Έρευνα: Οι γυναίκες υπεύθυνες για τη φροντίδα παιδιών και ηλικιωμένων!
Παρά το γεγονός ότι τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν υιοθετήσει μία σειρά πολιτικών και μέτρων για την ισότητα των φύλων, οι γυναίκες παραμένουν μέχρι σήμερα οι κύριες υπεύθυνες για τη φροντίδα των παιδιών και των ηλικιωμένων.
Όπως επεσήμανε η Έκθεση του EIGE το 2013 για το θεματικό πεδίο «Γυναίκες και Οικονομία», οι γυναίκες 25 μέχρι 44 ετών, σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, αφιερώνουν τρεις φορές περισσότερο χρόνο στην ανατροφή των παιδιών από τους άνδρες. Έτσι, η ανάγκη εξισορρόπησης της επαγγελματικής, προσωπικής και οικογενειακής ζωής των γυναικών συνεχίζει να αποτελεί μια ευρωπαϊκή πρόκληση.
Κοινοτικά προγράμματα με στόχο τη «συμφιλίωση» εργασίας και οικογένειας ξεκίνησαν να προωθούνται στην Ευρώπη από τη δεκαετία του 1980. Τη δεκαετία του 1990 οι προσπάθειες επικεντρώθηκαν αφενός στην αύξηση της απασχόλησης των γυναικών και αφετέρου στη δημιουργία προσιτών υπηρεσιών φύλαξης για παιδιά σε όλες τις γεωγραφικές περιοχές, αναγνωρίζοντας την ταυτόχρονη ανάγκη για την καταπολέμηση των έμφυλων στερεοτύπων αναφορικά με την ανατροφή των παιδιών και την οικιακή εργασία.
Στη Σύνοδο Κορυφής της Βαρκελώνης το 2002, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο με ορίζοντα το 2010 έθεσε ως στόχους: α) την αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας στο 60% και β) την κάλυψη υπηρεσιών φροντίδας για παιδιά κάτω των 3 ετών στο 33% και στο 90% για παιδιά από 3 ετών μέχρι την υποχρεωτική εκπαίδευση. Ενώ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2015 με την «Στρατηγική Δέσμευση για την Ισότητα των Φύλων 2016-2019» με νέο ορίζοντα το 2020, τροποποίησε τον πρώτο στόχο, θέτοντάς τον στο 75% τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες και διατήρησε τον δεύτερο στόχο στα ίδια επίπεδα, διευρύνοντάς τον παράλληλα προκειμένου να καλύπτει την παροχή φροντίδας και σε άλλα εξαρτώμενα μέλη.
Το παρόν Ενημερωτικό Σημείωμα του Παρατηρητηρίου της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων (Γ.Γ.Ι.Φ.) εντάσσεται στο θεματικό πεδίο “Γυναίκες και Οικονομία”, όπως ορίστηκε από την Πλατφόρμα του Πεκίνου και παρουσιάζονται στατιστικά δεδομένα για τoν δείκτη του Παρατηρητηρίου:
- Ποσοστό παιδιών που εξυπηρετούνται από δομές φροντίδας ανά ηλικία και διάρκεια φροντίδας
Ο δείκτης υπολογίζεται ως το πηλίκο του αριθμού των παιδιών που εξυπηρετούνται από υπηρεσίες φύλαξης στο σύνολο των παιδιών της ίδιας ηλικιακής κατηγορίας.
Γράφημα 1: Ποσοστό παιδιών 0-12 ετών και ποσοστό επί των νοικοκυριών της χώρας (2016)[1]
Το 60,6% των νοικοκυριών με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας 0-12 ετών δεν κάνει χρήση των υπηρεσιών φύλαξης (523.453 νοικοκυριά) και το 16,5% θα επιθυμούσε είτε να κάνει χρήση υπηρεσιών φύλαξης ή να αυξήσει τη χρήση που κάνει.
Αναλυτικότερα, το ποσοστό των παιδιών που εξυπηρετούνται από δομές φροντίδας ανά ηλικία και διάρκεια φροντίδας στην Ελλάδα την 7ετία 2010-2016 απεικονίζεται στον Πίνακα 1.
Πίνακας 1: Ποσοστό παιδιών που εξυπηρετούνται από δομές φροντίδας ανά ηλικία και διάρκεια φροντίδας ( 2010-2016)
Από τα παραπάνω στοιχεία, παρατηρούμε ότι τα ποσοστά των παιδιών κάτω των 3 ετών που δεν εξυπηρετούνται από κάποια δομή φροντίδας τα τελευταία χρόνια κυμαίνονται από 80 έως 92%, απέχοντας σημαντικά από τον στόχο του 67% που ορίστηκε στη Σύνοδο Κορυφής της Βαρκελώνης.
Τα ποσοστά που αφορούν στα παιδιά κάτω των 3 ετών που εξυπηρετούνται από κάποια δομή φροντίδας για περισσότερες από 30 ώρες την εβδομάδα είναι σταθερά υψηλότερα από εκείνα που εξυπηρετούνται από 1 έως 29 ώρες. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει ότι ενώ η πλειοψηφία των γονέων παιδιών ηλικίας κάτω των 3 ετών δεν χρησιμοποιεί κάποια δομή φροντίδας, η μερίδα εκείνων που επιλέγουν να κάνουν χρήση της υπηρεσίας προτιμά να κάνει χρήση για 6 ή και περισσότερες ώρες ημερησίως.
Τα ποσοστά για τα παιδιά άνω των 3 ετών μέχρι την ηλικία ένταξης στην υποχρεωτική εκπαίδευση παρουσιάζουν αυξομειώσεις στο πέρασμα των χρόνων, ωστόσο οι παράγοντες που οδηγούν σε αυτά τα δεδομένα χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης. Το ποσοστό των παιδιών άνω των 3 ετών που δεν εξυπηρετούνται από κάποια δομή φροντίδας τα τελευταία χρόνια κινείται από 24 έως 44,5%.
Τα ποσοστά των παιδιών ηλικίας άνω των 3 ετών και οι ώρες που εξυπηρετούνται από δομές φροντίδας στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης παρουσιάζουν στο επόμενο γράφημα.
Γράφημα 2: Ποσοστό παιδιών άνω των 3 ετών που εξυπηρετούνται από δομές φροντίδας ανά διάρκεια φροντίδας (2016)
Από το παραπάνω γράφημα παρατηρούμε ότι η πλειοψηφία των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν έχει καταφέρει να πετύχει τον στόχο που είχε τεθεί το 2002 στη Σύνοδο Κορυφής της Βαρκελώνης. Δώδεκα είναι οι χώρες που κατάφεραν να πετύχουν τον στόχο ή και να τον ξεπεράσουν, χωρίς να συγκαταλέγεται σε αυτές η Νορβηγία που φαίνεται να πέτυχε οριακά τον στόχο και δεν αποτελεί κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το Βέλγιο (98,6%), η Σουηδία (96,7%) και η Δανία (95,9%) έχουν καταφέρει να παράσχουν υπηρεσίες φροντίδας σχεδόν στο σύνολο των παιδιών ηλικίας άνω των 3 ετών.
Η κατάταξη της Ελλάδας στην προτελευταία θέση, με ποσοστό μηδενικής εξυπηρέτησης παιδιών σε δομές φροντίδας 44,4%, καταδεικνύει την ανάγκη λήψης επιπλέον μέτρων για την συμμετοχή των παιδιών στην προσχολική εκπαίδευση, γεγονός που θα συμβάλει τόσο στην ψυχοκοινωνική τους ανάπτυξη όσο και στην εναρμόνιση της οικογενειακής, προσωπικής και επαγγελματικής ζωής των γονιών τους και ιδίως των γυναικών.
Ακόμα ένας σημαντικός παράγοντας ο οποίος στέκεται εμπόδιο στην «συμφιλίωση» εργασίας και οικογένειας είναι το κόστος των δομών φροντίδας, στο οποίο θα αναφερθούμε εκτενώς παρακάτω, καθώς επίσης και τα κρατικά βοηθήματα τέκνων που ποικίλουν από χώρα σε χώρα. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η σύγκριση των επιδομάτων τέκνων στις Σκανδιναβικές χώρες και στην Ελλάδα.
Πίνακας 2: Μηνιαία επιδόματα σε οικογένειες και μονογονείς (2012)[2]
Αδυναμίες κοινωνικού κράτους ως προς την κάλυψη αναγκών φροντίδας στην Ελλάδα και συνέπειες αυτών
Στρέφοντας εκ νέου την εστίαση στις συνθήκες που επικρατούν στην Ελλάδα αναφορικά με την παροχή υπηρεσιών φύλαξης, ιδιαίτερης σημασίας κρίνεται το γεγονός ότι στο σύνολο των νοικοκυριών με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας 0-12 ετών που κάνει χρήση αυτών των υπηρεσιών (105.480 νοικοκυριά), το 92,5% δηλώνει κάποιου βαθμού δυσκολία στην κάλυψη του σχετικού κόστους. Το 69,5% των νοικοκυριών δηλώνει μικρή δυσκολία, το 14,9% δυσκολία και το 8% μεγάλη δυσκολία στην κάλυψη του εν λόγω κόστους.
Γράφημα 3: Βαθμός δυσκολίας νοικοκυριών με ένα τουλάχιστον παιδί έως 12 ετών για την κάλυψη του κόστους υπηρεσιών φροντίδας (2016)
Όπως φαίνεται από τον Πίνακα 3 παρακάτω, ο κυριότερος λόγος που δεν χρησιμοποιούνται υπηρεσίας φροντίδας παιδιών ή που δεν χρησιμοποιούνται στο βαθμό που χρειάζονται αναδεικνύεται η οικονομική δυσκολία (61,1%). Ενώ, οι υπόλοιποι λόγοι αφορούν στη μη διαθεσιμότητα της υπηρεσίας (18,7%), τη διαθεσιμότητα αυτής, αλλά όχι στις ώρες που θα εξυπηρετούσαν τους γονείς (8,1%), τη διαθεσιμότητα της υπηρεσίας, αλλά τη δυσκολία πρόσβασης σε αυτήν λόγω απόστασης (6,5%) και την μη ικανοποιητική ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών (5%).
Πίνακας 3: Κύριος λόγος για τον οποίο τα νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί έως 12 ετών δεν χρησιμοποιούν υπηρεσίες φροντίδας παιδιών ή δεν τις χρησιμοποιούν στο βαθμό που χρειάζονται (2016)
Από τα παραπάνω γίνεται εμφανής η αδυναμία κάλυψης των αναγκών του πληθυσμού σε υπηρεσίες φύλαξης και φροντίδας παιδιών. Για το λόγο αυτό η Ελληνική Εταιρία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης (ΕΕΤΑΑ) μέσα από τη δράση «Εναρμόνιση Οικογενειακής και Επαγγελματικής Ζωής» καλύπτει το κόστος των τροφείων στους βρεφονηπιακούς και παιδικούς σταθμούς για τα παιδιά των ωφελούμενων του προγράμματος, αλλά και την ανακαίνιση-αναμόρφωση των υφιστάμενων υποδομών, την προμήθεια του απαιτούμενου εξοπλισμού και τη δημιουργία νέων δομών.
Το παραπάνω πρόγραμμα αναγνωρίζει την ανάγκη στήριξης των εργαζόμενων μητέρων που καλούνται να αντιμετωπίσουν τους απαιτητικούς και αντικρουόμενους συχνά ρόλους της εργασίας και της οικογένειας, αλλά και των άνεργων μητέρων και των οικογενειών παιδιών με αναπηρίες, προτεραιοποιώντας τις αιτήσεις των συγκεκριμένων οικογενειών, με στόχο την παροχή ποιοτικών υπηρεσιών. Έτσι, οι ωφελούμενες του προγράμματος είναι κυρίως οι άνεργες μητέρες και οι εργαζόμενες (μισθωτές ή αυτοαπασχολούμενες) στον ιδιωτικό τομέα, καθώς οι εργαζόμενες στον δημόσιο τομέα αποκλείονται. Σύμφωνα με την ΕΕΤΑΑ, για το 2017 οι γυναίκες και οι άνδρες ωφελούμενοι του προγράμματος ανά κατηγορία απασχόλησης κατανέμονται ως εξής: οι κάτοχοι δελτίου ανεργίας καταλαμβάνουν ποσοστό 51,1%, οι εργαζόμενες/οι μερικής απασχόλησης ορισμένου ή αορίστου χρόνου 13,8%, οι πλήρης απασχόλησης αορίστου χρόνου 11,4%, οι πλήρης απασχόλησης ορισμένου χρόνου 7,5%, οι γυναίκες και οι άνδρες με ατομική επιχείρηση 7,4% και τέλος οι αυτοαπασχολούμενες/οι στον πρωτογενή τομέα καταλαμβάνουν το ποσοστό των 3,9 ποσοστιαίων μονάδων.
Γράφημα 4: Ωφελούμενες/οι ανά κατηγορία απασχόλησης (2017)
Οι υπόλοιποι/ες ωφελούμενοι/ες αποτελούνται από άνδρες και γυναίκες είτε που έχουν αναλάβει την επιμέλεια παιδιών με δικαστική απόφαση είτε που βρίσκονται σε χηρεία. Κριτήρια επιλογής είναι το οικογενειακό εισόδημα, η εργασιακή θέση, η οικογενειακή κατάσταση (τρίτεκνες, πολύτεκνες, ΑμεΑ). Οι αιτήσεις ατόμων ΑμεΑ γίνονται δεκτές στο σύνολό τους. Είναι απαραίτητο να σημειωθεί ότι οι θέσεις που χρηματοδοτεί το εν λόγω πρόγραμμα δεν αφορούν μόνο σε βρεφικούς, βρεφονηπιακούς και παιδικούς σταθμούς, όπως καταγράφουν τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και της Eurostat, αλλά σε αυτές περιλαμβάνονται και κέντρα δημιουργικής απασχόλησης παιδιών, παιδιών με ελαφράς μορφής κινητικά ή αισθητηριακά προβλήματα και παιδιών με αναπηρία.
Γράφημα 5: Αριθμός έγκυρων αιτήσεων παιδιών και συνολικός αριθμός χορηγηθέντων vouches (2014-2018)
Όπως βλέπουμε στο Γράφημα 5 παραπάνω, τα τελευταία 4 χρόνια έχει αυξηθεί τόσο ο αριθμός των έγκυρων αιτήσεων όσο και ο αριθμός των ωφελούμενων του προγράμματος. Το 2017 καλύφθηκε το 88,7% των έγκυρων αιτήσεων, ενώ σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύτηκαν για το 2018 καλύφθηκε το 89,4%.
Η διαθεσιμότητα, αλλά και το κόστος των υπηρεσιών φύλαξης για τα παιδιά 0-12 ετών φαίνεται να επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό την απασχόληση των γονέων. Το 2010 το 12,4% (211.019) των εργαζομένων δήλωσε ότι διέκοψε την εργασία του για να φροντίσει μικρά παιδιά. Από αυτούς/ές, το 80,4% (169.764) ήταν γυναίκες.
Γράφημα 6: Γονείς που διέκοψαν την εργασία τους για να φροντίσουν μικρά παιδιά ανά φύλο (2010)
Η πλειοψηφία των γονέων που διέκοψαν την εργασία τους για τον παραπάνω λόγο ήταν ηλικίας 35-44 (52,4%) και 25-34 (30%).
Πίνακας 4: Γονείς που διέκοψαν την εργασία τους για να φροντίσουν μικρά παιδιά (2010)
Σύμφωνα με τα παραπάνω, γίνεται αντιληπτή η έντονα έμφυλη διάσταση που συνεχίζει να λαμβάνει η φροντίδα των παιδιών. Η πλειοψηφία των γυναικών κατά τις ηλικίες όπου οι περισσότερες γεννήσεις λαμβάνουν χώρα τα τελευταία χρόνια, οδηγείται στη διακοπή της απασχόλησής τους προκειμένου να εστιάσουν στην φροντίδα των παιδιών. Παράλληλα, το 21,1% των γυναικών που έχουν διακόψει την εργασία τους, δήλωσε ότι θα αναζητούσε μερική ή πλήρη απασχόληση αν υπήρχαν κατάλληλες υπηρεσίες φροντίδας. Το αντίστοιχο ποσοστό για τους άνδρες ανέρχεται σε 6,3%.
Έμφυλος καταμερισμός της (αόρατης) οικιακής εργασίας
Σύμφωνα με έρευνα του ΚΜΟΠ[3] το 2016 σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 1000 γυναικών, τον περισσότερο χρόνο στην φροντίδα των παιδιών τον αφιερώνουν οι ίδιες, ενώ είναι εκείνες που συμμετέχουν περισσότερο στην καθημερινή λειτουργία του νοικοκυριού. Παρατηρήθηκε ότι η υποστήριξη του συζύγου στις οικιακές εργασίες δεν μειώνει τον χρόνο απασχόλησης των γυναικών, αλλά αντίθετα τον αυξάνει. Για να αυξηθεί ο ελεύθερος χρόνος των γυναικών, η συνεισφορά του συζύγου/συντρόφου στις εσωτερικές οικιακές εργασίες θα πρέπει να ξεπερνά τις 3 ώρες ημερησίως.
Πίνακας 5: Ώρες απασχόλησης σε επαγγελματικές και οικογενειακές υποχρεώσεις (2015)
Όπως παρατηρούμε, ο μέσος όρος των ωρών που αφιερώνει μία γυναίκα στην φροντίδα των παιδιών (3,2 ώρες) είναι σημαντικά μεγαλύτερος από εκείνον που αφιερώνει ο σύζυγος ή σύντροφος (1,8 ώρες). Το 90% των συζύγων/συντρόφων αφιερώνει κάτω από 3 ώρες στην ίδια υποχρέωση, ενώ το ίδιο ποσοστό των γυναικών αφιερώνει 2 ώρες παραπάνω. Σε αντίστοιχα επίπεδα κινείται και ο αριθμός των ωρών που αφιερώνεται στις οικογενειακές υποχρεώσεις: 2,8 ώρες ημερησίως για τις γυναίκες και 1,1 ώρες για τους άνδρες.
Αρκετές από τις ερωτώμενες δήλωσαν ότι χρησιμοποιούν υπηρεσίες φροντίδας για τα παιδιά τους, με τις γυναίκες που μεγαλώνουν τα παιδιά τους χωρίς σύντροφο να αξιοποιούν αυτές τις υπηρεσίες 2,2 ώρες περισσότερο από εκείνες που είναι παντρεμένες ή διαβιούν με σύμφωνο συμβίωσης, 5,6 ώρες για τις παντρεμένες/με σύμφωνο και 7,8 ώρες για τις υπόλοιπες.
Από τη συγκεκριμένη έρευνα αναδείχθηκε και ο ρόλος της ευρύτερης οικογένειας στην κάλυψη των αναγκών φροντίδας των παιδιών, υποκαθιστώντας τη μειωμένη συμβολή των συντρόφων και τις ελλείψεις του κράτους πρόνοιας. Πιο συγκεκριμένα, οι γιαγιάδες, σύμφωνα με τις ερωτώμενες, συμμετέχουν κατά μέσο όρο 2,8 ώρες καθημερινά στην ανατροφή των παιδιών των παντρεμένων γυναικών και 2,4 ώρες στα παιδιά των υπόλοιπων κατηγοριών. Η αντίστοιχη συμμετοχή των παππούδων ανέρχεται σε 1,5 και 0,8 ώρες για τις δύο κατηγορίες. Με αυτό τον τρόπο επιβεβαιώνεται το στερεότυπο που τοποθετεί τις γυναίκες στο πεδίο της κοινωνικής αναπαραγωγής, αφού η συμβολή τους στην ανατροφή των παιδιών και την καθημερινή λειτουργία του νοικοκυριού είναι καθοριστική ανεξαρτήτως ηλικίας.
Οι διαστάσεις της κοινωνικής αναπαραγωγής
Πιο πάνω παρατηρήσαμε τον ρόλο του φύλου και της κοινωνικής τάξης στη διαμόρφωση της δυνατότητας κάλυψης των απαιτούμενων υπηρεσιών φροντίδας. Στην Ελλάδα, ακόμα και σήμερα η φροντίδα των παιδιών φαίνεται να αποτελεί σε μεγαλύτερο βαθμό ευθύνη των γυναικών, με αποτέλεσμα ένας μεγάλος αριθμός αυτών να διακόπτει την εργασία τους ή να μειώνει τις ώρες αυτής για την ανατροφή των τέκνων. Παρότι τα τελευταία χρόνια το πρόγραμμα της ΕΕΤΑΑ για την εναρμόνιση οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής στοχεύει στην εξασφάλιση θέσεων σε βρεφονηπιακούς σταθμούς για ολοένα και μεγαλύτερο αριθμό παιδιών, δεν έχει καλυφθεί ούτε η ζήτηση για αυτές τις υπηρεσίες φροντίδας ούτε ο στόχος που είχε τεθεί στη Σύνοδο Κορυφής της Βαρκελώνης. Ενώ, παράλληλα, μια σημαντική μερίδα των οικογενειών που έχει ανάγκη αυτές τις υπηρεσίες και δεν εμπίπτει στα κριτήρια επιλεξιμότητας του παραπάνω προγράμματος, αδυνατεί να καλύψει το σύνολο ή μέρος του κόστους. Επομένως, οι οικογένειες που δεν λαμβάνουν αυτές τις υπηρεσίες είτε λόγω αδυναμίας του κράτους πρόνοιας είτε λόγω οικονομικής δυσκολίας, καταφεύγουν στα ευρύτερα οικογενειακά δίκτυα, ενισχύοντας τον ρόλο της γιαγιάς ως τροφού, επιβεβαιώνοντας με αυτόν τον τρόπο το μοντέλο που επικρατεί στα νοτιοευρωπαϊκά κράτη.
Μια επιπλέον διάσταση αυτού του φαινομένου αποτελεί η παροχή έμμισθης εργασιακής φροντίδας στις οικογένειες που έχουν την οικονομική δυνατότητα από γυναίκες που έχουν μεταναστεύσει από πρώην σοσιαλιστικά ή χρεωμένα μετααποικιακά κράτη για αυτό το σκοπό. Παρατηρούμε, επομένως ότι ο έμφυλος χαρακτήρας της φροντίδας δεν αλλάζει ακόμα και όταν αυτή παρέχεται με αμειβόμενη εργασία. Ακόμη, παρατηρούμε ότι η φροντίδα αφενός εμπορευματοποιείται για όσους έχουν την οικονομική δυνατότητα να καλύψουν τις σχετικές με αυτήν ανάγκες στον ιδιωτικό τομέα (φροντίδα παιδιών, ηλικιωμένων, σπιτιού κλπ) και αφετέρου ιδιωτικοποιείται για όσους δεν έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν για να καλύψουν αυτές τις ανάγκες. Η δεύτερη κατηγορία του πληθυσμού οδηγείται συχνά στην παροχή εργασιών φροντίδας για την πρώτη κατηγορία με αντάλλαγμα (χαμηλούς) μισθούς.[4]
Η κοινωνική οργάνωση της μητρότητας και της φροντίδας των παιδιών (ποιος/-α φροντίζει τα παιδιά) αποτελεί κεντρικό ζήτημα τόσο στο πεδίο του κράτους πρόνοιας όσο και στο πεδίο των κοινωνικών δικαιωμάτων, της ιδιότητας του πολίτη και της ισότητας των φύλων. [5] Το μεσογειακό καθεστώς ευημερίας αναγνωρίζει τις γυναίκες ως συζύγους και μητέρες χωρίς παράλληλα να προστατεύει την ένταξή τους στην αγορά εργασίας (μερική και ανασφάλιστη εργασία), με αποτέλεσμα να εντείνει τις διακρίσεις φύλου. Πέρα από τις αλλαγές των μέτρων κοινωνικής πολιτικής (επιδόματα, παροχές και εργαλεία άσκησης της κοινωνικής πολιτικής) έχει επισημανθεί και η ανάγκη αλλαγής των κοινωνικών προτύπων του φύλου που ενισχύονται μέσα από τη λειτουργία του κράτους πρόνοιας. Ο πολιτικός και ιδεολογικός λόγος του κράτους πρόνοιας μπορεί να οδηγήσει τόσο στην απαξίωση της εργασίας της φροντίδας όσο και στην ενίσχυση ενός καθεστώτος κοινωνικής ευημερίας στο οποίο η απασχόληση των γυναικών ενθαρρύνεται και η ευθύνη της ανατροφής των παιδιών αφορά τους γονείς ανεξαρτήτως φύλου. Συμπλέοντας με τις ευρωπαϊκές πολιτικές, η Γ.Γ.Ι.Φ. έχει ενσωματώσει τους παραπάνω στόχους στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Ισότητα 2016-2020.
*Οι πηγές που χρησιμοποιήθηκαν για την άντληση των στοιχείων είναι: Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), Eurostat, Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων (EIGE), Ελληνική Εταιρία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης (ΕΕΤΑΑ), Κέντρο Μέριμνας Οικογένειας και Παιδιού (ΚΜΟΠ).
[1] Θεωρούμε απαραίτητη τη διευκρίνιση ότι η απουσία της διάστασης της ομογονεϊκότητας ανά τύπο νοικοκυριού που παρατηρείται στα Ενημερωτικά Σημειώματα που δημοσιεύονται από τη Γ.Γ.Ι.Φ. είναι αποτέλεσμα της έλλειψης επίσημων σχετικών στατιστικών στοιχείων. Επομένως, τα στοιχεία που παρουσιάζονται ενισχύουν την αναπαραγωγή του ετεροκανονικού προτύπου της οικογένειας, επισκιάζοντας τους διαφορετικούς τύπους γονεϊκότητας που αποτελούν βίωμα πλήθους οικογενειών τόσο στην Ελλάδα όσο και στις υπόλοιπες χώρες που αναφέρονται.
[2] Τα στοιχεία αντλήθηκαν από τους παρακάτω συνδέσμους: http://library.fes.de/pdf-files/id/11106.pdf και https://opeka.gr/oikogeneies/epidoma-paidiou/pinakes-paradeigmata/ .
[3] Αλιπράντη-Μαράτου, Λ., Α. Κατσής & Π. Παπαδημητρίου (επιμ.) (2016), (Αν)ισορροπία εργασίας και προσωπικής ζωής, Αθήνα: ΚΜΟΠ.
[4] Φρέιζερ, Ν. (2017), «Κρίση της φροντίδας; Για τις αντιφάσεις του σύγχρονου καπιταλισμού στο επίπεδο της κοινωνικής αναπαραγωγής», Δέκατη Ετήσια Διάλεξη προς τιμήν του Νίκου Πουλαντζά, 07/12/2016, Αθήνα: νήσος, Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς, transform! europe.
[5] Στρατηγάκη, Μ. (2007), Το φύλο της κοινωνικής πολιτικής, Αθήνα: Μεταίχμιο.
Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr