Η Ελβετία πούλησε ελληνικά αρχαία μεγάλης αξίας για να εισπράξει δικαστικά έξοδα

“Πάτησαν” ελληνικό έδαφος τα ελληνικά μνημεία, μετά τις προσπάθειες του υπουργείου Πολιτισμού και του δικηγόρου Ηλία Σ. Μπίσια ο οποίος χειρίστηκε την υπόθεση του επαναπατρισμού για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου»

NEWSROOM
Η Ελβετία πούλησε ελληνικά αρχαία μεγάλης αξίας για να εισπράξει δικαστικά έξοδα

Δύο επιτύμβια αγγεία από την Ελβετία επαναπατρίστηκαν. Είναι εντυπωσιακό, ωστόσο, πως στη συγκεκριμένη περίπτωση στο πλαίσιο της έρευνας που διεξήχθη διαπιστώθηκε ότι το Καντόνι της Βασιλείας μέσω της Υπηρεσίας Είσπραξης και Πτωχεύσεων είχε εκποιήσει τον Φεβρουάριο του 2017 τα δύο ελληνικά μνημεία, προκειμένου να εισπράξει οφειλές από την δικαστική εκκαθάριση των εξόδων της ποινικής διαδικασίας που είχε διεξαχθεί στην Ελβετία κατά του Ιταλού εμπόρου τέχνης G.Becchina και της συζύγου του.

Ηλίας Μπίσιας

Στη συνέχεια, τον Οκτώβριο του 2017 έγινε απόπειρα μεταπώλησής τους μέσω του προαναφερόμενου Ελβετού εμπόρου τέχνης στην έκθεση Frieze Masters στο Λονδίνο.

Για τον επαναπατρισμό τους, χρειάστηκαν έξι αιτήματα δικαστικής συνδρομής που κατέθεσε η αρμόδια Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, μετά από συνεργασία με τη Διεύθυνση Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών του Υπουργείου Πολιτισμού, με τα οποία το ελληνικό δημόσιο ζητούσε από τις ελβετικές αρχές τον επαναπατρισμό των αγγείων, αλλά και την κλήτευση των εμπλεκομένων για παροχή εξηγήσεων για τις κακουργηματικές αξιόποινες πράξεις.

Επαναπατρισμός ελληνικών μνημείων: Οι δηλώσεις Μενδώνη

«Θέλω να ευχαριστήσω τα αρμόδια στελέχη του ΥΠΠΟ για την αφοσίωση την οποία επιδεικνύουν στην άσκηση των καθηκόντων τους, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους για την σταθερή και αποτελεσματική αρωγή σε όλες τις συναφείς υποθέσεις, την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, και, φυσικά, τον Δρ Ηλία Μπίσια, η νομική συνδρομή του οποίου υπήρξε καταλυτική» ανέφερε η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη.

Δύο μαρμάρινα αττικά επιτύμβια αγγεία, μια λήκυθος και μια λουτροφόρος του 4ου π.Χ., επέστρεψαν στην Αθήνα, μετά την αίσια έκβαση πολυετούς διεκδίκησής τους από το Ελληνικό Δημόσιο. Οι μαρμάρινες λήκυθοι και λουτροφόροι εμφανίζονται από τον ύστερο 5ο και σε όλη τη διάρκεια του 4ου αι. π.Χ. στα αρχαία αττικά νεκροταφεία, ως επιτύμβια σήματα, στημένα σε οικογενειακούς ταφικούς περιβόλους. Αποτελούν προϊόντα αποκλειστικώς των αττικών εργαστηρίων μαρμαρογλυπτικής. Αμφότερα τα αγγεία που επέστρεψαν από τη Βασιλεία χρονολογούνται στον 4ο αι. π.Χ.

Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας του επαναπατρισμού των δύο μαρμάρινων αγγείων, η υπουργός Πολιτισμού σημείωσε ότι «ο επαναπατρισμός ελληνικών αρχαιοτήτων, που έχουν παράνομα εξαχθεί στο εξωτερικό αποτελεί ζήτημα εθνικής σημασίας και υψηλής πολιτικής προτεραιότητας για το Υπουργείο Πολιτισμού. Οι διεθνείς συνεργασίες για την επιστροφή παρανόμως εξαχθέντων πολιτιστικών αγαθών μέσω διμερών και πολυμερών συμφωνιών είναι βασική μας επιδίωξη. Σήμερα, με τον επαναπατρισμό στην αττική γη των δύο κλασικών ταφικών μαρμάρινων αγγείων ολοκληρώνεται μια πολυετής διεκδίκησή μας».

Το ιστορικό της υπόθεσης: Ξεκίνησε από το 2017

Τον Οκτώβριο του 2017 το ελληνικό γραφείο της Ιντερπόλ ειδοποίησε τη  Διεύθυνση Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών ότι τα εν συγκεκριμένα επιτύμβια αγγεία είχαν τεθεί προς πώληση στην έκθεση Frieze Masters στο Λονδίνο από τον Ελβετό έμπορο τέχνης J-D. C., αποστέλλοντας και σχετικό φωτογραφικό υλικό που είχε περιέλθει σε γνώση της.

Η Διεύθυνση διαπίστωσε ότι πρόκειται για τις ίδιες ελληνικές αρχαιότητες που είχαν κατασχεθεί το 2002 από τις ιταλικές και τις ελβετικές αρχές στη Βασιλεία της Ελβετίας, στις αποθήκες του Ιταλού εμπόρου τέχνης Becchina και της συζύγου του. Τα αγγεία, μετά την κατάσχεσή τους, είχαν ταυτιστεί από τους Έλληνες πραγματογνώμονες ως ελληνικής προέλευσης και είχαν ενημερωθεί σχετικά οι Ιταλικές Αρχές.

Όταν εντοπίστηκαν να πωλούνται στο Λονδίνο, το ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού ζήτησε άμεσα ενημέρωση για το θέμα από το Υπουργείο Πολιτισμού της Ιταλίας. Από την απάντηση των ιταλικών αρχών προέκυψε ότι οι δύο αρχαιότητες είχαν επιστραφεί στον Ιταλό έμπορο τέχνης, στη Βασιλεία, τον Μάρτιο του 2014, μετά την έκδοση σχετικής Απόφασης του Δικαστηρίου της Ρώμης το 2011, καθώς διαπιστώθηκε ότι δεν ήταν ιταλικής προέλευσης.

Η Διεύθυνση Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών, ζήτησε τη συνδρομή της Ιντερπόλ και της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, ώστε να υποβληθεί αίτημα δικαστικής συνδρομής προς τις ελβετικές αρχές αναφορικά με την κατάσχεση και την επιστροφή των δύο αγγείων στην Ελλάδα ως προϊόντα εγκλήματος. Τον Νοέμβριο του 2017 οι δύο αρχαιότητες κατασχέθηκαν για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου από την Εισαγγελία του Καντονίου της Βασιλείας, όπου και παρέμειναν μέχρι την οριστική απόδοσή τους στο Ελληνικό Δημόσιο στις 27/06/2024.

Παράλληλα, για την καλύτερη εκπροσώπηση των συμφερόντων του Ελληνικού Δημοσίου, ζητήθηκε από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους ο διορισμός πληρεξουσίου δικηγόρου. Με Απόφαση του Προέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους διορίστηκε ο Δικηγόρος Αθηνών και Ελβετίας Δρ. Ηλίας Σ. Μπίσιας, ο οποίος χειρίστηκε την υπόθεση, σε συνεργασία με το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, τη Διεύθυνση Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών του ΥΠΠΟ και την αρμόδια Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών.

Τα μνημεία που επαναπατρίστηκαν

Δύο μαρμάρινα αττικά επιτύμβια αγγεία, μια λήκυθος και μια λουτροφόρος του 4ου π.Χ., επέστρεψαν στην Αθήνα, μετά την αίσια έκβαση πολυετούς διεκδίκησής τους από το Ελληνικό Δημόσιο. Οι μαρμάρινες λήκυθοι και λουτροφόροι εμφανίζονται από τον ύστερο 5ο και σε όλη τη διάρκεια του 4ου αι. π.Χ. στα αρχαία αττικά νεκροταφεία, ως επιτύμβια σήματα, στημένα σε οικογενειακούς ταφικούς περιβόλους. Αποτελούν προϊόντα αποκλειστικώς των αττικών εργαστηρίων μαρμαρογλυπτικής. Αμφότερα τα αγγεία που επέστρεψαν από τη Βασιλεία χρονολογούνται στον 4ο αι. π.Χ.

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr