Τα μη κρατικά Πανεπιστήμια και η νομολογία του ΣτΕ – Το προδικαστικό ερώτημα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο που άνοιξε το δρόμο για τα επαγγελματικά δικαιώματα

Η απόφαση του ΣτΕ του 2007 άνοιξε το δρόμο, όμως ήδη γεννά μια νομική αναντιστοιχία μη αναγνώρισης ακαδημαϊκών δικαιωμάτων, την οποία, σύμφωνα με συνταγματολόγους έρχεται να θεραπεύσει το νομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας

NEWSROOM
Τα μη κρατικά Πανεπιστήμια και η νομολογία του ΣτΕ – Το προδικαστικό ερώτημα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο που άνοιξε το δρόμο για τα επαγγελματικά δικαιώματα

Μια νομική αναντιστοιχία που γεννά δυσμενή διάκριση στο πεδίο της ενωσιακής έννομης τάξης, υπογραμμίζουν συνταγματολόγοι με βάση την περίφημη απόφαση του 2007, του Δ’ Τμήματος του Συμβουλίου Επικρατείας, με πρόεδρο τον Μ. Βροντάκη, την οποία έρχεται να θεραπεύσει η νομοθετική πρωτοβουλία για τα Μη κρατικά Πανεπιστήμια. Η πρωτοποριακή εκείνη απόφαση , άνοιξε εν τοις πράγμασι το δρόμο για την αναγνώριση επαγγελματικών δικαιωμάτων αυτών που διαθέτουν τίτλο σπουδών από φορέα άλλου κράτους-μέλους αλλά ένα μεγάλο μέρος των σπουδών τους πραγματοποιήθηκε στην Ελλάδα σε τοπικό συνεργαζόμενο φορέα. Η απόφαση εκείνη, (778/2007 διαβάστε τη ΕΔΩ) αποφάσισε την αποστολή προδικαστικού ερωτήματος στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανοίγοντας το δρόμο – δια της απαντήσεως- για την αναγνώρισή τους.

Το ερώτημα και η απάντηση

Η απόφαση εκείνη στο μακρινό 2007 αφορούσε: (Περίληψη)”….την υποχρέωση αμοιβαίας αναγνώρισης επαγγελματικών δικαιωμάτων – Είναι υποχρεωτική η αναγνώριση πτυχίου που πιστοποιεί επαγγελματική εκπαίδευση που χορηγήθηκε σε Έλληνα, ο οποίος έχει τίτλο από κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.), ακόμη και αν μέρος των σπουδών του έγινε στην Ελλάδα, δηλαδή να ξεκίνησε τις σπουδές του σε κάποιο από τα ιδιωτικά εργαστήρια της Ελλάδας και να τις ολοκλήρωσε σε πανεπιστήμιο άλλης χώρας της Ε.Ε., το οποίο συνεργάζεται με ελληνικό Κέντρο Ελευθέρων Σπουδών – Προδικαστικό ερώτημα στο ΔΕυρΚ, για το αν επηρεάζει την υποχρέωση της Ελλάδας για αναγνώριση των επαγγελματικών δικαιωμάτων το γεγονός ότι ο σχετικός τίτλος έχει αποκτηθεί από ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, μη αναγνωριζόμενα ως τέτοια από την εθνική νομοθεσία”.

Την ίδια περίοδο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσέφυγε στο ΔΕΕ κατά της Ελλάδας. Το ΔΕΕ απάντησε ότι σύμφωνα με τη σχετική οδηγία οι αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους υποδοχής υποχρεούνται να αναγνωρίζουν το δίπλωμα που έχει χορηγηθεί από αρμόδια αρχή άλλου κράτους-μέλους και πιστοποιεί την ολοκλήρωση σπουδών που έχουν πραγματοποιηθεί, εν όλω ή εν μέρει, σε φορέα εγκατεστημένο στο κράτος-μέλος υποδοχής (εν προκειμένω στην Ελλάδα), ο οποίος, δυνάμει της νομοθεσίας του τελευταίου αυτού κράτους-μέλους, δεν αναγνωρίζεται ως εκπαιδευτικό ίδρυμα.

Άλλωστε οι δικαστές στην σκέψη 5 της εν λόγω απόφασης αναφέρουν : “Ο συντακτικός νομοθέτης, λαμβάνοντας υπ’ όψη τόσο την ιδιαίτερη φύση και αποστολή της επαγγελματικής εκπαιδεύσεως όσο και τη συνεχώς αυξανόμενη σπουδαιότητά της στη σύγχρονη ζωή, όρισε ότι, σε όλες τις βαθμίδες της, η επαγγελματική εκπαίδευση παρέχεται κατ’ αρχήν από το Κράτος και καθιέρωσε ιδιαίτερο καθεστώς για τις ανήκουσες στην ανώτερη εκπαίδευση σχολές της κατηγορίας αυτής, καθώς και για τα δικαιώματα των αποφοίτων τους. Από τη συνταγματική αυτή διάταξη δεν συνάγεται, εν τούτοις, ότι επιβάλλεται η παροχή της παιδείας αυτής αποκλειστικώς από το Κράτος. Συνεπώς, προκειμένου περί επαγγελματικής ή κάθε άλλης ειδικής εκπαιδεύσεως, το Σύνταγμα δεν κατοχυρώνει ατομικό δικαίωμα των ιδιωτών να ιδρύουν τέτοιες σχολές, χωρίς, όμως, και να απαγορεύει την ίδρυση εκπαιδευτηρίων τέτοιας φύσεως από ιδιώτες. Η ρύθμιση, επομένως, του ζητήματος της ιδρύσεως εκπαιδευτηρίων της κατηγορίας αυτής από ιδιώτες έχει ανατεθεί, από το Σύνταγμα, στον κοινό νομοθέτη, ο οποίος μπορεί να επιτρέψει ή να απαγορεύσει την ίδρυση και λειτουργία τέτοιων σχολών, ύστερα από εκτίμηση της επάρκειας των αντίστοιχων δημόσιων σχολών προς κάλυψη των εκπαιδευτικών αναγκών, εν όψει και των κατευθύνσεων και αναγκών της εθνικής οικονομίας, των γενικότερων επιπτώσεων από τη λειτουργία τέτοιων εκπαιδευτηρίων και όλων, εν γένει, των συναφών παραμέτρων (ΣτΕ 576/1981 Ολομελείας, 2287/2001 Ολομελείας)

“Διάκριση”

Η παγιωμένη όμως αυτή θεση, όπως εκφράζεται απο τη νομολογία, οδηγεί “σε τίτλους οι οποίοι εξοπλίζουν τον κάτοχό τους με επαγγελματικά δικαιώματα αντίστοιχα των πτυχιούχων των ελληνικών ΑΕΙ. Αυτά περιλαμβάνουν ακόμη και τη δυνατότητα διορισμού στο Δημόσιο, ακόμη και στο δικαστικό σώμα”, αναφέρουν οι κορυφαίοι συνταγματολόγοι Βενιζέλος και Σκουρής οι οποίοι όμως αναδεικνύουν μια νομική διάκριση την οποία έρχεται να θεραπεύσει ο νόμος Πιερρακάκη: “ Ακαδημαϊκά δικαιώματα δεν αναγνωρίζονται όμως στους τίτλους αυτούς, προκειμένου να μην καταστρατηγηθούν οι απαγορευτικοί κανόνες του άρθρου 16 Σ. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι δεν επιτρέπεται η εγγραφή του κατόχου του τίτλου για μεταπτυχιακές σπουδές στα ελληνικά δημόσια ΑΕΙ και η εκλογή του σε αυτά ως μέλους του ΔΕΠ. Μένει όμως κατά τον τρόπο αυτό έως τώρα αρρύθμιστη από την ελληνική νομοθεσία η παροχή υπηρεσιών ανώτατης εκπαίδευσης από ΑΕΙ άλλων κρατών-μελών της Ε.Ε. (ή τρίτων κρατών που είναι συμβαλλόμενα μέρη της GATS) απευθείας ή μέσω συμφωνιών δικαιόχρησης ή πιστοποίησης. Αυτά τα ΑΕΙ άλλων κρατών-μελών δεν κινούνται στο πλαίσιο του άρθρου 16 του ελληνικού Συντάγματος, αλλά ασκούν θεμελιώδεις ενωσιακές ελευθερίες στο πλαίσιο της έννομης τάξης της Ε.Ε. Η άρνηση αναγνώρισης και ακαδημαϊκών δικαιωμάτων όταν οι σπουδές πραγματοποιούνται στην Ελλάδα, ενώ ακαδημαϊκά δικαιώματα αναγνωρίζονται στους κατόχους τίτλων π.χ. των κυπριακών ιδιωτικών ΑΕΙ, συνιστά δυσμενή διάκριση στο πεδίο της ενωσιακής έννομης τάξης, στο οποίο κινούνται τα πανεπιστήμια άλλων χωρών-μελών της Ε.Ε. (και της GATS)”.

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr