Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2024

Μανώλης Φρ. Αναστασάκης: Ν. 5090/2024-Ποινών έκτιση άλλως ποινών εξόντωση

“Ποτέ έως σήμερα ο ποινικός νομοθέτης δεν προέκρινε πρωτίστως την πραγματική έκτιση σε ποινές φυλάκισης, αλλά προέβλεπε την δυνατότητα χορήγησης αναστολής ακόμη και σε ποινές φυλάκισης”

NEWSROOM icon
NEWSROOM
Μανώλης Φρ. Αναστασάκης: Ν. 5090/2024-Ποινών έκτιση άλλως ποινών εξόντωση freepik

Με τον νόμο 5090/2024 επιχειρείται μια εκ βάθρων τροποποίηση των διατάξεων του «Νέου» Ποινικού Κώδικα, κυρίως σε θέματα ποινών και εκτέλεσής τους προκειμένου, όπως το ίδιο το νομοθέτημα εκ προοιμίου εξαγγέλλει, η εφαρμογή του να «συμβάλλει» στην ενίσχυση της εγκληματοπροληπτικής λειτουργίας της ποινής μέσω των αρχών της γενικής και ειδικής πρόληψης. Έτσι, και προκειμένου να επιτευχθεί ο παραπάνω στόχος, αυξάνεται το ανώτατο όριο ποινής της κάθειρξης (από 15 έτη σε 20) και κατ’ επέκταση της συνολικής από (20 έτη σε 25), αλλά και της συνολικής ποινής φυλάκισης από 8 έτη σε 10, αυστηροποιούνται οι ποινές και όχι μόνο επί εγκλημάτων μείζονος ποινικής απαξίας και τίθενται αυστηρότερες προϋποθέσεις αναστολής της ποινής, προκειμένου οι ποινές και επί πλημμελημάτων να εκτίονται είτε μέσω των εναλλακτικών τρόπων έκτισης της κοινωφελούς εργασίας και της μετατροπής της ποινής σε χρηματική είτε και με πραγματική έκτιση σε σωφρονιστικό κατάστημα, όταν το δικαστήριο το κρίνει αναγκαίο.

Επίσης, με την τροποποίηση του άρθρου 83 ΠΚ, αυξάνονται τα όρια των μειωμένων ποινών ενώ με τροποποιημένο άρθρο 85 ΠΚ, όταν συντρέχουν περισσότεροι λόγοι μείωσης της ποινής κατά το άρθρο 83 ή όταν συντρέχουν ένας ή περισσότεροι λόγοι μαζί με ελαφρυντικές περιστάσεις, εφαρμόζεται μόνο μία φορά η μείωση της ποινής.

Ποτέ έως σήμερα ο ποινικός νομοθέτης δεν προέκρινε πρωτίστως την πραγματική έκτιση σε ποινές φυλάκισης, αλλά προέβλεπε την δυνατότητα χορήγησης αναστολής ακόμη και σε ποινές φυλάκισης πέντε ετών με επιτήρηση και όρους, δίδοντας την επιλογή-δυνατότητα στον καταδικασμένο να συμμορφωθεί με τις επιταγές της εννόμου τάξεως και να αποδείξει ότι η παραβατική του συμπεριφορά δεν θα επαναληφθεί, άλλως το χορηγηθέν ευεργέτημα θα ανακαλείτο.

Ο ποινικός νομοθέτης μάλιστα του παλαιού ΠΚ στην διάταξη του 99 ΠΚ, που ίσχυε έως και την 01/07/2019, προέβλεπε ότι με τις ίδιες προϋποθέσεις, χωρίς όρους και χωρίς αιτιολογία, το δικαστήριο με την απόφαση του διατάσσει την αναστολή εκτέλεσης της ποινής για ορισμένο διάστημα, που δεν μπορεί να είναι κατώτερο από ένα και ανώτερο από τρία έτη, εκτός αν κρίνει με βάση ειδικά μνημονευόμενα στην αιτιολογία της αποφάσεως στοιχεία ότι η εκτέλεση της ποινής κατά το άρθρο 82 (μετατροπή σε χρηματική) είναι απολύτως αναγκαία για να αποτρέψει τον καταδικασμένο από την τέλεση νέων αξιόποινων πράξεων.

Αντίθετα, με το τροποποιημένο άρθρο 99 ΠΚ του Ν. 5090/2024 με τίτλο «Έκτιση και αναστολή εκτέλεσης της ποινής και μέρους της ποινής υπό όρο» προκρίνεται η έκτιση της ποινής, καθώς, προβλέπει ρητά στην παράγραφο 1 ότι το δικαστήριο μετά την επιβολή ποινής αντί να διερευνήσει πρώτα την δυνατότητα αναστολής εφαρμόζει τα άρθρα 80A ή 104A, μετατρέποντας την ποινή σε χρηματική ή σε κοινωφελή εργασία, εκτός αν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις, οπότε διατάσσει την πραγματική έκτιση μέρους της ποινής (με φυλάκιση σε σωφρονιστικό κατάστημα) σύμφωνα με την παρ. 5 ή ολόκληρης της ποινής. Σε κάθε περίπτωση οι ποινές φυλάκισης που υπερβαίνουν τα τρία έτη εκτίονται εξ ολοκλήρου σε σωφρονιστικό κατάστημα (με δυνατότητα απόλυσης υπό όρους κατά τους ορισμούς του άρθρου 105B ΠΚ) εκτός αν το δικαστήριο κρίνει πως αρκεί η έκτιση μέρους της ποινής, μεταξύ του ενός πέμπτου και των δύο πέμπτων αυτής και η αναστολή του υπολοίπου αρκεί για να αποτρέψει τον κατηγορούμενο από την τέλεση νέων αξιόποινων πράξεων.

Η δυνατότητα του δικαστηρίου να χορηγήσει αναστολή έπεται και προβλέπεται, κατ’ εξαίρεση ουσιαστικά, στο εδάφιο 2 με τη φράση «Αν ωστόσο, κάποιος», υπό αυστηρότερες προϋποθέσεις από ό,τι ίσχυε έως σήμερα και μόνο για ποινές φυλάκισης έως ένα έτος, αφού κριθεί αιτιολογημένα πως η εκτέλεση της ποινής δεν είναι αναγκαία για να αποτρέψει τον κατάδικο από την τέλεση νέων αξιόποινων πράξεων. Παράλληλα δε, καταργείται και η κατ’ εξαίρεση δυνατότητα του δικαστηρίου να χορηγήσει αναστολή στις περιπτώσεις που οι προηγούμενες καταδίκες δεν υπερβαίνουν τα πέντε (5) έτη, περιοριζόμενη στην προϋπόθεση του ενός έτους. Στην παράγραφο 2 προβλέπεται η δυνατότητα το δικαστήριο να προσδιορίσει σωρευτικά ή διαζευκτικά και τους όρους υπό τους οποίους παρέχεται η αναστολή εκτέλεσης της ποινής, αυστηροποιώντας ακόμη περισσότερο το ήδη ασφυκτικό πλαίσιο χορήγησής της.

Σε περίπτωση δε καταδίκης για κακούργημα για το οποίο μπορεί να επιβληθεί μετά την αναγνώριση ελαφρυντικής περίστασης μειωμένη ποινή φυλάκισης δύο ετών, η δυνατότητα χορήγησης αναστολής ουσιαστικά καταργείται με αποτέλεσμα να είναι μονόδρομος για το δικαστήριο η μετατροπή της ποινής σε χρηματική ή σε κοινωφελή εργασία ή και η μερική έκτιση αυτής σε σωφρονιστικό κατάστημα. Είναι δε αξιοσημείωτο, ότι ακόμη και ο παλαιός Ποινικός Κώδικας του 1951 προέβλεπε την χορήγηση αναστολής σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη (και όχι το ένα), προσαρμόζοντας την ποινική μεταχείριση «εις την προσωπικότητα του εγκληματήσαντος ατόμου», όπως αναφέρεται στην εισηγητική του έκθεση.

Όλα τα παραπάνω σε συνδυασμό με την τροποποίηση του άρθρου 83 ΠΚ, με την οποία αυξάνονται τα όρια των μειωμένων ποινών, την επαναφορά της ελαφρυντικής περίστασης του «προτέρου εντίμου βίου» αντί του «σύννομου», την μείωση του ηλικιακού ορίου του «νεαρού εγκληματία», αλλά και την τροποποίηση του άρθρου 85 ΠΚ, όπου παρά την συρροή λόγων μείωσης της ποινής αυτή μία φορά εφαρμόζεται πλέον, οδηγούν νομοτελειακά την πλειοψηφία των καταδικασμένων στη φυλακή, από την οποία για να «βγουν» στη συνέχεια και να επανενταχθούν στο κοινωνικό σύνολο «αναμορφωμένοι» και «σωφρονισμένοι» θα πρέπει να αντιμετωπίσουν είτε το νέο θεσμό της μερικής έκτισης ποινής με τις όποιες συνέπειες του είτε τον τροποποιημένο εκ βάθρων και με άλλες προϋποθέσεις αυστηροποιημένο θεσμό της υπό όρο απόλυσης.

Ο θεσμός της υπό όρο απόλυσης εξυπηρετεί τις ανάγκες της ειδικής πρόληψης και στοχεύει στην ομαλή επανένταξη του καταδικασμένου στο κοινωνικό σύνολο, μετά την στέρηση της ελευθερίας του και τον σωφρονισμό του. Ωστόσο, με την τροποποίηση του Ν. 5090/2024, ο θεσμός πλέον αλλάζει πορεία και μετατοπίζεται προς την γενική πρόληψη. Έτσι πέραν της αυξήσεως των ορίων πραγματικής παραμονής στο σωφρονιστικό κατάστημα αλλά και των συνολικών ορίων έκτισης της ποινής με ευεργετικό υπολογισμό που προβλέπεται στο τροποποιημένο άρθρο 105Β, εκείνο που οδηγεί το θεσμό στο οριστικό του τέλος είναι το τροποποιημένο άρθρο 106 ΠΚ με την προσθήκη της παραγράφου 1, όπου προβλέπεται ότι η απόλυση υπό όρο μπορεί να μην χορηγηθεί αν κριθεί ότι η διαγωγή του καταδικασθέντος, κατά την έκτιση της ποινής του, σε συνδυασμό με τη διάγνωση της πιθανότητας επανάληψης του εγκλήματος κατά τον χρόνο δοκιμασίας, όπως προκύπτει από τα χαρακτηριστικά του εγκλήματος, σε σχέση με την εκτίμηση των ατομικών και κοινωνικών περιστάσεων του καταδικασθέντος, καθιστά αναγκαία τη συνέχιση της κράτησής του για να αποτραπεί η τέλεση από αυτόν νέων αξιόποινων πράξεων.

Ως προς την εκτίμηση της διαγωγής του κρατουμένου για την χορήγηση ή μη της απόλυσης υπό όρο, πρέπει να ληφθεί εξατομικευμένα η σχέση του με τους κανόνες του σωφρονιστικού δικαίου, δηλαδή η υπαγωγή του σε αυτούς ή η μη ανταπόκρισή του σε αυτούς. Οι πιεστικές ψυχολογικές συνθήκες, οι οποίες δημιουργούνται από τους διαφορετικούς όρους διαβίωσης στην φυλακή, σε συνδυασμό με την στέρηση της ελευθερίας την οποία αποζητά ο κρατούμενος, μπορεί να οδηγήσουν σε παρεκτροπές, που δεν καταδεικνύουν, ωστόσο, οπωσδήποτε εχθρική στάση του προς την έννομη τάξη. Ως μέτρο σύγκρισης θα πρέπει να λαμβάνεται όχι ο μέσος άνθρωπος, αλλά ο έγκλειστος, ο οποίος στερείται κάθε ιδιωτικότητας, ετεροφυλικής σχέσης, αυτονομίας και ασφάλειας και διαβιώνει σε ένα περιβάλλον δομικής έντασης, άγχους και διάχυτης βίας ευρισκόμενος καθημερινώς σε διαρκή κίνδυνο απειλής ή εμπλοκής σε ανεπιθύμητες καταστάσεις.

Ωστόσο, η παρ’ όλα αυτά καλή διαγωγή, του υπό τις παραπάνω συνθήκες, κρατουμένου, δεν αρκεί πλέον στο νομοθέτη του Ν.5090/2024, ο οποίος απαιτεί, επιπλέον, πέραν της συνδρομής των παραπάνω προϋποθέσεων, να σταθμίζεται από το αρμόδιο δικαιοδοτικό όργανο (δικαστικό συμβούλιο) που αποφασίζει για την απόλυση, και το ουσιαστικό κριτήριο που συνίσταται στη διάγνωση της πιθανότητας επανάληψης του εγκλήματος κατά τον χρόνο δοκιμασίας, ως προκύπτει από τα χαρακτηριστικά του εγκλήματος και την εν γένει εκτίμηση των ατομικών και κοινωνικών περιστάσεων του καταδικασθέντος, αλλά και της επικινδυνότητας του εγκλήματος για το κοινωνικό σύνολο.

Αυτό σημαίνει ότι ο νομοθέτης του Ν. 5090/2024 δεν αρκείται σε συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά, αντιληπτά στον εξωτερικό κόσμο, που αποτελούν δείγματα γραφής περί μη επικινδυνότητας για τα έννομα αγαθά αλλά, απαιτεί πλέον από τον δικαστή να καταδύεται στην άβυσσο της ψυχής του καταδίκου και να αναζητά μία άρτια ηθική προσωπικότητα. Από την άλλη απαιτεί επιπλέον, ουσιαστικά, να δικάσει από την αρχή στο ακροτελεύτιο αυτό στάδιο τον καταδικασμένο, ο οποίος ήδη δικάστηκε και καταδικάστηκε στην ποινή που αμετάκλητα του επιβλήθηκε από το αρμόδιο δικαστήριο για την αξιόποινη πράξη που διέπραξε, με τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες και ατομικές και κοινωνικές του περιστάσεις. Έτσι, θα οδηγηθούμε στο εξής άτοπο αποτέλεσμα: Η απόφαση του δικάσαντος δικαστηρίου (για παράδειγμα του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων ), το οποίο θα έχει δικάσει σε δεύτερο βαθμό την υπόθεση και θα έχει λάβει υπ’ όψη του όλα τα στοιχεία, τις παραμέτρους της υπόθεσης και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πράξης, θα έχει διαγνώσει την προσωπικότητα του καταδικασμένου, τους λόγους που τον οδήγησαν στην πράξη του και τον οποίο θα έχει ακούσει και θα του έχει λ.χ. αναγνωρίσει την ελαφρυντική περίσταση ότι συμπεριφέρθηκε καλά για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την πράξη του ή ότι επέδειξε ειλικρινή μετάνοια και θα του έχει επιβάλει την ανάλογη ποινή, θα κριθεί εκ νέου από το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών του τόπου έκτισης της ποινής προκειμένου να απολύσει με όρους τον κρατούμενο για να επανενταχθεί ομαλά στο κοινωνικό σύνολο!

Κατά το νομοθέτη του Ν. 5090/2024 οι τροποποιήσεις κρίθηκαν επιβεβλημένες, προκειμένου να εξυπηρετηθούν αποτελεσματικότερα, μέσα από τη λειτουργία της ποινικής κύρωσης, οι αρχές της γενικής και ειδικής πρόληψης.

Ωστόσο, η εφαρμογή τους στην πράξη τα αντίθετα αποτελέσματα θα επιφέρει. Και τούτο διότι, παρά τις εξαγγελίες, δεν υπάρχει από την Πολιτεία η οποιαδήποτε πρόληψη, ετοιμότητα, υποδομή και συνθήκες για την επίτευξη των στόχων που διακηρύττει το νομοθέτημα. Τα σωφρονιστικά καταστήματα της Χώρας είναι ανεπαρκή τόσο ως προς τη χωρητικότητά τους όσο και ως προς την υποδομή τους. Σε ποια σωφρονιστικά καταστήματα θα εκτίσουν τις ποινές τους οι καταδικασμένοι σε μερική έκτιση (από ένα έως έξι μήνες) ή οι καταδικασθέντες σε ποινές φυλάκισης άνω των τριών ετών; Σε αυτά στα οποία κρατούνται καταδικασμένοι σε ισόβιες ή πολυετείς καθείρξεις για μείζονος απαξίας εγκλήματα;

Και μετά τον συγχρωτισμό και την επιβίωση τους σ’ αυτό το καθεστώς εγκλεισμού που προαναφέρθηκε, πως θα επανενταχθούν ομαλά και σε τι κατάσταση στο κοινωνικό σύνολο μετά τη μερική έκτιση της ποινής τους; Πόσο «αναμορφωμένοι» και «σωφρονισμένοι» θα αποφυλακισθούν; Τι έχει προβλέψει ο νομοθέτης για τις ατομικές, οικογενειακές και κοινωνικές συνέπειες που θα έχει ο σύντομος εγκλεισμός τους; Σε σχέση με την εργασία τους, την οικογένειά τους και τις όποιες άλλες υποχρεώσεις τους στην δύσκολη εποχή που διαβιούμε;

Εν κατακλείδι, το βάρος μιας άστοχης, οπισθοδρομικής και αναχρονιστικής νομοθέτησης, και μάλιστα μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα χωρίς τη συγκρότηση νομοπαρασκευαστικής επιτροπής, θα το επωμιστούν οι εφαρμοστές του δικαίου, οι οποίοι καλούνται μέσα σ’ αυτό το ασφυκτικό περιβάλλον της επιτάχυνσης και της αυστηροποίησης να έρχονται συνεχώς αντιμέτωποι με την συνείδησή τους. Ο δικαστής λαμβάνοντας υπ’ όψη του τις προαναφερόμενες συνέπειες θα οδηγείται σε άλλες λύσεις με αποτέλεσμα εν τέλει τη μη λειτουργία της ποινικής κύρωσης, αντίθετα με όσα ευαγγελίζεται το ίδιο νομοθέτημα.

* Μανώλης Φρ. Αναστασάκης, Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω

** Το άρθρο πρωτοδημοσιεύθηκε στο 21o τεύχος του Nova Criminalia, της περιοδικής έκδοσης  της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων τον Ιούλιο 2024

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ