Μαρία Ντούμα: Συζυγικές υποθήκες για ανύπαρκτες προσδοκίες.

Η δυνατότητα εγγραφής της συζυγικής υποθήκης για προσδοκία γενέσεως μελλοντικού δικαιώματος συμμετοχής στα αποκτήματα, δεν παύει να δημιουργεί μεγάλα προβλήματα.

NEWSROOM
Μαρία Ντούμα: Συζυγικές υποθήκες για ανύπαρκτες προσδοκίες.

Οι αλλαγές που έγιναν στο οικογενειακό δίκαιο το 1983, επί πρώτης πρωθυπουργίας Α. Παπανδρέου, ήταν πράγματι πρωτοποριακές σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για την εποχή εκείνη. Χαρακτηριστική της σημασίας τους είναι η δήλωση του πολιτικού του αντιπάλου Κ. Μητσοτάκη επί λέξει: «Θυμάμαι το 1982, όταν ήρθε η επανάσταση στο οικογενειακό δίκαιο και η Νέα Δημοκρατία καταψήφισε διατάξεις οι οποίες τώρα μας φαίνονται απολύτως προφανείς». Μεγάλη η συμμετοχή μελών των τότε γυναικείων οργανώσεων [ κκ Κωσταβάρα , Λαΐου-Αντωνίου κλπ] στην επεξεργασία του νόμου 1329/1983 και κυρίαρχη η προσπάθεια όλων για κατοχύρωση της θέσης της γυναίκας, αφού έως τότε ήταν απόλυτα θεσμοθετημένη και η πατριαρχία και η προίκα. Στο νόμο αυτό ρυθμίσθηκαν και περιουσιακά θέματα των συζύγων με κύρια την αναγνώριση της συζυγικής απαίτησης για συμμετοχή στα αποκτήματα γάμου [1400 ΑΚ] , την δυνατότητα εγγραφής συζυγικής υποθήκης για την απαίτηση αυτή πριν ακόμη γεννηθεί [1262ΑΚ] και την δυνατότητα λήψης ασφαλιστικών εξασφάλισης του δικαιώματος, εφόσον όμως υπάρχει εκκρεμοδικία λύσης η ακύρωσης του γάμου η της αγωγής αποκτημάτων [1402 ΑΚ]. Το ως άνω άρθρο [1400 ΑΚ] θέτει ως προϋπόθεση γενέσεως της απαίτησης συμμετοχής στα αποκτήματα του γάμου την προηγούμενη αμετάκλητη είτε την λύση η ακύρωση του γάμου, είτε την ολοκλήρωση τριετούς διάστασης του ζεύγους. Επομένως πριν από τα παραπάνω χρονικά σημεία υπάρχει μόνο προσδοκία γενέσεως δικαιώματος, διότι είναι δυνατόν να υπήρξαν κάποια αποκτήματα αλλά κατά τα ως άνω χρονικά σημεία -που γεννιέται το δικαίωμα- να έχουν αναλωθεί η δολίως εξαφανισθεί από τον/την υπόχρεο. Ένας άλλος λόγος για τον οποίο ο νομοθέτης όρισε τα ως άνω ακριβή χρονικά σημεία γενέσεως του δικαιώματος αποκτημάτων ήταν και η ρύθμιση του υπολογισμού τους με την σύγκριση της περιουσίας κατά το χρόνο τέλεσης του γάμου με αυτή του χρόνου ακύρωσης η λύσης του η της ολοκλήρωσης της τριετούς διάστασης. Κατά παγίαν ερμηνεία των ως άνω διατάξεων από την νομολογία γίνεται δεκτό ότι προ της επελεύσεως των χρονικών αυτών σημείων, δηλαδή της αμετακλήτου λύσεως/ακυρώσεως του γάμου η αποδεδειγμένης ολοκλήρωσης της τριετούς διάστασης, επειδή δεν υπάρχει δικαίωμα αλλά μόνο προσδοκία γενέσεως μελλοντικού δικαιώματος, δεν μπορεί ούτε ο δικαιούχος αλλά ούτε και ο υπόχρεος απόδοσης να αιτηθούν με αναγνωριστική αγωγή [70 Κ.Πολ.Δ.] δικαστική προστασία για να επιλυθεί το θέμα, διότι δεν υφίσταται άμεσο έννομο συμφέρον, δηλαδή δικαίωμα προς προστασία, αλλά μόνο προσδοκία να υπάρξει δικαίωμα τα χρονικά αυτά σημεία κατά τα οποία γίνεται και απαιτητό. Μολονότι με το επόμενο άρθρο 1402 ΑΚ χορηγείται δυνατότητα προσωρινής δικαστικής προστασίας του δικαιούχου της απαίτησης συμμετοχής στα αποκτήματα, η χορήγησή της προϋποθέτει υφισταμένη εκκρεμοδικία αγωγής είτε λύσεως είτε ακυρώσεως του γάμου, είτε της αγωγής αποκτημάτων και βεβαίως την πιθανολόγηση καταδολίευσης των αποκτημάτων του γάμου. Για πολλούς λόγους όμως ο έχων δικαίωμα αποκτημάτων μπορεί να μη θέλει να προχωρήσει στην λύση η ακύρωση του γάμου η μπορεί να μην υπάρχουν στοιχεία καταδολίευσης της περιουσίας του άλλου. Επειδή μπορεί να για διάφορους λόγους να μη συντρέχουν οι προϋποθέσεις λήψης ασφαλιστικών μέτρων πολύ δύσκολα γίνονται δεκτές οι αιτήσεις και πλέον πολύ σπάνια ασκούνται. Θεωρήθηκε εξ αρχής ανεπαρκής προφανώς η ως άνω προστασία – των γυναικών κυρίως τότε- με τις ως άνω ρυθμίσεις και προστέθηκε η συζυγική υποθήκη με την διάταξη του άρθρου 1262 αριθ.4 ΑΚ που προβλέπει ότι: «τίτλο από το νόμο για την απόκτηση υποθήκης έχουν ..4.ο κάθε σύζυγος για την απαίτησή του από την επαύξηση της περιουσίας του άλλου συζύγου κατά το άρθρο 1400,..». Η διάταξη αυτή τίθεται χωρίς καμία προϋπόθεση και χωρίς καμία -έστω κατά πιθανολόγηση- δικαστική διάγνωση του προς διασφάλιση δικαιώματος. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι οποτεδήποτε -ακόμη και διαρκούσης της εγγάμου συμβιώσεως – μπορεί ένας/μια σύζυγος να επιβαρύνει με υποθήκη μεγάλων ποσών την ακίνητη περιουσία του άλλου, για άλλους ακόμη και αθέμιτους σκοπούς. Μπορεί π.χ. ο/η σύζυγος , εν γνώσει του/της ότι ουδέν δικαιούται από τα αποκτήματα του άλλου να εγγράψει συζυγική υποθήκη και με σκοπό μόνο την άσκηση πίεσης για απόσπαση χρηματικού, ποσού, διότι έτσι θα εξαναγκάσει ευχερώς τον επιβαρυμένο να υποκύψει . Τούτο συμβαίνει διότι ο επιβαρυμένος με την συζυγική υποθήκη σύζυγος μετά την εγγραφή της δεν μπορεί ούτε να πωλήσει τα ακίνητά του, ούτε να τα εκμεταλλευθεί πχ να προβεί σε τραπεζικό δανεισμό με τραπεζική προσημείωση. Το χειρότερο όμως είναι ότι ο/η επιβαρυμένος/η με την υποθήκη σύζυγος, ευρισκόμενος/η πλέον σε άμυνα, δεν μπορεί σ΄αυτό το στάδιο -δηλαδή πριν επέλθουν τα ως άνω χρονικά σημεία γενέσεως της απαιτήσεως αποκτημάτων- να προσφύγει στα δικαστήρια και να ζητήσει αναγνώριση ανυπαρξίας δικαιώματος αποκτημάτων διότι σαυτό το στάδιο υπάρχει μόνο προσδοκία γενέσεως μελλοντικού δικαιώματος, όπως ήδη αναφέρθηκε και παραπάνω. Επομένως έχουμε μία παγίδευση και αχρήστευση της ακίνητης περιουσίας του σε αβέβαιο ένα χρονικό ορίζοντα και πολλές φορές με μεγάλες οικονομικές ζημίες. Πρόσφατα εκδόθηκε η με αριθμό 95/2024 απόφαση του Πολ.Πρωτ.Ναυπλίου , η οποία εν μέρει έλυσε το θέμα της άμυνας του επιβαρυμένου με συζυγική υποθήκη συζύγου, κατά το στάδιο αυτό. Δηλαδή επί εγγραφής υποθήκης όχι για προστασία υπαρκτού δικαιώματος αλλά του προσδοκώμενου να γεννηθεί δικαιώματος. Στην απόφαση γίνεται αντιστροφή του βάρους απόδειξης και ο επιβαρυμένος -ενάγων πλέον – με αγωγή εξάλειψης της υποθήκης λόγω ανυπαρξίας προσδοκίας γενέσεως του διασφαλισμένου με την υποθήκη δικαιώματος , αποδεικνύει την ανυπαρξία της προσδοκίας αυτής, δηλαδή τον τρόπο κτήσης για ένα προς ένα τα υποθηκευμένα ακίνητά του χωρίς την συμμετοχή του άλλου. Ας πούμε ότι είναι μια κάποια λύση. Δεν παύει όμως η δυνατότητα εγγραφής της συζυγικής υποθήκης για προσδοκία γενέσεως μελλοντικού δικαιώματος συμμετοχής στα αποκτήματα, – οποτεδήποτε και χωρίς καμμία δικαστική διάγνωση – να δημιουργεί μεγάλα προβλήματα, όπως δυνατότητα αθέμιτων πιέσεων για παράνομη απόσπαση χρηματικών ποσών και πάγωμα περιουσιακών στοιχείων που μπορεί να διαρκέσει αρκετά χρόνια.

*Της Μαρίας Ντούμα, Δικηγόρου, Συγγραφέα

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr