Ποτοαπαγόρευση: Ο νόμος που (σαν σήμερα) άλλαξε τον «χάρτη» του εγκλήματος στις ΗΠΑ

Σαν σήμερα πριν από 99 χρόνια ξεκινά στις Ηνωμένες Πολιτείες η εφαρμογή ενός νόμου που έμελλε όχι μόνο να γιγαντώσει την παραβατικότητα αλλά και με το πέρασμα των ετών να εμπνεύσει δεκάδες σκηνοθέτες να παρουσιάσουν ταινίες που έσπασαν τα ταμεία! Σαν σήμερα λοιπόν το 1919 ξεκίνησε στην Αμερική η ποτοαπαγόρευση. Και αυτό με το αμερικανικό Κογκρέσο […]

NEWSROOM
Ποτοαπαγόρευση: Ο νόμος που (σαν σήμερα) άλλαξε τον «χάρτη» του εγκλήματος στις ΗΠΑ

Σαν σήμερα πριν από 99 χρόνια ξεκινά στις Ηνωμένες Πολιτείες η εφαρμογή ενός νόμου που έμελλε όχι μόνο να γιγαντώσει την παραβατικότητα αλλά και με το πέρασμα των ετών να εμπνεύσει δεκάδες σκηνοθέτες να παρουσιάσουν ταινίες που έσπασαν τα ταμεία!

Σαν σήμερα λοιπόν το 1919 ξεκίνησε στην Αμερική η ποτοαπαγόρευση. Και αυτό με το αμερικανικό Κογκρέσο να εγκρίνει τον νόμο αυτόν παρακάμπτοντας το βέτο, που είχε θέσει ο πρόεδρος Γούντροου Γουίλσον μια μέρα πριν.

Ένας νόμος που απαγόρευε την διακίνηση, εισαγωγή, εξαγωγή και πώληση αλκοολούχων ποτών. Το κίνημα της ποτοαπαγόρευσης είχε ξεκινήσει στις αρχές του 19ου αιώνα (γύρω στο 1850) από κάποιες θρησκευτικές προτεσταντικές οργανώσεις (κυρίως των μεθοδιστών) με αποτέλεσμα αρκετές πολιτείες, κυρίως του νότου να έχουν ήδη ψηφίσει νόμους που περιόριζαν ή απαγόρευαν τη διάθεση αλκοολούχων ποτών.

Οι πανίσχυρες Ενώσεις

Έτσι σχηματίσθηκαν δύο πανίσχυρες ομάδες, η «Ένωση κατά των Σαλούν» (Anti-Saloon League) και η «Ένωση Γυναικών για τη Χριστιανική Εγκράτεια» (Women’s Christian Temperance Union). Μέλη των δύο αυτών οργανώσεων σχημάτισαν το Κόμμα της Απαγόρευσης (Prohibition Party), που πήρε μέρος στις προεδρικές εκλογές του 1872, αλλά συγκέντρωσε μόλις 5.608 ψήφους.

Το 1879 ο Τζον Σεντ Τζον εκλέχθηκε κυβερνήτης του Κάνσας και τέσσερα χρόνια αργότερα το Κάνσας ήταν η πρώτη πολιτεία στην Αμερική, που κήρυξε παράνομο το αλκοόλ. Το 1884 ο Σεντ Τζον έθεσε υποψηφιότητα για Πρόεδρος της Αμερικής με τη σημαία του Κόμματος της Απαγόρευσης και έλαβε 150.369 ψήφους. Ο σπόρος της Ποτοαπαγόρευσης είχε ριφθεί.

Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου πολλοί Αμερικανοί θεωρούσαν μη πατριωτική πράξη τη χρησιμοποίηση δημητριακών για την παραγωγή αλκοολούχων ποτών και όχι τροφίμων. Πολλές ζυθοποιίες είχαν ιδιοκτήτες γερμανικής καταγωγής, γεγονός που επαύξησε τα αντιγερμανικά αντανακλαστικά των Αμερικανών. Επιφανείς εκπρόσωποι του επιχειρηματικού κόσμου (Φορντ, Ροκφέλερ) δήλωναν ότι οι εργαζόμενοι θα ήταν πιο παραγωγικοί εάν απείχαν από το αλκοόλ. Μάλιστα, ο Τζον Ροκφέλερ δώρισε 350.000 δολάρια στην «Ένωση κατά των Σαλούν» (Anti-Saloon League).

Η κοινή γνώμη άρχισε να αλλάζει διάθεση και ως το 1919 το 75% των πολιτειών είχε ευθυγραμμισθεί με τη 18η τροποποίηση του Συντάγματος, που απαγόρευσε την πώληση ή διακίνηση αλκοολούχων ποτών (16 Ιανουαρίου 1919). Ένας χρόνο αργότερα, στις 16 Ιανουαρίου του 1920, τέθηκε σε ισχύ με το νόμο Βόλστιντ (Volstead Act). Ήταν η ληξιαρχική πράξη για την έναρξη της Ποτοαπαγόρευσης.

Παραεμπόριο, διαφθορά και Αλ Καπόνε

Από εκείνη την μέρα παραεμπόριο και έγκλημα άνθισαν για τα επόμενα 13 χρόνια με διάφορους γκάνγκστερς να γιγαντώνονται και να ελέγχουν τον υπόκοσμο αλλά και την αστυνομία και την δικαιοσύνη των ΗΠΑ.

Η μαύρη αγορά άρχισε να ανθίζει, το έγκλημα να κινείται ανοδικά και οι οργανωμένες συμμορίες να ευημερούν και να κερδίζουν πολιτική επιρροή. Η αστυνόμευση ήταν δύσκολη υπόθεση, με αποτέλεσμα να ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια τα παράνομα αποστακτήρια και μπαρ. Τα σημεία πώλησης έφθασαν τα 30.000, σχεδόν διπλάσια σε σχέση με την προ-ποτοαπαγόρευσης εποχή.

Η διαφθορά στους κόλπους της αστυνομίας κάλπαζε, καθώς οι πειρασμοί για τους ελάχιστα αμειβόμενους αστυνομικούς ήταν μεγάλοι. Ο Αλ Καπόνε κόμπαζε ότι είχε στο μισθολόγιό του τη μισή αστυνομία του Σικάγου. Πολλοί γιατροί θησαύριζαν συνταγογραφώντας ουίσκι για ιατρικούς λόγους, που ήταν νόμιμο και διατίθετο από τα φαρμακεία.

Οι παράνομοι διακινητές έγιναν λαϊκοί ήρωες, καθώς πρόσφεραν δουλειά σε περίοδο μεγάλης ανεργίας, όπως ήταν η εποχή της Μεγάλης Ύφεσης («Κραχ»). Μεγάλες ήταν οι δημοσιονομικές απώλειες, καθώς η φορολόγηση του αλκοόλ έφερνε «ζεστό» χρήμα στα κρατικά ταμεία. Υπολογίστηκε ότι το κράτος έχανε κάθε χρόνο 500 εκατομμύρια δολάρια από τη φορολογία του αλκοόλ.

Μείωση θανάτων και τέλος της ποτοαπαγόρευσης

Στα θετικά της Ποτοαπαγόρευσης ήταν η δραστική μείωση των θανάτων από ασθένειες σχετιζόμενες με το αλκοόλ, όπως και η πτώση της συναφούς εγκληματικότητας. Όμως, επτά χρόνια μετά την επιβολή της ποτοαπαγόρευσης οι θάνατοι άρχισαν να αυξάνονται, ενώ τα ποτά-μπόμπες συνέβαλαν στη σημαντική άνοδο των τυφλώσεων και των παραλύσεων.

Η αύξηση της εγκληματικότητας και της διαφθοράς άλλαξε τη διάθεση της κοινής γνώμης. Στις προεδρικές εκλογές του 1932 ο δημοκρατικός υποψήφιος Φραγκλίνος Ρούσβελτ, λάτρης του μαρτίνι, συμπεριέλαβε στο πρόγραμμά του την άρση της ποτοαπαγόρευσης.

Ένα χρόνο αργότερα, στις 5 Δεκεμβρίου του 1933, η Ποτοαπαγόρευση ήρθη στο μεγαλύτερο μέρος των ΗΠΑ, μετά την υιοθέτηση από το Κογκρέσο της 21ης Τροποποίησης του Συντάγματος. Το Μισισίπι ήταν η τελευταία πολιτεία που νομιμοποίησε και πάλι το αλκοόλ το 1966.

(πληροφορίες από το sansimera.gr)

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr