Μαριέττα Φετφατζή: Η έξαρση της οπαδικής βίας και η αδήριτη ανάγκη πιστής εφαρμογής της αθλητικής νομοθεσίας
Ένδειξη της επιδημικής μορφής που τείνει να λάβει το φαινόμενο, είναι πως σε χρονικό διάστημα μόλις τριών ημερών, έχουν σημειωθεί τέσσερα περιστατικά σκληρής οπαδικής βίας.
Τα τραγικά γεγονότα της 29ης Μαΐου 1985 που διαδραματίστηκαν στον τελικό Κυπέλλου Ευρώπης στο γήπεδο Heyzel -ο απολογισμός των οποίων κατέληξε σε σχεδόν 700 τραυματίες και 39 νεκρούς- ταυτίζουν επισήμως την έννοια του «οπαδού» με εκείνη του «hooligan», ήτοι του προσώπου που στοχεύει στην πρόκληση ταραχής, βανδαλισμών και βίαιων επεισοδίων κατά τη διάρκεια των αθλητικών αγώνων. Σχεδόν 40 χρόνια αργότερα, παρά την ύπαρξη πλήθους νομοθετικών μέτρων για την καταπολέμηση της οπαδικής βίας τόσο σε Ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο, ο ρυθμός εμφάνισης τους εντός και εκτός γηπέδων, είναι ραγδαίος.
Ένδειξη της επιδημικής μορφής που τείνει να λάβει το φαινόμενο, είναι πως σε χρονικό διάστημα μόλις τριών ημερών, έχουν σημειωθεί τέσσερα περιστατικά σκληρής οπαδικής βίας, με αποκορύφωμα τη δολοφονία ενός 19χρονου φοιτητή στη Θεσσαλονίκη. Παρά την ψήφιση του ν.4809/2021 λίγους μήνες πριν, ο οποίος στερεί a priori από τον καταδικασθέντα για αδίκημα του ν.2725/1999 τη δυνατότητα να αιτηθεί αναστολή ή μετατροπή της ποινής κατά τα άρθρα 99επ. και 104Α ΠΚ, υποχρεώνοντας τον να εκτίσει την ποινή του -ανεξαρτήτως ύψους- εντός του σωφρονιστικού καταστήματος, οι πρωταγωνιστές των βίαιων επεισοδίων δεν φαίνεται να πτοούνται.
Αναζητώντας τα αίτια τόσο της διαρκούς αύξησης στη συχνότητα εμφάνισης των περιστατικών, όσο και της τρομερής σκληρότητας που συναντάται πλέον στους τρόπους τέλεσης, σημείο εστίασης αποτελεί η προσωπικότητα των δραστών. Στο χώρο της αθλητικής βίας, οι κατηγορίες των προσώπων αυτών, είναι δύο. Στην πρώτη, εντάσσονται οι δράστες οι οποίοι μέσω της βίας εκφράζουν δυσαρέσκεια και συναισθηματική φόρτιση σχετικά με την εξέλιξη του αγώνα -συνήθως πρόκειται για χαμηλής ποινικής απαξίας αδικήματα και για μεμονωμένες συμπεριφορές- και στη δεύτερη, ανήκουν οι δράστες στους οποίους απευθύνονται σχεδόν αποκλειστικά τα σκληρά μέτρα της αθλητικής νομοθεσίας.
Πρόκειται για εκείνους που δρουν οργανωμένα, στοχεύουν σε συμπλοκές με οπαδούς αντίπαλων ομάδων εντός και εκτός γηπέδου, αδιαφορώντας για την εξέλιξη οποιουδήποτε αγώνα. Είναι προσωπικότητες που επιδιώκουν να ενταχθούν σε κάποιο κοινωνικό σύνολο, προκειμένου να προσδιοριστούν ατομικά μέσα από αυτό. Κατά τη διάρκεια αναζήτησης ταυτότητας, καταλήγουν σε μία αθλητική ένωση, αποκτώντας έτσι «νόημα» και σκοπό ζωής, τα οποία εκδηλώνονται μέσα από βίαιες ενέργειες και συμπεριφορές, καλυπτόμενες από το «μανδύα» της ανωνυμίας και την υποστήριξη της αθλητικής ένωσης, που τους επιτρέπει να συνεχίζουν να δρουν ανεμπόδιστοι.
Αν και η ρίζα του προβλήματος δεν εντοπίζεται στην ποινική νομοθεσία, η ορθή και χωρίς ελαστικότητα εφαρμογή της, αποτελεί conditio sine qua non του καθήκοντος του Κράτους να διαφυλάξει το αθλητικό ιδεώδες, όπως υποχρεούται κατά το άρθρο 16 παρ.9 του Συντάγματος.
* Μαριέττα Φετφατζή, Δικηγόρος, LLM ΕΚΠΑ Ποινικού Δικαίου και Ποινικής Δικονομίας
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Γρηγόριος Πεπόνης: Δικαιοσύνη και κριτική Θανάσης Καμπαγιάννης: “Υγειονομική βόμβα” οι αστυνομικοί που διέρχονται χωρίς έλεγχο στο Εφετείο Αθηνών Άγγελος Τσιγκρής: Η αντιμετώπιση της οπαδικής και γηπεδικής βίας στην Ελλάδα Παναγιώτης Μπαλακτάρης: Οι καθυστερήσεις στην απονομή της ποινικής δικαιοσύνης και το τεκμήριο ενοχήςΑκολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr