλικου τέκνου – Προσθήκη άρθρου 1519 Αστικού Κώδικα
Στη θέση του καταργηθέντος άρθρου 1519 του Αστικού Κώδικα (Α΄ 164) εισάγεται νέο άρθρο 1519 ως εξής:
Άρθρο 1519
Μεταβολή του τόπου διαμονής
Μεταβολή του τόπου διαμονής του τέκνου, που επιδρά ουσιωδώς στο δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, απαιτεί προηγούμενη συμφωνία των γονέων ή προηγούμενη οριστική δικαστική απόφαση μετά από αίτημα οποιουδήποτε από τους γονείς. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει κάθε πρόσφορο μέσο.”
Δημοσιεύθηκε προ ημερών το άρθρο της εισηγήτριας της νομο – παρασκευαστικής επιτροπής καθ. Παπαδοπούλου Κλαμαρη με το οποίο δόθηκε η εντύπωση ότι πρόκειται για μία τελική ρύθμιση.
Όμως πρόκειται για μια προσωρινή λύση και το ζήτημα παραμένει ανοιχτό. Το νέο άρθρο 1519 του ΑΚ μεταθέτει δύο φορές το πρόβλημα. Τη πρώτη στο δικαστή της τακτικής δίκης. Την δεύτερη στο νομοθέτη που θα εισάγει τη συνεπιμέλεια.
Η διάταξη αφορά κατ’ αρχάς την αποκλειστική επιμέλεια που ασκεί ένας γονέας κατά τη διάσταση ή το διαζύγιο καθώς και τα παιδιά εκτός γάμου. Δηλαδή αφορά τα παιδιά που μεγαλώνουν μόνο με τον ένα από τους γονείς τους.
Το προσωρινό της χαρακτήρα συνάγουμε από το ότι μεταθέτει τη λήψη απόφασης στο φυσικό δικαστή της τακτικής δίκης αφοόυ ρητά απαιτεί οριστική απόφαση. Άρα αποκλείει την επίλυση της διαφοράς με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέρων. Έως την 1η Αυγούστου 2020, ο γονέας που είχε την έστω και προσωρινή αποκλειστική επιμέλεια, μόνος του, αποφάσιζε και για το ποιος θα είναι ο τόπος κατοικίας του παιδιού καθώς και για κάθε μεταβολή του. Στη περίπτωση διαφωνίας, με μία απλή απόφαση ασφαλιστικών μέτρων, η δικαστηριακή πρακτική επικύρωνε τη μονομερή απόφαση του γονέα με επιμέλεια.
Το προσωρινό της χαρακτήρα της νέας ρύθμισης ενισχύει το ότι συνεχίζει να ισχύει το άρθρο 56 του Αστικού Κώδικα : «Αν τη γονική μέριμνα ασκούν και οι δύο γονείς χωρίς να έχουν την ίδια κατοικία, ο ανήλικος έχει κατοικία την κατοικία του γονέα με τον οποίο συνήθως διαμένει.» Η νέα διάταξη αφορά μόνο τη μεταβολή του τόπου κατοικίας του τέκνου και όχι τον καθορισμό της. Σήμερα ένας γονέας συνεχίζει να καθορίζει το που θα μένει το παιδί και (από τη 1η/8/2020) δεν θα μπορεί ν’ αλλάξει μονομερώς τον τόπο κατοικίας αν εμποδίζεται η επικοινωνία.
Σημειώσατε ότι το άρθρο 56 εισήχθη το 1949, όταν υπήρχε η πατρική εξουσία και η προίκα. Ρύθμιζε το που θα γίνονται οι επιδόσεις προς το ανήλικο τέκνο αφού η ανατροφή του παιδιού τότε ήταν αδιάφορος. Το άρθρο παρέμεινε από παραδρομή ως είχε και μετά την αναθεώρηση του 1983 και (παρα) ερμηνεύθηκε από τη νομολογία όπως πιο πάνω αναπτύσσεται.
Προσέξατε επίσης ότι ενώ ο αστικός κώδικας μιλάει για κατοικία, ο νόμος 4714/20 μιλάει για διαμονή! Οι ενήλικες ελεύθερα επιλέγουν τον τόπο κατοικίας τους. Ελεύθερα επίσης διαμένουν στο σπίτι που επιθυμούν. Το ανήλικο παιδί όμως συνεχίζει να μην έχει δικά του δικαιώματα. Είναι προέκταση ενός ενηλίκου, πριν το 1983 του πατέρα του, σήμερα του «γονέα με τον οποίο συνήθως διαμένει».
Το προσωρινό χαρακτήρα της νέας διάταξης ενισχύει και η τελευταία πρόταση. «Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει κάθε πρόσφορο μέσο» άρα να τροποποιήσει την επικοινωνία, να διατάξει να γίνεται μέσω skype…
Δεν χωράει αμφιβολία ότι η νέα διάταξη δεν αφορά τη συνεπιμέλεια. Έκπληξη προκαλεί το ότι η καθηγήτρια κα Παπαδοπούλου Κλαμαρή δεν το επισημαίνει. Ιδιαίτερα επειδή υπήρξε η ίδια μέλος όλων των νομοπαρασκευαστικών επιτροπών που από το 2006 έως σήμερα έχουν συσταθεί. Κυρίως όμως επειδή είναι εισηγήτρια για το ζήτημα της συνεπιμέλειας στην επιτροπή που σήμερα λειτουργεί..
Είναι γνωστό ότι υπάρχουν αποκλίνουσες τάσεις στην επιτροπή. Η μία θέλει να διατηρήσει το υπάρχον καθεστώς της αποκλειστικής επιμέλειας δίνοντάς του άλλο όνομα : «ο γονέας με τον οποίο το παιδί συνήθως διαμένει». Το κάνει αυτό για να διατηρήσει ο νομικός και δικαστικός κόσμος της χώρας τη καλή εικόνα που έχει για τον εαυτό του. Για να μη παραδεχτεί ότι η αφαίρεση της επιμέλειας και η αποκλειστική επιμέλεια είναι κακοποιητική πράξη για γονείς και παιδιά. Και επίσης γιατί «έξις δευτέρα φύσις εστί».
Η άλλη τάση στην οποία συντάσσεται και ο γράφων θέλει τη συνεπιμέλεια, το τρόπο ανατροφής των παιδιών του σήμερα : Ίσο χρόνο και ίση φροντίδα και από τους δύο καλούς γονείς για κάθε παιδί, είτε οι γονείς είναι παντρεμένοι, είτε ζουν μαζί είτε όχι. Δε χρειάζεται να μας προβληματίσει το πώς θα γίνει αυτό. Το περιγράφουν αναλυτικά νομικές πράξεις που έχουν τη ισχύ της αυθεντικής ερμηνείας των κυρωμένων διεθνών συνθηκών. Ενδεικτικά το ομόφωνο ψήφισμα 2079/2015 της επιτροπής ισότητας (ναι οι γυναικείες οργανώσεις) του Συμβουλίου της Ευρώπης. Τον τρόπο ανατροφής του σήμερα τον εφαρμόζουν ήδη ήπειροι και χώρες σε πολύ μεγάλο μέρος του πλανήτη.
Αντίθετα με το άρθρο που δημοσιεύθηκε, η ψήφιση του άρθρου 139 του ν. 4714/2020 στέλνει ένα μήνυμα για προβληματισμό στα μέλη της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής σε λειτουργία προκειμένου να γνωμοδοτήσει για την εισαγωγή της συνεπιμέλειας.
Το πρώτο μήνυμα είναι ότι άλλαξε η αιτιολογική έκθεση που είχε αρχικά κατατεθεί. Με τη νέα ρητά αναφέρεται ότι η αλλαγή του ν. 4714/2020 γίνεται σε συμμόρφωση με την οδηγία CM/Rec(2015)4 του Συμβουλίου της Ευρώπης. Η θετική αυτή αλλαγή σηματοδοτεί τη περαιτέρω πορεία του κυβερνητικού έργου για την αλλαγή του οικογενειακού δικαίου. Και αυτό γιατί τη πιο πάνω οδηγία ακολούθησε, λίγους μήνες μετά, το ψήφισμα 2079 (2015) που προαναφέρθηκε καθώς και άλλες πράξεις διεθνών οργανισμών. Δηλαδή τη συνεπιμέλεια.
Δεύτερο μήνυμα, το ότι διαγράφηκε η απαράδεκτος πρώτη παράγραφος από το αρχικό άρθρο που είχε κατατεθεί. Από σαφή παραδρομή μάλιστα παρέμεινε στον τίτλο του άρθρου 139 που δημοσιεύτηκε η φράση «ειδικές πράξεις επιμέλειας». Η παράγραφος που δεν ψηφίστηκε επιχειρούσε να εισάγει την έννοια του πρωτεύοντα και του δευτερεύοντα γονέα, του γονέα με τον οποίο το παιδί διαμένει και που θα παίρνει όλες τις αποφάσεις για τη καθημερινή ζωή του παιδιού. Δηλαδή τη διατήρηση της επιμέλειας από τη πίσω πόρτα ακόμα και όταν εισαχθεί η κοινή επιμέλεια στα χαρτιά.
Ενόψει όλων των ανωτέρω, πρόκειται για κάποια εξέλιξη στο μείζον κοινωνικό ζήτημα της ανατροφής τέκνων που την περιμέναμε για δεκαετίες. Γίνεται αντιληπτή σαν προάγγελος της συνεπιμέλειας. Αυτή που ο τύπος, η κοινωνία και όλοι οι φορείς και εταίροι του κοινωνικού διαλόγου υποστηρίζουν. Η λύση θα δοθεί με το νόμο για την αναθεώρηση του οικογενειακού δικαίου που θα καταθέσει η κυβέρνηση και θα ψηφιστεί.
Η εναρμόνιση με την οδηγία CM/Rec(2015)4 και με το ψήφισμα 2079(2015) δεν μπορεί να είναι επιλεκτική. Πρέπει να είναι πλήρης. Γι αυτό το σχέδιο νόμου προϋποθέτει :
(α) να οριστεί ως τόπος κατοικίας του παιδιού η τελευταία κοινή κατοικία των γονέων του και ν’ αλλάζει μόνο με συμφωνία τους ή με δικαστική απόφαση, δηλαδή να μην καθορίζεται από τον ένα μόνο η κατοικία του παιδιού,
(β) η γονική μέριμνα και επιμέλεια παραμένουν κοινές και το δικαστήριο μπορεί να τις αφαιρέσει μόνο λόγω κακής άσκησης. Δηλαδή να παύσει το δικαστήριο να αφαιρεί την επιμέλεια από «καλούς» γονείς.
(γ) να καταργηθούν οι διατάξεις για τα αναγνωρισμένα παιδιά εκτός γάμου και να εφαρμόζεται γι’ αυτά ότι και για όλα τα άλλα παιδιά,
(δ) με δικαστική απόφαση να δίνονται υποχρεωτικά ίσα δικαιώματα, υποχρεώσεις και χρόνος με το παιδί, ακριβώς για να οδηγήσουν τους γονείς να συμφωνήσουν για τη λύση που καλύπτει τις δικές τους ανάγκες,
(ε) υποστηρικτικούς μηχανισμούς όπως η χρήση σχεδίων ανατροφής παιδιών (parenting plans), «αντικειμενικές αξίες» διατροφής τέκνου, δικαστικές ψυχοκοινωνικές υπηρεσίες στα πρότυπα του σώματος των συμβολαιογράφων, υποθηκοφυλάκων κλπ καθώς και η εισαγωγή της φιλικής δικαιοσύνης για τα μέλη της οικογένειας. Όλ’ αυτά θα μεταθέσουν το βάρος που σήμερα δίνεται στην αφαίρεση της επιμέλειας προς την προστασία όλων των μελών της οικογένειας.
Η καλή νομοθέτηση προϋποθέτει διατάξεις σαφείς, χωρίς αόριστες έννοιες όπως «σπουδαίος λόγος», «επηρεάζει σημαντικά», «ειδικές πράξεις». Κυρίως χωρίς να γίνεται η νομοθέτηση της νομολογίας. Και αυτό γιατί ο νομοθέτης επιχειρεί να μεταβάλει τη νομολογία. Όπως εξήγγειλε ο κ. Υπουργός Δικαιοσύνης.
Πρόεδρος ΔΣ Συλλόγου Συνεπιμέλεια, μέλος ΔΣ ICSP, δικηγόρος*
Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr