Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2024

Μιλένα Αποστολάκη: Χωρίς την ψηφιοποίηση των υπηρεσιών της Δικαιοσύνης δεν θα αντιμετωπιστεί η χρόνια καθυστέρηση στην έκδοση των αποφάσεων

Ο ψηφιακός μετασχηματισμός της Δικαιοσύνης είναι πλέον μια αδήριτη κοινωνική ανάγκη, που τέμνει την καθημερινότητα του πολίτη, των λειτουργών της δικαιοσύνης, αλλά και το αναπτυξιακό εύρος της εθνικής μας οικονομίας.

NEWSROOM icon
NEWSROOM
Μιλένα Αποστολάκη: Χωρίς την ψηφιοποίηση των υπηρεσιών της Δικαιοσύνης δεν θα αντιμετωπιστεί η χρόνια καθυστέρηση στην έκδοση των αποφάσεων (ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ/EUROKINISSI)

Είναι χαρά μου να απευθύνω χαιρετισμό στη σημερινή εκδήλωση του Όμιλου Προβληματισμού για τον Εκσυγχρονισμό της Δικαιοσύνης (ΟΠΕΔ), η οποία ενθαρρύνει και ενισχύει την συνεργασία ανάμεσα στους βασικούς παράγοντες της Δικαιοσύνης: Δικαστικούς Λειτουργούς, Δικηγόρους και Δικαστικούς Υπαλλήλους. Οι σύγχρονες προκλήσεις που ανακύπτουν μέσα από τον Ψηφιακό Μετασχηματισμό και την Τεχνητή Νοημοσύνη, για τις οποίες σήμερα θα συζητήσουμε, είναι ασφαλώς ένα ζήτημα επίκαιρο εδώ και καιρό, ένα πεδίο προκλήσεων, αλλά και μεγάλων καθυστερήσεων και υστέρησης σε ότι αφορά τη λειτουργία των κρατικών υποδομών και της ελληνικής πολιτείας.

Ο ψηφιακός μετασχηματισμός της Δικαιοσύνης είναι πλέον μια αδήριτη κοινωνική ανάγκη, που τέμνει την καθημερινότητα του πολίτη, των λειτουργών της δικαιοσύνης, αλλά και το αναπτυξιακό εύρος της εθνικής μας οικονομίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε μια πολύ ενδιαφέρουσα έρευνα της εταιρείας GoodAffairs αναδεικνύεται πως η χρήση ψηφιακών μέσων από τους φορείς της Δικαιοσύνης στη χώρα μας αποτελεί την κύρια ελπίδα των πολιτών για τη βελτίωση των συνθηκών απονομής δικαιοσύνης. Στην ίδια έρευνα , η συντριπτική πλειοψηφία των ερωτηθέντων δηλώνει ότι δεν είναι καθόλου ικανοποιημένη από την ταχύτητα απονομής δικαιοσύνης, σε ποσοστό που αγγίζει το 82%. Όλοι οι δείκτες, ευρωπαϊκοί και εθνικοί, αποδεικνύουν ότι η καθυστέρηση στην έκδοση αποφάσεων αποτελεί σήμερα το βασικό πρόβλημα της Δικαιοσύνης. Σύμφωνα με τον πίνακα αποτελεσμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της Δικαιοσύνης για το 2024, το 2022 ο μέσος χρόνος για να εκδοθεί δικαστική απόφαση στον πρώτο βαθμό σε μια υπόθεση αστικής ή εμπορικής φύσης είναι 746 ημέρες! Το 2012 ο μέσος χρόνος ήταν 469 ημέρες. Η κατάσταση δηλαδή έχει χειροτερέψει τα τελευταία 10 χρόνια. Δεν υπάρχει χώρα στην ΕΕ στην οποία να εκδίδεται απόφαση σε περισσότερες μέρες από ό,τι στην Ελλάδα. Η εικόνα είναι πολύ καλύτερη στα διοικητικά δικαστήρια όπου ο εκτιμώμενος χρόνος που απαιτείται για την επίλυση διοικητικών υποθέσεων σε πρώτο βαθμό είναι 464 ημέρες.

Η εμπειρία άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης δείχνει ότι η επίλυση αστικών και εμπορικών υποθέσεων μπορεί να ολοκληρώνεται πιο γρήγορα, ακόμα και μέσα σε έξι μήνες, καθώς η δυνατότητα ψηφιακής επικοινωνίας μεταξύ των εμπλεκομένων συντομεύει τους χρόνους τόσο των προπαρασκευαστικών σταδίων όσο και της δικαστικής διαδικασίας. Η μείωσητης αναλογικής γραφειοκρατίας αποδεσμεύει πόρους, ώστε να μπορούν να αξιοποιηθούν σε άλλες κρίσιμες ανάγκες του συστήματος Δικαιοσύνης.

Σύμφωνα με τον ίδιο πίνακα, έξι κράτη μέλη διαθέτουν δικονομικούς κανόνες που επιτρέπουν το παραδεκτό των αποδεικτικών στοιχείων σε ψηφιακή μορφή στις αστικές, εμπορικές, διοικητικές και ποινικές υποθέσεις. Επιπλέον, από τα πορίσματα της φετινής έκδοσης προκύπτει ότι υπάρχουν ακόμη περιθώρια βελτίωσης όσον αφορά την δυνατότητα ηλεκτρονικής κίνησης διαδικασίας ή ηλεκτρονικής υποβολής αγωγής σε όλα τα κράτη μέλη.

Στην έρευνα που προανέφερα το 46% των ερωτηθέντων απαντάει πως θα προτιμούσε το δικαστήριο να επικοινωνεί μαζί τους μέσω e-mail, αφήνοντας αρκετά πίσω, με 33% τον έγγραφο τρόπο. Το 10% επιλέγει την επικοινωνία μέσω GOV, ενώ το 5% με sms. Συνολικά τα ψηφιακά μέσα αθροίζουν ποσοστό της τάξης του 61%.

Η κυβέρνηση συνέδεσε το νέο δικαστικό χάρτη με την ταχύτερη έκδοση των αποφάσεων και το στόχο συνολικά της επιτάχυνσης. Δεν θέλω να επαναλάβω από αυτό το βήμα την κριτική που ασκήσαμε στο νέο δικαστικό χάρτη, θέλω μόνο να επισημάνω ότι χωρίς την ψηφιοποίηση των υπηρεσιών της Δικαιοσύνης, χωρίς την περαιτέρω κατάρτιση των Δικαστικών Λειτουργών και την ενίσχυση των δικαστικών υπαλλήλων η αναλογία των οποίων υπολείπεται κατά πολύ του μέσου ε.ο., δεν θα αντιμετωπιστεί η χρόνια καθυστέρηση στην έκδοση των αποφάσεων.

Και βέβαια παράλληλα με τις προτάσεις που κατατίθενται για τον Ψηφιακό μετασχηματισμό και την Τεχνητή Νοημοσύνη, πρέπει να αξιολογήσουμε τις υποδομές των δικαστηρίων. Αυτή την στιγμή η κατάσταση στην Πρώην Σχολή Ευελπίδων (το μεγαλύτερο δικαστήριο της χώρας),είναι απογοητευτική. Οι θεσμικές αλλαγές στις οποίες πρέπει να προχωρήσει η Πολιτεία για το ψηφιακό μετασχηματισμό πρέπει να λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τις υποδομές από τα κτίρια έως τους υπολογιστές με ριζική αναβάθμισή τους. Τι νόημα έχει να υπάρχει η δυνατότητα της ηλεκτρονικής κατάθεσης δικογράφου – και μάλιστα να επεκταθεί – αν δεν εξαλειφθούν οι εικόνες με τις στοίβες από χαρτιά στα δικαστήρια; Τι νόημα έχει αν προχωρήσει η δυνατότητα ηλεκτρονικής παράστασης στα δικαστήρια όπως προβλέπεται στους στόχους που έχει ανακοινώσει το Υπουργείο Δικαιοσύνης στη Βίβλο για τον Ψηφιακό Μετασχηματισμό της Δικαιοσύνης, όταν υπάρχουν εικόνες με δικογραφίες και σχετικά έγγραφα παρατημένα σε διάφορες αίθουσες των δικαστηρίων; Οι διαδικασίες ψηφιοποίησης συνυπάρχουν με τις παραδοσιακές διαδικασίες, με αποτέλεσμα να επιβραδύνεται ο ψηφιακός μετασχηματισμός της συνολικής λειτουργίας της δικαιοσύνης. Ακόμα και η διαδικασία επίδοσης αποφάσεων περνάει ταυτόχρονα από στάδια ψηφιακής και παραδοσιακής μορφής από διάφορους φορείς, ενώ δικαστήρια αρνούνται να παραλάβουν φακέλους υποθέσεων σε ψηφιακή μορφή, με τις υπηρεσίες να αναγκάζονται να εκτυπώσουν ακόμα και 70.000 σελίδες. Σε σύγκριση με τις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες, η Ελλάδα καταλαμβάνει τις τελευταίες θέσεις όσον αφορά την ψηφιοποίηση της Δικαιοσύνης όπως παρουσιάζεται στα διαγράμματα του Πίνακα αποτελεσμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το 2023. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι στις ψηφιακές λύσεις για τη διεξαγωγή και την παρακολούθηση της δίκης σε ποινικές υποθέσεις, η Ελλάδα δεν λαμβάνει ούτε έναν βαθμό για κανένα από τα κριτήρια που προβλέπονται στην έκθεση. Με βάση τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό, ότι επείγει ο ψηφιακός μετασχηματισμός, ότι η υστέρηση είναι μεγάλη.

Στο ζήτημα της τεχνητής νοημοσύνης, στη «Βίβλο Ψηφιακού Μετασχηματισμού 2020-2025», στο κεφάλαιο για τη Δικαιοσύνη, υπάρχει, μεταξύ άλλων, η πρόβλεψη για «υλοποίηση εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης για επεξεργασία αρχείων και προετοιμασία αποφάσεων». Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επισημαίνει ορισμένους τομείς όπου θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί η τεχνητή νοημοσύνη στα δικαστικά συστήματα, ωστόσο, σημειώνει ότι «η τελική λήψη αποφάσεων πρέπει να παραμένει μια ανθρωπογενής δραστηριότητα».

Πώς θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί η τεχνητή νοημοσύνη στη Δικαιοσύνη; Το ερώτημα είναι ιδιαιτέρως σύνθετο. Εγείρονται ζητήματα ηθικής τα οποία απαιτούν επεξεργασία σύνθετη και κριτήρια πολλαπλά. Τι θα σημάνει για τη δικαιοσύνη για παράδειγμα το να μετατραπεί σε μια καθαρά τεχνική, μαθηματικοποιημένη διαδικασία; Πώς θα επηρεάσει το δικαίωμα στην προσωπικότητα, στη δίκαιη δίκη ή στα προσωπικά δεδομένα μια εκτεταμένη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης στη δικαιοσύνη; Η απάντηση είναι σύνθετη και δεν εξαντλείται στο κριτήριο της αποτελεσματικότητας, της ταχύτητας και του προσδοκώμενου οφέλους. Η απάντηση στα ερώτηματα τέμνει τη βασικό ζήτημα γύρω από τα όρια της τεχνητής νοημοσύνης δηλαδή αν Μπορεί να υπάρξει ένας ψηφιακός δικαστής; Όχι με όρους τεχνολογικής και τεχνικής δυνατότητας , αλλά μεσα σε ένα ηθικοποιημένο πλαίσιο που οριοθετείται από τις βασικές εγγυήσεις ενός κράτους δικαίου. Για όσους γνωρίζουμε το LawChatGPT και τη δυνατότητα που παρέχει σύνταξης δικογράφου και κατ´ επέκταση έκδοσης αποφάσεων, αντιλαμβανόμαστε τους κινδύνους που συχνά υπερβαίνουν τις προκλήσεις. Ο κοσμήτορας της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Suffolk στη Βοστώνη ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «για τον νομικό κλάδο, το ChatGPT προμηνύει μια ακόμη πιο σημαντική αλλαγή από την έλευση του διαδικτύου».

Όσοι έχουν χρησιμοποιήσει τη συγκεκριμένη εφαρμογή αναφέρουν ότι οι απαντήσεις που παρήγαγε ήταν ατελείς, ενίοτε δε και προβληματικές. Η χρήση ενός εργαλείου τεχνητής νοημοσύνης για υπηρεσίες που σχετίζονται με το δίκαιο εγείρει πλήθος ρυθμιστικών και δεοντολογικών ζητημάτων.

Επομένως, από την χρήση αυτών την εργαλείων δεν υπάρχουν μόνο οφέλη. Ίσως η μεγαλύτερη απειλή αυτών των εργαλείων είναι η ψηφιακή χειραγώγηση της δίκαιης κρίσης, του στέρεου δικανικού συλλογισμού. Πόσο αντικειμενικά θα ήταν τα πορίσματα των αλγορίθμων που θα εξήγαγε ένα ρομπότ δικαστής; Για παράδειγμα σε μελέτη της probulica, οι αλγόριθμοι εμφανίζουν τους αφροαμερικάνους με υψηλότερο κίνδυνο υποτροπής τέλεσης νέων αδικημάτων και τους λευκούς με χαμηλότερο από αυτόν που είχαν στην πραγματικότητα.

Η συστηματική μελέτη των αλγορίθμων δείχνει ότι αυτοί είναι αρκετά επιρρεπείς στην πραγματοποίηση δυσμενών διακρίσεων είτε λόγω εγγενών αδυναμιών στη λειτουργία τους καθώς ταξινομούν τις υποθέσεις σύμφωνα με κοινωνικές ή άλλες ομαδοποιήσεις. Στις ΗΠΑ για παράδειγμα τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιούνται αλγόριθμοι εκτίμησης του κινδύνου υποτροπής του δράστη. Παρόλο που η γενεσιουργός αιτία της εισχώρησης τους στη Δικαιοσύνη ήταν η εξάλειψη μεροληψίας του ανθρώπινου παράγοντα, οι αλγόριθμοι μπορεί να επιτείνουν τις ανθρώπινες προκαταλήψεις. Ακόμα όμως και αν μπορούσε τεχνικά ο αλγόριθμος να προβαίνει σε σταθμίσεις με βάση την αρχή της αναλογικότητας, θα το έκανε ερήμην της ανθρώπινης κρίσης, με βάση αυτοματοποιημένες τεχνικές μιας μαθηματικής συλλογιστικής, η οποία ασφαλώς μπορεί να οδηγήσει σε στρεβλώσεις.

Ο δικαστής υπερβαίνει έναν απλό εφαρμοστή του νόμου και η δικαιοσύνη συνιστά ανώτερη αξία από ένα μοτίβο συνόλων. Οι προβληματικές αυτές εντοπίζονται ακόμη εντονότερα στην ποινική δικαιοσύνη.

Οι κίνδυνοι είναι υπαρκτοί,όπως και οι προκλήσεις και οι ευκαιρίες. Για παράδειγμα στην περίοδο της πανδημίας το σύστημα απονομής δικαιοσύνης επέδειξε ελάχιστη ψηφιακή προσαρμοστικότητα, με αποτέλεσμα να ανασταλεί το σύνολο σχεδόν των δικαιοδοτικών λειτουργιών.Υπήρξαν χώρες που επέδειξαν μεγάλη προσαρμοστικότητα στις νέες τεχνολογίες, χωρίς να αναγκαστούν να αναστείλουν το σύνολο της δικαιοδοτικής τους λειτουργίας. Όλοι θυμόμαστε ότι λόγω της πανδημίας είχαμε αναστολή των διαδικασιών στα δικαστήρια από τον Μάρτιο του 2020 μέχρι τον Ιούνιο και από τον Νοέμβριο του 2020 μέχρι τον Απρίλιο του 2021.

Η ορθή και οριοθετημένη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης κατά συνέπειαθα μπορούσε να επιλύσει αποφασιστικά χρόνια προβλήματα και να συμβάλλει αποτελεσματικά στην επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης. Θα μπορούσε, επιπλέον, να αποτελέσει έναν πολύτιμο βοηθό σε μια σειρά από διαδικασίες οργάνωσης των δικαστηρίων (μηχανές εξιδεικευμένης αναζήτησης της νομολογίας, chatbox καθοδήγησης των πολιτών, παροχή αυτόματης νομικής βοήθειας σε τυποποιημένες υποθέσεις, να συμβάλει σε διοικητικές εργασίες για την διευκόλυνση των γραμματειών των δικαστηρίων κ.ά).

Είναι βέβαιο κατά συνέπεια ότι ανοίγονται δρόμοι και μας δίνονται ευκαιρίες που οφείλουμε να αξιοποιήσουμε.

Η Τεχνητή Νοημοσύνη μπορεί να συμβάλλει αποφασιστικά στην επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης, συνεπικουρώντας το κυρίως έργο του δικαστή και είναιη επιστήμη εκείνη που οφείλει να οριοθετήσει την λειτουργία εκείνη που δεν θα θέτει σε αμφισβήτηση ή πολύ περισσότερο σε κίνδυνο την ηθική διάσταση και το δικαιοκρατικό περιεχόμενο στην παραγωγή της δικαστικής κρίσης.

Κλείνοντας επειδή μιλάμε για την λειτουργία της δικαιοσύνης, δίπλα στα οφειλόμενα από την πολιτεία για την ψηφιοποίηση, την τεχνητή νοημοσύνη, τις υποδομές και την ενίσχυση των λειτουργών της, ας μην αποσιωπήσουμε ότι πρωτίστως αυτά που οφείλονται αφορούν την ενίσχυση της ανεξαρτησίας της. Τη μη εργαλειοποίηση της, τον σεβασμό στην ανεξαρτησία της, με λίγα λόγια την προάσπιση θεμελιωδών αρχών του κράτους δικαίου.

Η παρούσα κατάσταση στη χώρα μας παρουσιάζει ρωγμές σημαντικές που συμβάλουν περαιτέρω στον κλονισμό της εμπιστοσύνης των πολιτών στην ανεξαρτησία της δικαιοσύνης.

Είναι γι’ αυτό το λόγο κρίσιμη η ευκαιρία που ανοίγεται με την επικείμενη αναθεώρηση του Συντάγματος. Η αναθεώρηση της ισχύουσας διάταξης για τον τρόπο εκλογής της ηγεσίας της δικαιοσύνης είναι ώριμο αίτημα των καιρών και καθώς νομοθετικές πρωτοβουλίες όπως αυτή που αναπτύξαμε για την απαγόρευση διορισμού ανωτάτων δικαστών σε θέσεις του δημόσιου τομέα για μια τετραετία μετά την αφυπηρέτησή τους απορρίφθηκαν από την κυβέρνηση, αναμένουμε την αναθεωρητική διαδικασία προκειμένου με τις προτάσεις μας να συμβάλουμε στην δημοκρατικά αναγκαία ενίσχυση του κύρους και της ανεξαρτησίας της.

*Μιλένα Αποστολάκη, Τομεάρχης Δικαιοσύνης ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, βουλευτής Β. Τομέα Αθηνών, Δικηγόρος

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ