Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής: Αντισυνταγματική η επιβολή φόρου για μειωμένες ηλεκτρονικές συναλλαγές
Θέμα αντισυνταγματικότητας του άρθρου 7 του φορολογικού νομοσχεδίου με το οποίο επιβάλλεται υψηλότερος φόρος αν οι ηλεκτρονικές συναλλαγές που πραγματοποιεί ο φορολογούμενος υπολείπεται του 30% του ετήσιου εισοδήματος θέτει το επιστημονικό συμβούλιο της Βουλής. Στην έκθεσή του, η οποία συνοδεύει το φορολογικό νομοσχέδιο το επιστημονικό συμβούλιο με απλά λόγια επισημαίνει ότι με βάση το Σύνταγμα […]
Θέμα αντισυνταγματικότητας του άρθρου 7 του φορολογικού νομοσχεδίου με το οποίο επιβάλλεται υψηλότερος φόρος αν οι ηλεκτρονικές συναλλαγές που πραγματοποιεί ο φορολογούμενος υπολείπεται του 30% του ετήσιου εισοδήματος θέτει το επιστημονικό συμβούλιο της Βουλής.
Στην έκθεσή του, η οποία συνοδεύει το φορολογικό νομοσχέδιο το επιστημονικό συμβούλιο με απλά λόγια επισημαίνει ότι με βάση το Σύνταγμα ο φόρος επιβάλλεται για οικονομική δραστηριότητα και όχι επί της μη διενέργειας δαπάνης. « Εν προκειμένω, η επιβαλλόμενη φορολογική επιβάρυνση δεν φαίνεται να βρίσκεται σε αρμονία με την ανωτέρω διάταξη, δεδομένου ότι δεν φαίνεται να επιβάλλεται επί του εισοδήματος ή της δαπάνης ή της περιουσίας, αλλά επί της μη διενέργειας δαπάνης, η οποία δεν μπορεί, κατά τα ανωτέρω, να αποτελεί αντικείμενο φορολόγησης.
Ακόμα η επιβαλλόμενη επιβάρυνση δεν παρίσταται συνταγματικώς ανεκτή ούτε υπό την εκδοχή ότι δεν συνιστά φόρο, αλλά κύρωση, εξεταζόμενη, ως εκ τούτου, και υπό το πρίσμα της αρχής της αναλογικότητας, δεδομένου ότι από την αιτιολογική έκθεση (στην οποία αναφέρεται απλώς ότι «οι δικαιούχοι εισοδημάτων από μισθωτή εργασία – συντάξεις, επιχειρηματική δραστηριότητα, καθώς και από ακίνητη περιουσία, θα πρέπει, προκειμένου να μην υπόκεινται σε συμπληρωματική φορολογία, να προβαίνουν σε συναλλαγές με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, ανάλογα με το ύψος του πραγματικού εισοδήματός τους, δεν προκύπτει ο λόγος της αποδοκιμασίας του νομοθέτη προς φορολογουμένους οι οποίοι επιλέγουν να δαπανούν ετησίως λιγότερο από το 30% του εισοδήματός τους, αλλά ούτε και το δημόσιο συμφέρον που υπηρετείται από την έμμεση επιβολή υποχρέωσης στους φορολογουμένους να δαπανούν τουλάχιστον 30% του εισοδήματός τους (και μέχρι 20.000 ευρώ) κατ’ έτος.»
Ακόμη το επιστημονικό συμβούλιο αναφέρει πως στην αιτιολογική έκθεση του φορολογικού νομοσχεδίου δεν αιτιολογείται επαρκώς πώς, επί συναλλαγών για τις οποίες έχουν εκδοθεί τα οικεία φορολογικά παραστατικά, η εξόφλησή τους με χρήση ηλεκτρονικών μέσων εξυπηρετεί καλύτερα «τη μείωση της φοροδιαφυγής και τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης», εν σχέσει προς την εξόφληση των ως άνω συναλλαγών με χρήση μετρητών.
Τα μέλη του επιστημονικού συμβουλίου καταλήγουν στην γνωμάτευση τους όσον αφορά το άρθρο 7 λέγοντας οτι «ως εκ τούτου, η προτεινόμενη ρύθμιση δεν φαίνεται να βρίσκεται σε αρμονία ούτε προς τις αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας, δεδομένου ότι o σκοπός πάταξης της φοροδιαφυγής επί συναλλαγών μεταξύ καταναλωτών και επιχειρήσεων επιτυγχάνεται εφόσον εκδοθεί το οικείο φορολογικό παραστατικό, ανεξαρτήτως του Τρόπου εξόφλησης.»
Κύκλοι του Υπουργείου Οικονομικών τονίζουν πάντως ότι η συγκεκριμένη ρύθμιση υπήρχε ήδη με την ίδια μορφή και στον υφιστάμενο ΚΦΕ.
Πηγή: real.gr
Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr