Νικόλαος Βασιλειάδης: Οι πρόσφατες τροποποιήσεις στη δικονομική αντιμετώπιση των ανηλίκων
Το πεδίο των ανηλίκων είχε ήδη υποστεί αρκετές και σημαντικές τροποποιήσεις με τον νέο ΠΚ και τον νέο ΚΠΔ (Ν 4619-4620/19).
Με τον Ν 4855/2021 πραγματοποιήθηκαν στον χώρο της δικονομικής αντιμετώπισης των ανηλίκων δραστών σημαντικές τροποποιήσεις, που είτε επέλυσαν σοβαρά δογματικά ζητήματα που είχαν ανακύψει κατά το παρελθόν και απασχολούσαν θεωρία και νομολογία, είτε ήρθαν να ενισχύσουν σημαντικά τη δικονομική θέση του ανήλικου κατηγορουμένου ή υπόπτου. Επισημαίνεται πάντως ότι το πεδίο των ανηλίκων είχε ήδη υποστεί αρκετές και σημαντικές τροποποιήσεις με τον νέο ΠΚ και τον νέο ΚΠΔ (Ν 4619-4620/19).
Πιο συγκεκριμένα, οι πιο ουσιώδεις αλλαγές (με τον Ν4855/21) είναι οι εξής:
– Πρώτον, όσον αφορά στην κίνηση της ποινικής δίωξης και πιο συγκεκριμένα στην υποχρεωτική διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης για πράξη με ανήλικο δράστη, το ζήτημα αυτό παρέμενε αρρύθμιστο. Έτσι ετίθετο το ερώτημα: ήταν υποχρεωτική η προκαταρτική εξέταση αποκλειστικά όταν η πράξη του ανηλίκου ενέπιπτε στο άρθρο 127 ΠΚ1 ή μήπως ήταν υποχρεωτική ευρύτερα, όταν η πράξη του, αν την τελούσε ενήλικος, θα ήταν κακούργημα; Με τον Ν. 4855/21 οριοθετήθηκε συστηματικά το πεδίο αυτό, προς την κατεύθυνση μάλιστα της ενίσχυσης της δικονομικής θέσεως του ανήλικου δράστη2.
Ειδικότερα: Στο άρθρο 43 ΚΠΔ ορίζεται πλέον ότι η προκαταρκτική εξέταση είναι υποχρεωτική και στα πλημμελήματα των ανήλικων που αν τα τελούσε ενήλικος θα ήταν υποχρεωτική η προκαταρτική εξέταση. Κατ’ επέκταση τούτη είναι πλέον υποχρεωτική όχι μόνο για τα εγκλήματα αρμοδιότητας τριμελούς δικαστηρίου ανηλίκων (113 Β ́ ΚΠΔ), αλλά και αρμοδιότητας μονομελούς (113 Α ́ ΚΠΔ).
– Δεύτερον, στον χώρο της δυνατότητας επιβολής σε βάρος του ανηλίκου κατηγορουμένου περιοριστικών όρων. Πιο συγκεκριμένα, ενώ το πεδίο της δυνατότητας επιβολής προσωρινής κράτησης σε βάρος του ανηλίκου ήταν απολύτως ξεκάθαρο, καθώς σύμφωνα με το άρθρο 287 ΚΠΔ τέτοια δυνατότητα υπάρχει αποκλειστικά για τις πράξεις των ανηλίκων που εμπίπτουν στο άρθρο 127 ΠΚ, δεν ήταν οριοθετημένη αντίστοιχα η δυνατότητα επιβολής περιοριστικών όρων σε βάρος τους.
Έτσι είχαν διαμορφωθεί δύο τάσεις: Σύμφωνα με την πρώτη, δυνατότητα επιβολής περιοριστικών όρων υπήρχε μόνο εκεί που μπορούσε να επιβληθεί και προσωρινή κράτηση, δηλαδή μόνο για τις πράξεις των ανηλίκων που εμπίπτουν στο 127 ΠΚ.
Σύμφωνα με τη δεύτερη άποψη, δυνατότητα επιβολής περιοριστικών όρων υπήρχε σε όσες πράξεις μπορούσαν να επιβληθούν τέτοιοι όροι και σε βάρος ενός ενήλικα κατηγορουμένου, δηλαδή ακολουθούσε το πνεύμα των γενικών κανόνων σχετικά με τη δυνατότητα επιβολής περιοριστικών όρων σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 283 παρ. 2 ΚΠΔ (εδώ πάντως θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η δεύτερη αυτή άποψη είχε ως πρόσθετη προϋπόθεση ότι ο ανήλικος είχε συμπληρώσει το 15ο έτος). Υπενθυμίζεται στο σημείο αυτό ότι περιοριστικοί όροι γενικώς, σύμφωνα με το άρθρο 283 παρ. 2 ΚΠΔ, μπορούν να επιβληθούν στα κακουργήματα καθώς και στα πλημμελήματα με απειλούμενη ποινή φυλάκισης τουλάχιστον 3 μηνών.
Με τον Ν 4855/21 προστέθηκε στο άρθρο 287 νέα παράγραφος, δηλαδή η παράγραφος 2, όπου και ρυθμίζεται το συγκεκριμένο ζήτημα με την υιοθέτηση μιας ενδιάμεσης (σε σχέση με τις παραπάνω) θέσης. Έτσι, περιοριστικοί όροι σε βάρος ανηλίκου μπορούν να επιβληθούν σε περίπτωση που η πράξη που τελέστηκε, αν την τελούσε ενήλικος, θα ήταν κακούργημα. Ερώτημα τίθεται σχετικά με το κατά πόσο η συγκεκριμένη διάταξη καταλαμβάνει και τις πράξεις των ανηλίκων που δεν συμπλήρωσαν τα 15 έτη (η διατύπωση φαίνεται ότι καταλαμβάνει όλους του ανηλίκους). Επισημαίνεται, τέλος, ότι ως περιοριστικοί όροι σε βάρος του ανηλίκου μπορούν να επιβληθούν και τα αναμορφωτικά μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 122 ΠΚ, εκτός βέβαια από το τελευταίο εκεί προβλεπόμενο, δηλαδή την περίπτωση Ιβ), που είναι η τοποθέτηση σε κατάλληλο κρατικό, δημοτικό, κοινοτικό ή ιδιωτικό ίδρυμα αγωγής, με δεδομένο ότι το αναμορφωτικό αυτό μέτρο εμπεριέχει ένα είδος εγκλεισμού (μέτρο που είναι ασύμβατο με τη φύση των περιοριστικών όρων). Η ρύθμιση αυτή, για το είδος των περιοριστικών όρων σε βάρος των ανηλίκων, βρίσκεται στην ίδια κατεύθυνση με τη γενική πρόβλεψη του άρθρου 283 παρ. 1 εδ. γ ́ ΚΠΔ.
– Τρίτον, στον χώρο της παραπομπής του ανήλικου κατηγορουμένου στο ακροατήριο. Με τον νέο ΚΠΔ υιοθετήθηκε το σχήμα κατά το οποίο ο ανήλικος που τέλεσε πράξη εμπίπτουσα στο αρ. 127 ΠΚ παραπέμπεται πάντα με βούλευμα (αρ. 308 παρ. 1 ΚΠΔ), με ανοικτό τον δρόμο της έφεσης κατά βουλεύματος (αρ. 478 παρ. 2 ΚΠΔ).
Με τον Ν. 4855/21 τροποποιήθηκε η τελευταία αυτή πρόβλεψη (για τον ανήλικο που η πράξη του εμπίπτει στο άρθρο 127 ΠΚ) προς την κατεύθυνση της μη υποχρεωτικής διέλευσης της υπόθεσης από το δικαστικό συμβούλιο. Ειδικότερα, (πλέον) ακόμα και για τις πράξεις αυτές των ανηλίκων ( για τις οποίες ούτως ή άλλως διενεργήθηκε υποχρεωτικά κύρια ανάκριση), η παραπομπή του κατηγορούμενου ανηλίκου μπορεί να γίνει και με απευθείας κλήση (άρθρο 308 παρ. 3 ΚΠΔ). Δύο παρατηρήσεις στο σημείο αυτό: 1. Η πρόβλεψη αυτή φαίνεται να είναι προσανατολισμένη στην ταχεία παραπομπή του ανηλίκου στο ακροατήριο δεδομένων (προφανώς) των περιορισμένων ανώτατων χρονικών ορίων της προσωρινής κράτησης σε βάρος του [6 μήνες ανώτατο όριο (3+3 μήνες)]. Αυτονόητο εμφανίζεται ότι αν τελικώς η παραπομπή συντελεστεί με βούλευμα (διότι δεν υπάρχει συμφωνία ανακριτή – εισαγελέα, είτε διότι ο εισαγγελέας επέλεξε να την εισαγάγει στο δικαστικό συμβούλιο) είναι ανοικτός ο δρόμος για έφεση του κατηγορουμένου ανηλίκου σύμφωνα με το 478 παρ. 2 ΚΠΔ, όταν παραπέμπεται για πράξη του 127 ΠΚ και μόνο για τους αναφερομένους εκεί λογούς (απόλυτη ακυρότητα και εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης).
– Τέταρτον, στο άρθρο 99 παρ. 3 ΚΠΔ προστέθηκε τρίτο εδάφιο που ορίζει ότι «ο ανακριτής έχει την υποχρέωση να διορίσει αυτεπαγγέλτως συνήγορο στον κατηγορούμενο ανήλικο που κατηγορείται για πράξη που αν τη τελούσε ενήλικος θα ήταν κακούργημα ή πλημμέλημα, χωρίς τη δυνατότητα παραίτησης από το δικαίωμα αυτό»8. Η συγκεκριμένη πρόβλεψη εμφανίζεται ιδιαίτερα ενισχυτική των δικαιωμάτων του ανηλίκου κατηγορουμένου στο πλαίσιο μάλιστα των παραδοχών του άρθρου 6 παρ. 6 Ν 4689/2020 «Ενσωμάτωση Οδηγιών σχετικών με ανήλικους κατηγορούμενους». Αξιοσημείωτο εμφανίζεται πάντως το γεγονός ότι η αντίστοιχη πρόβλεψη για τον υποχρεωτικό διορισμό δικηγόρου στο ακροατήριο για τον ανήλικο στο άρθρο 340 παρ. 1 ΚΠΔ προβλέπει ότι κάτι τέτοιο πραγματοποιεί το δικαστήριο μόνο για πράξη που αν την τελούσε ενήλικος θα ήταν κακούργημα, ρύθμιση που χρήζει μάλλον επεκτάσεως στο πρότυπο του άρθρου 99 παρ. 3 ΚΠΔ. Και τούτο διότι: πρώτον, το άρθρο 6 παρ. 5 α Ν 4689/2020, αναφέρει ότι η συνδρομή δικηγόρου είναι υποχρεωτική μεταξύ άλλων και όταν πρόκειται να ληφθεί απόφαση σχετικά με τη στέρηση ή μη της ελευθερίας του. Υπενθυμίζεται ότι στο άρθρο 122 ΠΚ μεταξύ των αναμορφωτικών μέτρων (που μπορούν να επιβληθούν και σε πράξεις που φέρουν -αν τις τελούσε ενήλικος- πλημμεληματικό χαρακτήρα), προβλέπεται στην περίπτωση ιβ) η τοποθέτηση του ανηλίκου σε κατάλληλο κρατικό, δημοτικό, κοινοτικό ή ιδιωτικό ίδρυμα αγωγής. Δεύτερον, δεν μπορεί να παραγνωρίζεται ότι με τον ίδιο νόμο (4855/21) πραγματοποιήθηκε συνολική επέκταση σε σχέση με τον υποχρεωτικό διορισμό συνηγόρου στο ακροατήριο για τα πλημμελήματα των ενηλίκων που απειλούνται με ποινή φυλάκισης 3-5 χρόνια. Το τελευταίο καταδεικνύει την υποχρεωτική επέκταση του διορισμού δικηγόρου στο ακροατήριο και για τον ανήλικο κατηγορούμενο και στον χώρο των πλημμελημάτων.
– Τέλος, ορθώς καταργήθηκε από το άρθρο 489 ΚΠΔ (στο οποίο αναφέρονται τα όρια εκκλητού ανά δικαστικό σχηματισμό), η πρόβλεψη της περ. δ ́ όπου οριζόταν ότι ο κατηγορούμενος και ο εισαγγελέας μπορούσαν να ασκήσουν έφεση κατά της απόφασης του Μονομελούς ή Τριμελούς δικαστη ρίου ανηλίκων με την οποία ο ανήλικος που κατά την τέλεση της πράξης είχε συμπληρώσει το δέκατο πέμπτο (15ο) έτος, δικάστηκε όμως μετά τη συμπλήρωση του δέκατου όγδοου (18ου) έτους της ηλικίας του, καταδικάστηκε κατά το άρθρο 130 ΠΚ σε ποινή στερητική της ελευθερίας. Και αυτό διότι στον νέο ΠΚ είχε καταργηθεί η δυνατότητα του δικαστηρίου να επιβάλει αντί για περιορισμό σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων (ή αντί για αναμορφωτικά ή θεραπευτικά μέτρα), την ποινή που προβλέπεται για την πράξη που τελέστηκε, ελαττωμένη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 83 (να επιβάλει δηλαδή φυλάκιση ή κάθειρξη). Παραμένει, βέβαια, αυτονοήτως η περιπτ. γ ́ στο 489 ΚΠΔ, που ορίζει ότι εκκαλείται η απόφαση του Μονομελούς και Τριμελούς δικαστηρίου ανηλίκων με την οποία καταδικάστηκε ο ανήλικος και του επιβλήθηκε περιορισμός σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων ή αναμορφωτικά ή θεραπευτικά μέτρα.
*Νικόλαος Δ. Βασιλειάδης Δικηγόρος, Δ.Ν.
*To άρθρο πρωτοδημοσιεύθηκε στο περιοδικό της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων Nova Criminalia, τεύχος Οκτωβρίου 2022
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Βαγγέλης Αυγουλάς: Να κληθούν στη Βουλή των Ελλήνων τα ανάπηρα άτομα που ζουν σε ιδρύματα Αλέξανδρος Μαντζούτσος: Γιατί ζητάμε αναστολή αύξησης των ασφαλιστικών εισφορών Ευάγγελος Βενιζέλος: Η ταχύτητα απονομής της δικαιοσύνης στην Ελλάδα μπορεί να φθάσει στα ευρωπαϊκά επίπεδα Γιώργος Κακαρνιάς: Νέος Σωφρονιστικός Κώδικας – Με αλχημείες καταργούν το δικαίωμα στην άδειαΑκολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr