Στον “πάγο” διορισμένοι ανώτατοι δικαστές – Τους ζητήθηκε να περάσουν από εξετάσεις για να διεκδικήσουν μόνιμη θέση που ήδη κατείχαν

Παύθηκαν από τα καθήκοντά τους χωρίς απόλυση. Στερήθηκαν ακόμη και το δικαίωμα ατομικής προσφυγής κατά των νέων νομοθετικών ρυθμίσεων.

NEWSROOM
Στον “πάγο” διορισμένοι ανώτατοι δικαστές – Τους ζητήθηκε να περάσουν από εξετάσεις για να διεκδικήσουν μόνιμη θέση που ήδη κατείχαν

Είχαν διοριστεί ως δικαστές του Ανώτατου Δικαστηρίου της χώρας. Πρόκειται ουσιαστικά για μόνιμη θέση, που κατέχουν μέχρι τη συνταξιοδότησή τους και μόνον σε οποιονδήποτε από τους εξαιρετικούς λόγους βάσει των συνταγματικών επιταγών προβλέπεται πρόωρη λήξη της θητείας τους.

Ωστόσο, με νόμο του 2016 που ψηφίστηκε στην Ουκρανία βρέθηκαν αιφνιδιαστικά εκτός του Ανωτάτου Δικαστηρίου και κλήθηκαν σύμφωνα με τα οριζόμενα των νέων διατάξεων να περάσουν από διαγωνισμό προκειμένου να μπορέσουν να έχουν μία θέση σε αυτό. Χωρίς να απολυθούν για κάποιον λόγο, ορίστηκε πως οι δικαστές έπρεπε να τεθούν εκτός καθηκόντων μέχρι να περάσουν τις… εξετάσεις.

Όπως προέβλεπε ο νόμος «το Ανώτατο Δικαστήριο έπρεπε να είναι η μοναδική ανώτατη δικαστική αρχή, με εξουσία αναιρετική, και του οποίου οι δικαστές θα έπρεπε  να διορίζονται μετά από συμμετοχή σε διαγωνισμό». Όριζε επίσης απλώς ότι «οι δικαστές του πρώην Ανώτατου Δικαστηρίου είχαν το δικαίωμα συμμετοχής στον διαγωνισμό για το νέο Ανώτατο Δικαστήριο».

Συνταγματικό Δικαστήριο: Αντισυνταγματική η διάταξη

Η υπόθεση έφτασε μετά από σχετική προσφυγή της Ολομέλειας του πρώην Ανώτατου Δικαστηρίου στο Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο έκρινε αντισυνταγματική τη διάταξη για τους ήδη υπηρετούντες δικαστές.

Ειδικότερα, «στις 18 Φεβρουαρίου 2020, το Συνταγματικό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι σύμφωνα με το Σύνταγμα μόνο ένα ανώτατο δικαστικό όργανο υφίσταται. Διαπίστωσε επίσης, λαμβανομένης υπόψη της αρχής του μονιμότητας, ότι οι δικαστές του «παλιού» Ανώτατου Δικαστηρίου θα έπρεπε να συνεχίσουν να εκτελούν τα καθήκοντά τους ως δικαστές του «νέου» Ανώτατου Δικαστηρίου».

Τον Ιούνιο του 2020, ένα σχέδιο νόμου κατατέθηκε στο κοινοβούλιο κατά το οποίο οι δικαστές του πρώην Ανώτατου Δικαστηρίου διορίζονται ως δικαστές στο νέο Ανώτατο Δικαστήριο. Μέχρι και τον Ιούνιο του 2021, αυτός ο νόμος δεν είχε ακόμη ψηφιστεί και δεν μπόρεσαν να αναλάβουν εκ νέου τα καθήκοντά τους ως δικαστές του Ανώτατου Δικαστηρίου.

Έτσι, ενώ δεν είχαν απολυθεί επίσημα, δεν τους επιτρέπονταν να ασκήσουν τη δικαστικά τους καθήκοντα, παρά το γεγονός ότι το Συνταγματικό Δικαστήριο επιβεβαίωσε την νομιμότητα της θητείας τους και είχε καταστήσει σαφές ότι είχαν το δικαίωμα να παραμείνουν ανώτατοι δικαστές στο εν λόγω δικαστικό όργανο.

Δεν είχαν ατομικό δικαίωμα προσφυγής

Το δικαίωμα πρόσβασης σε δικαστήριο ήταν ένα από τα θεμελιώδη διαδικαστικά δικαιώματα για την προστασία των μελών του δικαστικού σώματος και οι προσφεύγοντες θα έπρεπε, καταρχήν, να έχουν τη δυνατότητα να προβάλουν το αίτημά τους ενώπιον δικαστηρίου σε ατομικό επίπεδο, ώστε να διεκδικήσουν τα αιτήματά τους.

Ωστόσο, σύμφωνα με τις προβλέψεις στην Ουκρανία – από όπου κατάγονται οι ανώτατοι δικαστές – δεν υπήρχε δικαίωμα ατομικής προσφυγής στο Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο ήταν το μοναδικό δικαστήριο που είχε την αρμοδιότητα και εξουσία να ακυρώσει μια νομοθετική διάταξη ως αντισυνταγματική, αρμοδιότητα και εξουσία που τα δικαστήρια γενικής δικαιοδοσίας δεν είχαν την εξουσία.

«Ήταν δύσκολο να βρεθεί πώς οι στόχοι της αναδιοργάνωσης των ανωτάτων δικαστηρίων στη χώρα, για τη διασφάλιση ενός δίκαιου εσωτερικού δικαστικού συστήματος και επιτάχυνση των διαδικασιών, θα μπορούσαν να επιτευχθούν με τον περιορισμό πρόσβασης των προσφευγόντων σε δικαστήριο» υπογραμμίζεται.

Η προσφυγή στο ΕΔΔΑ

Κάποιοι από τους ανώτατους δικαστές της Ουκρανίας προσέφυγαν στο ΕΔΔΑ παραπονούμενοι ότι η απομάκρυνση από τα  καθήκοντά τους, παραβίασε το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής τους ζωής και το δικαίωμα πρόσβασης σε δικαστήριο που αποτελεί ειδική έκφανση της δίκαιης δίκης. Τους δικαίωσε και επιδίκασε σε βάρος της Ουκρανίας ποσό αποζημίωσης 5.000 ευρώ για τον καθένα.

Σύμφωνα, με την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, παρά την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου το ζήτημα της επανέναρξης των δικαστικών καθηκόντων των προσφευγόντων ήταν ακόμη υπό εξέταση από το Κοινοβούλιο από τον Ιούνιο του 2020. Επιπλέον, από τον Δεκέμβριο του 2017, όταν το Ανώτατο Δικαστήριο είχε αρχίσει να λειτουργεί, οι προσφεύγοντες δεν μπόρεσαν να ασκήσουν τα  δικαστικά τους καθήκοντα ως Δικαστές του Ανώτατου Δικαστηρίου.

«Το Δικαστήριο θεώρησε ότι τα μέτρα είχαν επηρεάσει σημαντικά την ιδιωτική ζωή των προσφευγόντων, συνιστώντας παρέμβαση στο δικαίωμα σε σεβασμό της ιδιωτικής τους ζωής» επισημαίνεται.

Παράλληλα, το Στρασβούργο υπενθύμισε τον ειδικό ρόλο που διαδραματίζει το δικαστικό σώμα σε μια δημοκρατική κοινωνία. «Το δικαίωμα πρόσβασης σε δικαστήριο ήταν ένα από τα θεμελιώδη διαδικαστικά δικαιώματα για την προστασία των μελών του δικαστικού σώματος και οι προσφεύγοντες θα έπρεπε, καταρχήν, να έχουν τη δυνατότητα να διεκδικήσουν το αίτημά τους ενώπιον δικαστηρίου σε ατομικό επίπεδο» τονίζεται.

Πηγή: www.echrcaselaw.com

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ