Μάρθα Θώμου: Περιβάλλον – Κοινό περί δικαίου (συν)αίσθημα vs Κράτος Δικαίου
Επ’ αφορμή της υπόθεσης Λύτρα.
Το Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο της χώρας μας εναρμονιζόμενο βαθμηδόν προς τις σύγχρονες κοινωνικοπολιτικές αντιλήψεις, σύμφωνα με τις οποίες «η ελευθερία του διωκόμενου προσώπου αποτελεί τον κανόνα ενώ η στέρηση της συνιστά την εξαίρεση», τα δικαιώματα του κατηγορουμένου, η αρχή της αναλογικότητας και των ειδικότερων της εκφάνσεων, της αναγκαιότητας και της καταλληλόλητας, τα ελαφρυντικά, το τεκμήριο της αθωότητας (in dubio pro reo), η αρχή της απαγόρευσης επιβολής ποινής χωρίς να έχει προηγηθεί δίκη ενώπιον ποινικού δικαστηρίου και αιτιολογημένη καταδικαστική απόφαση (nulla poena sine processu), η σχέση προτεραιότητας των περιοριστικών όρων ως το πρώτο μέτρο στο οποίο θα πρέπει να προστρέξει ο ανακριτής, εάν προκύπτει ανάγκη περιορισμού του κατηγορουμένου, έναντι του δικονομικού μέτρου καταναγκασμού της προσωρινής κράτησης ως την αναμφισβήτητα επαχθέστερη και αμφιλεγόμενη ανακριτική πράξη, κατατάσσουν το μέτρο της προσωρινής κρατήσεως ως ultimum refugium του δικαστικού λειτουργού. Ιδέτε 282 παρ.3 ΚΠΚ «…μόνο αν…»(!).
Περαιτέρω, επισημαίνεται ότι οι ως άνω αρχές του δικαίου υπάρχουν για όσους κατηγορούνται για τα ειδεχθέστερα των εγκλημάτων: Για τους δολοφόνους, τους παιδόφιλους, τους βιαστές, για όσους διαπράττουν εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας, για τους δράστες με δόλο πρώτου βαθμού και προσδοκώμενη επιθυμία να προκαλέσουν στο θύμα μόνιμη αναπηρία. Δεν υπάρχουν για ανθρώπους που δεν κατηγορούνται για τίποτα(!) ή που κατηγορούνται μόνο για πλημμεληματικού (!) χαρακτήρα πράξεις.
Ειδικότερα, η προσωρινή κράτηση δεν έχει τιμωρητικό χαρακτήρα, γιατί κάτι τέτοιο θα αντέβαινε στη βασική κατάκτηση του νομικού μας πολιτισμού, στο τεκμήριο της αθωότητας, αντίφαση που λαμβάνει δραματικό χαρακτήρα, ειδικά σε όσες περιπτώσεις ο στερούμενος της προσωπικής του ελευθερίας, έχει αποκοπεί από την οικογενειακή, επαγγελματική και κοινωνική του ζωή και αθωώνεται, μετέπειτά, από την εις βάρος του κατηγορία. Επιπροσθέτως, απαγορεύεται η επιβολή ποινής χωρίς να έχει προηγηθεί δίκη ενώπιον ποινικού δικαστηρίου και αιτιολογημένη καταδικαστική απόφαση. Ακολούθως, η προσωρινή κράτηση είναι πάντοτε δυνητική και μέτρο εξαιρετικό, έχει δε επικουρικό χαρακτήρα έναντι των περιοριστικών όρων και πρέπει να επιβάλλεται όταν ο σκοπός του νόμου δεν μπορεί να επιτευχθεί με άλλους τρόπους. Έτσι η προσωρινή κράτηση μπορεί να διατάσσεται –εφόσον βεβαίως συντρέχουν και οι υπόλοιπες προϋποθέσεις επιβολής της– μόνον εφόσον οι περιοριστικοί όροι κρίνονται ρητά ως ανεπαρκείς για την προώθηση των σκοπών της ποινικής διαδικασίας. Η σχέση προτεραιότητας των περιοριστικών όρων έναντι της προσωρινής κρατήσεως παραμένει αναλλοίωτη και στο πλαίσιο του σημερινού νομοθετικού καθεστώτος και εισάγεται ρητά ανάγκη διπλής αιτιολόγησης της επιλογής του επαχθέστερου μέτρου δικονομικού καταναγκασμού. Η ανάγκη ρητής ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας από την οποία θα προκύπτει με σαφήνεια η απροσφορότητα των περιοριστικών όρων θα προηγείται της αντίστοιχης αιτιολογίας συνδρομής των προϋποθέσεων προσωρινής κράτησης …». Κατά συνέπεια εφεξής, θα πρέπει αφού αποκλεισθεί αρχικώς με ειδική αιτιολογία –in concreto– ο λόγος που η επιβολή περιοριστικών όρων δεν «ήταν πρόσφορη για την επίτευξη των σκοπών του άρθρου 296 ΚΠΔ», ο οποίος (σκοπός) ρητώς εξειδικεύεται πλέον συμπλεκτικώς και για να αποτραπεί ο κίνδυνος τέλεσης νέων εγκλημάτων και για να εξασφαλιστεί ότι εκείνος στον οποίο επιβλήθηκαν θα παραστεί οποτεδήποτε στην ανάκριση ή στο δικαστήριο και θα υποβληθεί στην εκτέλεση της απόφασης, εν συνεχεία να αιτιολογείται (ειδικά και εμπεριστατωμένα) η «διαπίστωση της συνδρομής των προϋποθέσεων επιβολής προσωρινής κράτησης».
Αν τα ανωτέρω δεν είναι κατανοητά, ας πάρουμε για παράδειγμα και την περίπτωση της θανατικής ποινής. Το κοινό περί δικαίου (συν)αίσθημα μπορεί να την επιθυμεί για τα ειδεχθέστερα των εγκλημάτων. Ωστόσο, το κράτος δικαίου δεν μπορεί να την ενσωματώσει στο σύστημα ποινών του, καθώς αυτό θα κατέρριπτε την ίδια την ιδέα της δικαιοσύνης και θα ισοδυναμούσε με επιστροφή στον Μεσαίωνα σε εποχές που η ανθρώπινη ζωή δεν είχε την πρέπουσα αξία (Ανδριανάκης 1950). Είτε, λοιπόν, το κράτος δικαίου θα πρέπει να προσπαθήσει να «πείσει» την κοινωνία περί της ορθότητας των επιλογών του, είτε η κοινωνία θα ξεσηκώνεται κάθε τρις και λίγο, ώστε, στο τέλος, θα καταφέρει να επιβάλει το κοινό περί δικαίου (συν)αίσθημά της, αλλάζοντας τη νομοθεσία ακόμη και αντίθετα σε κάθε έννοια δικαιοσύνης, και γιατί όχι, επαναφέροντας, κάποια στιγμή, και τη θανατική ποινή, με τον ισχυρισμό ότι «η απολυτή δικαίωση έρχεται μόνο με το θάνατο(!) του δράστη».
Το να δεχόμαστε, υπό την πίεση της κοινής γνώμης όπως κάθε φορά διαμορφώνεται από τα ΜΜΕ και δη με τηλεοπτικούς όρους, ότι όποιος εγκληματεί πρέπει να τίθεται σε ένα καθεστώς άρσης των δικαιωμάτων του, μας οδηγεί σε μια νέα «κανονικότητα»: στην άρση του δικαιώματος να έχουμε δικαιώματα.
Ουδείς, βεβαίως, φαίνεται να ασχολείται με όλα αυτά, επειδή, προφανώς, οι περισσότεροι φανταζόμαστε ότι το πρόβλημα δεν μας αφορά και δεν θα χτυπήσει και τη δική μας πόρτα. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι τέτοιου είδους πρακτικές, να συμπαρασύρουν προς την ίδια κατεύθυνση και όλα τα υπόλοιπα δικαιώματά μας, για όλες τις πτυχές της ζωής μας. Μηδενική ανοχή, δίκες express χωρίς πολλά πολλά, χωρίς να ασχοληθούμε με τις αποχρώσεις κάθε αδικήματος, είναι αντιλήψεις που ταιριάζουν σε ολοκληρωτικά καθεστώτα, τα οποία στην πορεία τείνουν να δημιουργούν τη δική τους αντίληψη για το τί είναι έγκλημα, ποιος εγκληματεί και καλούν την κοινωνία να αποδεχθεί την αντίληψη αυτή.
Η αυθαιρεσία, εξ ορισμού δεν γνωρίζει όρια. Άπαξ και καθιερωθεί, έστω και με περιορισμούς, είναι μάταιο να ελπίζουμε, αν όχι παραπλανητικό να διακηρύττουμε, ότι θα σταματήσει στο «εύλογο!» σύνορο.
*της Μάρθα Θώμου, Δικηγόρος Αθηνών, Κάτοχος LL. M. Δημοσίου Δικαίου Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Παντελής Μποροδήμος: Ένα παράθυρο για τη Δικαιοσύνη Αλέξανδρος Μαντζούτσος: Πότε πρέπει να επιβάλλεται οριστική παύση από το δικηγορικό λειτούργημα Μαρία Ντούμα: Οικογενειακά δικαστήρια μία… ξεχασμένη ιστορία Δημήτρης Παξινός: Η απονομιμοποίηση της Παγκόσμιας Δικαιοσύνης, του Κράτους Δικαίου, των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Ιωάννης Γλύκας – Χριστίνα Βαθειά: Βάσιμη ανησυχία για την άσκηση πειθαρχικού ελέγχου από τον ΑΠ επί της ουσιαστικής κρίσης Δικαστών και ΕισαγγελέωνΑκολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr