Λάμπρος Μαργαρίτης: Αμετάκλητη συνολική ποινή και υπό όρον απόλυση: άρση εμπλοκής με άμεση νομοθετική παρέμβαση
Ο πρόεδρος της Διαρκούς Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής γράφει για την προτεινόμενη ρύθμιση, που θα λύσει το νομικό θέμα που προέκυψε με το ύψος των ποινών μετά την εφαρμογή του Ποινικού Κώδικα του 2019. Ελπίδα για τους κρατούμενες με παλιές ποινές να αποφυλακιστούν νωρίτερα, με βάση τον επιεικέστερο κώδικα του 2019.
“Ι. Το σχηματισμό συνολικής ποινής επί (αληθινής) συρροής εγκλημάτων ρυθμίζει το άρθρο 94 του Ποινικού Κώδικα. Το άρθρο αυτό, όπως διαμορφώθηκε με το νέο ΠΚ, επιφέρει, διατηρώντας την διάκριση μεταξύ πραγματικής και κατ’ ιδέα συρροής εγκλημάτων, σημαντικές αλλαγές στην ταυτάριθμη αντίστοιχη διάταξη του προϊσχύσαντος ΠΚ. Τούτες οι μεταβολές, κινούμενες στο σύνολό τους προς επιεικέστερη κατεύθυνση επικεντρώνονται στα ακόλουθα σημεία:
- Το maximum (= το μέγιστο) της συνολικής ποινής έγινε, επί πραγματικής συρροής, από είκοσι πέντε (25) είκοσι (20) έτη σε περίπτωση κάθειρξης και από δέκα (10) σε οκτώ (8) έτη σε περίπτωση φυλάκισης.
- Το ελάχιστο όριο προσαύξησης της ποινής βάσης για κάθε συντρέχουσα ποινή καταργήθηκε, ενώ το ανώτατο όριο μειώθηκε δραστικά και από τα τρία τέταρτα (2/4) έγινε ένα δεύτερο (1/2).
- Η (προστεθείσα με το άρθρο 23 του Ν. 3346/2005) παλαιά ρύθμιση του εδ. β’ του άρθρου 94§2 ΠΚ [: «στην περίπτωση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή, το δικαστήριο σε εξαιρετικές περιπτώσεις δύναται να επιβάλει συνολική ποινή σύμφωνα με την παρ. 2» -δηλαδή μπορεί να επιβάλει συνολική ποινή φυλακίσεως μέχρι δέκα (10) έτη] καταργήθηκε, παρά το γεγονός ότι η ίδια περίπτωση θεμελιώνει δυνατότητα προσωρινής κρατήσεως, αφού η σύστοιχη διάταξη του άρθρου 286 § 2 ΚΠΔ δεν καταργήθηκε.
- Η (προστεθείσα με το άρθρο 5 του Ν. 4322/2015 και προβλέπουσα αθροιστική έκτιση των ποινών που επιβάλλονται για εγκλήματα τελεσθέντα από κρατούμενους κατά άλλων κρατουμένων ή υπαλλήλων των καταστημάτων κράτησης ή κατά τη διάρκεια άδειας) καταργήθηκε από το νέο (στην αρχική του μορφή) ΠΚ, με τη (ρητά αποτυπωμένη στην Αιτιολογική Έκθεση) σκέψη πως «δεν φαίνεται ότι μπορεί να δικαιολογηθεί ως εξαίρεση στον κανόνα της συνολικής ποινής, ενώ και η τέλεση εγκλημάτων κατά τη διάρκεια της άδειας, χωρίς να αναζητηθεί ο λόγος τέλεσής τους δεν φαίνεται επίσης ότι μπορεί να δικαιολογήσει αυξημένη ποινή). Σημειώνεται, πάντως, ότι η καταργηθείσα πρόβλεψη επανήλθε, μερικά (= κατά το σκέλος των τελούμενων από τους κρατούμενους κατά τη διάρκεια της άδειας τους εγκλημάτων), αμέσως μετά (: με το άρθρο 1 § 3 του Ν. 4637/2019).
ΙΙ.- Ένα από τα σημαντικότερα ερμηνευτικά προβλήματα που σε εφαρμοστικό (= πρακτικό) επίπεδο οι παραπάνω μεταβολές δημιούργησαν είναι τούτο: η νέα (προβλέπουσα επί πραγματικής συρροής ανώτατο όριο συνολικής ποινής καθείρξεως τα είκοσι έτη) ρύθμιση καταλαμβάνει, ούσα επιεικέστερη της προηγούμενης, και όσους υπό το παλαιότερο (αυστηρότερο, ως προβλέπον ανώτατο όριο συνολικής ποινής καθείρξεως τα είκοσι πέντε έτη) καθεστώς κηρύχθηκαν ένοχοι και τους επιβλήθηκε αμετακλήτως συνολική ποινή (πρόσκαιρης) καθείρξεως υπερβαίνουσα τα είκοσι έτη;
Δύο διευκρινιστικές παρατηρήσεις είναι αναγκαίο να καταγραφούν εδώ:
Πρώτον, ο υπό το παλαιό καθεστώς αμετακλήτως τιμωρηθείς με συνολική ποινή πρόσκαιρης κάθειρξης (για παράδειγμα) είκοσι πέντε (25) ετών απολύεται υπό όρο (: άρθρο 105Β § 1 ΠΚ) με την έκτιση τριών πέμπτων (3/5) των είκοσι πέντε ετών ( = 15 έτη) που του επιβλήθηκαν ή των τριών πέμπτων (3/5) των είκοσι ετών (= 12 έτη) που ορίζει ο (επιεικέστερος κατά το σημείο αυτό) νέος Ποινικός Κώδικας;
Δεύτερον, ενόψει του ότι η απόφαση με την οποία του επιβλήθηκε η συνολική ποινή καθείρξεως των είκοσι πέντε ετών κατέστη αμετάκλητη πριν τεθεί σε ισχύ ο νέος ΠΚ, η (περί εικοσαετούς, κατ’ ανώτατο όριο, συνολικής ποινής) επιεικέστερη διάταξή του καταλαμβάνει τον κατάδικο του παραδείγματός μας; Το ερώτημα τούτο ανακύπτει, διότι το άρθρο 2 § 1 ΠΚ, ως απώτατο χρονικό όριο εφαρμογής της επιεικέστερης διατάξεως ορίζει το αμετάκλητο της εκδικάσεως της υποθέσεως.
ΙΙΙ.- Στο διατυπωθέν παραπάνω κρίσιμο ερώτημα δεν δόθηκε, σε πρακτικό επίπεδο, ομόφωνη απάντηση. Ορισμένες δικαιοδοτικές κρίσεις Τμημάτων του ανώτατου ακυρωτικού μας (:ΑΠ 928 και 929/1920) και η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου (:ΓνμδΕισΑΠ Δ. Παπαγεωργίου 8/2019 και 6/2020) τάχθηκαν υπέρ της εφαρμογής της νέας ευνοϊκότερης προβλέψεως- πράμα που επηρέασε πολλές (όχι όλες) Εισαγγελίες Εφετών και αρκετά (κρίνοντα αντιρρήσεις περί την εκτέλεση κατ’ άρθρο 562 ΚΠΔ) Τριμελή Πλημμελειοδικεία της χώρας μας. Ωστόσο και η αντίθετη (περί αδυναμίας ανατροπής των παλαιών αποφάσεων αυστηρότερη) εκδοχή υποστηρίχθηκε ευρέως, κάποτε μάλιστα με επιμονή μη καμπτόμενη από την ως τότε διαφορετική επιεική προσέγγιση των Τμημάτων και της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου.
IV.- Τελικά το ζήτημα οδηγήθηκε, και ορθά, στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, η οποία με τη με αριθμό 4/2021 (Εισηγήτρια: Ε. Κιουπτσίδου- Στρατουδάκη) απόφασή της έδωσε οριστικά τέρμα στην αναφυείσα διάσταση απόψεων. Πρόκειται για δικαιοδοτική κρίση προχωρημένου προβληματισμού, πειστικής επιχειρηματολογίας, ασυνήθους διεισδυτικότητας και διακριτής καθαρότητας. Το τελικό της συμπέρασμα είναι γνωστό: Απώτατο χρονικό σημείο εφαρμογής των επιεικέστερων για τον κατηγορούμενο διατάξεων νεότερου νόμου είναι εκείνο της αμετάκλητης εκδίκασης της πράξεως. Αν ήταν επιτρεπτή η επιλεκτική παρουσίαση σκέψεων της ως άνω αποφάσεως της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, αυτές θα ήταν οι ακόλουθες:
- «Διάταξη για τις περιπτώσεις, κατά τις οποίες οι προβλεπόμενες ποινές κατέστησαν με νεότερες διατάξεις νόμου ηπιότερες μετά την αμετάκλητη εκδίκαση της πράξεως και ενώ ακόμη εκτίεται η ποινή που επιβλήθηκε για αυτές, δεν περιελήφθη στο νέο Ποινικό Κώδικα, όπως δεν περιλαμβανόταν και στον προϊσχύσαντα Κώδικα».
- «Εάν γινόταν δεκτή η αντίθετη άποψη, η αναπροσαρμογή της ποινής θα ήταν, κατά λογική ακολουθία, επιβεβλημένη και σε άλλες περιπτώσεις».
- «Η άποψη ότι τα δικαστήρια υποχρεούνται να επανεξετάζουν κατά το στάδιο της εκτέλεσης τις αμετακλήτως επιβληθείσες απ’ αυτά ποινές, επαναπροσδιορίζοντάς τες, πέραν του ότι αντιβαίνει στο νόμο, θα οδηγούσε ουσιαστικά και σε ανεπίτρεπτη, βάσει της αρχής της διάκρισης των εξουσιών, επέμβαση στο αποτέλεσμα της αμετακλήτως περατωθείσας δικαστικής διαδρομής».
- «Δεν παρέχεται, βάσει των διατάξεων του άρθρου 562 του νέου ΚΠΔ, δυνατότητα ελέγχου της νομιμότητας της εκτελούμενης απόφασης ως προς την επιβολή της ποινής, που απαγγέλθηκε αμετακλήτως… ή δυνατότητα επανακαθορισμού της ποινής αυτής λόγω τυχόν ηπιότερης αντιμετώπισης του αξιοποίνου της πράξης… θα ήταν και δικονομικώς άτοπο να υποτεθεί ότι ανατέθηκε (μόνο) στον Εισαγγελέα και στη συνέχεια στο Πλημμελειοδικείο, το οποίο ενδεχομένως θα είναι κατώτερο δικαστήριο από αυτό που επέβαλε αμετακλήτως την ποινή, τυχόν επανακαθορισμός αυτής».
- «Οι αλληλοσυμπληρούμενες διατάξεως των δύο παραγράφων του άρθρου 2 του παλαιού και του νέου Ποινικού Κώδικα δεν καταλείπουν καν κενό ως προς αυτό το ζήτημα… με συνέπεια να μην είναι δυνατή ανάλογη εφαρμογή της παραγράφου 1 μετά το αμετάκλητο της καταδικαστικής απόφασης».
- «Ο όρος ελαφρύτερη ποινή» στο άρθρο 15 παρ. 1 εδ. γ’ του ΔΣΑΠΔ αναφέρεται καταφανώς σε ευμενέστερες μεταβολές των εθνικών δικαίων ως προς τον τρόπο έκτισης συγκεκριμένων ποινών, που επιβλήθηκαν, και όχι σε μεταβολές της αμετακλήτως καθορισθείσας ποινής, ο τρόπος έκτισης της οποίας μπορεί να παρουσιάζει κατά τα εθνικά δίκαια ελαστικότητα και να υπόκειται σε μεταβολές σύμφωνα με σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις, οι δε καταδικασμένοι ασφαλώς επωφελούνται από τυχόν ευμενέστερες σχετικές διατάξεις, ακόμη και όταν αυτές θεσπίζονται μετά το αμετάκλητο».
V.- Σαφές, ωστόσο, είναι ότι η ως άνω απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου δημιούργησε σε πρακτικό επίπεδο τρεις κατηγορίες κρατουμένων εκτιόντων συνολική ποινή καθείρξεως υπερβαίνουσα τα είκοσι έτη και επιβληθείσα αμετακλήτως πριν την ισχύ του Ποινικού Κώδικα, ήτοι: εκείνους, για τους οποίους επανακαθορίστηκε αμετακλήτως η ποινή σε είκοσι έτη- εκείνους, για τους οποίους επανακαθορίστηκε η ποινή με απόφαση που δεν κατέστη αμετάκλητη λόγω ασκήσεως αναιρέσεως- εκείνους, οι οποίοι σε καμία ενέργεια δεν έχουν προβεί.
VI.- Λόγοι ισότητας και επιείκειας επιβάλλουν επιφύλαξη ίδιας μεταχείρισης στο χώρο της έκτισης και για τις τρεις παραπάνω κατηγορίες καταδίκων.
Το δρόμο της ίσης μεταχείρισης υπέδειξε η ίδια η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, τονίζοντας ότι: «Σε αυτή την περίπτωση υφίσταται η δυνατότητα εφαρμογής του προβλεπόμενου κατά το άρθρο 564 περ. β’ και του νέου ΚΠΔ θεσμού της χάρης, προκειμένου να μετριασθεί στο πλαίσιο του νεότερου νόμου η εκτελούμενη ποινή… στο νομοθετικό δε σώμα εναπομένουν και άλλες λύσεις, μη παραβιάζουσες την αρχή της διάκρισης των εξουσιών, όταν υπάρχει βούληση ευνοϊκότερης μεταχείρισης των καταδικασμένων σ’ αυτές τις περιπτώσεις, όπως π.χ. η εισαγωγή με το νεότερο νομοθέτημα μεταβατικών διατάξεων, που προβλέπουν μείωση και των ποινών, οι οποίες επιβλήθηκαν αμετακλήτως βάσει του προϊσχύσαντος νόμου, ή η πρόβλεψη δυνατότητας ασκήσεως του έκτακτου ένδικου μέσου της επανάληψης διαδικασίας και στις ανωτέρω περιπτώσεις ή η θέσπιση διατάξεων, που καθιστούν υπό ελαστικότερες προϋποθέσεις δυνατή την υπό όρους απόλυση όλων όσων εκτίουν στερητικές της ελευθερίας ποινές… μόνον δε όταν υπάρχει συγκεκριμένη νομοθετική πρόβλεψη, επεμβαίνουν τα δικαστήρια στο τρίτο στάδιο της έκτισης των ποινών, μεταβάλλοντας διατάξεις (ενδεχομένως και) αμετάκλητης απόφασης…».
VII.- Η Διαρκής Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή, έχοντας υπόψη και το περιεχόμενο της αποφάσεως της Ολομέλειας και επιχειρώντας να υπερβεί το δημιουργηθέν πρόβλημα, εισηγήθηκε την ακόλουθη ρύθμιση: «Για τους μέχρι την έναρξη ισχύος του νέου Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019) καταδικασθέντες αμετακλήτως σε πρόσκαιρες στερητικές της ελευθερίας ποινές, για τις οποίες καθορίστηκε, κατ’ άρθρο 94 παρ. 1 και 2 ΠΚ, συνολική ποινή υπερβαίνουσα τα είκοσι (20) ή δεκαπέντε (15) έτη πρόσκαιρης κάθειρξης, καθώς και τα οκτώ (8) ή πέντε (5) έτη φυλάκισης αντίστοιχα, ως εκτιτέα ποινή για την απόλυση υπό όρο αυτών λογίζονται τα είκοσι (20), δεκαπέντε (15), οκτώ (8) και πέντε (5) έτη αντίστοιχα».
Το Υπουργείο Δικαιοσύνης έχει κατανοήσει απολύτως το πρόβλημα, επιδεικνύει ευαισθησία για την αντιμετώπισή του και εκτιμάται ότι στο προωθούμενο νομοσχέδιο θα περιληφθεί και η ως άνω ρύθμιση”.
* Ο κ. Λάμπρος Χ. Μαργαρίτης είναι Καθηγητής ΑΠΘ- Πρόεδρος της Διαρκούς Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Ντόμινο καταγγελιών για σεξουαλική παρενόχληση από πρώην πρόεδρο Εφετών Πρόγραμμα 2.400 ασκούμενων για Δικαστήρια και Εισαγγελίες: Τη Δευτέρα ο προσωρινός πίνακας όσων επιλέχθηκαν Γιώργος Κώτσηρας: Ενισχύουμε τη δικαστική συνεργασία και τα νομικά εργαλεία της χώρας στις ποινικές υποθέσεις Προσφυγή στο ΣτΕ: Μπλόκο στη συμμετοχή δικηγόρων και λογιστών για την απονομή συντάξεων βάζει και η ΑΔΕΔΥΑκολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr