Οκτώ χρόνια για έκδοση τελεσίδικης αστικής απόφασης – “Πλήττεται η αξιοπιστία του δικαστικού συστήματος” έκρινε το ΕΔΔΑ

Το Δικαστήριο επιδίκασε αποζημίωση στον προσφεύγοντα 5.000 ευρώ για ηθική βλάβη 

NEWSROOM
Οκτώ χρόνια για έκδοση τελεσίδικης αστικής απόφασης – “Πλήττεται η αξιοπιστία του δικαστικού συστήματος” έκρινε το ΕΔΔΑ

Φαινόμενα καθυστέρησης στην απονομή δικαιοσύνης δεν απαντώνται μόνο στην Ελλάδα. Στο Βέλγιο χρειάστηκαν οκτώ χρόνια για έκδοση τελεσίδικης αστικής απόφασης! Η υπόθεση κατέληξε στο ΕΔΔΑ με το δικαστήριο να κρίνει “πλήττεται η αξιοπιστία του δικαστικού συστήματος”. 

Το χρονικό της υπόθεσης

Ο προσφεύγων στο ΕΔΔΑ, Tom Karel Elisabeth Van den Kerkhof, είναι Βέλγος υπήκοος πουγεννήθηκε το 1977 και ζει στο Oud-Turnhout (Βέλγιο). Το 2015 άσκησε αγωγή ενώπιον του Πρωτοδικείου των Βρυξελλών ζητώντας την ακύρωση της πώλησης ενός διαμερίσματος λόγω πλημμελούς εκπλήρωσης των συμβατικών υποχρεώσεων.

Επικουρικά, ζήτησε να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να του καταβάλουν ως θετικό διαφέρον ποσό ίσο με τη διαφορά μεταξύ της τιμής πώλησης και της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου ή να κηρυχθεί άκυρη η σύμβαση πώλησης λόγω πλάνης και να του επιστραφεί το τίμημα ή να του επιδικαστεί αποζημίωση.

Ζήτησε επίσης να διοριστεί πραγματογνώμονας για να εκτιμήσει την αξία του ακινήτου και το κόστος των εργασιών που έχουν ήδη αναληφθεί και πρόκειται να εκτελεστούν. Το 2017 το δικαστήριο απέρριψε την αγωγή, αλλά διόρισε πραγματογνώμονα και επανέφερε την υπόθεση προς εκδίκαση. Οι εναγόμενοι άσκησαν έφεση κατά της απόφασης αυτής. Ο πραγματογνώμονας υπέβαλε την έκθεσή του το επόμενο έτος.

Το 2018, όταν η υπόθεση ήταν έτοιμη για εκδίκαση στο Εφετείο, η Γραμματεία του Εφετείου των Βρυξελλών ενημέρωσε τον προσφεύγοντα ότι η υπόθεσή του βρισκόταν σε λίστα αναμονής και ότι δεν μπορούσε να υποσχεθεί ότι θα οριζόταν ημερομηνία πριν από τον Μάρτιο του 2026. Ο προσφεύγων επικοινώνησε με τον Πρόεδρο του Εφετείου, ζητώντας του να επανεξετάσει την ημερομηνία δικασίμου, αλλά χωρίς επιτυχία. Υπέβαλε επίσης καταγγελία στο Εθνικό Συμβούλιο Δικαιοσύνης, το οποίο διαπίστωσε ότι οι καθυστερήσεις στην υπόθεση του προσφεύγοντος αντικατοπτρίζουν μια «δυσλειτουργία του δικαστικού σώματος». Επίσης, επέδωσε εξώδικη όχληση στο Υπουργείο Δικαιοσύνης να λάβει τα αναγκαία μέτρα για τη μείωση του υπερβολικού χρόνου αναμονής.

Στη συνέχεια, το 2021, το Εφετείο των Βρυξελλών εξέδωσε απόφαση με την οποία έκρινε αβάσιμη την έφεση και επικύρωσε την αρχική απόφαση που εκδόθηκε το 2017. Στη συνέχεια, ανέπεμψε την υπόθεση στο γαλλόφωνο Εφετείο των Βρυξελλών, ενώπιον του οποίου η συζήτηση είχε αρχικά προγραμματιστεί για τον Μάρτιο του 2022, αλλά στη συνέχεια αναβλήθηκε για τον Νοέμβριο του 2023, λόγω απουσίας του αρμόδιου για την υπόθεση δικαστή και έλλειψης άλλων δικαστών.

Το 2022, η γραμματεία του δικαστηρίου αυτού επιβεβαίωσε ότι η δυσχερής κατάσταση που αντιμετώπιζε λόγω έλλειψης δικαστών σήμαινε ότι δεν μπορούσε πλέον να προσδιορίσει εγκαίρως τις υποθέσεις. Σύμφωνα με τα στοιχεία που υποβλήθηκαν στο Δικαστήριο, η διαδικασία εξακολουθούσε να εκκρεμεί.

Επικαλούμενος το άρθρο 6 (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη εντός εύλογης προθεσμίας), ο προσφεύγων παραπονέθηκε για την υπερβολική διάρκεια της διαδικασίας ενώπιον του γαλλόφωνου πρωτοδικείου των Βρυξελλών.

Freepik

Οκτώ χρόνια για έκδοση τελεσίδικης αστικής απόφασης: Τι αποφάσισε το ΕΔΔΑ

Η κυβέρνηση υποστήριξε ότι ο προσφεύγων όφειλε να είχε ασκήσει αγωγή αποζημίωσης κατά του βελγικού κράτους βάσει του άρθρου 1382 του Αστικού Κώδικα πριν υποβάλει προσφυγή στο ΕΔΔΑ. Εντούτοις, δεν απέδειξε ενώπιον του Δικαστηρίου ότι υπήρχε ρεαλιστική προοπτική ότι μια τέτοια αξίωση θα προχωρούσε ταχύτερα από ό,τι η υπόθεση της κύριας δίκης, η οποία εξακολουθούσε να εκκρεμεί.

Το ΕΔΔΑ σημείωσε, μεταξύ άλλων, ότι η αγωγή αποζημίωσης κατά του βελγικού κράτους θα έπρεπε να κατατεθεί στα ίδια δικαστήρια τα οποία ο προσφεύγων είχε επικρίνει στην αίτησή του ως υπερβολικά αργά. Επιπλέον, δεν μπορούσε να αποκλειστεί το ενδεχόμενο το Βελγικό Δημόσιο να είχε ασκήσει έφεση κατά οποιασδήποτε απόφασης σε βάρος του, οπότε η διαδικασία θα είχε παραταθεί περαιτέρω.

Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο έκρινε ότι η κυβέρνηση δεν είχε αποδείξει ότι, στην παρούσα υπόθεση, μια αγωγή αποζημίωσης βάσει του άρθρου 1382 του Αστικού Κώδικα πληρούσε τις απαιτήσεις όσον αφορά την αποτελεσματικότητα προκειμένου να διαμαρτυρηθεί για την υπερβολική διάρκεια της διαδικασίας που κίνησε ο προσφεύγων.

Freepik

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι είχαν ήδη παρέλθει επτά έτη και οκτώ μήνες για δύο βαθμούς δικαιοδοσίας και ότι, σύμφωνα με τις πληροφορίες που υπέβαλαν οι διάδικοι, η διαδικασία εξακολουθούσε να εκκρεμεί. Η Κυβέρνηση δεν έδωσε εξηγήσεις για αυτές τις καθυστερήσεις. Σημείωσε επίσης ότι ο προσφεύγων είχε ήδη υποβάλει καταγγελία στο Εθνικό Συμβούλιο Δικαιοσύνης το 2018 λόγω του υπερβολικά αργού ρυθμού με τον οποίο γίνονταν οι διαδικαστικές ενέργειες στην υπόθεσή του. Το Συμβούλιο είχε κηρύξει βάσιμη την καταγγελία του τον Ιανουάριο του 2019, διαπιστώνοντας ότι οι καθυστερήσεις αυτές αντανακλούσαν μια «δυσλειτουργία του δικαστικού συστήματος».

Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο επιβεβαίωσε τη σημασία της απονομής της δικαιοσύνης χωρίς καθυστερήσεις που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την αποτελεσματικότητα και την αξιοπιστία της. Οι υπερβολικές καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης επηρέασαν την εμπιστοσύνη του κοινού στο δικαστικό σύστημα και έθεσαν σε σοβαρό κίνδυνο το κράτος δικαίου στο οποίο βασίστηκε η Σύμβαση.

Τέλος, το Δικαστήριο υπενθύμισε ότι το σύστημα προστασίας των δικαιωμάτων που εγγυάται η Σύμβαση βασίζεται στην αρχή της επικουρικότητας και ότι, σύμφωνα με την αρχή αυτή, εναπόκειται πρωτίστως στα εθνικά δικαστήρια να διασφαλίσουν το σεβασμό των δικαιωμάτων που εγγυάται η Σύμβαση. Το σύστημα αυτό δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει σωστά εάν τα εθνικά δικαστήρια δεν απονέμουν δικαιοσύνη εντός εύλογου χρονικού διαστήματος για τους σκοπούς του άρθρου 6§1. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η υπόθεση του προσφεύγοντος δεν είχε εκδικαστεί εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος και διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 6§1.

Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι τα προβλήματα σε σχέση με την υπερβολική διάρκεια των διαδικασιών στη δικαστική περιφέρεια των Βρυξελλών ήταν διαρθρωτικής φύσης και δεν περιορίζονταν αποκλειστικά στην προσωπική κατάσταση του προσφεύγοντος. Συναφώς, στηρίχθηκε, μεταξύ άλλων, στις σχετικές διαπιστώσεις του Εθνικού Συμβουλίου Δικαιοσύνης στο πλαίσιο του ελέγχου που διενήργησε τον Ιούνιο του 2022 στο Εφετείο των Βρυξελλών.

Το Δικαστήριο έκρινε ότι το Βέλγιο έπρεπε να καταβάλει στον προσφεύγοντα 5.000 ευρώ για ηθική βλάβη

ΠΗΓΗ: echrcaselaw.com

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr