Παντελής Μαρκούλης: Αντισυνταγματικό service στους servicers

Ανεξάρτητα από την τελική επιλογή του νομοθέτη, η γενική ιδέα και μόνο του περιεχομένου της ρύθμισης γεννά επιφυλάξεις αναφορικά με τη συμβατότητά της προς το Σύνταγμα.

NEWSROOM
Παντελής Μαρκούλης: Αντισυνταγματικό service στους servicers

Ήδη ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων (εφεξής: ΕΔΑΔΠ, γνωστές και ως “servicers”) που μεταβιβάστηκαν από πιστωτικά ιδρύματα σε εταιρείες απόκτησης απαιτήσεων (εφεξής: ΕΑΑΔΠ) στο πλαίσιο τιτλοποίησης απαιτήσεων (σύμφωνα με τον Ν. 3156/2003) δεν νομιμοποιούνται ενεργητικώς στην άσκηση αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης υπέρ των αληθών δικαιούχων των απαιτήσεων ΕΑΑΔΠ. Επίσης, το Εφετείο Αθηνών, το Εφετείο Πειραιώς, το Εφετείο Θεσσαλονίκης, το Εφετείο Λάρισας, το Εφετείο Δυτικής Μακεδονίας καθώς και πολλά Πρωτοδικεία της Χώρας (τουλάχιστον 5 διαφορετικά), μεταξύ των οποίων τα Πρωτοδικεία Αθηνών και Θεσσαλονίκης έκριναν ότι οι ΕΔΑΔΠ δεν νομιμοποιούνται ενεργητικώς να επισπεύσουν αναγκαστική εκτέλεση ή να πετύχουν την έκδοση διαταγής πληρωμής [για περισσότερα βλ. Π. Μαρκούλη, Έλλειψη νομιμοποίησης εταιρείας διαχείρισης απαιτήσεων που μεταβιβάσθηκαν με σκοπό τιτλοποίησης (άρθρο 10 ν. 3156/2003) προς επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης, ΕπισκΕΔ 3/2022, προδημ. sakkoulas-online.gr].

Εντελώς συνοπτικά, η δικαστική αυτή τάση στηρίζεται στην ακόλουθη ορθή σκέψη: οι ΕΔΑΔΠ, στις οποίες ανατέθηκε η διαχείριση δανείων που μεταβιβάστηκαν σύμφωνα με τον Ν. 3156/2003 δεν νομιμοποιούνται ενεργητικά στη διενέργεια δικαστικών πράξεων, καθώς ο συγκεκριμένος νόμος (Ν. 3156/2003) δεν απονέμει σ’ αυτές κατ’ εξαίρεση ενεργητική νομιμοποίηση, όπως αντίθετα πράττει ο Ν. 4354/2015.

Τις τελευταίες ημέρες έγινε γνωστό ότι το Υπουργείο Οικονομικών προετοιμάζει τροπολογία, προκειμένου να «επιλύσει» νομοθετικά το «ζήτημα» και μάλιστα με αναδρομική ισχύ. Επικριτική αναφορά στη φημολογούμενη νομοθετική ρύθμιση έκανε και ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης στο τέλος της δευτερολογίας του στη συζήτηση στη Βουλή στις 14.10.2022.

Λεπτομέρειες για την ακριβή διατύπωση της διάταξης δεν έχουν γίνει γνωστές μέχρι σήμερα (15.10.2022). Σύμφωνα, όμως, με τα αναφερόμενα στην ειδησεογραφία των τελευταίων ημερών, το βέβαιο είναι ότι η στόχευση του νομοθέτη θα είναι διπλή:

Πρώτον, να ορίσει ρητά ότι οι ΕΔΑΔΠ, στις οποίες ανατέθηκε η διαχείριση απαιτήσεων που μεταβιβάστηκαν προς σκοπό τιτλοποίησης (σύμφωνα δηλαδή με τον Ν. 3156/2003), νομιμοποιούνται ενεργητικά για την επίσπευση δικαστικών πράξεων.

Δεύτερον, η ρύθμιση αυτή να καταλαμβάνει και τις ήδη καταρτισμένες (μέχρι την έναρξη ισχύος της διάταξης) συμβάσεις ανάθεσης διαχείρισης (του Ν. 3156/2003), που συνήφθησαν μεταξύ των ΕΑΑΔΠ και των ΕΔΑΔΠ, και άρα και τις εκκρεμείς δίκες.

Η νομοτεχνική κατάστρωση της αναμενόμενης ρύθμισης, εάν δηλαδή θα πρόκειται για μία (ψευδο)ερμηνευτική διάταξη ή εάν θα πρόκειται για διάταξη με ρητή αναδρομική ισχύ δεν είναι ακόμη γνωστή.

Ανεξάρτητα από την τελική επιλογή του νομοθέτη, η γενική ιδέα και μόνο του περιεχομένου της ρύθμισης γεννά επιφυλάξεις αναφορικά με τη συμβατότητά της προς το Σύνταγμα.

Στο μέτρο που μας το επιτρέπει η παρούσα συγκυρία, με δεδομένο δηλαδή ότι ακόμη η νομοθετική ρύθμιση δεν είναι γνωστή, περιοριζόμαστε στη διατύπωση των ακόλουθων επιφυλάξεων:

1.Η σχέση του νόμου προς τις υφιστάμενες συμβάσεις κρίνεται αναφορικά με τις έννομες σχέσεις, δικαιώματα ή καταστάσεις που έχουν δημιουργηθεί από καταρτισμένες συμβάσεις. Συνεπώς, η νομοθετική επέμβαση στην περίπτωση αυτή, που δεν αφορά άμεσα τον τρόπο άσκησης της συμβατικής ελευθερίας (άρθρο 5 παρ. 1 και 3 Συντάγματος), θα πρέπει να αντιμετωπίζεται σε σχέση με τα αποκτηθέντα δικαιώματα, σχέσεις κ.λπ. και, κατ’ ακολουθίαν, η με αυτήν επαγωγή διαφορετικών συνεπειών ή η άρνηση ορισμένων που ίσχυαν, είναι αντίθετη προς το Σύνταγμα, καθόσον κλονίζει τα θεμέλια στα οποία στηρίζεται η οικονομία της αγοράς, δηλαδή την ασφάλεια του δικαίου και την αρχή της αυτονομίας της ιδιωτικής βούλησης [βλ. Α. Μανιτάκη, Η συνταγματικότητα διάταξης νόμου που τροποποιεί όρους υφιστάμενης ιδιωτικής σύμβασης (μίσθωσης) και καταργεί ρήτρα περί διαιτησίας (γνωμ.), ΕλλΔνη 3 (1991), 477 επ.· Β. Βαθρακοκοίλη, ΕρΝομΑΚ – Γενικές Αρχές, άρθρο 2, αρ. 8].

Συνεπώς, η αναδρομική ex lege απονομή στις ΕΔΑΔΠ της εξουσίας επίσπευσης δικαστικών ενεργειών (εξουσία μη δικαιούχου διαδίκου) θίγει τη συμβατική ελευθερία των ΕΑΑΔΠ. Και τούτο, διότι οι ΕΑΑΔΠ δεν παραχώρησαν στις ΕΔΑΔΠ, με τις συμβάσεις ανάθεσης της διαχείρισης που συνήψαν με τις τελευταίες, την εξουσία επίσπευσης δικαστικών ενεργειών. Ούτε θα μπορούσαν άλλωστε, διότι η εξαιρετική νομιμοποίηση μόνο από τον νόμο μπορεί να προβλέπεται. Ωστόσο, ο νόμος δεν μπορεί αναδρομικά να προβλέψει τέτοια εξουσία, διότι ανατρέπει το δικαιοπρακτικό θεμέλιο επί του οποίου η ΕΑΑΔΠ στήριξε τη σύναψη της σύμβασης ανάθεσης διαχείρισης απαιτήσεων.

Επομένως, η αναμενόμενη ρύθμιση μόνο για το μέλλον θα μπορεί να ισχύσει. Ως προς τις συναφθείσες κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος της ρύθμισης συμβάσεις ανάθεσης διαχείρισης απαιτήσεων, θα πρέπει να συναφθούν νέες συμβάσεις τροποποιητικές συμβάσεις, προκειμένου οι ΕΔΑΔΠ να αποκτήσουν την εξουσία επιχείρησης δικαστικών ενεργειών. Διότι μόνο έτσι οι αναθέτουσες ΕΑΑΔΠ θα έχουν προ οφθαλμών το νέο νομοθετικό πλαίσιο και θα γνωρίζουν ότι η σύναψη της τροποποιητικής σύμβασης θα έχει ως αυτόθροη συνέπεια την υπαγωγή στον Ν. 3156/2003, που προβλέπει εξαιρετική νομιμοποίηση της ΕΔΑΔΠ.

2.Η αναδρομική δύναμη του νόμου σε εκκρεμείς δίκες δημιουργεί ζήτημα επέμβασης της νομοθετικής λειτουργίας στο έργο της δικαστικής, ώστε να τίθεται ζήτημα παραβίασης της συνταγματικής αρχής της διάκρισης των λειτουργιών (βλ. Δ. Παπαστερίου, Γενικές αρχές αστικού δικαίου, 2009, § 10, σελ. 124-126, υποσημ. 175). Κατά την απολύτως κρατούσα άποψη, καταρχήν δεν αμφισβητείται η δυνατότητα του νομοθέτη να επεμβαίνει και σε εκκρεμείς ενώπιον των δικαστηρίων υποθέσεις, όταν όμως αυτό επιβάλλεται από λόγους γενικότερου κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος (βλ. Π. Λαδά, Γενικές αρχές αστικού δικαίου, τόμος 1, 2007, § 5, σ. 128, αρ. 40).

Εν προκειμένω, δεν υφίσταται τέτοιος λόγος γενικότερου κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος, που να δικαιολογεί την επέμβαση του νομοθέτη και επί των εκκρεμών δικών. Η ρύθμιση αυτή εξυπηρετεί μόνο τα συμφέροντα των ΕΔΑΔΠ και μάλιστα δεν επιλύει καν ένα «άλυτο» πρόβλημα, διότι οι ΕΑΑΔΠ νομιμοποιούνται κανονικά στη διενέργεια δικαστικών πράξεων. Είναι αδιάφορο το ότι ενδεχομένως το διοικητικό κόστος για την επίσπευση των δικαστικών ενεργειών από τις ΕΑΑΔΠ θα είναι μεγαλύτερο από αυτό που είναι σήμερα για τις ΕΔΑΔΠ καθώς και το ότι οι ΕΑΑΔΠ θα απωλέσουν χρόνο. Πρόκειται για αμιγώς ιδιωτικά συμφέροντα, η προστασία των οποίων δεν μπορεί να δικαιολογήσει την επέμβαση της νομοθετικής στη δικαστική λειτουργία.

Προς το παρόν μένουμε στις παραπάνω πρώτες επισημάνσεις, εν αναμονή της τροπολογίας και επιφυλασσόμαστε για εκ νέου παρέμβαση όταν αυτή δοθεί στη δημοσιότητα.

*Παντελής Αντ. Μαρκούλης, Δικηγόρος, Υπ. Διδάκτωρ Εμπορικού Δικαίου Πανεπιστημίου Freiburg, Μεταπτυχιακός Διπλωματούχος Εμπορικού Δικαίου ΑΠΘ

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr