ΕΔΔΑ: Πράσινο φως για αφαίρεση γονικής μέριμνας από πατέρα που «θυμήθηκε» το γιο του μετά από χρόνια

Η πολυετής αδιαφορία ενός πατέρα να επικοινωνήσει με το παιδί του,την ώρα που αυτό μεγάλωνε οδεύοντας τον δρόμο της ενηλικίωσης με πρότυπο τον πατριό του με τον οποίο ανέπτυξε τον ισχυρό δεσμό γιου και πατέρα, ανάγκασαν τη πλάστιγγα της Δικαιοσύνης να γείρει υπέρ των δύο τελευταίων και να αφαιρεθεί η γονική μέριμνα από τον βιολογικό […]

NEWSROOM
ΕΔΔΑ: Πράσινο φως για αφαίρεση γονικής μέριμνας από πατέρα που «θυμήθηκε» το γιο του μετά από χρόνια

Η πολυετής αδιαφορία ενός πατέρα να επικοινωνήσει με το παιδί του,την ώρα που αυτό μεγάλωνε οδεύοντας τον δρόμο της ενηλικίωσης με πρότυπο τον πατριό του με τον οποίο ανέπτυξε τον ισχυρό δεσμό γιου και πατέρα, ανάγκασαν τη πλάστιγγα της Δικαιοσύνης να γείρει υπέρ των δύο τελευταίων και να αφαιρεθεί η γονική μέριμνα από τον βιολογικό πατέρα.

Αν και οι δικαστές του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, στο οποίο προσέφυγε ο 40χρονος πατέρας, αναγνωρίζουν ότι η αφαίρεση γονικής μέριμνας είναι ένα σκληρό μέτρο, εντούτοις, δέχθηκαν ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν παραβιάσθηκε το δικαίωμα σεβασμού της οικογενειακής ζωής του προσφεύγοντα.

Ειδικότερα, κατά το ΕΔΔΑ, “η στέρηση ενός ατόμου από την άσκηση της γονικής μέριμνας ήταν ένα ιδιαίτερα σκληρό μέτρο που αποστερούσε το γονέα από την οικογενειακή ζωή του παιδιού του και ήταν ασυμβίβαστο με το στόχο της δημιουργίας δεσμού μεταξύ τους. Από την άλλη πλευρά, πρέπει να υπάρχουν οικογενειακοί δεσμοί μεταξύ παιδιών και γονέων, που πραγματικά τα φροντίζουν. Κατά το ΕΔΔΑ, αν είχε περάσει ένα σημαντικό χρονικό διάστημα που το παιδί είχε ζήσει μόνο με έναν από τους  φυσικούς γονείς του, το συμφέρον του παιδιού να μην αλλάξει ξανά η de facto οικογενειακή κατάστασή του, θα μπορούσε να υπερισχύσει του συμφέροντος του γονέα να αποκαταστήσει την οικογενειακή του ζωή με το παιδί του”.

Είχαν απωλεσθεί οι οικογενειακοί δεσμοί

Ο προσφεύγων πατέρας από τη Ρωσία είχε αποχωρήσει με δική του πρωτοβουλία από τη ζωή του γιου του για 8 χρόνια και άφησε το παιδί να προσαρμοστεί με τον νέο σύζυγό της μητέρας του, τον οποίον πλέον θεωρούσε ως αληθινό πατέρα του, και αργότερα υιοθετήθηκε από αυτόν.

Σήμερα το μικρό εκείνο αγόρι είναι ένας νεαρός άνδρας 19 ετών που δεν θυμάται τον πατέρα του και σύμφωνα με το ΕΔΔΑ, η ηθελημένη αδράνεια του ίδιου του προσφεύγοντος είχε οδηγήσει στη διακοπή των δεσμών μεταξύ αυτού και του παιδιού του που δεν τον αναγνώριζε καν. Ως εκ τούτου, έκρινε ότι τα εγχώρια δικαστήρια είχαν πραγματοποιήσει λεπτομερή και προσεκτικά ισορροπημένη αξιολόγηση της όλης κατάστασης και των αναγκών του παιδιού, με βάση τα στοιχεία που προσκομίστηκαν. Είχαν εξετάσει διεξοδικά τα σχετικά γεγονότα και έλαβαν δεόντως υπόψη το συμφέρον του παιδιού. Τα εθνικά δικαστήρια, είχαν παράσχει «σχετική και επαρκή» αιτιολογία στις αποφάσεις τους, οι οποίες ενέπιπταν στη διακριτική τους ευχέρεια.

Το Δικαστήριο του Στρασβούργου δεν διαπίστωσε παραβίαση του δικαιώματος σεβασμού της οικογενειακής ζωής (άρθρο 8 της ΕΣΔΑ).

Σύμφωνα με όσα διαπίστωσε το δικαστήριο, ο 40χρονος προσφεύγων είχε γίνει πατέρας σε ηλικία 21 ετών, και μετά το χωρισμό του με την πρώην σύζυγο του και μητέρα του μόλις 2 ετών παιδιού του, δεν είχε ζήσει με το παιδί του και δεν είχε συμμετάσχει στην ανατροφή του από το 2004, ενώ περιστασιακά μόνο παρείχε στο γιό του οικονομική υποστήριξη.

Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι οικογενειακοί δεσμοί μεταξύ προσφεύγοντος και παιδιού είχαν απωλεσθεί και ότι το αγόρι, θεωρούσε ένα τρίτο άτομο, το νέο σύζυγο της μητέρας του, ως πατέρα του. Υπό τις συνθήκες αυτές, το δικαστήριο διαπίστωσε ότι ήταν προς το συμφέρον του παιδιού να αφαιρέσει από τον προσφεύγοντα τη γονική μέριμνα και να αφήσει το αγόρι στην αποκλειστική γονική μέριμνα της μητέρας του.

Το Στρασβούργο απέρριψε την προσφυγή του, η οποία βασιζόταν στο άρθρο 8 (δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής), στην οποία ο προσφεύγων κατήγγειλε ως αυθαίρετη την αφαίρεση της γονικής μέριμνας επί του γιου του.

Παράλληλα το ΕΔΔΑ εξάρει τα εγχώρια δικαστήρια γιατί είχαν πραγματοποιήσει μια λεπτομερή και προσεκτικά ισορροπημένη αξιολόγηση της όλης κατάστασης και των αναγκών του παιδιού, με βάση τα στοιχεία που προσκομίστηκαν. Είχαν εξετάσει διεξοδικά τα σχετικά γεγονότα και έλαβαν δεόντως υπόψη τα συμφέροντα του παιδιού. Τα εθνικά δικαστήρια, είχαν παράσχει «σχετική και επαρκή» αιτιολογία στις αποφάσεις τους, οι οποίες ενέπιπταν στη διακριτική τους ευχέρεια σε μια πολύπλοκη υπόθεση μεταξύ ανταγωνιστικών συμφερόντων.

Σημεία του σκεπτικού του ΕΔΔΑ:

– Αν και το παιδί είχε περάσει τα πρώτα δύο χρόνια ζωής με τον προσφεύγοντα, τη στιγμή που είχε ληφθεί η απόφαση αφαίρεσης της γονικής μέριμνας, δεν είχε ζήσει με το παιδί για οκτώ χρόνια και δεν είχε επαφή μαζί του για επτά από αυτά. Καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο προσφεύγων δεν είχε κάνει καμία προσπάθεια να έχει επικοινωνία με τον γιο του και να ξαναρχίσει την επαφή μαζί του. Το Δικαστήριο δεν έκρινε καμία από τις εξηγήσεις του ως πειστική.

– Ο προσφεύγων είχε αποχωρήσει με επιθυμία του και με δική του πρωτοβουλία από τη ζωή του παιδιού του και άφησε το παιδί να προσαρμοστεί με τον νέο σύζυγό της μητέρας του. Επίσης δεν κατέστη σαφές γιατί αυτή η περίοδος «προσαρμογής» χρειάστηκε να διαρκέσει επτά χρόνια. Κατά την άποψη του Δικαστηρίου, ο προσφεύγων θα μπορούσε και θα έπρεπε να είχε συνειδητοποιήσει ότι μία τόσο μακρόχρονη και πλήρη απομάκρυνση από τον γιο του – εν μέρει καθοριστική, δεδομένης της μικρής ηλικίας του τελευταίου κατά τη στιγμή της διακοπής της επαφής – θα μπορούσε, ως εκ τούτου, να οδηγήσει σε σημαντική αποδυνάμωση, αν όχι πλήρη ρήξη, του δεσμού μεταξύ τους και στην αποξένωση του παιδιού από αυτόν.

– Πράγματι, κατά την εγχώρια διαδικασία αποδείχθηκε ότι, παρόλο που ο γιος του προσφεύγοντος γνώριζε την ύπαρξη του βιολογικού πατέρα του, δεν τον θυμόταν, ούτε ήθελε να έρθει σε επαφή μαζί του. Όταν συναντήθηκαν, το παιδί δεν είχε αναγνωρίσει τον προσφεύγοντα και ένιωθε φοβισμένο όταν του είπε ότι ήταν ο πατέρας του. Επιπλέον, σε υποθετική περίπτωση που η μητέρα του παιδιού είχε αντιταχθεί στην επικοινωνία του παιδιού με τον προσφεύγοντα, το Δικαστήριο διαπίστωσε με έκπληξη ότι ο προσφεύγων δεν είχε απευθυνθεί ποτέ σε Υπηρεσίες παιδικής μέριμνας ή στα εθνικά δικαστήρια.

– Στην παρούσα υπόθεση, η αδράνεια του ίδιου του προσφεύγοντος είχε οδηγήσει στη διακοπή των δεσμών μεταξύ του ίδιου και του παιδιού του. Η αφαίρεση της γονικής μέριμνας από εκείνον δεν είχε κάνει παρά να ακυρώσει τη νομική σχέση μεταξύ πατέρα και παιδιού. Δεδομένης της απουσίας οποιασδήποτε προσωπικής σχέσης για περίοδο επτά ετών πριν από την απόφαση αυτή, δεν θα μπορούσε να λεχθεί ότι επηρέασε αρνητικά αυτές τις σχέσεις.

– Οι αποφάσεις των εθνικών δικαστηρίων κατέδειξαν με σαφήνεια ότι το παιδί είχε ενσωματωθεί καλά στην οικογένειά του και ήταν βαθιά συνδεδεμένο με τη μητέρα του, τον αδελφό του και τον νέο σύζυγο της μητέρας του (πατριό του), με τον οποίο είχε αναπτύξει de facto οικογενειακή ζωή για επτά χρόνια. Ήταν επίσης σημαντικό ότι ο πατριός του είχε αναλάβει πλήρως τον ρόλο του πατέρα και σκόπευε να τον υιοθετήσει και ότι το αγόρι είχε εκφράσει την επιθυμία του να υιοθετηθεί από αυτόν.

(Πηγή: echrcaselaw)

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr