Από λάθος διάγνωση υποβλήθηκε σε μαστεκτομή – Επί 9 χρόνια περιμένει να εκδικαστεί η αγωγή αποζημίωσης
Όλες οι νομικές ενέργειές της έπεσαν στο… κενό. Αποζημιώθηκε με 9.700 ευρώ από το Ανώτατο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Ταλαιπωρία δίχως τέλος έζησε μία 56χρονη, η οποία όχι μόνον χειρουργήθηκε από λάθος διάγνωση καρκίνου του μαστού και έγινε αφαίρεση, αλλά εδώ και χρόνια δεν έχει κατορθώσει να βρει δικαίωση από τα ρουμανικά δικαστήρια στα οποία προσέφυγε για ιατρική αμέλεια και αιτούμενη αποζημίωσης για ηθική βλάβη.
Η περιπέτεια ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2008, όταν επισκέφτηκε έναν ογκολόγο για ένα εξόγκωμα που είχε βρει στο αριστερό της στήθος. Με παρότρυνση του ειδικού υποβλήθηκε σε εξετάσεις και ο ίδιος την συμβούλεψε να κάνει χημειοθεραπεία και χειρουργική επέμβαση. Η προσφεύγουσα υποβλήθηκε σε χημειοθεραπεία, η οποία οδήγησε στην εξαφάνιση του ύποπτου όγκου. Ωστόσο, ο ογκολόγος επέμεινε συμβουλεύοντάς την να υποβληθεί σε χειρουργείο ούτως ή άλλως.
Αργότερα, τον Απρίλιο του 2008, ένας χειρουργός, ο Dr U.O.D., αφαίρεσε τον αριστερό μαστό της προσφεύγουσας μαζί με μερικούς μύες και λεμφαδένες. Το 2010 επισκέφθηκε έναν ενδοκρινολόγο, ο οποίος εξέτασε τα ιατρικά της αρχεία και εξέφρασε αμφιβολίες σχετικά με τη διάγνωση του καρκίνου. Επακολούθως περαιτέρω έλεγχος των ιστών που ελήφθησαν μετά την επέμβαση έδειξε ότι έπασχε από καλοήθη νόσο του μαστού και όχι από καρκίνο.
Οι δικαστικές διαδικασίες
Πιστεύοντας ότι ήταν θύμα ιατρικής αμέλειας, έκανε χρήση των εγχώριων ενδίκων μέσων που είχε στη διάθεσή της. Τον Μάιο του 2010 υπέβαλε μήνυση κατά των δύο γιατρών (του ογκολόγου και χειρούργου) για σωματική βλάβη, αλλά τον Ιούλιο του 2014 η εισαγγελία αποφάσισε να διακόψει την υπόθεση καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι η χειρουργική επέμβαση είχε διεξαχθεί σωστά αν και η απόφαση για την ανάληψη της βασίστηκε σε λάθος διάγνωση. Η εισαγγελία σημείωσε, μεταξύ άλλων, ότι η συμπεριφορά του ογκολόγου ισοδυναμούσε με ιατρική αμέλεια, αλλά το αδίκημα είχε παραγραφεί.
Όσον αφορά τον χειρουργό, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι είχε πραγματοποιήσει μια σωστή χειρουργική επέμβαση βάσει της διάγνωσης του ογκολόγου και ότι το τεκμήριο της ακρίβειας μιας εξειδικευμένης διάγνωσης εφαρμόστηκε ορθά στην περίπτωσή του.
Στη συνέχεια, η προσφεύγουσα κίνησε αστική διαδικασία για να αποδείξει ιατρική αμέλεια βάσει του νόμου αριθ. 95/2006 εναντίον και των δύο γιατρών. Ωστόσο, το Εφετείο διαπίστωσε ότι ο ογκολόγος δεν είχε αγνοήσει τους ισχύοντες επαγγελματικούς κανόνες και είχε ενεργήσει με επιμέλεια και σύνεση, κάτι που απαιτούσε το επάγγελμά του, στο βαθμό που υπήρχε αβεβαιότητα ως προς το εάν είχε προκύψει διαγνωστικό σφάλμα. Το Επαρχιακό Δικαστήριο, διαπίστωσε ότι ο χειρουργός δεν είχε ιατρική αμέλεια και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν είχε κανένα επαγγελματικό πρότυπο που να απαιτούσε από τον ίδιο να επανεξετάσει τη διάγνωση του ογκολόγου.
Ο πειθαρχικός έλεγχος και η απόφαση του ΕΔΔΑ
Τον Φεβρουάριο του 2013 άσκησε επίσης αγωγή βάσει του γενικού νόμου περί αδικοπραξίας, η οποία παραμένει εκκρεμής ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων.
Τέλος, σε βάρος και των δύο γιατρών ασκήθηκε δίωξη ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου, το οποίο διαπίστωσε ότι η θεραπεία του καρκίνου είχε αποφασιστεί λανθασμένα και ότι ο ογκολόγος δεν είχε συμμορφωθεί με τα ισχύοντα πρότυπα επαγγελματικής συμπεριφοράς. Το συμβούλιο έλαβε περαιτέρω υπόψιν τον θάνατο του χειρουργού και περάτωσε την πειθαρχική δίωξη σε βάρος του.
Ως ύστατο μέσο η 56χρονη προχώρησε σε προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) που την δικαίωσε και επιδίκασε αποζημίωση.
«Στην περίπτωση της προσφεύγουσας, οι διάφορες διαδικασίες που είχε κινήσει είχαν αποφέρει διαφορετικά αποτελέσματα. Για παράδειγμα, τόσο οι ποινικές όσο και οι πειθαρχικές υποθέσεις (παρά τα αντίστοιχα αποτελέσματά τους) οδήγησαν στη διαπίστωση ότι ο ογκολόγος είχε εκτελέσει τα επαγγελματικά του καθήκοντα ανεπαρκώς, ενώ η διαδικασία του Ειδικού Νόμου αρ. 95/2006 είχε αποκλείσει μια τέτοια διαπίστωση ευθύνης» αναφέρει το ΕΔΔΑ.
«Επιπλέον, ο νομικός μηχανισμός που καθιέρωσε η εθνική νομοθεσία είχε αποδειχθεί υποτονικός και δυσκίνητος στην περίπτωση της προσφεύγουσας. Τα δικαστήρια είχαν διατάξει αναστολή εν αναμονή άλλων διαδικασιών – πιθανώς επειδή είχε παρέλθει η προθεσμία άσκησης δίωξης στον ογκολόγο και έπρεπε να περατωθεί η πειθαρχική δίωξη μετά το θάνατο του κατηγορούμενου χειρουργού» προσθέτει.
Παρά την άσκηση όλων των ένδικων μέσων, ακόμη και «η αγωγή αδικοπραξίας – η μόνη διαδικασία στην οποία θα μπορούσε κατ’ αρχήν να υπάρξει αποζημίωση – παρέμενε σε εκκρεμότητα εννέα (9) χρόνια μετά την κατάθεσή της και 14 χρόνια αφ’ ότου προέβη στην χειρουργική επέμβαση».
Για το λόγο αυτό το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι στην περίπτωση της προσφεύγουσας, ο νομικός μηχανισμός που ίσχυε σύμφωνα με το ρουμανικό δίκαιο δεν είχε παράσχει την αποτελεσματικότητα που απαιτούσε η νομολογία του.
Πηγή: echrcaselaw.com
Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr