Αποκάλυψη: Ευρω-καταδίκη της Ελλάδας για την ποιότητα δικαστικών αποφάσεων- Αλλοδαπός έμεινε 168 μέρες στις φυλακές για αδίκημα που είχε διαπράξει άλλος – Σχολιάζει ο Βασ. Χειρδάρης
Η υπόθεση εκτυλίχθηκε το 2018 και η Δικαιοσύνη κράτησε στις φυλακές αλλοδαπό λόγω συνωνυμίας, παρότι τα αποτυπώματά του δεν ταίριαζαν με αυτά του προσώπου είχε καταδικαστεί και αναζητούνταν.
Σοβαρό προβληματισμό όχι πλέον (μόνο) στο πεδίο των καθυστερήσεων, αλλά στον πυρήνα της Δικαιοσύνης, που είναι η ποιότητα των δικαστικών αποφάσεων, εκφράζει διά απόφασή της το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το οποίο προχωρεί σε μια ακόμα βαριά καταδίκη για τη χώρα μας, σε σχέση με τη δικαστική περιπέτεια ενός αλλοδαπού μετανάστη που προσέφυγε ενώπιόν του.
Η υπόθεση, σύλληψη και εκδίκαση, εκτυλίχθηκε το 2018 και αφορά έναν 31 ετών τότε αλλοδαπό που βρέθηκε στις φυλακές για 168 μέρες, επειδή το ονοματεπώνυμό του ήταν ίδιο με άλλου (όπως αποδείχτηκε) προσώπου που είχε καταδικαστεί ερήμην για ναρκωτικά. Ο νεαρός προσέφυγε στη Δικαιοσύνη, υποβλήθηκε σε έλεγχο δακτυλικών αποτυπωμάτων και παρότι δεν συνέπιπταν με του δράστη, το δικαστήριο χωρίς αιτιολογία απέρριψε την αίτησή του και τον κράτησε στη φυλακή.
Δεύτερη προσφυγή
Χρειάστηκε δεύτερη προσφυγή, δεύτερος έλεγχος δακτυλικών αποτυπωμάτων και μάρτυρες, για να αποφυλακιστεί. Το καλύτερο είναι ότι όταν ευλόγως ζήτησε αποζημίωση για τις μέρες που κρατήθηκε, και πάλι η Ελληνική Δικαιοσύνη του το αρνήθηκε. Το ΕΔΔΑ καταδίκασε τη χώρα και τον δικαίωσε κάνοντας το διόλου κολακευτικό για τη Δικαιοσύνη σχόλιο πως “είχε υιοθετήσει μια υπερβολικά φορμαλιστική προσέγγιση που δεν ήταν σύμφωνη με το πνεύμα του άρθρου 5 § 5 της ΕΣΔΑ”.
Η αποζημίωση που ορίστηκε είναι στις 8.000 ευρώ και στα έξοδα.
Καταδίκη της Ελλάδας: Το χρονικό της υπόθεσης
Ο προσφεύγων συνελήφθη στις 6 Ιουνίου 2018 από την αστυνομία και, μετά την εξακρίβωση της ταυτότητάς του καταχωρήθηκε στο όνομα ενός ατόμου που είχε καταδικαστεί σε οκτώ χρόνια κάθειρξη για παραβίαση του νόμου περί ναρκωτικών. Ο εισαγγελέας διέταξε να οδηγηθεί στη φυλακή για να εκτελεσθεί η επιβληθείσα ποινή.
Στις 20 Ιουνίου 2018 ο προσφεύγων προέβαλε αντιρρήσεις ζητώντας να αφεθεί ελεύθερος, αναφέροντας ότι δεν ήταν το πρόσωπο που κρίθηκε ένοχος και καταδικάστηκε, αλλά άλλος. Διετάχθη πραγματογνωμοσύνη και η σχετική έκθεση δακτυλικών αποτυπωμάτων διαπίστωσε ότι τα δακτυλικά αποτυπώματα του προσφεύγοντος ήταν διαφορετικά από αυτόν που καταδικάστηκε. Παρ’ όλα αυτά το ποινικό δικαστήριο απέρριψε τις αντιρρήσεις του και το αίτημά του για αποφυλάκιση χωρίς να παραθέσει οιαδήποτε αιτιολογία.
Στη συνέχεια ο προσφεύγων υπέβαλε νέα αίτηση. Το δικαστήριο που επελήφθη διέταξε νέα πραγματογνωμοσύνη και καταθέσεις μαρτύρων. Η δεύτερη έκθεση δακτυλικών αποτυπωμάτων επιβεβαίωσε την πρώτη, διαπιστώνοντας ότι ο καταδικασθείς ήταν διαφορετικός από τον προσφεύγοντα. Το δικαστήριο τελικά τον άφησε ελεύθερο μετά από 168 ημέρες κράτησης.
Ο προσφεύγων μετά την αποφυλάκισή του υπέβαλε αίτημα, σύμφωνα με τον τότε ισχύοντα ΚΠΔ για αποζημίωση για τις μέρες που κρατήθηκε παράνομα. Το αίτημα απορρίφθηκε με την αιτιολογία ότι η κατάστασή του δεν ενέπιπτε σε καμία από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 533 του τότε ισχύοντος παλαιού ΚΠΔ και ότι το άρθρο 564 του ίδιου ΚΠΔ δεν εξασφάλιζε δικαίωμα αποζημίωσης για τους κρατουμένους των οποίων οι αντιρρήσεις για την ταυτότητά τους είχαν γίνει δεκτές.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η παντελής έλλειψη αιτιολογίας στην απορριπτική απόφαση του Ποινικού Δικαστηρίου της Θεσσαλονίκης είχε σαφώς παραβιάσει την αρχή της προστασίας από την αυθαιρεσία που κατοχυρώνεται στο άρθρο 5 § 1 της ΕΣΔΑ, λαμβανομένου ιδίως υπόψη του γεγονότος ότι ο προσφεύγων είχε κρατηθεί, κατά το χρόνο αυτό, δυνάμει απόφασης που επέβαλε ποινή κάθειρξης οκτώ ετών σε διαφορετικό πρόσωπο.
Το ΕΔΔΑ έκρινε επίσης ότι, το ελληνικό δικαστήριο που απέρριψε το αίτημα αποζημίωσης του προσφεύγοντος, ερμηνεύοντας το άρθρο 533 του τότε ισχύοντος πΚΠΔ με τον τρόπο που το ερμήνευσε, είχε υιοθετήσει μια υπερβολικά φορμαλιστική προσέγγιση που δεν ήταν σύμφωνη με το πνεύμα του άρθρου 5 § 5 της ΕΣΔΑ.
Το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο προσφεύγων δεν είχε στη διάθεσή του κανένα ένδικο μέσο με το οποίο να επιδιώξει επανόρθωση για την ανωτέρω κράτησή του.
Η απόφαση του ΕΔΔΑ
Το Δικαστήριο έκρινε ότι, υπό τις ιδιαίτερες περιστάσεις της υπόθεσης και κατά τη στιγμή που ο προσφεύγων είχε κρατηθεί, η κράτησή του θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι ήταν νόμιμη για τους σκοπούς του άρθρου 5 § 1 (α), δεδομένου ότι είχε βασιστεί σε καταδικαστική απόφαση δικαστηρίου και το ζήτημα της ταυτότητας δεν είχε ακόμη τεθεί.
Η απόφαση με την οποία το Ποινικό Δικαστήριο της Θεσσαλονίκης είχε απορρίψει τις αρχικές αντιρρήσεις του προσφεύγοντος, έθεσε, ωστόσο, ζήτημα ως προς τη νομιμότητα της κράτησής του υπό το πρίσμα του άρθρου 5 § 1 (α). Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι δεν υπήρχε καμία αιτιολογία στην απόφαση του εγχωρίου δικαστηρίου. Κατά συνέπεια, ήταν αδύνατο να γνωρίζει αν το ποινικό δικαστήριο είχε εκτιμήσει δεόντως την έκθεση δακτυλικών αποτυπωμάτων, η οποία είχε κατηγορηματικά αποδείξει ότι ο προσφεύγων που είχε καταχωρηθεί με το όνομα O.C., του οποίου τα δακτυλικά αποτυπώματα είχαν ληφθεί στις 7 Ιουνίου 2018, δεν ήταν το ίδιο πρόσωπο με το άτομο που καταδικάστηκε με την απόφαση αριθ. 1551/2017 και του οποίου τα δακτυλικά αποτυπώματα είχαν ληφθεί το 2011.
Η εν λόγω έκθεση δακτυλικών αποτυπωμάτων όφειλε, ωστόσο, να είχε ωθήσει το ποινικό δικαστήριο είτε να διατάξει την αποφυλάκιση του προσφεύγοντος είτε να εξετάσει πιο προσεκτικά το ζήτημα της ταυτότητάς του. Η εγκυρότητα αυτών των επιλογών είχε εξάλλου επιβεβαιωθεί αναδρομικά όταν, στις 8 Νοεμβρίου 2018, το Ποινικό Δικαστήριο είχε τότε διατάξει, πρώτον, νέα έκθεση δακτυλικών αποτυπωμάτων και, δεύτερον, να ληφθούν μαρτυρικές καταθέσεις και προσκομιστούν έγγραφα, και είχε προχωρήσει στην έκδοση απόφασης υπέρ της αποφυλάκισης του προσφεύγοντος.
Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο έκρινε ότι η παντελής έλλειψη αιτιολογίας στο Ποινικό Δικαστήριο Θεσσαλονίκης στην υπ’ αριθμ. 6842/2018 απόφαση της 3ης Σεπτεμβρίου 2018 είχε σαφώς παραβιάσει την αρχή της προστασίας από την αυθαιρεσία που κατοχυρώνεται στο άρθρο 5 § 1 της ΕΣΔΑ, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη το γεγονός ότι ο προσφεύγων ήταν, κατά τον χρόνο εκείνο, κρατούμενος δυνάμει απόφασης που επέβαλε οκταετή ποινή κάθειρξης σε διαφορετικό πρόσωπο. Διαπίστωσε, κατά συνέπεια, ότι η κράτηση του προσφεύγοντος, η οποία είχε διαρκέσει έως τις 21 Νοεμβρίου 2018, είχε καταστεί παράνομη από τις 3 Σεπτεμβρίου 2018, όταν εκδόθηκε η αρχική απόφαση του ποινικού δικαστηρίου.
Το Δικαστήριο σημείωσε ότι η κράτηση του προσφεύγοντος δεν θα μπορούσε να αποδοθεί αποκλειστικά σε λάθος της αστυνομίας κατά την εξακρίβωση της ταυτότητάς του κατά τη σύλληψή του. Επισήμανε ότι ο προσφεύγων είχε κρατηθεί δυνάμει της υπ’ αριθμ. 1551/2017 απόφασης με εντολή του εισαγγελέα, αφού υποβλήθηκε σε έλεγχο ταυτότητας έχοντας στην κατοχή του πιστοποιητικό αίτησης για έκδοση κάρτας διαμονής που έφερε το όνομα του καταδικασθέντος ατόμου. Συνεπώς, δεν είχε υπάρξει καμία αμφιβολία ως προς την ταυτότητα του προσφεύγοντος κατά τον χρόνο της κράτησής του.
Ωστόσο, ο προσφεύγων είχε καταθέσει αντιρρήσεις ενώπιον του Ποινικού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης, το οποίο τις απέρριψε στις 3 Σεπτεμβρίου 2018 με την υπ’ αριθμ. 6842/2018 απόφασή του. Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο έκρινε ότι η κράτηση του προσφεύγοντος οφειλόταν αποκλειστικά στην δικαστική απόφαση.
Βασίλης Χειρδάρης: «Η απόφαση εμφανίζει σημαντική απόκλιση από τη λογική και συνιστά είδος δικαστικής παραλογίας»
Για μία «εξαιρετικά επικριτική απόφαση για το κομμάτι της αιτιολογίας, της ερμηνείας και του φορμαλισμού των αποφάσεων των ελληνικών δικαστηρίων» κάνει λόγο ο ποινικολόγος Βασίλης Χειρδάρης σε σχόλιό του στο dikastiko.gr. Ειδικότερα, αναφέρει:
«Το ΕΔΔΑ επικρίνει ποιοτικά στοιχεία δικαστικών αποφάσεων! Έντονη προβληματική για την αιτιολογία και ερμηνεία των ελληνικών δικαστηρίων
Η απόφαση Nsingi κατά Ελλάδας είναι μια εξαιρετικά επικριτική απόφαση για το κομμάτι της αιτιολογίας, της ερμηνείας και του φορμαλισμού των αποφάσεων των ελληνικών δικαστηρίων.
Το ΕΔΔΑ σχεδόν σπάνια προβαίνει σε καταδίκες για την αιτιολογία των δικαστικών αποφάσεων χωρών της Ε.Ε. Το Δικαστήριο του Στρασβούργου αφήνει σημαντικό περιθώριο εκτίμησης στα εθνικά δικαστήρια στον τομέα αυτό, δεδομένου ότι ο εθνικός δικαστής που δικάζει μια υπόθεση είναι ο αρμοδιότερος για να κρίνει για το αποδεικτικό σκέλος της.
Η παρουσιαζόμενη όμως απόφαση εμφανίζει σημαντική απόκλιση από τη λογική και συνιστά είδος δικαστικής παραλογίας. Ένας αλλοδαπός συλλαμβάνεται στην Αθήνα για να εκτίσει μια ποινή κάθειρξης 8 ετών για ναρκωτικά που επέβαλε το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης σε έναν άλλο αλλοδαπό αλλά με το ίδιο όνομα.
Το ΕΔΔΑ αρχικά κρίνει ότι η σύλληψη και η αρχική κράτησή του είναι νόμιμες, διότι το όνομα του προσφεύγοντος ταυτοποιείται με αυτό του καταδικασθέντος. Όμως στη συνέχεια μετά από προβληθείσες αντιρρήσεις του συλληφθέντος γίνεται έρευνα δακτυλικών αποτυπωμάτων και αποδεικνύεται ότι αυτά είναι διαφορετικά και ότι αυτός δεν είναι το άτομο που προέβη στην παράνομη πράξη. Παρ’ όλα αυτά το δικαστήριο χωρίς καμία αιτιολογία δεν τον αφήνει ελεύθερο.
Το Στρασβούργο για την απόφαση αυτή λαμβάνει μια σκληρή στάση απέναντι στο ελληνικό δικαστήριο, αναφέροντας ότι η παντελής έλλειψη αιτιολογίας παραβίασε την αρχή προστασίας από την αυθαιρεσία που κατοχυρώνεται στο άρθρο 5 § 1 της ΕΣΔΑ, δηλαδή με δύο λόγια λέει ότι η πλήρης έλλειψη αιτιολογίας σε τόσο προφανές θέμα συνιστά αυθαίρετη δικαστική κρίση.
Το ΕΔΔΑ όμως δεν παρεμβαίνει μόνον στο θέμα της έλλειψης αιτιολογίας. Προχωρά και στο θέμα της ερμηνείας της δικαστικής απόφασης , η οποία παρά την αναγνώριση ότι κακώς κρατήθηκε για 166 ημέρες στις φυλακές ο προσφεύγων, παρ΄όλα αυτά προβαίνει σε φορμαλιστική ερμηνεία του ΚΠΔ και αποφαίνεται ότι δεν δικαιούται αποζημίωσης για την άδικη φυλάκισή του. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο καταδίκασε την χώρα μας εκτιμώντας ότι η ερμηνεία του δικαστηρίου δεν ήταν σύμφωνη με το άρθρο 5 παρ. 5 της ΕΣΔΑ, το οποίο και παραβίασε, ήταν υπερβολικά φορμαλιστική και δεν έλαβε υπόψη της και το άρθρο 7 παρ. 5 του Συντάγματος.
Η καταδικαστική κρίση του Στρασβούργου για την αιτιολογία και την ερμηνεία της νομοθεσίας από τα εθνικά δικαστήρια δημιουργεί έντονους προβληματισμούς για την ποιότητα των ελληνικών αποφάσεων.
Η απόφαση αυτή συνδυαζόμενη με την επίσης πρόσφατη καταδικαστική απόφαση Παλιούρας κ.α. κατά Ελλάδας της 10.09.2024 (αρ. προσφ. 51031/16) με την οποία καταδικάστηκε η χώρα μας για αντιφατική αιτιολογία και αυθαίρετη δικαστική απόφαση, πρέπει να προβληματίσει το Υπουργείο Δικαιοσύνης και την ηγεσία των Ανωτάτων Δικαστηρίων και να υπάρξει παράλληλος προσανατολισμός εκτός από την επιτάχυνση της δικαιοσύνης και στην ποιοτική της αναβάθμιση. Και το τελευταίο δεν είναι κάτι απλά επιθυμητό, αλλά αναγκαίο…»
Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr