Υποθέσεις ιατρικής αμέλειας: Καμπανάκι του Αρείου Πάγου μετά το “χαστούκι” του ΕΔΔΑ για προκαταρκτική εξέταση 5 ετών

Σαφείς οδηγίες από τον Αντεισαγγελέα του Ανωτάτου Δικαστηρίου ώστε να αποφευχθούν συναφείς παραβιάσεις και νέες καταδίκες.

NEWSROOM
Υποθέσεις ιατρικής αμέλειας: Καμπανάκι του Αρείου Πάγου μετά το “χαστούκι” του ΕΔΔΑ για προκαταρκτική εξέταση 5 ετών

Ιατρική αμέλεια: Προειδοποιητικό σήμα προς τους εισαγγελείς της χώρας εκπέμπει ο Άρειος Πάγος, για τις διαδικασίες διερεύνησης υποθέσεων που αφορούν καταγγελίες για θάνατο λόγω ιατρικής αμέλειας, μετά την καταδίκη της χώρας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ).

Επιμέλεια, ταχύτητα και σχολαστικότητα. Αυτές είναι οι τρεις αρχές που πρέπει να διέπουν τις δικαστικές και εισαγγελικές έρευνες προκειμένου να μην υπάρχουν παραβιάσεις των ευρωπαϊκών συνθηκών όπως επισημαίνει σε εγκύκλιό του ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Δημήτριος Παπαγεωργίου.

Κάτι, που όπως προέκυψε από την καταδίκη του ΕΔΔΑ, δεν ίσχυσε στην προσφυγή που εξετάστηκε, δεδομένου κατ’ αρχήν της διάρκειας της προκαταρκτικής εξέτασης. «Ας σημειωθεί ότι στην υπόθεση της εν θέματι προσφυγής στο ΕΔΔΑ, η προκαταρκτική εξέταση είχε διάρκεια σχεδόν πέντε ετών, με συνέπεια να καθίσταται αυταπόδεικτη η παραβίαση του δικονομικού σκέλους του άρθρου 2 της ΕΣΔΑ» σημειώνει ο κ. Παπαγεωργίου.

Στο πλαίσιο αυτό επαναλαμβάνει την ανάγκη τήρησης των προθεσμιών. «Η ελληνική έννομη τάξη προνοεί για την επίτευξη της ταχείας διενέργειας της προκαταρκτικής εξέτασης, αφού η διάταξη του άρθρου 243 παρ. 2 ΚΠΔ προβλέπει τη μη υπέρβαση της χρονικής διάρκειας των έξι και κατ’ εξαίρεση των εννέα μηνών και την παράταση για εύλογο χρονικό διάστημα μόνον εφόσον το επιβάλλει η φύση της υπόθεσης ή της πράξης που πρέπει να διενεργηθεί, με ειδικά αιτιολογημένη πράξη του αρμόδιου εισαγγελέα» αναφέρει.

Διορισμός πραγματογνωμόνων με «κάθε επιμέλεια»

Επισημαίνοντας πως η διερεύνηση υποθέσεων ποινικής ευθύνης από ιατρική αμέλεια είναι εξ αντικειμένου δυσχερής, δίνει ιδιαίτερη έμφαση στις πραγματογνωμοσύνες που είναι απαιτούμενες.

«Στις περιπτώσεις αυτές, η αξιοποίηση των αποδεικτικών μέσων της πραγματογνωμοσύνης και των μαρτύρων με ειδικές γνώσεις αποτελεί «δικονομικό μονόδρομο». Το εσωτερικό δίκαιο παρέχει σχετική κατευθυντήρια οδηγία στο άρθρο 186 εδ. α ΚΠΔ, σύμφωνα με το οποίο ο διορισμός των πραγματογνωμόνων πρέπει να γίνεται «με κάθε επιμέλεια» και «με επιλογή» ανάμεσα στα πρόσωπα που (κατά κανόνα) αναγράφονται στον πίνακα πραγματογνωμόνων. Τούτο σημαίνει ότι ο νόμος απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή κατά την επιλογή ώστε η πραγματογνωμοσύνη να διενεργηθεί από το πλέον ειδικευμένο και κατάλληλο πρόσωπο, που ορίζεται πραγματογνώμονας σε συγκεκριμένη ποινική υπόθεση» σημειώνει.

Και προσθέτει: «Όταν ο ανακριτικός υπάλληλος που διενεργεί την προκαταρκτική εξέταση σε υπόθεση ιατρικής αμέλειας διατάσσει πραγματογνωμοσύνη ύστερα από ειδική προς τούτο παραγγελία του εισαγγελέα, η διατύπωση των ερωτημάτων- ζητημάτων που θα τεθούν στον πραγματογνώμονα πρέπει να γίνεται στην εισαγγελική παραγγελία με πληρότητα και σαφήνεια, και αφού προηγηθεί ενδελεχής μελέτη των δεδομένων της υπόθεσης εκ μέρους του αρμόδιου εισαγγελικού λειτουργού, ώστε ο πραγματογνώμονας να ερευνήσει όλες τις πτυχές του ιατρικού συμβάντος και να μην περιορισθεί σε γενικόλογη γνωμοδότηση αναφορικά με την ύπαρξη ή μη ιατρικού σφάλματος».

Οι υποχρεώσεις των γιατρών

Σύμφωνα με τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου ανακύπτει επίσης «υποχρέωση του ιατρού πραγματογνώμονα να συντάξει με επιμέλεια τη γνωμοδότησή του, η οποία (κατά το νόμο) πρέπει να είναι «αιτιολογημένη» (αρθρ. 198 ΚΠΔ) και (κατά τη νομολογία του ΕΔΔΑ) πρέπει να διέπεται από πνεύμα ανεξαρτησίας έναντι των απόψεων και ισχυρισμών των εμπλεκομένων στο ατυχές περιστατικό συναδέλφων του ιατρών».

Στο πλαίσιο αυτό, τονίζει ο κ. Παπαγεωργίου, «ο πραγματογνώμονας ιατρός οφείλει να δίδει ευκρινείς απαντήσεις στα τιθέμενα ερωτήματα, να διερευνά όλες τις συνιστώσες του ιατρικού περιστατικού, να υποστηρίζει με βιβλιογραφικά και στατιστικά επιστημονικά δεδομένα τις παραδοχές του για τυχόν σχετιζόμενες με το θάνατο επιπλοκές των ιατρικών πράξεων και εντέλει, καλύπτοντας όλες τις ιατρικές παραμέτρους της υπόθεσης, να θεμελιώνει πειστικά το συμπέρασμά του περί του αν οι εμπλεκόμενοι ιατροί ενήργησαν lege artis, δηλαδή με βάση τους γενικά παραδεκτούς και ισχύοντες κανόνες της τεκμηριωμένη και βασισμένης σε ενδείξεις ιατρικής επιστήμης».

Η εγκύκλιος καταλήγει: «Εφόσον επιδεικνύεται η ανάλογη προσοχή από τους εισαγγελικούς λειτουργούς και τους ιατρούς πραγματογνώμονες (στο πεδίο ευθύνης του καθενός) και εξασφαλίζονται οι προεκτεθείσες εγγυήσεις κατά τη διερεύνηση της βασιμότητας καταγγελίας για θάνατο οφειλόμενο σε ιατρική αμέλεια, θεωρούμε ότι το άρθρο 2 της ΕΣΔΑ πιστά εφαρμόζεται κατά το δικονομικό σκέλος του και μειώνεται ο κίνδυνος δυσμενών για την Ελλάδα αποφάσεων του ΕΔΔΑ».

ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΤΗΝ ΕΓΚΥΚΛΙΟ

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr